Πρώτη φορά θα έβλεπα το λιμάνι της Θεσσαλονίκης σαν συναυλιακή σκηνή, όποτε είχα μια μικρή επιφύλαξη –λόγω του ανοιχτού χώρου– για τον ήχο. Η απόσταση από την κεντρική πύλη μέχρι την είσοδο του λάιβ ήταν το πολύ κάνα δεκάλεπτο περπάτημα. Η ουρά από έξω σχετικά μικρή (λόγω της ώρας κυρίως): αρκετός κόσμος προτίμησε να καθίσει στη σκιά των τριγύρω αποθηκών, όπου μπορούσε να καταναλώσει τα σχετικά πολεμοφόδια που είχε μαζί του, γιατί γινόταν έλεγχος για ποτά, νερά κτλ., προτού σε αφήσουν να περάσεις μέσα. Μπαίνοντας, αντικρίσαμε έναν χώρο μεγάλο όσο ένα γήπεδο ποδοσφαίρου, ίσως και λίγο μεγαλύτερο. Αριστερά και δεξιά υπήρχαν αρκετές χημικές τουαλέτες, ακολουθούσαν αντίστοιχα τα stands για τα ποτά και στο βάθος βρισκόταν η σκηνή με τα video walls, όπου ήδη ήταν μαζεμένος κόσμος.
Η συναυλία ξεκίνησε στις 18.40 περίπου, με τη DJ Spery πίσω από τα decks να υποδέχεται το κοινό με βαλκανικούς ρυθμούς· με αρκετά χαλαρό πρόγραμμα στην αρχή, κατάλληλο για την ώρα, το οποίο όμως ανέβαινε σιγά-σιγά κάνοντας τις παρέες μπροστά από τη σκηνή να λικνίζονται και να χορεύουν. Παράλληλα, μαζί με τις μουσικές επιλογές της, η κατά κόσμον Σπυριδούλα Σταύρου μας κέρασε ή καραμέλες ή σοκολατάκια –δεν κατάφερα να δω τι ακριβώς ήταν– ενώ μας ζήτησε να της δώσουμε ρυθμό, ώστε να τη βοηθήσουμε να μας κρατήσει σε εγρήγορση με τις αλλαγές της στα decks. Το πρόγραμμά της κράτησε μία ώρα, μας αποχαιρέτησε δε με το γνωστό από το soundtrack του Underground "Kalashnikov".
Οι Baildsa έκαναν δυναμική είσοδο με το "Balkan Νinja" και άλλα δύο καινούργια κομμάτια από το νέο τους άλμπουμ (Zvarna), κάνοντας το ολοένα και αυξανόμενο πλήθος να χοροπηδά πάνω-κάτω στους βαλκανοσκαπάνκ ρυθμούς τους. Τα τραγούδια σε ταξίδευαν σε παραδοσιακές διαδρομές, με τα χάλκινα να έχουν την τιμητική τους. Σε μια γρήγορή μου βόλτα κατά τη διάρκεια του σετ τους, είδα το Λιμάνι να έχει πια γεμίσει σχεδόν στο μισό, ενώ ο ήχος –πηγαίνοντας προς την είσοδο– ακουγόταν αρκετά ικανοποιητικός· φτάνοντας μάλιστα εκεί, είδα άλλον τόσο κόσμο να περιμένει απ' έξω για να μπει. Η επιστροφή μου στο σημείο όπου βρισκόμουν αρχικά συνέπεσε με τα δύο τελευταία τραγούδια των Baildsa (προτελευταίο παίχτηκε το "Kalashnikov" και τελευταίο το ομώνυμο κομμάτι τους), οι οποίοι και μας αποχαιρέτησαν αμέσως μετά.
Δεν έχω ασχοληθεί με τους Αctive Μember και με τη μουσική τους, αλλά γνωρίζω βέβαια σε τι ρυθμούς κινούνται. Με τη Sadahzinia μπροστά και τον B. D. Foxmoor στα μετόπισθεν, ξεκίνησαν το πρόγραμμά τους με mid-tempo διαθέσεις, στις οποίους ο κόσμος (κάθε ηλικιών) έδειξε να ανταποκρίνεται θετικά. Το σετ για μένα έκανε «κοιλιά» στη μέση περίπου, αλλά βρήκα ενδιαφέρον το καινούργιο κομμάτι που μάς έπαιξαν, ονόματι "Βάστα": μου έφερε στο μυαλό ένα κράμα από Senser χωρίς κιθάρες (μόνο με τα ηλεκτρονικά τους στοιχεία) και Asian Dub Foundation. Από τους οποίους και δανείστηκαν τη μουσική για το τραγούδι που έπαιξαν μετά, με τίτλο "Πύρινο Φως (Collective Mode). Κλείσανε αφιερώνοντας τη σκηνική τους παρουσία στους φυλακισμένους.
Την εισαγωγή στον Manu Chao έκαναν κατόπιν οι Επιτροπές Αγώνα Χαλκιδικής & Θεσσαλονίκης ενάντια στις εξορύξεις στη Σκουριές. Μετά από πρόσκληση του ιδίου, είπαν κάποια λόγια για την κατάσταση εκεί και κλείσανε με το σύνθημα «Ενάντια στης φύσης τη λεηλασία/Αγώνας για τη γη και την ελευθερία». Η ώρα είχε πάει 22.00 και το πανηγύρι ξεκίνησε, με τα μέλη των La Ventura να κάνουν ένα-ένα την είσοδό τους στη σκηνή. Στο Λιμάνι είχαν πια μαζευτεί γύρω στα 40.000 άτομα (όπως θα μαθαίναμε από τις αναφορές αργότερα), τα οποία φώναζαν και χειροκροτούσαν, με την ένταση να αυξάνεται αναμενόμενα τη στιγμή που εμφανίστηκε ο Manu Chao. Καθώς βρισκόμασταν μπροστά, δεν αντιληφθήκαμε τα επεισόδια που ξέσπασαν σε κάποιο σημείο του λάιβ στην είσοδο του χώρου, καταλήγοντας στον –ελαφρό, ευτυχώς– τραυματισμό ενός από τους εμπλεκόμενους, ο οποίος χρειάστηκε να μεταφερθεί στο νοσοκομείο.
Η setlist είχε διαμορφωθεί για της ανάγκες της συγκεκριμένης συναυλίας και πολλές φορές γινόταν πάντρεμα των τραγουδιών μεταξύ τους. Έτσι, όλο το λάιβ έμοιαζε με ένα κομμάτι μεγάλης διάρκειας, πράγμα που έκανε το κοινό να παρασυρθεί ευκολότερα στους ρυθμούς του Manu Chao. Ενδεικτικά, κατά την πρώτη μιάμιση ώρα ακουστήκαν τo "Mr. Bobby", το "Se Fuerza La Maquina" μαζί με το "Dia Luna... Dia Pena", το "Tadibobeira" με το "Cladestino". Κάπου εκεί έγινε και μια δεύτερη πολιτική παρέμβαση, αυτή τη φορά από επιτροπή της κίνησης Σώστε το Νερό, συνοδεία των La Ventura. Από το λάιβ δεν έλειψαν βέβαια οι διασκευές σε Mano Negra –π.χ. στα "King Kong Five" και "Machine Gun"– ενώ κατόπιν έγινε και μια τρίτη (και τελευταία) παρέμβαση υπό τους ήχους του "Politik Kills", αυτή τη φορά για την αλληλεγγύη προς τους Ζαπατίστας.
Όσο συνέβαιναν αυτά, προβάλλονταν στα video walls διάφορα animations, με εναλλασσόμενα πολύχρωμα σχέδια, πότε με το συγκρότημα και πότε με το κοινό –το οποίο είχε ανέβει ακόμη και στα κοντέινερ που έκλειναν τη δεξιά πλευρά του χώρου. Κατά το τέλος του κυρίως σετ και λίγο πριν το πρώτο encore, επέστρεψαν στη σκηνή τα χάλκινα από τους Baildsa, συμμετέχοντας σε ένα γαλλικό τραγούδι· το οποίο ο Manu Chao μας προέτρεψε να πούμε μαζί τους, καθώς ήταν εύκολο (όπως μας είπε) να τραγουδήσεις στα γαλλικά. Ακολούθησε το πρώτο encore στις 23.30 με το "Bienvenida A Tijuana" και δυο/τρία ακόμα τραγούδια, ενώ στις 23.45 το γκρουπ άφησε και πάλι τη σκηνή για να κουρδίσει τις κιθάρες, αφήνοντας πίσω τον μπασίστα να παίζει με τα samplers για κανά πεντάλεπτο.
Έτσι ξεκίνησε και το δεύτερο encore, με "Minha Manconha", "Desaparecido" και το "Rumba De Barcelona" να δίνει μια πιο ρομαντική διάθεση και με τον κιθαρίστα των La Ventura να μας παίζει στην κλασική κιθάρα flamengo και rumba, κάνοντας τα ζευγαράκια ανάμεσα στο κοινό να λικνίζονται. Στη σκηνή ανέβηκε επίσης και ο τραγουδιστής από τους Baildsa μαζί με τους χάλκινους: έπαιξαν όλοι μαζί το "Mala Vida", συνέχισαν μόνοι τους με το "Sidi H’ Bidi" κι έκλεισαν με ένα μικρό μέρος του "Mano Negra". Το τρίτο encore (γύρω στις 00.10, πλέον) βρήκε και πάλι τον μπασίστα να παίζει με τα samplers και την παρέα του Manu Chao να ξεκινά με το "Hamburger Fields". Κάπου εκεί, ωστόσο, ξεκίνησε και ο δικός μου δρόμος προς την έξοδο...
Μαζί με τα encore, ο Manu Chao έπαιξε για κάτι παραπάνω από δυόμιση ώρες, στις οποίες τόσο ο κόσμος, όσο και το συγκρότημα έδειξαν απίστευτη –και αστείρευτη– αντοχή.
{youtube}tU3jSm10-lI{/youtube}