Φωτογραφίες: Γιώργος Φλωράκης

«You can’t teach an old dog new tricks». Ρητό με ισχύ στην περίπτωση της Toody και του Fred Cole, του ζευγαριού που έχει δώσει ισόβιο όρκο φαλτσαρίσματος και συνεχίζει ακάθεκτο. Μπορεί ο Loomis να έχει αποχωρήσει από την «αγία» τριάδα των Dead Moon (ίσως η πιο έντιμη μπάντα που έχει υπάρξει ποτέ), αλλά οι εναπομείναντες μένουν στις επάλξεις, με νέο drummer (ο οποίος τα σπάει). Οι Pierced Arrows γκαζώνουν σήμερα επικίνδυνα και δείχνουν ότι το rock δεν θέλει κόπο, αλλά τρόπο...

Γύρω στις 8:30 πέρασα την πόρτα του Gagarin. Ο Αλέξης Καλοφωλιάς (Last Drive, Earthbound) βρισκόταν μόνος πάνω στη σκηνή κι έπαιζε ό,τι υπάρχει στο DJ σετ του – από τα Nuggets μέχρι τον Eddie Cochran. Από κάτω, στην πλατεία, μπορούσε κάποιος άνετα να κάνει ποδήλατο: οκτώ άτομα όλα κι όλα, κίτρινα φώτα, σε ένα παρακμιακό σκηνικό που θύμιζε ταινία του Wim Wenders. Περίπου είκοσι λεπτά πριν από τις δέκα, οι Velvoids – δύο αγόρια στην κιθάρα και το μπάσο και μια κοπέλα στα τύμπανα – ανέβηκαν στη σκηνή. Το κάπως σχολικό στήσιμό τους αλλά και ο μέτριος ήχος, μου έφερε στο μυαλό εικόνες από το Schoolwave Festival. Ξεκίνησαν όμως να ροκάρουν δυνατά, με καθαρό punk attitude και μια υποψία αμηχανίας, σε garage και πρώιμους punk ρυθμούς, ενώ αργότερα ταξίδεψαν και σε πιο εναλλακτικά μονοπάτια. Τριαντεπέντε λεπτά αργότερα οι Velvoids εισπράξανε το τελικό χειροκρότημα του λιγοστού – ακόμα – κόσμου, δίνοντας τη σκυτάλη γρήγορα-γρήγορα 700 Machines. Ένα δεμένο σχήμα, με συμπαθητική σκηνική παρουσία, αναλογικές αν δεν κάνω λάθος πεταλιέρες και καλούς κιθαρίστες, οι οποίοι έδιναν έναν πιο επαγγελματικό αέρα (και ήχο) στη μπάντα που ανακάτευε με επιτυχία το rockabilly με το garage και τα blues με το hard rock.

Το ρολόϊ έδειχνε έντεκα και δέκα όταν οι 700 Machines μας αποχαιρέτησαν. Ο κόσμος είχε πια αυξηθεί αισθητά. Ο Alex K συνέχιζε να παίζει δυνατή μουσική στα decks, ενώ οι roadies των Pierced Arrows έστηναν τα drums στη γνωστή θέση – μπροστά και στο κέντρο της σκηνής. Η ψιλόλιγνη φιγούρα του Fred, με μαύρο καπέλο, καουμπόικες μπότες και βαμμένο κορακί το μαλλί (της γριάς) εμφανίστηκε μέσα σε χειροκροτήματα. Για μια στιγμή νόμισα ότι είδα μαζί του και τον Loomis και ακόμα δεν έχω καταλάβει αν ήταν όντως εκείνος ή το φάντασμά του. Άκουσα όμως και κάτι τύπους πίσω μου που είχαν ακριβώς την ίδια παραίσθηση και αναρωτιόντουσαν αν όντως τον είδαν. Λίγο αργότερα βγήκε κι η Toody, επίσης με μαλλί της γριάς (μάλλον ξεβαμμένο), με κόκκινο πουκάμισο και τζην vintage από τη δεκαετία του 1980 – όταν τα δέναμε αρκετά ψηλά, πάνω από τη μέση – και μας έκανε ένα νεύμα γελαστή. Με το ένα χέρι έστριβε το τσιγάρο της και με το άλλο κούρδιζε το – φανταστικό – Vox μπάσο της, μιλώντας ταυτόχρονα με τον Fred. O πιτσιρικάς της παρέας, που ακούει στο – μάλλον αστείο – όνομα Kelly Haliburton και έχει μια μούρη η οποία παραπέμπει στον Jeff Beck (εποχή Yardbirds), είναι ένας πανύψηλος τύπος με κολλητό μαύρο τζήν και πάνινα all star, που γοργά κάθισε στα drums, δοκιμάζοντας ελάχιστα τον ήχο τους.

Οι roadies έφυγαν και τα φώτα χαμήλωσαν για λίγο. Μετά ήρθε ο ορυμαγδός.

“Guns Of Thunder” (από το Straight To The Heart του 2008) και μπόλικο headbanging, με τη στριγκιά φωνή του Fred να χύνεται στον αέρα, τα φάλτσα της κιθάρας να σου σηκώνουν την τρίχα κάγκελο και τον drummer να μεταμορφώνεται σε Animal (Muppet Show) – ο τύπος κατάφερε να σπάσει δύο φορές τις μπαγκέτες του στη διάρκεια της συναυλίας, ενώ είναι θαύμα που δεν έσπασε κανένα ταμπούρο! Στο τρίτο τραγούδι η Toody πλησίασε το μικρόφωνο και μας χάρισε τα γνώριμα μελωδικά της φάλτσα στο “Caroline”. Στο καπάκι ήταν η σειρά του Neil Young να γνωρίσει τη χαρά του έρωτα μέσα από τη διασκευή που του έκαναν οι Pierced Arrows στο “Mr. Soul”. Το οποίο η μπάντα το έπαιξε τόσο γρήγορα που ακουγόταν όντως σαν καμένη εκτέλεση του “Satisfaction”, άρα οι κατηγορίες που βάραιναν τον Young ότι είχε κλέψει τα riffs από τους Rolling Stones ενδέχεται να ευσταθούν πλήρως. Με τα “Let It Rain”, “In My Brain”, “Up On A Cloud” αλλά και φρέσκα τραγούδια (από το επερχόμενο άλμπουμ), όπως το “This Is The Day” και το “Ain’t Life Strange”, οι Pierced Arrows ανεβάζουν κι άλλο τη θερμοκρασία. Η πλατεία τώρα σφύζει από παλμό και ο κόσμος συμμετέχει με χειροκροτήματα, σφυρίγματα και προπόσεις μπίρας. Ο μεταλλάς drummer εξακολουθεί να βαράει ασταμάτητα, τελικά έχει το διάολο μέσα του – και τους Hellhammer στο t-shirt του. Ακριβώς δίπλα του, η Toody με τον Fred πωρώνονται ολοκληρωτικά μέσα σε όλο αυτό το ηχητικό μεταλλο-garage όργιο, αποδεικνύοντας ότι στα εξήντα τους δεν διακατέχονται από καμία κούραση, ούτε έχουν χάσει κάτι από την ενέργεια που κουβαλούν τόσα χρόνια. Πίνουν μπίρες, ουρλιάζουν και παίζουν όπως πάντα άθλια. Αλλά αν κλείσεις τα μάτια και απλώς τους ακούσεις, θα ανακαλύψεις ότι ο ήχος τους είναι αιχμηρός και πολύ δεμένος, καθώς σε χτυπάει σαν ωστικό κύμα.

Η φυσαρμόνικα βρίσκεται κολλημένη στο στόμα του Fred, μόνο για μισό λεπτό μέχρι να ολοκληρώσει την εισαγωγή στο “Shades”, σε αρκετά πιο χαμηλούς τόνους. Οι οποίοι διαρκούν λίγο αφού στο “Wait” τα γκάζια επανέρχονται. Το single “Paranoia”, που κλείνει τη συναυλία, συγκαταλέγεται ίσως στις καλύτερες στιγμές της βραδιάς, με τον Fred να δίνει ρεσιτάλ εκφραστικότητας χωρίς να κάνει ουσιαστικά τίποτα περισσότερο από το να μπαίνει παρανοϊκά πολύ στο πετσί του ρόλου του. Ειδικά εδώ, μέχρι να ακούσεις τη φωνή του Cole, νομίζεις ότι πάνω στη σκηνή παίζει ο Jack White. Ο Jack δανείστηκε άλλωστε πολλά από τον ήχο των Dead Μoon και τώρα ο Fred πατάει πάνω στην όποια εξέλιξη του ήχου που έκανε ο White, κάνοντάς τη δική του με τραγική ευκολία. (Αλλά τρέμε Jack White: αυτή η μπάντα φτιάχνει “Music Too Tough To Die”). Λίγο μετά τα μεάνυχτα οι Pierced Arrows κατεβαίνουν από τη σκηνή, μέσα σε ζεστά χειροκροτήματα και την απαίτηση του κοινού να ακούσει κάτι από Dead Moon. Σε λιγότερο από ένα λεπτό η μπάντα ανεβαίνει ξανά στη σκηνή και το “It’s OK” βάζει φωτιά στο Gagarin. Σπινθηροβόλα βλέμματα, άγριος χορός και ουρλιαχτά από κάτω, με τη σφήνα του “Frankenstein” να δίνει κι άλλο γκάζι, προετοιμάζοντας το έδαφος για το φινάλε. Για τελευταίο τραγούδι οι Pierced Arrows φύλαξαν το εκρηκτικό “54/40” από τα παλιά, που απογείωσε την ατμόσφαιρα σε χρόνο μηδέν.

“See you next year!” θα μας φωνάξει αμέσως μετά η Toody καθώς οι Pierced Arrows κατεβαίνουν από τη σκηνή μέσα σε φωνές, σφυρίγματα και χειροκροτήματα, ύστερα από μια συναυλία φάλτσου, άτεχνου, πρωτόλειου αλλά και καθαρού, ζεστού και άγριου rock ‘n’ roll . See you soon…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured