Φωτογραφίες: Nikos Z

«Κυρίες και κύριοι, είμαστε οι Palast Orkester από το Βερολίνο», μας είπε στα Ελληνικά με το γνωστό αριστοκρατικό, αυτάρεσκο και επιτηδευμένα ειρωνικό στυλ του ο leader της μπάντας, Max Raabe. Kαι το τζουκ-μπόξ ανοίγει με διαχρονικές μελωδίες Μεσοπολέμου, όπου οι Rudolf Bernauer και Robert Stolz συναντούν τον Cole Porter και ο Irving Berling τον Kurt Weill. Η δωδεκαμελής ορχήστρα υπηρετεί άρτια και με πρωτοφανή πιστότητα την αισθητική, την ατμόσφαιρα και το πνεύμα των δεκαετιών του 1920 και 1930 και νιώθει κανείς ότι o χρόνος σταμάτησε σε εκείνες τις καπνισμένες με αλκοόλ εποχές. Τελικά, όμως, τι ιδιαίτερο μας προσφέρει η «φλεγματική» προσωπικότητα του διάσημου Max Raabe, η οποία κατάφερε και γέμισε το θέατρο Badminton με ετερόκλητο κόσμο, παραμονές του εορτασμού της 25ης Μαρτίου;

Τα πράγματα γύρω από το αμφιλεγόμενο προσωπικό ύφος του αρχηγού της ορχήστρας ξεκαθαρίζουν με το που εμφανίζεται στη σκηνή. Λίγο μετά τις 10, ο Max Raabe, με το οικείο ασπρόμαυρο κουστούμι του, το παπιγιόν και την απόμακρη γοητεία, συστήνεται, λίγο προτού μας ταξιδέψει στον κόσμο της jazz, του swing και του γερμανικού cabaret του 1920. Τόσο ο ίδιος όσο και οι Palast Orkester του είναι δεινοί μιμητές της χρυσής εποχής των Γκρέτα Γκάρμπο, Μάρλεν Ντίτριχ, Μπέρτολ Μπρεχτ και σε όλη τη διάρκεια της συναυλίας δεν παρεκκλίνουν διόλου – γεγονός που γεννά ποικίλα ερωτήματα στο τι ζητάει ένας σύγχρονος ακροατής αυτής της μουσικής. Μια πιστή «αναπαράσταση»; Ή κάτι παραπάνω και πιο προσωπικό;

Η απάντηση είναι υπόθεση του καθενός, όμως τολμώ να υποστηρίξω ότι μάλλον εδώ η διαφορά έγκειται στην ιδιόμορφη βαρύτονη ερμηνεία του Max Raabe και του αποστασιοποιημένου κινησιολογικά στυλ του. Ανεξάρτητα εάν μία τέτοια παρουσία σε προκαλεί ή σε αφήνει παντελώς αδιάφορο, σίγουρα είναι ενδιαφέρουσα. Είναι στ’ αλήθεια περίεργο να ακούς τις κλασικές μελωδίες των “Singing In The Rain”, “Cheek To Cheek”, “Alabama Song”, “Dream A Little Dream Of Me”, “It Was One Of Those Days” ή “Bei Mist Mr Schon” και να παρατηρείς τον Raabe να στέκεται ακίνητος και αγέρωχος, με μοναδικό όπλο το χιούμορ, το σαρκασμό και την εκλεπτυσμένη σοβαροφάνειά του. Η θεματολόγια των γερμανικών κομματιών αφορούσε στις διαπροσωπικές σχέσεις, την ταλαίπωρη φύση του άνδρα, την πολυγαμία, τον γορίλα μέσα στη ζούγκλα – ο ίδιος τα χαρακτήρισε ως... «χιουμοριστικά τραγούδια αγάπης»! Το κοινό ανταποκρινόταν στον αυτοσαρκασμό του καλλιτέχνη και έδειξε να μαγεύεται από το όλο θέαμα, χειροκροτώντας και επευφημώντας τόσο τον ίδιο, όσο και τους ταλαντούχους Palast Orkester του.

Στο αναμενόμενο διπλό encore που συνοδεύτηκε από ποδοκρουσίες, σφυρίγματα και χειροκροτήματα, ακούστηκαν οι επιτυχημένες διασκευές των “Sex Bomb” (του Tom Jones) και “Ooops I Did It Again” (της Britney Spears), οι οποίες ξεσήκωσαν το «γνώριμο» ελληνικό κοινό. Πάντως, είναι γεγονός ότι όσοι προσήλθαν στη συναυλία – πιθανόν μία σεβαστή μερίδα των συγκεντρωμένων – με την ελπίδα να ακούσουν όλες τις «πικάντικες» διασκευές που έκαναν τον Max Raabe ευρύτερα γνωστό στη χώρα μας (αλλά και σε όλη την Ευρώπη), δεν φάνηκαν να μένουν ανικανοποίητοι ή δυσαρεστημένοι. Όπως και να το χαρακτηρίσουμε ήταν μία εμπειρία και εις το επανιδείν, όπως μας είπαν όλοι μαζί.

Οι συνήθεις σκέψεις που κάνω μετά από τέτοιες συναυλίες αφορούν για άλλη μια φορά στο «επιλεκτικό», «τυχαίο» ή «της μόδας» κοινό το οποίο γεμίζει αυτούς τους χώρους, τη στιγμή που άλλοι καλλιτέχνες – εγχώριοι και μη – παίζουν κυριολεκτικά μόνοι τους. Αυτό δηλώνει ίσως πολλά, ίσως και τίποτα, όμως η μουσική είναι «ανάβυσσος», όπως λένε κάποιοι φίλοι...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured