Καλλιτέχνες όπως ο Vinicio Capossela είναι από μόνοι τους και μία μοναδική εμπειρία, γεγονός που διαπίστωσα για άλλη μια φορά ιδίοις όμμασι το βράδυ της Παρασκευής. Πολλάκις έχει χαρακτηριστεί ως ο Ιταλός Tom Waits, όμως πιστεύω ότι αυτό είναι μία από τις υπόγειες απολαυστικές πλευρές του. Η θεατρικότητα, η τρέλα, η εμμονή με τα στοιχεία της φύσης, τους ημίθεους και μη από τη μία και ο αυθορμητισμός, η ανάγκη του να μοιράζεται αυτά που κουβαλάει κάθε φορά στις μουσικές του βαλίτσες από την άλλη, συνιστούν ένα (ημιτελές πιθανόν) από τα πολυποίκιλα προφίλ αυτού του ιδιόμορφου και ταλαντούχου τραγουδοποιού. Για μένα, πάντως, παραμένει ένας ιδιαίτερος και ελκυστικός μουσικός λαβύρινθος, που με οδηγεί, όπου με οδηγεί...

Η εμπειρία μου από τις τελευταίες του εμφανίσεις με ώθησε να βρίσκομαι από νωρίς στο Gazarte, όμως η ώρα περνούσε και το μαγαζί γέμιζε με βιονικούς ρυθμούς. Τελικά ο πρωταγωνιστής της βραδιάς εμφανίστηκε με την εκλεκτή μπάντα του λίγο μετά τις 11 μέσα σε μία ατμόσφαιρα από βιβλίο του Kάρολου Ντίκενς. Κάτι τα κοστούμια, τα καπέλα, η ξεχωριστή μορφή του Vincenzo Vasi με τις μακριές και πλούσιες λευκές φαβορίτες (theremin, electronic, vibrafono) και ανάμεσα σε όλους ο Vinicio με το τεράστιο καφέ φλοκατένιο πανωφόρι-μανδύα-γιλέκο του να τραγουδάει το “Non Trattare” με τη βαθιά βραχνή φωνή του και κουδούνες προβάτων ανά χείρας. Η παράσταση και η μουσική παραζάλη μόλις εκκινούσε. Ακούστηκαν πολλές επιλογές από τη τελευταία του παράξενη δουλειά Ovunque Proteggi με ξεχωριστές αναλαμπές τα κομμάτια “Bruccia Troia”, “Con Una Rosa”, “Maraja”, “L’ Uomo Vivo”, “Pena D’ Alma” και την ιταλική εκδοχή της «Φραγκοσυριανής», γνωστή ως “Contratto con Karelias”. Σε κάθε του ερμηνεία άλλαζε καπέλα, σακάκια, φορούσε μάσκες Μινώταυρου, Μέδουσας, πετούσε ροδοπέταλα και μεταμορφωνόταν σε κάτι που ισορροπούσε ανάμεσα σε burlesque αρτίστα, βοσκό, ναυτάκι, δαίμονα, παρηκμασμένο καλλιτέχνη και μονομάχο ρωμαϊκής αρένας. Η μπάντα (κοντραμπάσο, κιθάρα, τρομπέτα, ντραμς, βιμπράφωνο), απόλυτα δεμένη, συμμετείχε σε όλο αυτό το οπτικοακουστικό πανηγύρι με μία εσωτερική διακριτικότητα που τροφοδοτούσε τον Ιταλό τροβαδούρο.

Μία από τις αδυναμίες της βραδιάς τολμώ να πω ότι ήταν το ίδιο το κοινό. Στο πρώτο μέρος της συναυλίας, με ένα διάλειμμα 20 λεπτών περίπου, ο κόσμος (γίναμε πολλοί εν τέλει) παρέμεινε άχρωμος, άοσμος και άνευρος, γεγονός που διακριτικά και χαριτολογώντας το σχολίασε και ο ίδιος ο Capossela μιας και αλλιώς θυμόταν τη ζωντάνια και την ενέργεια των Ελλήνων. Τελοσπάντων, στο δεύτερο μέρος η ατμόσφαιρα άλλαξε και το κοινό φάνηκε να «ξυπνάει» και να αντιλαμβάνεται (η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, εξάλλου) το μουσικοθεατρικό γλέντι που είχε στηθεί μπροστά του για δύο ώρες. Λίγο πριν το τέλος ο καλλιτέχνης εμφανίστηκε ως Ρωμαίος μονομάχος με περικεφαλαία και παρουσίαζε τα μέλη του group με την κλασική χειρονομία του αντίχειρα που άλλοτε συμβόλιζε «ζωή ή θάνατο». Με ένα encore, όπου ακούστηκε ένα ιταλικό «ρεμπέτικο» γραμμένο ειδικά από τον ίδιο σε συνεργασία με τον δεξιοτέχνη του μπουζουκιού Μανώλη Πάππο και ένα potpourri από τις επιτυχίες “Che Coss’ è L’ Amor”, “Besame Mucho”, και “Nel Blu Dipinto Di Blu-Volare”, η βραδιά είχε φτάσει στο τέλος της.

Το έχω ξαναπεί και θα το λέω πάντα. Ο Vinicio Capossela είναι απλά μοναδικός και υπέροχος. Τί άλλο να περιμένω; Τα πάντα, άντε και με το καλό μία εμφάνιση του ανεπανάληπτου Tom Waits!

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured