Αν σε κάτι έπεισε πάνω από όλα ο Daniel Stickan το βράδυ της Πέμπτης, είναι ότι θα ξανακούσουμε γι’ αυτόν. Είναι από εκείνα τα νέα ταλέντα της Ευρώπης που βρίσκονται ακόμα στα «χαμηλά», διαθέτει όμως στόφα και ταλέντο ώστε να αναδειχθεί σε μεγαλύτερο βεληνεκές, καθώς και μια πραγματικά ενδιαφέρουσα ματιά στην ευρωπαϊκή Παλαιά Μουσική και στις πιθανές συμπλεύσεις της με τον κλασικό και τζαζ 20ο αιώνα.

Μια ένταση στο κέντρο της Αθήνας –στο ύψος του μετρό Πανεπιστήμιο και επί της Πανεπιστημίου– για την οποία δεν στάθηκα να μάθω λεπτομέρειες, δεν με άφησε να φτάσω στην ώρα μου στην Αγγλικανική Εκκλησία. Μπαίνοντας, ο Daniel Stickan καθόταν ήδη στο εκκλησιαστικό όργανο του ναού και είχε ξεκινήσει να παίζει, ευτυχώς ελάχιστα λεπτά πριν. Δυστυχώς, η ίδια ένταση και η κυκλοφοριακή συμφόρηση που είχε προκληθεί, εμπόδισε κόσμο ενδιαφερόμενο για τη συναυλία να έρθει ως τη Φιλελλήνων –όπως έμαθα αργότερα, δεν ήρθαν ούτε καν όσοι είχαν κάνει κρατήσεις. Κρίμα, τόσο για τον καλλιτέχνη όσο και για τη διοργάνωση, η οποία μπήκε στον κόπο να μας φέρει έναν τόσο ενδιαφέροντα και φέρελπι –όπως αποδείχθηκε– μουσικό.

Ο 30χρονος Γερμανός, κομψά ντυμένος με ένα σκούρο θερινό κοστούμι μα συνάμα απλά –όπως πρόδιδε το λευκό του t-shirt από μέσα– καθόταν στο αριστερό τμήμα του ναού (αριστερά δηλαδή και της αριστερής ως προς τον βωμό σειράς στασιδιών), όπου και βρισκόταν το εκκλησιαστικό όργανο. Τις παρτιτούρες του φώτιζε ένα τοποθετημένο στο αριστερό πορτόφυλλο-καθρέφτη του οργάνου πορτατιφάκι (θα μπορούσε πάντως να ήταν πιο διακριτικό αν το καλώδιο είχε τοποθετηθεί όπισθεν του φύλλου), ο ίδιος δε ήταν απόλυτα προσηλωμένος σε αυτές όσο έπαιζε, όπως βέβαια και στις απαιτητικές κινήσεις που έπρεπε να κάνει με τα πόδια του. Η στάση του σώματός του, πάντως, πρόδιδε μια άνεση και χαλαρότητα την οποία έχουμε συνηθίσει από τζαζ πιανίστες. Δεν υπήρχε απέναντί μας ένας άκαμπτος και ευθυτενής κλασικός βιρτουόζος, μα ένας νεαρός που αφηνόταν στα πίσω-μπρος του κορμού του και στα δεξιά-αριστερά της κεφαλής του. Κινήσεις οι οποίες μας επέτρεπαν να βλέπουμε πως σε σημεία χαμογελούσε παίζοντας –κάτι που βρήκα καταπληκτικό.

Ο Stickan ήξερε ότι μάλλον δεν θα γνωρίζαμε το ρεπερτόριο κι έτσι έμπαινε στον κόπο να μας εξηγεί τι επρόκειτο να παίξει σε κάθε μία από τις τρεις συνολικά ενότητες του σετ του. Συνεσταλμένος μα με μια γλυκιά ευγένεια, μας μίλησε για τις δικές του συνθέσεις και τα έργα άλλων δημιουργών που θα έπαιζε, «ξεναγώντας» μας σε ένα ταξίδι από το προκλασικό παρελθόν της ευρωπαϊκής μουσικής στα fusion με τους τζαζ αυτοσχεδιασμούς του 20ου αιώνα –παρότι η προφορά του στα Αγγλικά δεν ήταν ιδιαίτερα κατανοητή.

Στο πρώτο μέρος, ξεκίνησε μεν με μια δική του σύνθεση (“Ricercar”), αλλά ουσιαστικά μας σύστησε το έργο “Paduana Lachrimae” του Jan Pieterszoon Sweelinck, παίζοντας τις έξι ενότητές του ανά ζεύγη και παρεμβάλλοντας ανάμεσά τους δικά του μέρη, με τζαζ χρώματα. Έδειξε έτσι ευθύς εξ’ αρχής ότι, παρά τις δυσκολίες, υπάρχει πράγματι περιθώριο συνδιαλλαγής της τζαζ με την προκλασική Ευρώπη. Στο δεύτερο μέρος, μας παρουσίασε τον αγαπημένο του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, μαζί με κάποιες δικές του συνθέσεις. Εδώ θαυμάσαμε περισσότερο τη δεξιοτεχνία του (π.χ. στο μοτέτο “Jesu, Meine Freude”) και την άνεσή του με τη δυναμική των πλήκτρων, ειδικά στα σημεία όπου –θέλοντας να παρουσιάσει το ανάλαφρο των συνθέσεων– έκανε το εκκλησιαστικό όργανο να ηχεί ως πιάνο, αφαιρώντας του κάθε τι βαρύγδουπο και μεγαλεπήβολο. Το τρίτο μέρος περιλάμβανε δύο σύντομα μα εξαιρετικά κομμάτια του Maurizio Kagel (“Raga”, “Ragtime-Waltz”) και δύο ακόμα δικές του συνθέσεις, με το “Mountain” να αποδεικνύεται νομίζω η καλύτερή του σε φαντασία και εμπνευσμένη επεξεργασία των επιρροών του –στάθηκε δε θαυμάσιο το «σβήσιμό» της στο “Praeludium In G” του Μέντελσον. 

Ο Daniel Stickan κέρδισε ζωηρό και παρατεταμένο χειροκρότημα και το κέρδισε με το σπαθί του. Απέδειξε ότι είναι ένας θαυμάσιος εκτελεστής και του ταίριαξε γάντι η υποβλητική ατμόσφαιρα της Αγγλικανικής Εκκλησίας –θα είχε μάλλον χαθεί σε μια τυπική αίθουσα συναυλιών. Η εμφάνισή του, αν και σύντομη σε διάρκεια, υπήρξε αρκούντως αναζωογονητική, ξορκίζοντας την κούραση της Πέμπτης και τη μουντάδα της βροχερής Αθήνας.

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured