Το ότι η πρώτη μέρα του φετινού Rockwave έπεφτε σε εργάσιμη, καταδίκασε από νωρίς την κάλυψη τoυ live των Go Over (11.15), του DJ σετ του Ιωσήφ Βάγγερ (12.00) και του συναυλιακού σετ του Σταύρου Νταντούς με τους Los Tigainos του (13.15). Η αποστολή μας προσπάθησε να προλάβει τουλάχιστον τους Inspector Cluzo, αλλά δεν στάθηκε δυνατόν –ωστόσο οι Γάλλοι τα είχαν έτσι κανονισμένα, ώστε...ξανανέβηκαν στη (μικρή) σκηνή, αφού τελείωσαν οι Editors! Ο κόσμος ήταν λιγοστός τις απογευματινές ώρες και κάποιες εμφανίσεις υπήρξαν πραγματικά ηρωικές από αυτήν την άποψη, ωστόσο όσο έπεφτε ο ήλιος και έφτανε η ώρα των μεγάλων διεθνών ονομάτων είδαμε αισθητά περισσότερο κόσμο στο Terra Vibe. Από συναυλιακής άποψης, πρωταγωνιστές αναδείχθηκαν οι Editors, με τον Παύλο Παυλίδη και τον Sivert Hoyem να τους ακολουθούν κατά πόδας σε επιδόσεις. Η Στέλλα Κουρμουλάκη με τη Νίνα Ποπώφ στις λεπτομέρειες της Παρασκευής...  

RokaKoino_1

Βασιλικός

Κατά την άφιξή μας στη Μαλακάσα γύρω στις 16.00 ο περισσότερος κόσμος δεν είχε ακόμα καταφθάσει, αλλά η φωνή που όλοι γνωρίσαμε από τους Raining Pleasure ηχούσε ήδη στη μικρή σκηνή: ο Βασιλικός είχε μόλις ξεκινήσει να τραγουδά. Ενώπιον, βέβαια, κάμποσων επιτόπιων κατασκηνωτών στο γρασίδι και καμιάς 20αριάς ατόμων που είχαν τολμήσει να πλησιάσουν στη σκηνή –εγχείρημα ιδιαίτερα αποτρεπτικό, καθώς ο ήλιος κόντρα ξερόψηνε συγκρότημα και θεατές. Ο ίδιος ο Βασιλικός, ντυμένος στο vintage στυλ το οποίο έχει κάνει νέο σουξέ τελευταίως (και ταιριάζει και με το όνομα του σόλο δίσκου του), επιδόθηκε αρκετές φορές σε ενοχλημένες δηλώσεις περί ζέστης, ασφυξίας κ.ο.κ., μα η ερμηνεία του φάνηκε ανεπηρέαστη. Φυσικά, για όσους επέλεξαν τη σκιά, οι διασκευές που τραγούδησε ακούστηκαν φρέσκιες και μελωδικές. Κλείνοντας το σετ, μας μετέφερε κάμποσα χρόνια πίσω με το χιτ των Raining Pleasure “Fake”, αφιερώνοντάς το... «στην υγειά της αχάριστης» και κατόπιν αποχώρησε ανακουφισμένος από το μπάρμπεκιου.

Νίνα Ποπώφ

RokaVasilikos_1

Stranglers

Ντυμένοι όλοι για ακόμα μία φορά στα μαύρα, έμοιαζαν με επιχειρηματίες έτοιμοι για lunch break, αμέσως μετά το οποίο θα γύριζαν στη σκληρή δουλειά στο γραφείο. Και το ένα σκέλος του live ήταν ακριβώς αυτό: οι Stranglers είναι επαγγελματίες. Ανεξαρτήτως του λίγου κόσμου που βρισκόταν από κάτω στις 5 η ώρα (πολύ νωρίς, αν σκεφτούμε ότι ο Παύλος Παυλίδης και οι Cake ακολούθησαν) έπαιξαν όπως έπρεπε να παίξουν. Δεν έπαιξαν δηλαδή λιγότερο καλά επειδή τους παρακολουθούσε λιγότερος κόσμος από ότι ίσως θα περίμεναν. Το δεύτερο σκέλος του live ήταν η διάθεση και η ενέργεια που επέδειξαν, οι οποίες, ειδικά αν συνδυαστούν με τον αριθμό των παρευρισκομένων, μας δείχνουν ξεκάθαρα ότι οι άνθρωποι τη γουστάρουν τη ζωντανή εκδοχή. Συν τοις άλλοις, είχαν ωραίες κιθάρες, πλήκτρα και ντραμς, καλό setlist και τη φωνή του Jean-Jacques Burnel, που διατηρεί την παλιά της αίγλη. Τι άλλο θέλεις, λοιπόν, από ένα live; Προσωπικά ήθελα το κάτι παραπάνω. Κάτι σαν κι εκείνο που είδαμε στα “No More Heroes” και “Always The Sun”. Μία πτυχή των μελών της μπάντας που να δείχνει ότι ξεπερνά τον επαγγελματισμό και γίνεται ένα με το κοινό –όσο κι αν ήταν αυτό.

Στέλλα Κουρμουλάκη

RokaStranglers_2

Παύλος Παυλίδης & The B-Movies

6-7 το απόγευμα, κάτω από ντάλα ήλιο στην ευθεία ακριβώς της σκηνής, με τον ιδρώτα να στάζει στο πρόσωπό τους, ο Παύλος Παυλίδης και οι B-Movies έδεναν απόλυτα μεταξύ τους. Συγκριτικά με τις 7.000 προηγούμενες φορές που τους έχω δει, μπορώ με σιγουριά να πω ότι η συναυλία της Παρασκευής ήταν η καλύτερή τους. Ίσως να τους ταιριάζουν οι λίγο πιο αντίξοες συνθήκες. Ο Παυλίδης, χαμογελαστός σχεδόν, έπαιξε Ξύλινα Σπαθιά πριν καν του το ζητήσει κάποιος από τους παρευρισκομένους –και αφού είχε επιλέξει κομμάτια από τα σόλο άλμπουμ του. Μάλλον έστριψε όσες φορές ήταν να στρίψει αυτή η σφαίρα, ώσπου άρχισε να εμπιστεύεται το κοινό του. Πλέον τραγουδούν τη “Λευκή Καταιγίδα” και το “Στοιχειωμένο Σπίτι” λέξη-λέξη και μελαγχολούν κλείνοντας τα μάτια στο πρώτο ή χτυπιούνται στη διευρυμένη live εκτέλεση του δεύτερου. Εντάξει, αν τους κάνεις δώρο και τη “Φωτιά Στο Λιμάνι” σου χαρίζουν ένα a capella οπαδικό σύνθημα που, όσα χρόνια (και γενιές) κι αν περάσουν, θα μένει σήμα-κατατεθέν αυτού του προσώπου που στέκεται μπροστά σου χωρίς ποτέ δεν ξέρεις αν γελάει χαρούμενος ή ειρωνικά. Ξέρεις, όμως, ότι χάνεται μέσα στα τραγούδια του και μαζί με τους B-Movies έχουν πια βρει την απαραίτητη ισορροπία. Αν κάτσεις μέχρι τέλους (και δεν πρέπει να τρέξεις δηλαδή στην έτερη σκηνή του Terra Vibe, όπου ήδη έχει ξεκινήσει να παίζει κάποιος άλλος), θα ακούσεις και δύο καινούρια τραγούδια: το ένα λίγο πιο κοντά στη σόλο –των προηγούμενων χρόνων– καριέρα του και το δεύτερο επιστροφή στις ρίζες του.

Στέλλα Κουρμουλάκη

RokaPaylidis_2

Cake

Η σειρά των Cake να λάβουν θέσεις στην –υπερυψωμένη για καλύτερη οπτική– Terra Stage έφτασε λίγο μετά τις 19:00. Οι Καλιφορνέζοι μάζεψαν αρκετό κόσμο μπροστά, έχουν άλλωστε κερδίσει πιστούς οπαδούς από την αρχή της καριέρας τους. Η συνταγή τους περιλαμβάνει τα εξής συστατικά: κέφι, όρεξη, σάτιρα, χαρούμενη μουσική σε ένα μιξ από alternative, funk, country, hip-hop και σκόρπια ethnic στοιχεία. Mε κάποια, πολιτικά και μη, κυνικά όμως σίγουρα, σχόλια προς το κοινό έδεσε το γλυκό. Ένα «κέικ» με σήμα κατατεθέν το απολαυστικό μπάσο –όπως και στους Stranglers– και τις τρομπέτες. Όσο για τη setlist, στην αρχή επικεντρώθηκε σε δείγματα από τη νέα τους κυκλοφορία, με παλιότερα αγαπητά κομμάτια τους ενδιάμεσα, όπως τα “Love You Madly”, “The Distance”, “Guitar”, “Wheels”, “Never There” και τις διάσημες διασκευές των “War Pigs” και “I Will Survive” (αφιερωμένο στη χώρα μας). Κάτι που φάνηκε να έλειπε, δυστυχώς, από τη διαδικασία παρασκευής ήταν το καλό ανακάτεμα –αυτό το στοιχείο που προκαλεί ξεσηκωμό σε άλλες συναυλίες και κάνει όλους τους επισκέπτες ενός φεστιβάλ να συνωστίζονται μπροστά, αντί να αναμένουν επίμονα τους headliners.  

Νίνα Ποπώφ

RokaCake_2

Sivert Hoyem

Μαζική μετακίνηση μια ώρα αργότερα από τη μεγάλη στη μικρότερη σκηνή του Terra Vibe, προκειμένου να θαυμάσουμε τον ιδιαίτερα αγαπητό στην Ελλάδα τραγουδιστή των επίσης αγαπητών Madrugada. Ευχάριστη η παρουσία του Νορβηγού και της μπάντας του, ευχάριστη και η επιλογή από τραγούδια, όχι μόνο από τις σόλο κυκλοφορίες του, αλλά και δύο από Madrugada (τα “The Kids Are On High Street” και “What’s On Your Mind”). Μοναδικό εμπόδιο αποτέλεσε ο ήχος, ο οποίος διαχεόταν παράξενα στον χώρο, εις βάρος των φωνητικών, τα οποία χάνονταν σχεδόν τελείως στο πρώτο μισό του σετ. Δοκιμάσαμε και την αλλαγή θέσης, καθώς πολλές φορές η ακουστική είναι καλύτερη από άλλο σημείο, όμως χωρίς αποτέλεσμα. Φυσικά το παραπάνω δεν πτόησε τον κλοιό των φαν(ατικών), κυρίως θηλυκού γένους, να πλέουν σε πελάγη ευτυχίας,  τραγουδώντας κάθε στίχο από τα “Into The Sea”, “Sonic Sister Blue”, “Shadows/High Meseta”, “What You Doin’ With Him?”, παρεμβάλλοντας δε άναρθρες ή και λεκτικές κραυγές αγάπης απευθυνόμενες στο είδωλό τους. Ο ίδιος ο Hoyem, με το ντέφι ανά χείρας, διακρινόταν από τη γνωστή σκανδιναβική μετριοφροσύνη, χαμογελώντας αμυδρά και υποσχόμενος μια νέα δισκογραφική δουλειά πολύ σύντομα. Για το κλείσιμο, το οποίο έγινε σε μορφή μίνι-encore με πολύ σύντομη αποχώρηση από τη σκηνή, είχε διαλέξει το ομώνυμο από το πρόσφατο LP του, “Moon Landing”, το οποίο ακούσαμε κατευθυνόμενοι προς την Terra Stage, για να λάβουμε εγκαίρως θέσεις για τους Editors.

Νίνα Ποπώφ

RokaHoyem_1

Editors

Σε παρέσυραν από το πρώτο δευτερόλεπτό τους πάνω στη σκηνή. Ο Tom Smith πεταγόταν από το πιάνο στα synth και από το ένα μικρόφωνο στο άλλο (υπήρχε γκάμα επιλογών) τραγουδώντας με έντονες εκφράσεις προσώπου. Όσο για τη φωνή του, ακόμα κι αν δεν μπορείς να την πεις μοναδική, παραδέχεσαι ότι έχει έναν αισθησιασμό: ο Smith τονίζει τις λέξεις, τις τραβάει, με άλλα λόγια τους δίνει σημασία. Στα πρώτα κομμάτια, η μουσική κοβόταν απότομα στην τελευταία λέξη των στίχων και ακολουθούσε ένα ευχαριστώ –ελληνικό ή αγγλιστί, ανάλογα τα κέφια– και βουρ στο επόμενο κομμάτι. Κανένα διάλειμμα, καμία διακοπή που θα μπορούσε να σε βγάλει από την άκρως ενεργητική σφαίρα στην οποία οι Editors –όλοι μαζί– σε είχαν τοποθετήσει.

Οι κιθαρίστες πρότασσαν τα στήθη τους στην πρώτη γραμμή, όσο ο frontman καθόταν στα πλήκτρα ή σκαρφάλωνε κάπου, και μετά οπισθοχωρούσαν όταν έπιανε την κιθάρα του. Τα φώτα ήταν με το μέρος τους και ο ήχος ακουγόταν μεν σαν σύνολο, αλλά ταυτόχρονα έσπαγε σε κομμάτια, τα οποία σου έδιναν πολύ καθαρές κιθάρες και ντραμς. Ο κόσμος από κάτω παραληρούσε, χοροπηδούσε, κούναγε πέρα-δώθε σώμα και τα μακρόστενα κίτρινα μπαλόνια της Cuervo που φώτιζαν στην άκρη τους όταν τα χτυπούσες (μας τα είχαν μοιράσει στην είσοδο). Αν έφευγες δε από τις πρώτες σειρές και απομακρυνόσουν στα γρασίδια, έβρισκες κόσμο ξαπλωμένο που όμως τραγουδούσε επίσης. Όλα τα τραγούδια ακούγονταν όπως στα άλμπουμ από άποψη απόδοσης και γενικότερης ποιότητας, με highlights τα “Munich”, “Bones” και “Papillon” –τα πρώτα ακούστηκαν στην αρχή σχετικά, ενώ το τελευταίο στο encore.

Μία ώρα κι ένα τέταρτο διήρκεσε το κομμάτι των Βρετανών και το αποτέλεσμα ήταν θετικό. Μπορεί οι Editors να μην αποτελούν τη μπάντα που θα έμπαινε στις καλύτερες  όλων των εποχών, αλλά οι άνθρωποι ξέρουν ποιο ακριβώς είναι το κόλπο τους και το κάνουν και καλά.

Στέλλα Κουρμουλάκη

RokaEditors_2

+ Inspector Cluzo (δεύτερο σετ)

Και όποιος νόμιζε πως η βραδιά είχε τελειώσει με τους Editors ήταν γελασμένος. Προχωρώντας προς την έξοδο, μάς περίμενε μια έκπληξη: μια μανιασμένη φωνή και κάτι ανεξέλεγκτα ντραμς ακούγονταν από τη μικρή σκηνή. Κανείς δεν ήξερε τι συνέβαινε και, ακόμα και όταν αντικρίσαμε δύο τύπους πάνω στη σκηνή και κάμποσους από κάτω να επιδίδονται σε headbanging, πάλι κανείς δεν ήξερε ποιους βλέπει. Μέχρι που μας συστήθηκαν ως Inspector Cluzo, οι οποίοι σύμφωνα με το πρόγραμμα έπαιζαν στις 3 το μεσημέρι –και έτσι είχε γίνει, ζήτησαν όμως επανεμφάνιση (παράξενη εξαίρεση, η οποία μαζί με τα σχόλια των ίδιων έδωσε την εντύπωση κάποιας παρασκηνιακής ιστορίας με τους Editors). Επιτηδευμένος ο Laurent Lacrouts στα γυρίσματα της φωνής και στη γενικότερη στάση του, αλλά ομολογουμένως διασκεδαστικός και εμπρηστικός. Κραυγές, υβριστικά συνθήματα εναντίων όλων των χωρών και κωλοδάχτυλα προς όλες τις κατευθύνσεις, σε έναν κωμικοτραγικό αχταρμά metal και ροκ καφρίλας. Το αποκορύφωμα του μισαώρου: ανέβασαν 5-6 άτομα στη σκηνή για να παραδοθούν σε ξέφρενο mosh –οι Γάλλοι κατάφεραν να διατηρήσουν την προσοχή μεγάλης μερίδας θεατών, ανήμπορων να αντισταθούν στο σκληρό τους ήχο. 

Στέλλα Κουρμουλάκη & Νίνα Ποπώφ

RokaCluzo_1

RokaKoino_3

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured