Ήθελα πολύ να δω τον Jamie McDermott και τους Irrepressibles, υπήρξε μάλιστα και η σκέψη να πάω στο εξωτερικό να τους παρακολουθήσω. Ευτυχώς κάποιοι καλοί άνθρωποι μας γλίτωσαν από τον κόπο (και το χρήμα) και τους έφεραν στα μέρη μας, και –ευχάριστη έκπληξη– αρκετοί έως πολλοί (ανάλογα πώς το βλέπει κανείς) τίμησαν το συγκεκριμένο live με την παρουσία τους. Ήταν αρκετά μεγάλο το ρίσκο να φέρεις στην Αθήνα μια μπάντα που στην ουσία έχει γίνει γνωστή χάρη στο ρεμίξ των Röyksopp σε ένα τραγούδι της ("In This Shirt"), αλλά τελικά δεν ήταν λίγοι όσοι, μέσω αυτού, ανακαλύψανε ένα σπουδαίο θεατρικό/μουσικό σχήμα, με πολλές ιδέες και με τρομακτική φιλοδοξία στην υλοποίησή τους.
Το ντεμπούτο των Irrepressibles Mirror Mirror ήταν από τα καλύτερά μου για το 2010, η ανακάλυψή του συνέπεσε μάλιστα με ειδικές προσωπικές εμπειρίες, οι οποίες του έδωσαν μία άλλη διάσταση –όπως δύναται να συμβεί σε πολλές περιπτώσεις. Νομίζω πάντως ότι και πιο ψύχραιμα αν το δει κανείς (μακριά δηλαδή από παρορμητικές κρίσεις και συναισθηματικές/ψυχολογικές εν θερμώ αποφάσεις), είναι ένα υπέροχο άλμπουμ. Αρκεί ασφαλώς να σου αρέσουν τέτοιου είδους ευαίσθητα και αρμονικά ακούσματα –πολύ κοντά στο στυλ των Antony & The Johnsons– που αναζητούν νεοκλασικούς δρόμους με αναφορές στη θεατρικότητα και στο καμπαρέ. Οι σχεδόν συμφωνικές συνθέσεις αυτών των Βρετανών αγγίζουν πολλές τρυφερές εσωτερικές χορδές, απόρροια κατά τα φαινόμενα μιας ιδιοσυγκρασίας η οποία καλλιτεχνίζεται εξωστρεφώς, αντλώντας όλη της την ουσία από τα ενδόμυχα αποθέματά της.
Η σκηνή του Fuzz είχε διακοσμηθεί με λευκά see-through πανιά, ενώ τα έξι μέλη της μπάντας είχαν πάρει θέση σε ανισόπεδα σημεία επάνω της. Ψηλότερα από όλους (στα πλήκτρα) μια ελαφρώς ντυμένη κοπέλα έμοιαζε σαν να αποτελεί τον άτυπο διευθυντή της όλης παράστασης. Δύο άντρες ντράμερ βρίσκονταν εκατέρωθεν, χωρίς να φορούν τίποτε κι εκείνοι από τη μέση κι επάνω, και γέμιζαν τον ήχο με κρουστά τα οποία δεν έκαναν έντονα αισθητή την παρουσία τους. Αντίθετα, το βιολί και το βιολοντσέλο στα δύο άκρα της σκηνής βρίσκονταν παντού (από γυναίκες μουσικούς κι αυτά): ήταν εκείνα που φόρτιζαν τη μουσική με τον ζεστό τους ήχο και την εξύψωναν με τη δυναμική τους.
Και στο κέντρο –είτε στο πιάνο, είτε με μια κιθάρα– ο Jamie McDermott, ως ο απόλυτος σταρ της βραδιάς: μοίρασε ανατριχίλες στο ακροατήριο με τη φωνή του και τη σκηνική του παρουσία, ενώ και το φαλτσέτο του ήταν βεβαίως εκεί. Όπως και η προσέγγισή του, που έμοιαζε να χρωστάει πολλά στον Freddie Mercury, με ακόμα μεγαλύτερη όμως δόση θηλυπρέπειας. Ο camp χαρακτήρας των Irrepressibles δεν βρισκόταν άλλωστε ποτέ στη σκιά, ανέκαθεν στεκόταν στα χαρακώματα της εικόνας τους, εξ ου και μεγάλο μέρος του ακροατηρίου της Παρασκευής προερχόταν από τη gay κοινότητα της πόλης μας. Που με τη σειρά του σημαίνει ότι εγώ τουλάχιστον είδα διαφορετικά πρόσωπα από τα γνωστά και μη εξαιρετέα σε μία συναυλία και πολύ το χάρηκα!
Δεν έχω πει ακόμα ότι το γκρουπ είχε βγάλει στα τέλη της περασμένης χρονιάς ένα ακόμη άλμπουμ, το Nude, το οποίο δεν μου άρεσε εξίσου με το Mirror Mirror –το είχα βρει σαν στιλιστική επανάληψη αυτού– αλλά τώρα το εκτίμησα περισσότερο. Γιατί είδα να μπλέκονται τα τραγούδια του με τα παλιότερα κι αγαπημένα, αρχίζοντας έτσι να βρίσκουν τον χώρο τους στην καρδιά μου. Από εκεί προέρχονταν εξ άλλου και τα πιο πολλά, σε ένα σετ που δεν διήρκησε τα δέοντα (αμέλησα να κρατήσω χρόνο, έχω όμως την εντύπωση ότι έπαιξαν περίπου μία ώρα), αλλά από το οποίο κανείς νομίζω δεν έφυγε παραπονεμένος. Η ερμηνεία και η συνολική παράσταση σου χάριζαν μια αίσθηση πληρότητας, η συγκίνηση ήταν πλήρης και τα vibes έβριθαν θετικότητας (ίσως κάποιοι να δάκρυσαν κιόλας, νομίζω π.χ. η Ελαφίνη δίπλα μου…). Highlight της εμφάνισης ήταν ασφαλώς το "Two Men In Love", που παίχτηκε δύο φορές: μία στο κανονικό σετ και μία σαν ανκόρ, με ακόμη μεγαλύτερη διάρκεια. Δεν πήγε βέβαια πίσω σε επευφημίες και η εκτέλεση του "In This Shirt".
Μετά τη συναυλία, ο Jamie και η τσελίστρια υπέγραφαν το CD κι έβγαιναν φωτογραφίες με όσους αγαπούν τους Irrepressibles. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έκαναν ουρά να προμηθευτούν το άλμπουμ μα και για να ακούσουν τον Jamie να τραγουδάει ξανά –επί τόπου, στη μετρίως κρύα ατμόσφαιρα του φουαγιέ του Fuzz– κάποια από τα κουπλέ των τραγουδιών, με τη φωνή του να κλειδώνει μέσα της όλο το συναίσθημα που τη χαρακτηρίζει. Είναι σταρ ο McDermott, δεν χωράει αμφιβολία επ’ αυτού. Ελπίζω μόνο να καταφέρει να βρει το μεγαλύτερο ακροατήριο που του αρμόζει. Είναι φτιαγμένος από τη στόφα των ανθρώπων που λες και γεννήθηκαν για να βρίσκονται στην κορυφή της πυραμίδας της διασκέδασης, δίνοντάς της κι ένα πολυπόθητο αρτίστικο προσωπείο.
Τη συναυλία άνοιξε η Nalyssa Green, αυτή τη φορά όχι με μπάντα (όπως την είχα δει να κάνει ως support των Twilight Sad), μα μόνο με μία κημπορντίστρια να τη σιγοντάρει. Παρότι το άλμπουμ της μου άρεσε, live δεν με ενθουσιάζει: δείχνει να μην έχει αυτοπεποίθηση επάνω στη σκηνή, εξ ου και δεν καταφέρνει να κερδίσει απόλυτα την προσοχή του ακροατηρίου. Διασκεύασε επίσης το "What Is Love?" του Haddaway, μια παράξενη επιλογή αν σκεφτεί κανείς ότι δεν είναι καν καλό κομμάτι. Αν και θα πρέπει να αναγνωρίσουμε πως παραμένει εντυπωσιακό να τη βλέπει κανείς να παίζει αυτό το μουσικό όργανο του διαβόλου, το theremin…
{youtube}4V66dGqoifs{/youtube}