Οι Δυνάμεις του Σκότους παρεμπόδισαν την έγκαιρη προσέλευσή μας στο Κλειστό Γήπεδο Μπάσκετ του Ελληνικού το βράδυ της Παρασκευής. Φτάσαμε εκεί με αρκετή καθυστέρηση και ίσα που προλάβαμε τους Deep Purple –πράγμα που σημαίνει ότι χάσαμε εντελώς το support του Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Η τέλος πάντων κάποιους Deep Purple, τους οποίους δυσκολευτήκαμε να αναγνωρίσουμε: ο Ritchie Blackmore ψάχνεται πλέον Μεσαιωνικά και μεταλλάχτηκε σε Steve Morse, ο Jon Lord πήρε σύνταξη και αντικαταστάθηκε (επάξια) από τον Don Airey και ο Roger Glover δεν ήταν καλά στην υγεία του και δεν ήρθε. Ή ήταν...έγκυος(!), αν πιστέψουμε τον Ian Gillan, ο οποίος ήταν επίσης αγνώριστος χωρίς την κοιλιά του –οπότε ο μόνος όντως αναγνωρίσιμος ήταν ο χαρισματικός Ian Paice.
Όποιος βέβαια θεωρεί τον Morse σχετικά νέο μέλος των Purple, προδίδει την ηλικία του –μιας και ο προικισμένος κιθαρίστας κλείνει φέτος δεκαεφτά χρόνια με τη μπάντα (ούτε ο Gillan δεν κατέχει τέτοιο ρεκόρ, σερί). Πέρα από τον Ιερό Κανόνα («Ο Κιθαρίστας Είναι Το Σημαντικότερο Μέλος Ενός Rock Συγκροτήματος»), ο Morse ξέρει πώς να συμβιβάζει και να ισορροπεί τα ιερά και όσια ενός ονόματος όπως οι Deep Purple και αυτά της προσωπικής του καριέρας έξω από το γκρουπ –όπως έγινε εμφανές στις περίπου δύο ώρες της συναυλίας.
Κάποιοι από εμάς ζουν για να ακούν με τις ώρες τα κλασικά τραγούδια των Deep Purple (οι οποίοι διαθέτουν ποσότητα ικανή για έξι συναυλίες), άρα καταλαβαίνετε ότι μας ξενίζει λίγο να ακούμε τα “Rapture Of The Deep” (από το ομώνυμο άλμπουμ του 2005) και το “Silver Tongue” (από το Bananas του 2003) αμέσως μετά το “Strange Kind Of Woman”. Κι εδώ βρίσκεται το κλειδί για να ανοίξουμε τα μάτια και να καταλάβουμε πόσο δημιουργικά λειτούργησε η παρουσία του Morse: θα συμφωνήσω μεν με όποιον πει ότι οι Deep Purple του 2011 δεν ακούγονται όπως οι Deep Purple που είδαμε χρόνια πριν, με τον Blackmore στην κιθάρα –αλλά αμέσως μετά θα πρέπει να κοιταχτούμε σε έναν καθρέφτη και να συνειδητοποιήσουμε ότι ούτε κι εμείς παραμείναμε όπως ήμασταν στα νιάτα μας. Άρα, γιατί να μην χαιρόμαστε με μια τόσο καλή εκτέλεση του “When A Blind Man Cries”, με τα σόλα του Airey ως εισαγωγή για το “Lazy”, ή με τις jazz (κλασικές, πια) Ζόρμπα Δε Γκρηκ δεξιοτεχνικές παρεμβολές του πριν μας τρελάνουν με το “Perfect Strangers” και με το “Space Truckin’”; Ή με το medley από Guns ’N’ Roses, Black Sabbath, Beatles και Hendrix που μας σέρβιρε ο Morse για το “Smoke On The Water”, κλείνοντας το πρώτο μέρος της συναυλίας;
Στο encore, τα “Hush” και “Black Night” ήταν όσο δυναμικά έπρεπε για το κλείσιμο. Γυρίσαμε έτσι σπίτι ικανοποιημένοι μουσικά και ανακουφισμένοι γιατί ένα αγαπημένο μας συγκρότημα συνεχίζει τη δυναμική του πορεία και στον 21ο αιώνα.