Είναι πάντα μια ιδιαίτερη περίπτωση οι συναυλίες στις οποίες ο πρωταγωνιστής είναι ένας και μοναδικός πάνω στη σκηνή. Όταν βέβαια μιλάμε για πιάνο, τα πράγματα είναι πιο εύκολα διότι έχουμε να κάνουμε με το πλέον πλήρες όργανο που υπάρχει. Όταν όμως ερχόμαστε στον χώρο των πνευστών η κατάσταση αλλάζει ριζικά, διότι τα αυτιά μας έχουν συνηθίσει τα πνευστά να βγαίνουν έμπροσθεν μιας βοής από την ενορχήστρωση των υπόλοιπων οργάνων.
Το shakuhachi, ακόμα και όταν πρωταγωνιστεί σε συστοιχία ιαπωνικών οργάνων ή ακόμα-ακόμα και σε κλασική δυτικότροπη ορχήστρα (έχουν γίνει τέτοιου είδους βήματα, όχι πάντα επιτυχημένα είναι η αλήθεια), έχει μια ολωσδιόλου μοναχική πορεία. Κι αυτό έχει να κάνει με την ίδια τη φύση του. Η απόλυτη αυτοσυγκέντρωση του εκτελεστή, αλλά και η ιδιότυπη εσωτερική και εξωτερική ησυχία την οποία απαιτεί από τους ακροατές, οδηγεί σε μονόδρομο την επιλογή να δεις μια συναυλία με τον ιαπωνικό αυλό ως πρωταγωνιστή. Και οι κρίσεις περί μουσικότητας πηγαίνουν περίπατο, ακριβώς επειδή το συγκεκριμένο όργανο έχει τη μοναδική ιδιότητα να σε οδηγεί σε εσωτερικές οδούς.
Κάτι που ξέρει πάρα πολύ καλά και ο Kaoru Kakizakai. Όντας δάσκαλος του shakuhachi σε Ιαπωνία και Η.Π.Α., παράθετε λοιπόν κι ο ίδιος μικρά λογύδρια επεξήγησης όχι μόνο των συνθέσεων, αλλά και των καταβολών του οργάνου. Αυτό είχε την εξής επίδραση στη συναυλία του στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών την Παρασκευή το βράδυ. Έφερε αφενός πιο κοντά τους ακροατές στην ίδια τη φύση του shakuhachi, αφετέρου όμως το δασκαλίστικο ύφος του Kakizakai απομάκρυνε την άνωθεν θρυαλλίδα σκέψης (παρόλο που –επιμένω σε αυτό– τα σχόλιά του ήταν κατατοπιστικά και συμπαγή).
Λιτή η σκηνή, παραδοσιακό το ένδυμα, θαυμάσιοι οι αχνοί φωτισμοί όπισθεν του σολίστα, με μόνο ένα φως να πέφτει πάνω του. Η εμφάνισή του χωρίστηκε σε δύο μέρη: ο Kakizakai ανέβηκε στη σκηνή στις 9+11 λεπτά και τελείωσε το πρόγραμμά του στις παρυφές των 11+30, με ένα 15λεπτο διάλειμμα στο μεταξύ. Στο πρώτο μισό ακούσαμε παραδοσιακά θέματα με μεγαλύτερους ευθυαύλους από το κλασικό shakuhachi. Οι θεατές μετείχαν με απόλυτη ησυχία: χαρακτηριστικό είναι το συμβάν με μια κυρία η οποία έβηχε επιμόνως και οικειοθελώς σηκώθηκε και απομάκρυνε εαυτόν από την αίθουσα. Θα ομολογήσω επίσης ότι –αν και αναγκαίο μάλλον για τον εκτελεστή– το διάλειμμα αφαίρεσε κάτι από την απόλαυση. Ποιος ο λόγος να βγεις στα καλογυαλισμένα μάρμαρα του 5ου ορόφου της Στέγης, όταν παίρνεις έστω ψιμύθια της ψυχής της ιαπωνικής νήσου; Προσωπικά θα προτιμούσα λοιπόν ένα μικρότερο και χωρίς διάλειμμα πρόγραμμα.
Στο δεύτερο μέρος είδαμε τον Kakizakai και σε ανάγνωση παρτιτούρας και είχε πολύ ενδιαφέρον το πώς άλλαξε η ηχοροή του οργάνου μέσα από αυτό. Διότι το shakuhachi, ακόμα και όταν εκτελεί παραδοσιακές και σταμπιλαρισμένες συνθέσεις, πάντα επικοινωνεί όχι μόνο με την αρτιότητα του εκτελεστή, αλλά και με το τυχαίο και με τον αυτοσχεδιασμό.
Μπορεί λοιπόν να μη μας συνεπήρε το βράδυ της Παρασκευής ο Kaoru Kakizakai, από την άλλη όμως έγινε εμφανής η διαφορά από Δυτικούς εκτελεστές τους οποίους έχουμε δει κατά καιρούς και στην Ελλάδα. Ο Sidney Bechet μπορεί λ.χ. να ήταν άψογος κλαρινετίστας, αλλά, όπως και να το κάνεις, ένα τσάμικο δεν μπορεί να το βγάλει –παρά μόνο σε επίπεδο νότας. Κι εμείς είχαμε την τύχη να δούμε έναν ακριβή και φημισμένο εκτελεστή του shakuhachi την Παρασκευή.