«Some things are best kept secret», λέει στο βιβλίο Dear John ο συγγραφέας του διάσημου Ημερολογίου Nicholas Sparks, πάνω στο οποίο βασίστηκε και η ομώνυμη ταινία. Αυτό το φεστιβάλ, όμως, ήταν πολύ καλό για να μείνει μυστικό.

Το Best Kept Secret πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στις 21, 22 και 23 Ιουνίου, στο Beekse Bergen του Hilvarenbeek, στα νότια της Ολλανδίας. Το Beekse Bergen, το μεγαλύτερο αξιοθέατο αυτού του δήμου, αποτελείται από ένα πάρκο σαφάρι, από ένα λούνα παρκ, bungalows κι έναν μεγάλο χώρο για κατασκήνωση. Ιδανικό μέρος δηλαδή για να φιλοξενήσει τους 15.000 καθημερινούς επισκέπτες, που θα έμεναν εκεί για τις τρεις μέρες του φεστιβάλ –εφόσον δεν ενοικίαζαν κάποιο διαμέρισμα ή δεν έμεναν σε ένα από τα ξενοδοχεία των δύο γειτονικών πόλεων, Tilburg και Hilvarenbeek.

Γενικά το τοπίο δεν προϊδέαζε με τίποτα για κάτι το φεστιβαλικό, καθότι ολλανδική, επίπεδη, γραφική εξοχή, με γελάδια να βόσκουν και τη Μικρή Ολλανδέζα κάπου στο φόντο. Επίσης, δεν προϊδέαζε ούτε το ίδιο το Beekse Bergen –ένα απέραντο δάσος και μία τεράστια ακτή με γκρίζα θάλασσα– ούτε όμως κι ο καιρός του ευρωπαϊκού βορρά, που και τις τρεις μέρες δεν μας έκανε τη χάρη (έβρεχε ανά συχνότατες περιόδους). Βέβαια, αυτό δεν απέτρεψε τελικά τους επισκέπτες (Ολλανδούς κυρίως, μα και άλλων εθνικοτήτων) από το να βρεθούν κάθε μέρα εκεί –από τις 16.00 την πρώτη μέρα και από τις 13.00/14.00 τις υπόλοιπες δύο– ώστε να προλάβουν να δουν όλους τους καλλιτέχνες που θα έπαιρναν μέρος.

Και δεν ήταν λίγοι.

Bestks_2

57 στο σύνολο ονόματα, με headliners την πρώτη μέρα τους Bloc Party, Maccabees, Arctic Monkeys, Black Dice, Tyler Τhe Creator & Fuck Buttons, τη δεύτερη τους Swans, Savages, Two Door Cinema Club, Pantha Du Prince, Alt-J & Allah-Las και την τρίτη τους Portishead, Sigur Rós, Black Angels, No Age, Kurt Vile & The Violators και Suuns. Εκτός αυτού, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίαζαν και τα μικρότερα ονόματα, όπως οι French Films, The History Of Apple Pie, Wavves, Cashmere Cat, Braids, Black Lips, Surfer Blood κτλ.

Tο πεντάπτυχο Portishead, Swans, Savages, Suuns & Fuck Buttons θα έφτανε για να με πείσει, προσωπικά, για ένα αρκετά ελκυστικό εισιτήριο και για τις 3 μέρες, της τάξεως των 99 ευρώ χωρίς κάμπινγκ (118 ευρώ μαζί με το κάμπινγκ). Παράλληλα υπήρχαν εισιτήρια και για την κάθε μέρα ξεχωριστά, με 49, 59 και 59 ευρώ αντίστοιχα, τα οποία, από ότι έμαθα μετά –παρά την πρώτη φορά του φεστιβάλ και την υποτιθέμενη «μυστικοπάθεια»– ξεπουλήθηκαν. Τα πολλά ονόματα χωρίστηκαν σε τρεις κύριες σκηνές, αλλά όχι με βάση το είδος. Αντιθέτως, νομίζω ότι οι διοργανωτές ήθελαν να προωθήσουν αυτό ακριβώς που είχαν δηλώσει στην αρχή, ότι δηλαδή το Best Kept Secret επικεντρώνεται 100% στη μουσική, με ένα δυνατό, ίσα κατανεμημένο line-up, όπου τα μεγάλα ονόματα θα παρεμβάλλονται με καινούργιες indie pop/rock, folk, hip hop, dubstep και electronica ανακαλύψεις. Παράλληλα, λειτουργούσε και μία «κρυφή« τέταρτη σκηνή με DJs και ονόματα τα οποία ανακοινώνονταν μόνο μέσω της εφαρμογής (app) του φεστιβάλ, που μπορούσε κανείς να κατεβάσει στο κινητό του τηλέφωνο.

Bestks_3

1η Μέρα/21.6

Λόγω έργων, πλημμύρων και λοιπών δεινών, το ταξίδι μου με τρένο από το Βερολίνο προς το Tilburg διήρκεσε 14 αντί για 7 ώρες, με αποτέλεσμα να πατήσω το πόδι μου στο φεστιβάλ (μαζί με κάποιους φίλους που με περίμεναν εκεί) γύρω στις 19.00, όταν δηλαδή τελείωναν οι Maccabees στη σκηνή ένα, ξεκινούσαν οι Surfer Blood στη σκηνή δύο και οι Ofei στη σκηνή τρία. Ευτυχώς υπήρχαν άπειροι χώροι και κιόσκια κάθε είδους τροφής και αφεψημάτων, τα οποία λειτουργούσαν με μάρκες. Παρ’ όλο που κατά γενική ομολογία ήταν λίγο ακριβά, δεν υπήρχαν ιδιαίτερες ουρές και το σέρβις αποδείχθηκε ιδιαίτερα εξυπηρετικό, με αποτέλεσμα να προλάβω να ξεδιψάσω πριν τους Bloc Party. Εκεί, όμως, με περίμενε ένα αρκετά κρύο και μέτριο πιάτο. Δεν ξέρω πού πήγε το τσαγανό του Silent Alarm και του Ιntimacy, πάντως είδα στη σκηνή έναν αδιάφορο Kele Okereke, να μασάει την τσίχλα του με μηρυκαστική διάθεση όσο τραγουδούσε, ενώ παρακολούθησα ένα αδύναμο σετ με μόλις μία-δύο δυνατές στιγμές –όπως το "Flux", σαν μοιραία αναπόληση για το παρελθόν. Παράλληλα, ο ντράμερ-φαινόμενο Matthew Tong δεν βρισκόταν εκεί: τη θέση του είχε πάρει μία κοπέλα, η οποία, αν και όχι κακή, υστερούσε αρκετά σε ένταση.

Bestks_4

Ευτυχώς την απογοητευτική έναρξη μου την αναπλήρωσαν οι Arctic Monkeys, οι οποίοι ξεκίνησαν στις 22.00, διαδεχόμενοι τους Bloc Party. Με αέρα ροκ αστέρων από άλλη εποχή, μπήκαν στη σκηνή και δεν μπορούσα παρά να μην παρατηρήσω τη σχεδόν ολοκληρωτική στιλιστική μεταμόρφωση του Alex Turner, από brit pop νέο σε βετεράνο rockabilly frontman. Με τα αρχικά του ονόματός τους να φωτίζουν στο φόντο, ξεκίνησαν με το “Do I Wanna Know”, παίζοντας έπειτα το “Brianstorm”. Το κοινό ήταν ιδιαίτερα εγκάρδιο, κυρίως στο “Dancing Shoes” πoυ ακολούθησε αλλά και στο “I Bet You Look Good On The Dancefloor”, στο “Fluorescent Adolescent” και στα υπόλοιπα κομμάτια. Τελείωσαν με έκπληξη, αφού το “A Certain Romance” είχαν να το παίξουν εκτός Αγγλίας από το 2007. Ήταν, επίσης, κι ένα από τα λιγοστά συγκροτήματα τα οποία έκαναν encore στο φεστιβάλ, ξεκινώντας με το "Cornerstone" και το "Mardy Bum" σε ημι-ακουστικές εκδοχές και τελειώνοντας (οριστικά) με τα “When The Sun Goes Down” και “505”.

Bestks_5

Σειρά στις επιλογές μου είχαν οι Fuck Buttons στη σκηνή δύο, οι οποίοι, δυστυχώς, είχαν ήδη ξεκινήσει. Η σκηνική τους παρουσία αν μη τι άλλο μαγική: οι Andrew Hung & Benjamin John Power έμοιαζαν σαν δύο συνεργάτες του Τέσλα ξεχασμένοι στη rave δεκαετία του 1990, έτσι όπως στέκονταν αντιμέτωποι γύρω από ένα τραπέζι γεμάτο κονσόλες, midi και λοιπά όργανα –καθώς δε είχε νυχτώσει, τον χώρο φώτιζε μια τεράστια ντισκομπάλα. Πίσω τους παραλλάσσονταν εικόνες φύσης, περίεργες φωτογραφίες από τον κόσμο και γεωμετρικά σχήματα και προς στιγμή ένιωσα να βρίσκομαι σε όλο αυτό που διάβαζα ότι ήταν κάποτε το Hacienda. Κόσμος πολύς δεν υπήρχε γύρω (ίσως λόγω της κούρασης της πρώτης μέρας), πάντως όσοι ήταν εκεί ακολούθησαν –άγαρμπα και μη– την αδιάκοπη εναλλαγή του ρυθμού που παρήγαγε το ντουέτο από το Μπρίστολ. Μέσα στο αδιάκοπο αυτό ηχητικό κύμα, αναγνώρισα το "Surf Solar", το "Flight Of The Feathered Serpent", αλλά και το καινούργιο "The Red Wing".

Bestks_6

Αν και ήθελα να κλείσω τη βραδιά μου με τους Fuck Buttons, είχα μία μικρή περιέργεια για τον Tyler, The Creator, την Odd Future κολεκτίβα του και τον όλο ντόρο που έχει προκαλέσει με τους αμφιλεγόμενους στίχους του (έχουν κατηγορηθεί από τον τύπο ως ομοφοβικοί) και με τα ακραίου μισογυνισμού artworks του. Από την άλλη, ακόμα και για εμένα που δεν έχω εντρυφήσει στo dissing της χιπ χοπ κουλτούρας, δίσκοι σαν το Goblin ή το Bastard ή κομμάτια σαν το "Yonkers" (πρόλαβα να το ακούσω και στο φεστιβάλ) ηχούσαν ενδιαφέροντα. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, το μόνο που εισέπραξα για την περιέργειά μου ήταν ανελέητα «yawners»... Στην πλειονότητά του, επίσης, ο κόσμος που παρακολούθησε τον Tyler The Creator έμεινε υπερβολικά ακούνητος, ακόμα και για τα δεδομένα μιας μέτριας χιπ χοπ συναυλίας. Ο δε Tyler μουρμούριζε με κατεστραμμένη φωνή "Ι Fuckin' Hate You, But I Love You…", ξεψυχισμένα και χωρίς κάποιο ιδιαίτερο flow. Ένιωσα πραγματικά άβολα κι έτσι, έπειτα από μόλις 10 λεπτά, αποφασίσαμε να δώσουμε τέλος στην πρώτη Best Kept Secret μέρα.

Bestks_7

2η Μέρα/22.6

Τη δεύτερη μέρα καταφτάσαμε αργά, λίγο πριν ξεκινήσουν οι Swans. Δεν υπήρχε μεγάλος συνωστισμός, οπότε εύκολα έφτασα μπροστά στην πλαισιωμένη με δεν ξέρω κι εγώ πόσους Orange ενισχυτές σκηνή δύο! Πάνω της, σε ρόλο παρανοϊκού μαέστρου, ο Μichael Gira έμοιαζε να είχε πιει λιγάκι παραπάνω, ήταν όμως μία τελείως λανθασμένη πρώτη εντύπωση, όπως θα φανέρωνε αυτό που θα ακολουθούσε. Τίποτε άλλο δεν είχε σημασία, εκτός από τη μουσική: προσωπικά δεν έχω ξαναδεί ζωντανά έναν τόσο άρτιο, δυνατό, κρανιοδιαλυτικό και παρανοϊκά μελετημένο αυτοσχεδιασμό, παραγόμενο από την αλληλεπίδραση του Gira πρώτα με τον μπασίστα Chris Pravdica και τον κιθαρίστα Norman Westberg κι έπειτα από τον εκρηκτικό του συνδυασμό με τους περκασιονίστες Phil Culeo & Thor Harris, οι οποίοι έμοιαζαν λες και βγήκαν από σελίδες βιβλίου για τη σκανδιναβική μυθολογία. Δεν ήταν μόνο η πείρα των Swans, αλλά και η παράνοια του ήχου τους, στην οποία χανόσουν, όπως π.χ. συνέβη στο "The Daughter Brings The Water" ή στο "Sex, God, Sex". Ούτε ήταν μόνο το true της υπόθεσης• ήταν, απλά, το δέος.

Bestks_8

Γι' αυτόν τον λόγο οι Allah-Las με τα sing-a-long τους, τα κίτρινα κοστουμάκια και την αβάσταχτη (συγκριτικά με ό,τι προηγήθηκε) καλοκαιρινή τους ελαφρότητα, ήταν απλά λάθος επιλογή για τη συνέχεια. Εντούτοις, υπήρχε αρκετό ακροατήριο από κάτω, το οποίο και ανταποκρίθηκε θετικά στην εμφάνισή τους. Εμείς πάλι ήμασταν αρκετά αφηρημένοι εκείνη τη στιγμή, οπότε προτιμήσαμε να κάνουμε μία βόλτα στην ακτή και στη σκηνή ένα και τις υπόλοιπες εγκαταστάσεις, οι οποίες αποτελούνταν από άπειρα multi-kulti κιόσκια φαγητού, μία υπαίθρια αγορά, ένα δισκοπωλείο και μία παιδική χαρά, χαμένη μέσα στα τριγύρω άλση. Από τη σκηνή τρία ακούσαμε εντωμεταξύ έναν ενδιαφέρον απόηχο. Μου προκάλεσε την περιέργεια, αλλά δεν είχα ιδέα τι είναι, και δεν είχα μαζί μου το πρόγραμμα. Και κάτι τέτοιες στιγμές χαίρεσαι την έννοια του φεστιβάλ, όταν μπορείς να ανακαλύψεις από το πουθενά κάτι το οποίο δεν έχεις ξανακούσει και να το απολαύσεις και ζωντανά.

Bestks_9

Αν και το όνομα των The History Of Apple Pie προϊδεάζει για κάντρι αναμάσημα σανού, στην πραγματικότητα πρόκειται για συγκρότημα από το Λονδίνο, με κατά κόρον ποπ και twee ήχο, αλλά και με riff που δίνανε και την απαραίτητη ενέργεια για το λάιβ. Φίλοι με τους Yuck, από τη γενιά του MySpace που μετανάστευσε στο Soundcloud και στο Pitchfork, ήξεραν πώς να χειριστούν με ειλικρίνεια το κοινό, παίζοντας με αμεσότητα και με δυναμισμό. Ξεχώρισα το "Mallory" και το "Glitch", αφού ρώτησα κάποιον από τους φανατικούς για τους τίτλους –δεχόμενη έτσι μια σφαλιάρα στον indie μουσικό μου εγωισμό, που, όχι, δεν τα ξέρει όλα...

Bestks_10

Ύστερα από παρότρυνση φίλης, μετακινηθήκαμε κατόπιν στη σκηνή δύο για να παρακολουθήσουμε τους Alt-J (συχνά και μόνο ως ∆). Το σχήμα του τριγώνου προέρχεται από τα πληκτρολόγια των υπολογιστών Μάκιντος: όταν πιέζει κανείς τα κουμπιά alt και J έχει ως αποτέλεσμα το σύμβολο αυτό. Η ιστορία είναι βέβαια εκνευριστική όσο και οι ίδιοι οι Alt-J, οι οποίοι αποδείχθηκαν μονότονοι και κλαψιάρικοι όσο και οι γάτες που τους πατάνε την ουρά, με τη διαφορά ότι ο δικός τους ήχος περιλάμβανε και synths. Προσπαθώ να αποφύγω όσο μπορώ τον χαρακτηρισμό χίπστερ (καθώς δεν τον θεωρώ συγκεκριμένο), ας πούμε όμως πως, ό,τι αρνητικό θα μπορούσε να σημαίνει έτσι όπως τον χρησιμοποιούμε στην καθομιλουμένη, το προσωποποιούσε το αγγλικό γκρουπ στο συγκεκριμένο λάιβ. Λάθος δικό μου βέβαια, καθώς ούτε το άλμπουμ τους υποσχόταν κάτι διαφορετικό. Οι «μελιστάλαχτοι» του κοινού, πάντως, κινούσαν ρομαντικά το κεφάλι μία δεξιά και μία αριστερά και βρήκαν ως highlight το "Matilda", το οποίο για μένα υπήρξε ακραία βασανιστικό –με νέον φώτα τριγύρω και τον Joe Newman να σπάει τζάμια σε κάθε αναστεναγμό της Ματθίλδης...

Bestks_11

Ύστερα από αυτό το ναυάγιο και αρκετές σταγόνες βροχής αργότερα, κάτσαμε σε μια ισπανική καντίνα με σαγκρίες, η οποία βρισκόταν δίπλα στη σκηνή τρία, από όπου ακουγόταν ο Thomas Azier. Ο Βερολινέζος είναι παιδί της εποχής του, νέος και εντυπωσιακός από θέμα φωνής, με αρκετή tron επιρροή. Το υλικό του (που άκουσα μετά) δεν μου φάνηκε εντυπωσιακό και δεν θα με παρότρυνε να τον ακούσω ζωντανά, μέσα όμως στις άκρες η συναυλία του στο Best Kept Secret ήταν όμορφη και το αποτέλεσμά της με ξύπνησε από τη «δακρυσμένη λήθη» στην οποία είχα πέσει. Παρότι δεν δηλώνω φαν των glitchy synths και της dub τη σήμερον εποχή, θα ήταν λοιπόν άδικο να πω ότι ο ήχος του Azier διαθέτει μονάχα τέτοια στοιχεία. Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του που πρόλαβα να ακούσω από κοντά ολόκληρο, ήταν το "How To Disappear".

Bestks_12

Σειρά είχαν κατόπιν οι Savages, αναμφίβολα όνομα που ζεματάει αυτή τη στιγμή στην indie σκηνή• μαζεύτηκε έτσι αρκετός κόσμος, σε σημείο που δυσκολευόμασταν να κουνήσουμε τα χέρια μας. Δεν ήθελα να προκαταβάλλω τον εαυτό μου με όλα όσα έχω διαβάσει κατά καιρούς για 'κείνες, ούτε και να τις συγκρίνω με τις επιρροές που αναφέρει ο τύπος (παρ' όλο που αναφορές τύπου Joy Division και Siouxsie & The Banshees κάθε άλλο παρά κακό κάνουν). Εκτιμώ πάντα ιδιαίτερα όσους μουσικούς κάνουν μόνοι τους το soundcheck, και οι Savages ήταν ένα από αυτά τα συγκροτήματα. Οι Jehnny Beth, Gemma Thompson, Ayse Hassan & Fay Milton βγήκαν στη σκηνή με δέκα μόλις λεπτά καθυστέρησης, όλες ντυμένες στα μαύρα, σαν φιγούρες ταινίας από arthouse cinema των 1970s και 1980s –και πήραν αμέσως θέσεις μάχης.

Ξεκίνησαν με το "City's Full", το πιο απαιτητικό θα έλεγα κομμάτι του δίσκου τους για ζωντανή εκτέλεση, και ύστερα έπαιξαν το "Shut Up", με τους ειρωνικά επίκαιρους στίχους «We live in an age of many stimulation/ If you are focused, you are harder to reach/ If you are distracted, you are available». Πριν κάποιο διάστημα υιοθέτησαν κι εκείνες την πολιτική των Yeah Yeah Yeahs να μην χρησιμοποιούνται τα κινητά τηλέφωνα για λήψη οπτικού υλικού, αν κι εδώ υπήρχαν και πάλι τα Instagram ανά χείρας, κυρίως στην αρχή και περίπου μέχρι το "Strife" και το "Waiting For A Sign". Χωρίς να διακόψουν ούτε λεπτό, με ιντερλούδια ανάμεσα στα κομμάτια τους, θα παρομοίαζε κανείς τις Savages σαν μία αιχμηρή σφαίρα, που έχει μόλις εκτιναχθεί από την κάνη και δεν διακόπτει την πορεία της μέχρι να φτάσει στον προορισμό της. Στο μυαλό μου, τα αυτιά μου και τα μάτια μου, η γέφυρα από το πανκ τoυ "Ιdentity" των X Ray Spex στο σύγχρονο post-punk έπαιρνε σάρκα και οστά, κάνοντας και στάση στην πόλη όπου μένω, με το "Flying To Berlin". H Jehnny Beth προκαλούσε ένα χλιαρό (δυστυχώς) κοινό για την παράδοση και καταστροφή του –και το "Hit Me" στάθηκε τουλάχιστον η πρώτη ουσιαστική ευκαιρία για λίγο moshpit, τo οποίο και εντάθηκε στο "Husbands".

Bestks_13

Αλλά την πραγματική έκπληξη την κράτησαν για το τέλος, με το "Fuckers", όπου η Beth μετέτρεψε τη συναυλία σε θεατρική παράσταση, προκειμένου να απαγγείλει έναν οργισμένο μονόλογο για δισκογραφικές, μάνατζερ, executives και όλους εκείνους που στέκονται πάνω από το κεφάλι ενός καλλιτέχνη, ανακόπτοντας την πορεία του. Μας έκανε να νιώσουμε άβολα, είχε μάλιστα το χάρισμα –με το γυάλινο βλέμμα της και το πληγωμένο ουρλιαχτό της– να μας κάνει να αισθανθούμε ότι απευθυνόταν στον καθένα μας προσωπικά. Παράλληλα, η σκοτεινή κιθάρα της Thompson, το ταγμένο post-punk μπάσο της Ηassan και τα σαν κουρδισμένο ρολόι ντραμς της Milton, την πλαισίωναν ιδανικά.

Bestks_14

Το DJ σετ των Letherette της Νinja Tune μας αποχαιρέτησε για τη δεύτερη μέρα, κουνώντας μας το μαντήλι του χιπ χοπ και του funk μέχρι να φτάσουμε στα ποδήλατά μας και να κατευθυνθούμε προς το σπίτι...

3η Μέρα/23.6

Για την τρίτη μέρα το πρόγραμμά μας περιλάμβανε Suuns, Kurt Vile & The Violators, Portishead και το κλείσιμο του φεστιβάλ με τους Sigur Rós. Θα ήθελα να μπορούσα να δω και τους Black Angels, αλλά η ώρα τους έπεφτε σε εκείνη των Portishead –και στη σφαίρα των προτιμήσεων, η Beth Gibbons είχε εμφανές προβάδισμα.   Κατευθυνθήκαμε προς τη σκηνή δύο σχετικά νωρίς και περιμέναμε την έναρξη των Suuns. Εμφανίστηκαν γύρω στις 19.00 και ξεκίνησαν με το σκοτεινό βουητό του "Μusic Won't Save You", που άπλωνε τους ιστούς του μέσα από τα ηχοσυστήματα για να υφάνει σιγά-σιγά εκείνη την ατμόσφαιρα που πλαισιώνει και τους δύο δίσκους τους, το Zeroes QC και το Images Du Futur. Αυτήν δηλαδή την ατμόσφαιρα που ηλεκτρίζεται μέσα από την παραμόρφωση, την ένταση, την εσκεμμένη επανάληψη, η οποία σε βυθίζει όλο και περισσότερο στο σκοτάδι της αλλά και σε κλειδώνει στο γκρουβ της. Παράλληλα, υπήρχαν και τα στοιχειωμένα φωνητικά του Ben Shemie, ερχόμενα κατά κάποιον τρόπο σε αντίθεση με τον ήχο και τους στίχους, όντας γλυκά και προσεκτικά –σαν να σε χαϊδεύουν απαλά όσο χάνεσαι μέσα στο μάντρα το οποίο δημιουργούν. Ακολούθησαν δύο ακόμη  κομμάτια του νέου δίσκου, το "Powers Of Ten" και το "2020", στα οποία παρατήρησα πόσο δεμένο συγκρότημα είναι οι Suuns: μερικές φορές οι μανούβρες που έκαναν ο μπασίστας Joe Yarmush με τον Ben Shemie στην κιθάρα έμοιαζαν σουρεαλιστικά συγχρονισμένες, ενώ και τα πλήκτρα του Μax Henry με τα τύμπανα του Liam O' Neill ανέπτυσσαν μια «μυστική» αρμονία. Η μπάντα έκανε κι ένα πέρασμα από τον παλαιότερο δίσκο της, παίζοντας τα "Arena", "Pie IX", "Up Past The Nursery", ενώ έκλεισε με το "Sweet Nothing" (από το Images Du Futur ακούστηκαν επίσης τα "Edie's Dream", "Sunspot" και "Bambi"). Το μόνο μου παράπονο, για το οποίο δεν ευθύνεται βέβαια το συγκρότημα, είναι ότι ο χρόνος φάνηκε αρκετά λίγος, ιδίως για τέτοιου είδους ήχο, που χρειάζεται την απαραίτητη διάρκεια ώστε να τον απορροφήσεις ολοκληρωτικά.

Bestks_15

Σε αντίθεση με τον ήχο των Kurt Vile & Τhe Violators, στον οποίον και 15 λεπτά αν αφιερώναμε –10 για δύο κομμάτια + 5 για τις παύσεις ανάμεσα– θα έφταναν για να μας αποτυπώσουν όλο το φάσμα του. Το heartland rock στοιχείο τους, σε συνδυασμό με την εκδοχή τους για την αναβίωση της ψυχεδέλειας, έμοιαζε άτολμο. Όχι επειδή έμοιαζαν απλά με ένα tribute band σε ό,τι συγκρότημα θα μπορούσε να είχε παίξει κάποτε στο Woodstock, αλλά γιατί δεν μπορούσα να διαφοροποιήσω τον Vile από μια μάζα ανάλογων εκπροσώπων του συγκεκριμένου revival. Δεν με πειράζει ιδιαίτερα να μένει κανείς πιστός σε ένα είδος μουσικής χωρίς να του προσθέτει τίποτε παραπάνω, χρειάζομαι όμως απαραίτητα την αλήθεια του –όποια και να είναι αυτή. Και ο Κurt Vile με το συνοδευτικό του γκρουπ, αν και απόλυτα πιστοί στην εικόνα τους με τα μακριά μαλλιά, δεν έπειθαν μουσικά και δεν έδιναν τίποτε από τους εαυτούς τους. Και πάλι βέβαια μπορεί να ήταν τα μαλλιά τους στη μέση, είτε μιλάμε για το "Jesus Fever" και το "Ghost Town" ή για το τελικό τους τραγούδι "Freak Train". Κρίμα, γιατί διαθέτουν και τη γνώση, μα και τις μουσικές ικανότητες.

Bestks_16

Μας είχε ήδη πιάσει καταρρακτώδης βροχή στον δρόμο μας για τη σκηνή δύο, όπου θα έπαιζαν οι Portishead. Κάτω πάντως από την τέντα της, μαζεύτηκε  το μεγαλύτερο κοινό από κάθε άλλο καλλιτέχνη του Best Kept Secret Festival –και για να μην βρέχεται, αλλά και για να φτάσει όσο πιο κοντά γινόταν στους Beth Gibbons, Geoff Barrow & Adrian Utley. Δυστυχώς, εμείς εξ αρχής δεν μπορέσαμε να μπούμε στα εντός της σκηνής, όπου γινόταν το αδιαχώρητο, οπότε παραμείναμε στις θέσεις μας, συμφιλιωμένοι με την ιδέα ότι τουλάχιστον θα ακούγαμε από κοντά τους Portishead. Κλείνοντας τα μάτια, ήθελα να συγκεντρωθώ στη φωνή της Gibbons: ήδη από το αρχικό "Silence" τα πάντα γύρω μου σώπασαν και ο ρυθμός του βιομηχανικού και σκοτεινού Μπρίστολ πλαισίωσε τη φωνή της, η οποία παραμένει απαράλλαχτα κρυστάλλινη και ανατριχιαστική –ειδικά σε στίχους όπως το «Who dares, dares to condemn/ All for nothing» (από το "Μysterons") ή το «White horses will take me away» από το "Τhe Rip".

Χωρίς να το καταλάβω, παρασύρθηκα μαζί με κάποιον κόσμο πιο μπροστά, όπου μπορούσα να ξεχωρίσω τα projections πάνω στη σκηνή και κάποια από τα χρώματα και τις εικόνες. Στο "Roads" με συνεπήρε και πάλι όλη η εσωστρέφεια την οποία μου προκαλεί αυτό το συγκρότημα: ήθελα αν γινόταν να εγκλωβίσω σε εκείνη τη στιγμή το συγκεκριμένο συναίσθημα, καθώς ζωντανά αποδείχθηκε πολλές φορές πιο δυνατό από τους δίσκους. Πρόλαβα επίσης να παρατηρήσω για λίγο τον κόσμο γύρω μου σε τραγούδια όπως τα "Sour Times", "Over" ή στο γνωστότερο "Glory Box", και είδα ότι δεν ήμουν μόνη. Οι Portishead τελείωσαν με το "We Carry On" και πιστεύω ακράδαντα ότι ήθελαν κι άλλοι πολλοί από το κοινό να συνεχιστεί για λίγο ακόμη ο πανέμορφος αυτός μαζοχισμός.

Bestks_17

Και ήρθε η ώρα για το τελευταίο act του φεστιβάλ, τους Sigur Rós. Σίγουρα καλή επιλογή για τη λήξη, καθώς πρόκειται για μία υπερπαραγωγή εικόνας και ήχου. Στη σκηνή ένα, δίπλα στη θάλασσα –κι αφού η βροχή που μας έπιασε πριν σταμάτησε– αυτή η «ορχήστρα ξωτικών» μάγεψε και με την παρουσία της, αλλά και με τα εφέ πυροτεχνημάτων και φωτός πίσω της. Η φωνή του Jón Þór Birgisson ήχησε τόσο απόκοσμη μα συνάμα και τόσο θριαμβευτική, όχι μόνο σε στάνταρ συναυλιακές επιλογές όπως το "Hoppípolla" και το "Festival", μα και σε καινούργια τραγούδια όπως τα "Brennistein", "Kveikur" και "Isjaki" –τα οποία, μάλιστα, διέθεταν κι έναν ελαφρά πιο «επιθετικό» χαρακτήρα από αυτόν που έχουμε συνηθίσει. Ακόμη και για έναν όχι ιδιαίτερα ένθερμο φαν των Ισλανδών όπως εγώ, το αποτέλεσμα της συναυλίας τους υπήρξε εντυπωσιακό. Αν και ώρες-ώρες ήταν υπερβολικά ίσως άρτιο, απόκοσμο και «πολύ» ώστε να το απορροφήσω αμέσως και να το απολαύσω: έπρεπε δηλαδή να το αναλύσω, κάτι που σε μερικές στιγμές με κούραζε.

Bestks_18

Τα φώτα της σκηνής έκλεισαν στις 23.00. Ήταν το επίσημο τέλος του Best Kept Secret Festival, αν κι ένα μικρό πάρτυ συνεχιζόταν στη σκηνή τέσσερα για όσους δεν ήθελαν να διακόψουν τη γιορτή. Για όποιον πάντως θέλει να επαναλάβει ή να ζήσει την όλη εμπειρία, μπορεί να σημειώσει στο ημερολόγιό του για του χρόνου ότι ένα «μυστικό φεστιβάλ» διεξάγεται τον Ιούνη στα νότια δάση της Ολλανδίας...

Οι φωτογραφίες 4 & 8 ανήκουν στην Αφροδίτη Κανακοπούλου, όλες οι υπόλοιπες είναι παρμένες από τον Flickr λογαριασμό του φεστιβάλ, κατόπιν σχετικής άδειας

 

{youtube}HZXciqqTdaw{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured