Φωτογραφίες: Nikos Z

Μετά την πονεμένη ιστορία και πορεία του ελληνικού Womad Festival, επιτέλους εγένετο το πρώτο Kosmos Festival, ίσως το μοναδικό που διοργανώνεται πλήρως από ραδιοφωνικό σταθμό. Δέσποσε η επιβλητική παρουσία του King Solomon την πρώτη μέρα, ενώ τη δεύτερη η καλοκαιρινή διάθεση, η ενέργεια, η ένταση, η κινητικότητα, το πολύ αλκοόλ και οι ολόγυρα χαμογελαστές φατσούλες αποδείχθηκαν η πιο πικάντικη συνταγή για μία πολύ ενδιαφέρουσα βραδιά. Στα συν της διοργάνωσης ο πολύ καλός ήχος – και παρότι την πρώτη μέρα ο κόσμος δεν ανταποκρίθηκε όσο τη δεύτερη, όταν το line-up ήταν πιο «σίγουρο» (μαζεύτηκαν τουλάχιστον 6.000 άτομα), αξίζει να επιβραβευτεί η προσπάθεια και να αναμένουμε ακόμα καλύτερα πράγματα στο μέλλον. Κωνσταντίνος Α. Πετρόπουλος και Ευδοκία Πρέκα βρέθηκαν το διήμερο στον Ιππικό Όμιλο, διασκέδασαν, χόρεψαν και κατέγραψαν...

Μέρα 1η (30/6/2009)

Burger Project

Όμορφος χώρος ο Ιππικός Όμιλος στο Γουδί, μια πράσινη όαση δροσιάς στο κέντρο της Αθήνας με εύκολη και χωρίς ταλαιπωρία πρόσβαση και parking – είναι απορίας άξιο γιατί δεν χρησιμοποιείται πιο συχνά ως συναυλιακός χώρος. Φτάνοντας λίγη ώρα πριν αρχίσουν τα live υπήρχε χρόνος για μια μικρή βόλτα στα διάφορα περίπτερα που είχαν στηθεί στον περιβάλλοντα και οφείλω να πω πως χάρη στο μεράκι και την εξαιρετική δουλειά των συντελεστών ο επισκέπτης είχε πολλά να δει και να κάνει. Η ώρα όμως πλησιάζει 19:30 και στη σκηνή βγαίνουν οι Burger Project, οπότε τέλος οι βόλτες. Μια κιθάρα, ένα όρθιο μπάσο, πλήκτρα, ντραμς και πολύς χαβαλές από ένα σχήμα που η εμφάνισή του άφησε στο κοινό ανάμικτα συναισθήματα. Με εφόδιο κάποιες «εύκολες» διασκευές του τύπου “Take My Breath Away”, “Paradise City” και “Το Βαπόρι Απ’ Την Περσία” και χωρίς ούτε μια δική τους σύνθεση βρέθηκαν να ανοίγουν ένα από τα πιο ενδιαφέροντα και ιδιαίτερα φεστιβάλ των τελευταίων χρόνων. Σε κάποιον άλλο χώρο ίσως η πλάκα τους να λειτουργούσε καλύτερα αισθητικά, όμως σε μια σκηνή όπου επρόκειτο να ανέβουν καλλιτέχνες όπως ο καθηλωτικός Solomon Burke ή η συγκλονιστική Yasmin Levy οι εγχώριες συμμετοχές στο line-up χρήζουν νομίζω μεγαλύτερης προσοχής. Εκτός και αν κάποιοι έτσι αντιλαμβάνονται τα πράγματα.

Κωνσταντίνος Α. Πετρόπουλος

Sophie Delila

Μετά τη διασκεδαστική – παρά τις αντιρρήσεις του καλού μου φίλου Πετρόπουλου – έναρξη των δικών μας Burger Project, η πενταμελής παρέα της Sophie Delila έδωσε το πρόσταγμα για soul ανεβάσματα με πιο rocky ενορχηστρώσεις. Η ίδια, περιχαρής, έκανε ό,τι μπορούσε για να ζεστάνει τον χώρο και το κοινό, που πλέον κάπως μαζευόταν. Επικεντρώθηκε στο υλικό της νέας της δουλειάς Hooked, η οποία την έκανε και ευρύτερα γνωστή, κι έτσι ακούσαμε το ομώνυμο, την επιτυχία “Nature Of A Crime”, το jazzy ατμοσφαιρικό “Blue Sky”, το πιασάρικο “Can’t Keep Loving You”, το επόμενο ραδιοφωνικό hit “Bring Your House Down” και το ανέκδοτο “Give Me A Chance” με την ίδια στα πλήκτρα, αφιερωμένο σε μία μεγάλη αγάπη και παιδική της έμπνευση, τον Michael Jackson. Ευτυχώς για εμάς, η αναμενόμενη από άλλους ρετρό α-λα-Motown ατμόσφαιρα έλειπε, μιας και η γαλλοτραφής τραγουδοποιός προτιμά να αναμειγνύει τους ήχους και να προσδίδει τη δική της soul/funky/rock διάσταση. Για τρία τέταρτα η νεαρή τραγουδοποιός αφέθηκε σε μία ενεργειακή κινητικότητα που μάλλον δεν έφερε τα αναμενόμενα συναισθήματα, ίσως λόγω του άγνωστου στους περισσότερους υλικό, ίσως της μη αθρόας συγκέντρωσης κοινού και φυσικά της ιδίας, η οποία έχει αρκετό δρόμο ακόμη μπροστά της για να σαλέψει τους πάντες.

Ευδοκία Πρέκα

Yasmin Levy

Για πολλούς – ανάμεσά τους ήμουν κι εγώ – η Yasmin Levy ήταν το δεύτερο πιο αναμενόμενο όνομα μετά τον Solomon Burke και τελικά δεν λανθάναμε διόλου. Η ολίγον ντροπαλή και low profile καλλιτέχνης από την Ιερουσαλήμ μάγεψε με τα παραδοσιακά σεφαραδίτικα τραγούδια και τη ladino γλώσσα που κουβαλούν μια ιστορία 500 χρόνων, όπως μας ανέφερε κι η ίδια, όμως τείνουν να εξαφανιστούν σε μόλις 50 χρόνια. Η πολυπολιτισμική της μπάντα – από Ισραήλ, Γκάνα και Ιράν – συνόδευσε άρτια την ιδιαίτερη φωνή της, η οποία ξεχείλιζε ερμηνευτικά από εσωτερική ένταση, καθαρότητα και πάθος: το πάθος και την ανάγκη εξωτερίκευσης συναισθημάτων καλά κρυμμένων στην ψυχή της. Υπήρχε ένας αδιάκριτος λυγμός, ένα βαθύ τρεμούλιασμα που προσωπικά με εξέπληξε και, απ’ ό,τι φάνηκε συγκίνησε και τον υπόλοιπο κόσμο, ο οποίος την καταχειροκρότησε. Μίλησε για το δικό της προσωπικό flamenco στυλ και προέτρεψε το κοινό – που ακολούθησε πιστά – να σιγοτραγουδήσει το “Adios Querida”, ένα μελαγχολικό κομμάτι για τη χαμένη αγάπη και την απώλεια της ίδιας της ζωής. Στο άκουσμα του επιτυχημένου “Una Noche Mas”, τα σώματα κουνιόντουσαν ρυθμικά και πολλά φιλιά έδωσαν τη δική τους παράσταση. «Για μένα η μεγαλύτερη τραγουδίστρια είναι η Ελένη Βιτάλη και χαίρομαι που τραγουδήσαμε μαζί στον νέο μου δίσκο (Sentir)», είπε στο τέλος η Yasmin Levy και ερμήνευσε μία από τις αδυναμίες της, το παραδοσιακό τσιγγάνικο κομμάτι “No Tengo Lugar” – το γνωστό σε εμάς “Μπαλαμός”, ενθουσιάζοντας βέβαια τρελά τους παρευρισκόμενους στον Ιππικό Όμιλο.

Ευδοκία Πρέκα

Nicola Conte

Λίγο μετά τις 22.00 στη σκηνή του Kosmos Festival ανεβαίνει ο Ιταλός παραγωγός-συνθέτης-DJ Nicola Conte μαζί με το septeto του. Στο γνώριμο easy listening ύφος του, μας έδωσε ό,τι περιμέναμε πάνω-κάτω οι περισσότεροι, μια jazz δηλαδή αρκετά light και καλογυαλισμένη, που όμως σε γενικές γραμμές άρεσε. Αν και τις συνθέσεις του Nicola Conte θα μπορούσα να τις χαρακτηρίσω μέχρι και ενδιαφέρουσες, το παιχνίδι τελικά έσωσε η παρουσία των εξαίρετων μουσικών οι οποίοι τον πλαισίωναν. Γιατί το πόσο μπορεί να συγκινήσει η jazz αυτού του είδους ύστερα από τη συγκλονιστική (με όλη τη σημασία της λέξης) παρουσία της Ισραηλινής Yasmin Levy είναι ένα θέμα. Παρόλα αυτά για μια περίπου ώρα ο Conte μας έκανε ένα μικρό περίπατο μέσα από τα δύο προσωπικά του άλμπουμ, με πιο ενδιαφέρουσες στιγμές τα “A Time For Spring”, “Kind Of Sunshine” και το κλασικό “Caravan”. Πιστεύω πως η εμφάνιση του Nicola Conte δεν κατάφερε να δώσει το κάτι παραπάνω σε ένα κοινό που αναζητούσε ακριβώς αυτό. Κάποιοι είπαν ότι ήταν μια ακόμη διεκπεραίωση. Εγώ διαφωνώ, το jazz combo του Nicola Conte ήταν καλό, όμως όσοι έπαιξαν πριν και μετά ήταν πολύ, πολύ καλύτεροι και έτσι οι αναπόφευκτες συγκρίσεις δεν τον ευνόησαν.

Κωνσταντίνος Α. Πετρόπουλος

Solomon Burke

Λίγο μετά τις 23.30 ήρθε η ώρα να απολαύσουμε τον αιδεσιμότατο Solomon Burke με τον θρόνο, τα κολιέ, τα λουλούδια και τη δεκατριμελή μπάντα του. Ο πληθωρικός – κυριολεκτικά και μεταφορικά – θρύλος της soul και rock’n’blues, εμφανίστηκε σαν βασιλιάς, με ένα αστραφτερό μπλε-ασημί κουστούμι και το πλατύ του χαμόγελο, συνεπαίρνοντας όλους όσους βρέθηκαν κυρίως για χάρη του στο φεστιβάλ. «Kανείς δεν είναι τέλειος, όμως όλοι έχουμε μία ευκαιρία να γίνουμε καλύτεροι... Όλοι σας είστε νικητές, ό,τι κι αν συμβαίνει στη ζωή. Ακόμη κι αν λυγίζετε, απλά σταθείτε στα πόδια σας και κάντε το καλύτερο...Εσείς είστε το μέλλον αυτού του κόσμου», είπε ο 69χρονος ιεροκήρυκας της μουσικής – και τραγούδησε “A Change Gonna Come”, αφιερώνοντάς το, με τη σειρά του, στον «μεγαλύτερο διασκεδαστή που βγήκε ποτέ», τον Michael Jackson. Ο κόσμος προσηλωμένος σε κάθε του κίνηση – έστω και από τον θρόνο – ύψωνε τα χέρια για να τον επιβραβεύσει, αλλά και να πιάσει τα κλασικά δωράκια που πετάει στις συναυλίες του (κολιέ και τριαντάφυλλα). Ο Solomon Burke επέμενε στις παραγγελιές οι οποίες του είχαν δοθεί, κι έτσι ακούσαμε και χορέψαμε ένα potpourri των “Cry To Me”, “Down To Valley”, “Got To Get You Off My Mind”, “Don’t Give Up On Me”, “Rolling On A River”, “Tutti Frutti” κ.α. Η βαθιά φωνή του και το ανεπανάληπτο μπρίο μιας άλλης, ίσως, εποχής κέρδισε το στοίχημα και όλοι τραγουδήσαμε στο τέλος μαζί του το “What A Wonderful World”. Όμως το κοινό διψούσε κι άλλο, έτσι ένα γρήγορο soul medley των “Everybody Needs Somebody To Love/When The Saints Go Marching In” έκλεισε τα φώτα μιας βραδιάς η οποία κύλησε λίαν ικανοποιητικά.

Ευδοκία Πρέκα

Μέρα 2η (1/7/2009)

Dub Inc

Η ώρα ήταν περίπου 19:45 όταν ήχησαν οι πρώτες dub νότες από τα δύο synthesizers και σιγά-σιγά το κοινό (αν και νωρίς ήταν αρκετά μεγάλο αριθμητικά) άρχισε να συνωστίζεται μπροστά στη σκηνή. Η δυναμική είσοδος των Hakim "Bouchkour" Meridja και Aurelien "Komlan" Zohou, οι οποίοι ήδη είχαν να αρχίσει να τραγουδούν από τα backstage, ήταν το έναυσμα για να αρχίσει ένα πανηγύρι που όμοιό του σπάνια συναντά πια κανείς στα σύγχρονα φεστιβάλ. Το σετ των Dub Inc ξεκίνησε με το “My Freestyle” και για μία περίπου ώρα κατάφεραν να κάνουν τους πάντες να χορεύουν ασταμάτητα στους dub/dancehall/reggae ρυθμούς τους, ενώ όσο περνούσε η ώρα το πάρτυ γινόταν όλο και πιο τρελό. Το κοινό, με μεγάλη προθυμία, ανταποκρινόταν στα χορευτικά-τραγουδιστικά καλέσματα των δύο frontmen, οι οποίοι έδιναν τον καλύτερο εαυτό τους στη σκηνή, μεταφέροντας κάθε τόσο μηνύματα αγάπης, ειρήνης και σεβασμού προς τον πλανήτη. “Afrikya”, “Diversite”, “Murdrerer”, “Rudeboy” και “Day After Day” ήταν μερικά από τα τραγούδια που μας χάρισαν, ενώ για το τέλος, σε ένα εκτός προγράμματος encore, έπαιξαν το “Jump Up” με τους Bouchkour και Komlan να χορογραφούν το κοινό, το οποίο παραληρούσε. Οι Dub Inc μπορεί να φτιάχνουν πολύ καλά στούντιο άλμπουμ, το δυνατό τους χαρτί όμως είναι οι συναυλίες. Μια μόνο λέξη θα μπορούσε να τους χαρακτηρίσει: καταπληκτικοί!

Κωνσταντίνος Α. Πετρόπουλος

Tinariwen

Το ξεκίνημα των Dub Inc δε θα μπορούσε να θερμάνει καλύτερα τον χώρο για να υποδεχτούμε τους Tinariwen, αυτή την ιδιότυπη νομαδική μπάντα των Τουαρέγκ από τη Νότια Σαχάρα. Εντυπωσιακοί, δωρικοί και απόκοσμοι με τις παραδοσιακές τους βαθυκύανες φορεσιές, τα σαρίκια, τα πέπλα και ένα βλέμμα ακαθόριστο που σε παραπέμπει μακριά από τα συνήθη μουσικά πρότυπα. Τα ελάχιστα έως μηδαμινά αγγλικά τους δεν τους εμπόδισαν πάντως να επικοινωνήσουν τη μουσική και τα μηνύματά τους. Με μία αργή και νωχελική αρχή του “5-63”, ξεδίπλωσαν σχεδόν με ευλάβεια όλο τον μουσικό τους πλούτο μέσα από αρχέγονα κιθαριστικά blues riffs, οιμωγές ερήμου, ρυθμούς καλπασμού, αραβικές μουσικές δομές, ουρλιαχτά και επαναλαμβανόμενα κυκλικά μουσικά πεδία. Οι ίδιοι προτίμησαν να επικεντρωθούν στο νέο τους υλικό το οποίο μόλις κυκλοφόρησε (Ιmidiwan), όμως μας αποζημίωσαν με τα εξαιρετικά “Cler Achel”, “Toumast”, “Amassakoul N'tenere”, “Aldechen Manin”, “Assouf” και “Prequel Assawt N'chet Tamashek”. Αν και το όνομά τους παραπέμπει σε «άδειους χώρους», εκείνοι κατέκτησαν το κοινό, το οποίο δεν τους αντιμετώπισε ως κάτι εξωτικό, αλλά αφέθηκε στους αμμώδεις bluesy ηλεκτρικούς τους ήχους. Η επταμελής ομάδα με αρχηγό τον Ibrahim Ag Alhabib ‘Abaraybone, ήταν για μένα το καλύτερο δώρο της βραδιάς – κι ας κράτησε μόλις 45 λεπτά.

Ευδοκία Πρέκα

Bajofondo

Ο επαγγελματισμός και ο συντονισμός των τεχνικών ήχου του Kosmos festival, ήταν εξαιρετικός με αποτέλεσμα να καταφέρνουν να βγάζουν στη σκηνή το επόμενο συγκρότημα μέσα σε ένα τέταρτο περίπου. Έτσι λίγα λεπτά μετά τις 22.00, ο Javier Casalla (βιολί) ανέβηκε στη σκηνή για να μας βγάλει με τον τρόπο του από το trip των Tinariwen και να μας βάλει σε μια ατμόσφαιρα tangο. Στη συνέχεια ο Gustavo Santaolalla με τους υπόλοιπους Bajofondo πήραν θέση πίσω από τα όργανά τους, ξεκινώντας το σόου τους με πραγματικά «άγριες» διαθέσεις. Οι Bajofondo ακούγονταν πιο ηλεκτρονικοί σε σχέση με τις προηγούμενες εμφανίσεις τους, ενώ οι βαριές μπασογραμμές δεν άφηναν περιθώρια αδράνειας στο κοινό. Από τις πρώτες κιόλας νότες φάνηκε πως το κομμάτι της βραδιάς που τους αναλογούσε θα ήταν γεμάτο χορό. Με ένα σφιχτό 70λεπτο σετ – μοιρασμένο ανάμεσα στο ομώνυμο ντεμπούτο τους και το χρυσό στη χώρα μας Mar Dulce – οι Bajofondo εμφανίστηκαν πιο αυτοσχεδιαστικοί, πιο ελεύθεροι και πολύ απολαυστικοί. Κρίνοντας από τις αντιδράσεις οι δυνατές στιγμές του live ήταν στο “Miles De Pasajeros” με τον μπασίστα Gabriel Casacuberta και τον πιανίστα-DJ Luciano Supervielle να εναλλάσσονται στα hip hop φωνητικά, στο “El Mareo” με τον ίδιο τον Santaolalla να κάνει φιλότιμες προσπάθειες στα φωνητικά, αλλά και το απρόσμενο φινάλε, με πλήθος κόσμου πάνω στη σκηνή να χορεύει γύρω από το συγκρότημα. Οι Bajofondo για μια ακόμη βραδιά μας χάρισαν το οπτικοαουστικό τους ντελίριο σε μια συναυλία όπως την περιμέναμε, αντάξια του ονόματός τους.

Κωνσταντίνος Α. Πετρόπουλος

Orishas

Οι αναμφισβήτητοι headliners της δεύτερης βραδιάς του Kosmos Festival τελικά επιδέχονται αμφισβήτηση; Η ώρα είχε πάει 23:35 και στη σκηνή ο DJ των Orishas επιδίδεται σε scratching δεξιοτεχνήματα, εντυπωσιάζοντας το ήδη ζεστό από το σετ των Bajofondo κοινό. Δεν περνά πολύ ώρα και το τρίο από την Κούβα ανεβαίνει στη σκηνή με τις νότες του “Cosita Buena”. Τα πράγματα ήταν λίγο μαγκωμένα στην αρχή για τον Roldan Gonzalez Rivero και τον Ruzzo, όμως όλα άρχισαν να παίρνουν το δρόμο τους μόλις βγήκε ο αεικίνητος Yotuel Romero Manzanares. Ο τελευταίος έκανε το παν για να μεταφέρει τον hip-hop cubano παλμό της μπάντας στο κοινό και σε σχέση με τους άλλους δύο έκανε τη διαφορά. Το σετ ήταν πολύ έξυπνα φτιαγμένο κυρίως με επιτυχίες (μικρές ή μεγάλες) από το σύνολο της δισκογραφίας τους: “Represent”, “A Lo Cubano”, “Naci Orishas”, “Bruja”, “Camina”, “Publico” και ο κόσμος (περισσότεροι από 6000) στο μεγαλύτερο ποσοστό του δεν σταματά να χορεύει και να περνά καλά. Όσο όμως κυλούσαν τα κομμάτια και είχαν περάσει τα μεγάλα hits, υπήρξε κοιλιά στο σετ με αποτέλεσμα μια μεγάλη μερίδα κόσμου να αποχωρήσει – και αυτό σίγουρα δεν ήταν ωραία εικόνα για τους headliners μιας βραδιάς. Φεύγοντας από πολλά στόματα ακούγονταν η φράση «πέρυσι ήταν καλύτεροι». Ξέρω κι εγώ; Μπορεί και να ήταν, εγώ πάντως για το χθεσινό τους live θα πω….«απλά καλοί».

Κωνσταντίνος Α. Πετρόπουλος

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured