Για να ξεκινήσουμε με τα άσχημα –και να τελειώνουμε εξ αρχής μαζί τους– η μεταφορά της συναυλίας των Dubrovniks από το Gagarin στο Κύτταρο δημιούργησε προβλήματα. Μοιραία, αυτά είχαν να κάνουν με ζητήματα που άπτονται των συντεταγμένων πήχτρα, ζέστη, ακινησία (σε μια συναυλία που το shake των γοφών ήταν απαραίτητο) και ζοφερή ατμόσφαιρα (διότι μερικοί, ένεκα ηλικίας, μέχρι και πούρα κάπνισαν).
Κι εδώ δίνω πάσα στον ίδιο μου τον εαυτό και σας μιλώ για τον υψηλό μέσο όρο ηλικίας του κοινού. Λογικό βέβαια, όσο και το ότι υψηλή ποσόστωση σημείωσαν οι άντρες –χωρίς κάτι τέτοιο να σημαίνει πάντως ότι ομιλούμε περί κατάστασης Κα.Ψυ.Γκα. (Κέντρου Ψυχαγωγίας Γκαραζιέρηδων). Μπορεί να σημαίνει πολλή... τριχόπτωση, αλλά θα μου επιτρέψετε να εφεσιβάλλω και να σας πω ότι σε αυτό ακριβώς το σημείο κρυβόταν το τρυφερό του ζητήματος.
Μπορεί προσωπικά να μην έχω 20 και βάλε χρόνια να δω τους συνοδοιπόρους του τότε, είδα όμως αρκετές περιπτώσεις ανθρώπων που –ένεκα επιλογών ζωής– ξαναβρεθήκαν μετά από χρόνια, με αφορμή τους Dubrovniks. Όλοι δε πανηγύριζαν σαν να ήταν 1993 και οι Αυστραλοί να επισκέπτονταν για δεύτερη φορά το Ρόδον (μετά την ιστορική πια συναυλία του 1992). Και σε αυτό πρέπει να ξέρετε πως έπεσαν μέσα. Διότι, σας μιλώ σοβαρά, αν έκλεινες τα μάτια την Παρασκευή στο Κύτταρο, δεν θα καταλάβαινες τη διαφορά. Αν τα άνοιγες, βέβαια, δεν γινόταν να μην παρατηρήσεις την ελάχιστη επί σκηνής κινητικότητα των θείων που βαράγανε, δεν μπορούσες όμως να μην αναγνωρίσεις συνάμα ότι το groove τους ήταν πραγματικό.
Αλλά και η επικοινωνία με το κοινό ήταν πραγματική, ενώ υπήρχε και χιούμορ, το οποίο δεν προσπαθούσε να ροκανίσει πολύτιμα λεπτά του συναυλιακού χρόνου, αλλά αποτελούσε γνήσιο στοιχείο της προσωπικότητας του συγκροτήματος: αναζήτησαν π.χ. κόσμο –και ειδικότερα κορίτσια– από τη γενέθλια κροατική πόλη του Ντουμπρόβνικ και βρήκαν οι άτιμοι! Οι γερόλυκοι δεν έκαναν επομένως αρπαχτή και αυτό τους τιμά, γιατί προσωπικά τον είχα τον φόβο (όσο κι αν τους εκτιμώ), ειδικότερα μετά την τραυματική εμπειρία της πρόσφατης συναυλίας των Stranglers, η οποία αποδείχθηκε μαυσωλείο νοσταλγίας. Ευτυχώς, οι Αυστραλοί δεν ήρθαν με ανάλογη πλατφόρμα σκέψης. Το δικό τους σύνθημα ήταν «κάνουμε περιοδεία, θέλουμε να περάσουμε καλά και να περάσετε κι εσείς καλά, οπότε θα παίξουμε δυνατά και όμορφα».
Και πραγματικά, ήταν μια συναυλία βγαλμένη από τα παλιά. Με ενορχηστρώσεις και power rock που άκουγες στη χρονική λωρίδα 1986/1992, με επευφημίες δίχως γηπεδική χροιά (από τα λίγα καλά της εποχής εκείνης –εξαιρείται το μεταλλικό χωριό) και με κιθάρες που δεν ήταν γεμάτες από δεκάδες παραμορφώσεις, παρά μόνο από τη μία και βασική: fuzz. Fuzz βέβαια που στην περίπτωση των Dubrovniks δεν ήταν ασήκωτο, αλλά άφηνε τις μελωδίες και την ποπ τους χροιά να επιπλέουν και τελικώς να χαρακτηρίζουν τις συνθέσεις. Κάτι που πιστοποίησαν και πάλι στη 1 ώρα και 20 λεπτά παραμονής τους στη σκηνή, με αποτέλεσμα να στείλουν τον κόσμο σπίτι του με χαμόγελο, άμεσα συνδεδεμένο με τις αγκαλιές που είχαν πέσει μεταξύ φίλων παλιών στην είσοδο του Κυττάρου.
Στο καλό αυτό κλίμα συνέβαλλε και το support set των Sisters Of Your Sunshine Vapor. Οι οποίοι έρχονται από το Μίσιγκαν (Ντιτρόιτ, συγκεκριμένα), θα ορκιζόσουν όμως ότι είναι από το Τέξας. Ψυχεδέλεια βαρβάτη, φωνητικά Morrison (ναι, τον Jim εννοώ, όχι τον Van!) και προβολές όπισθέν τους που σε έμπαζαν άμεσα στο κλίμα. Δεν ήταν προβλέψιμη μπάντα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το μέσο της δεύτερης σχοινοτενούς σύνθεσής τους, όπου αναδυόταν ένα ριφ το οποίο μπορούσαν να καβαλήσουν και να κερδίζουν εύκολα τις εντυπώσεις. Κι όμως, τα τρία νεαρά τυπάκια επένδυσαν σε μια ακόμα πιο πολύπλοκη ενορχήστρωση. Τουτέστιν, δεν κώλωσαν να στραφούν σε μια σαφώς πιο let-the-good-times-roll προσέγγιση, χωρίς να ανησυχήσουν μήπως και τσαλακωθεί το παραισθητικό τους ηχητικό πρόσωπο. Εύγε και να σας ξαναδούμε.
{youtube}9bDKuahKPj4{/youtube}