Όσο κι αν ο ηγέτης των Death In Vegas, Richard Fearless, διατυμπανίζει σε όλους τους τόνους ότι η ξεχειλωμένη έννοια του dance rock είναι ενιαία και αδιαίρετη, η συναυλία της Παρασκευής έδωσε μια πρώτης τάξης ευκαιρίας για να αποδειχθεί ότι, στο αποτέλεσμα, η ηλεκτρονική πλευρά υπερισχύει της οργανικής. Χωρίς κάτι τέτοιο να σημαίνει ότι η προσπάθεια για ισορροπία δεν είναι τουλάχιστον αξιοσημείωτη. Η αρχή έγινε όμως με τους In Trance 95, οι οποίοι, από τότε που επανασυστάθηκαν, κατάφεραν να στρέψουν ξανά την προσοχή στην ηλεκτρονική δημιουργία του εγχώριου παρελθόντος.
Ο Άλεξ Μαχαίρας και ο Νίκος Βελιώτης θέλγουν το ενδιαφέρον ούτως ή άλλως, λόγω της σχετικής ανομοιομορφίας τους. Φαινομενικά, ο Μαχαίρας μοιάζει να κατέχει τον ρόλο του εκφραστικού πρωταγωνιστή, με τα φωνητικά και τις κινήσεις του να φανερώνουν επί της σκηνής ότι είναι μανιακά εξωστρεφής στο εκφραστικό επίπεδο. Ο Βελιώτης από την άλλη είναι ο ηχητικός εργάτης που παράγει κύματα, τα αναμιγνύει και τα προσφέρει προς άγραν συναισθηματισμού. Ωστόσο η μορφή των κομματιών τους είναι απλοϊκή και αναδρομική, τόσο χρονολογικά, όσο και μορφολογικά. Και εν τέλει γίνονται εύληπτοι μέσα σε ένα περιβάλλον που αποζητά τα περασμένα μεγαλεία. Κλήθηκαν βέβαια την Παρασκευή να αποδώσουν σε ένα πλαίσιο ασφυκτικό, όπου η πλειοψηφία του κοινού συμπεριφέρθηκε αρκούντως ελληνικά: πηγαδάκια, αστειάκια και κουτσομπολιό... Είναι χαρακτηριστικό όμως το γεγονός ότι οι In Trance 95 τράβηξαν το ενδιαφέρον του κόσμου όταν άρχισαν να ξηλώνουν τους ίδιους τους εαυτούς τους, όταν άρχισαν να περπατούν σε ακραίους δρόμους γεμάτους παραμορφώσεις και peak-αρισμένες συχνότητες. Ίσως αυτό επιζητούν όσοι πηγαίνουν σε live και θέλουν να ακούσουν και να αναζητήσουν. Οι υπόλοιποι παραμένουν γαϊδούρια.
Στη σκηνή ανέβηκε ακολούθως o Richard Fearless με την υπόλοιπη μπάντα, στη σύνθεση της οποίας αναμιγνύονταν ροκ όργανα με ηλεκτρονικές γεννήτριες και μπιμπλίκια. Και το αρχικό ακροβατικό θέμα λάμβανε από την πρώτη στιγμή θέση στο μυαλό. Σε τι είναι καλύτεροι οι Death In Vegas; Στα κιθαριστικά μέρη ή στα ηλεκτρονικά; Ίσως πρόκειται για ψευδοδίλημμα, χωρίς ουσιαστική χρησιμότητα. Και μόνο όμως ότι τίθεται εμφατικά, φαίνεται ότι, όσο και να μην το θέλει ο ηγέτης, στις συναυλίες τους τα μέρη των τραγουδιών όπου υπάρχουν κιθάρες μοιάζουν ξέχωρα με τα μέρη όπου αναπτύσσεται πλήρως η ηλεκτρονική έκφραση.
Υπολογιστές δεν φαίνονταν, με αποτέλεσμα ο ήχος να κερδίζει έδαφος όταν τα αυτοματοποιημένα μέσα αναλάμβαναν να φέρουν εις πέρας την επαναληπτική αποτύπωση. Κι εδώ τίθεται και πάλι το πάγιο κατά τον γράφοντα πρόβλημα του Fuzz: αν και ως χώρος είναι εντυπωσιακός, ο εκάστοτε ηχολήπτης πρέπει είτε να είναι εξαιρετικός μάστορας στη δουλειά του, είτε να κυνηγάει στα πρώτα λεπτά της κάθε συναυλίας να διορθώσει τα όποια προβλήματα. Επί του προκειμένου συνέβη το δεύτερο και ο ήχος βελτιώθηκε αισθητά στα οργανικά μέρη με την πάροδο των τραγουδιών. Στα ηλεκτρονικά βέβαια δεν υπήρχε εξ αρχής αισθητό πρόβλημα.
Στο αμιγώς μουσικό μέρος τώρα, η απουσία των Death In Vegas για επτά χρόνια έκανε τον Fearless να προσπαθήσει να προσδώσει μεγαλύτερο βάθος στη μουσική δημιουργία του. Και το κατάφερε, καθώς μπορεί αφενός να μην ακολουθεί εμμονικά τον ίδιο τρόπο ανάπτυξης των τραγουδιών του, ωστόσο αυτά είναι –και ζωντανά– πολύ πιο έντονα. Δεν χρειάζονταν λοιπόν τα hits για να χειροκροτήσει ο κόσμος ή για να απορροφηθεί από τα τεκταινόμενα. Οι Death In Vegas απέδειξαν δηλαδή, ακόμα και στους επιφανειακούς ακροατές τους, ότι κατέχουν διαχρονικά ολοκληρωμένη αισθητική και μουσική οπτική, όσο απλοϊκή κι αν μοιάζει σε πρώτη ματιά. Σε τελική ανάλυση, έχουν το χάρισμα του ανθρώπου που εκφράζεται όμορφα μόνο όταν μιλά απλά.
Ένα από τα πιο ωραία στοιχεία της συναυλίας στο Fuzz, πάντως, ήταν η εγκατάσταση στη σκηνή. Η ράγα με τα φώτα ήταν χαμηλά βαλμένη, φέρνοντάς τα πιο κοντά τους μουσικούς, ενώ ταυτόχρονα –όντας στραμμένα προς το κοινό– τους έκρυβαν επιμελώς. Αυτή η επιλογή δημιουργούσε μια ατμόσφαιρα κλαμπίστικης μυστικότητας, εκεί όπου τα πρόσωπα παίζουν μικρότερο ρόλο και οι ήχοι αναλαμβάνουν, ως επί το πλείστον, να κρατήσουν τον κόσμο σε εργήγορση. Ιδού ακόμα ένα στοιχείο το οποίο έριχνε το βάρος στη dance αισθητική.
Απολογιστικά λοιπόν, το συμπέρασμα από τη συναυλία της Παρασκευής είναι το εξής: Οι Death In Vegas ήταν τίμιοι και αξιοπρεπέστατοι, προσφέροντας ενίοτε δυνατές στιγμές σε πιστούς και μη. Και έφεραν ικανοποιητικά την αποστολή τους σε πέρας, δείχνοντας ότι αποφεύγουν σκοπίμως την απογείωση και ότι προτιμούν να βοηθούν τους ακροατές να αποσπώνται, έστω και λίγο, από τις έγνοιες του υπογείου.
{youtube}dJOZd95lot0{/youtube}