Μπορεί ο δημιουργός δύο από τους πιο ενδιαφέροντες δίσκους της τελευταίας εξαετίας να αποτελούσε το «τυράκι» της σαββατιάτικης εκδήλωσης στο Ρομάντσο, όμως υπήρχαν αρκετοί ακόμα λόγοι για να κατηφορήσει κάποιος μέχρι εκεί από νωρίς: εκτός από τον Αυστραλό πειραματιστή, η βραδιά περιλάμβανε τις εμφανίσεις τριών ακόμα εγχώριων ονομάτων. 

Benfr_2.jpg

Το ξεκίνημα έγινε με τον Hior Chronik, τον οποίο δυστυχώς στάθηκε αδύνατο να προλάβω, παρ' όλο που τα δείγματα του ήχου του παρουσιάζονται αρκετά ιντριγκαδόρικα και είχαν έτσι κινήσει το προσωπικό ενδιαφέρον. 

Benfr_3.jpg

Ο δεύτερος τη σειρά εμφανιζόμενος, Γιάννης Αναστασάκης (γνωστός από τους Elektronik Meditation), φρόντισε πάντως να μας αποζημιώσει και με το παραπάνω. Βλέπετε, τα κιθαριστικά του σόλο –που μπορεί να κράταγαν και λεπτά ολόκληρα– μπλέκαν υπέροχα με ambient ηχοτόπια· ο δε στροβιλισμός ήχων και θορύβων οδηγούσε σε ξεσπάσματα παραμορφώσεων, τα οποία διέθεταν μια άγρια ομορφιά. Επιπλέον, τα προσεκτικά τοποθετημένα κρουστά συνείσφεραν το δικό τους χρώμα κατά τη διάρκεια της εμφάνισής του, όταν αποφασίζαν να δώσουν το παρών.

Benfr_4.jpg

Ο τρίτος όμως περφόρμερ του Σαββάτου, ο Μιχάλης Μοσχούτης, δεν έκανε καλή αρχή. Για τα πρώτα 15 (ίσως και παραπάνω) λεπτά μας πλάσαρε drones και επαναληπτικά μοτίβα βασισμένα πάνω στο ίδιο κεντρικό concept, τα οποία στερούνταν ηχητικής στόχευσης, μα και γενικότερης κατεύθυνσης. Από τη μέση και μετά του σετ, όμως, η μουσική του παλέτα εμπλουτίστηκε και το ενδιαφέρον επανήλθε. Αλλά, μέχρι να γίνει αυτό, δεν ήταν λίγες οι παρέες που προτίμησαν να επιδοθούν σε κοινωνικό σχολιασμό και φιλικό κους-κους, αντί να παρακολουθούν τα επί σκηνής δρώμενα.

Benfr_5.jpg

Μπορεί ο κόσμος να ήταν λίγος στις αρχές της βραδιάς, όταν πάντως έφτασε η ώρα του Αυστραλού μουσικού, το Ρομάντσο είχε πια γεμίσει σε αρκετά μεγάλο βαθμό. Τα φώτα στον υπόλοιπο χώρο χαμήλωσαν, βυθίζοντας τους θεατές στο σκοτάδι και στρέφοντας την προσοχή ολοκληρωτικά στο σανίδι, όπου ο Ben Frost άρχισε να κεντάει το μουσικό πλεκτό του: αργά, μεθοδικά και περίτεχνα. Σα να άκουγες το soundtrack μιας στοιχειωμένης έπαυλης, όπου κάθε δωμάτιο είχε επενδυθεί με διαφορετικές ηχητικές ταπετσαρίες. Σε κάποιο σημείο η αίθουσα βρέθηκε σε απόλυτη ησυχία, με μόνο μερικά μικρά ηχητικά να την σπάνε. Λίγο μετά, κάτι ήρεμα σύνθια θα μας οδηγούσαν σε (ηλεκτρικές) κιθαριστικές εκκενώσεις.

Benfr_6.jpg

Ήταν πράγματι λες και παρακολουθούσαμε να ξετυλίγεται μπροστά μας μια ταινία, την οποία όμως διαισθανόσουν μόνο μέσω των ήχων. Όπως ας πούμε στις κορυφώσεις που δημιουργούνταν κάθε που πέφτανε στα ηχεία εκείνες οι ηλεκτρονικές παραμορφώσεις ή μέσω των πλήκτρων που σου ξυράφιαζαν τα τύμπανα. Τα δε ρυθμικά μπλιμπλίκια –τα οποία κρατάγανε τα μπόσικα– χτίζανε εμφατικά μια απόκοσμη ατμόσφαιρα, τόσο παγωμένη, όσο και απελπιστικά ελκυστική. Μέχρι εκείνο το σημείο της βραδιάς, τα beats χρησιμοποιούνταν περισσότερο ως ηχητική επένδυση, παρά ως οδηγός των συνθέσεων και ως σημείο αναφοράς. 

Αυτό βέβαια θα άλλαζε όσο θα προχώραγε η νύχτα, μιας και από κάποιο σημείο και μετά ο ρυθμός βρήκε την αφορμή ώστε να βγει μπροστά, δίνοντας μάλιστα άλλοθι σε έναν θεατή για να χορέψει υπό τους «σπασμένους» ήχους του Ben Frost. Κάπου εκεί ήταν που ένα κρεσέντο από σύνθια τα οποία κόβονταν απότομα άφησαν τη θέση τους σε μια ξερή μπότα, που δημιουργούσε ένα πρωτόγονα βίαιο, ηλεκτρονικό vibe.

Benfr_7.jpg

Από τις ατμοσφαιρικές λοιπόν αρχές της εμφάνισής του, ο Αυστραλός έφτασε να παίζει κάτι-σαν-διεστραμμένο techno, ενόσω τα φώτα χτίζανε παρέα με τον ήχο μια κλιμακωτή ατμοσφαιρικότητα. Αποδείχθηκε μαέστρος επομένως ο Ben Frost: κατάφερε, κάνοντας διάφορα περάσματα από τη δισκογραφία του, να δημιουργήσει μια μουσική Οδύσσεια, η οποία μας συνεπήρε και μας ταξίδεψε μαζί της. Μια εμφάνιση που δύσκολα θα ξεχάσουμε.

{youtube}qBTY3FIU85Q{/youtube}

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured