Τρία χρόνια πριν: ασφυκτιώντας στο An Club κατά τη γνωριμία μας με τους Ιταλούς post rockers οι οποίοι αρνούμενοι τέτοια ευθύνη ανέφεραν πως έπαιζαν απλώς melodic pop, σε μια εποχή που η post άγγιξε την κορύφωση με το πολιτισμικό – καλλιτεχνικό – υπαρξιακό σοκ των Godspeed και τον ονειρικό κόσμο των Sigur Ros. Όντας Ιταλοί ήταν ντυμένοι ανάλογα, δηλώνοντας έμμεσα πως η μουσική δεν είναι στάση ζωής αλλά εκδήλωση ψυχής. Και νομίζω πως έγινε δεκτό το αθώον της δήλωσης αυτής.
Τρεις μέρες πριν: εγκαθιδρύωντας στο Ξυλουργείο του Μύλου την τιμιότητα της Ιταλικής indie -οριστικά και αμετάκλητα- μπάντας. Το ντύσιμο ήταν λιτό και όχι περφεξιονιστικό, η σεμνότητα προτεταμένη και αυθεντική, η εμπειρία υπάρχουσα και η ενέργεια κοχλάζουσα.
Οι Giardini είναι μπάντα η οποία όταν δεν έχει νέο υλικό που να συγκλονίζει, εκτρέπεται συναυλιακά και σε κάνει να την αγαπήσεις περισσότερο. Γιατί τα μέλη της, αυτά τα νεαρά παιδιά κάνουν αυτό που λατρεύουν και δίνουν όλη τους την ψυχή. Και πείθουν σβήνοντας όποια ειρωνία μπορεί να ακολουθεί την εικόνα του Ιταλού ανεξάρτητου ροκ μουσικού. Γι’ αυτό πολύς κόσμος έσπευσε μετά το τέλος να αγοράσει τους δίσκους τους βοηθώντας 100% οικονομικά τους ίδιους. Όντας κι εγώ μέσα σε αυτούς που ανακάλυψε υλικό που έλειπε, παρατήρησα πως ο τελευταίος τους δίσκος «Punk Not Diet» υστερεί σε σύλληψη σε σχέση με το εκπληκτικό, θλιμμένο και γλυκό «Rise and Fall…», ίσως γιατί αυτήν τη φορά υπάρχουν φωνητικά σχεδόν παντού, ενώ τα αργόσυρτα έγχορδα και πνευστά περάσματα λειτουργούν σε δεύτερο επίπεδο. Τελέστηκε δηλαδή αλλαγή στη νοοτροπία της μπάντας. Και στη συναυλία η παρουσία των φωνητικών ήταν έντονη και ίσως σε αυτό το σημείο είναι που πρέπει οι Giardini να προσέξουν καταλήγοντας σε αρμονική συμβίωση ετερόκλητων δομών και ήχων.
Αλλά οι όποιες αδυναμίες καλύφθηκαν μέσα από την –επανέρχομαι– εκρηκτική παρουσία τους. Οι μετριότατες φωτογραφίες μου ίσως συλλαμβάνουν λίγη από την ένταση της βραδιάς. Το υλικό που παρουσιάστηκε κάλυψε την ολιγόχρονη καριέρα τους, με τραγούδια και instrumentals από τους δυο προαναφερθέντες δίσκους, b sides και ακυκλοφόρητα. Το κοινό συμετείχε γνώριζοντας πλέον αρκετά και μαθαίνοντας περισσότερα, αντιδρώντας με ένταση στην οργή και με κατάνοιξη στην ηρεμία των Giardini ήτοι Jukka, Corrado, Luca, Mirko και λοιπών, οι οποίοι παρατούσαν ενίοτε τα όργανα για να χορέψουν χτυπώντας ρυθμικά παλαμάκια και τα ξανα-έπιαναν για να ξανα-εκτραπούν τσιρίζοντας.
Για το τέλος της συναυλίας -που διήρκησε μιάμιση ώρα- επιφύλαξαν μια έκπληξη. Υπάρχει ένα στερεότυπο που θέλει συνήθως αυτού του είδους τις μπάντες να τελειώνουν με υπερβολική παραμόρφωση, βάθη και delays για αρκετή ώρα. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να το κάνει ο καθένας αν του λείπει ταλέντο. Οι Giardini ξεκίνησαν το τελευταίο κομμάτι τους έτσι αλλά κατέληξαν σε ένα ευφυή θεατρικό μουσικό διάλογο κρουστών.
Αλλά και για το encore είχαν να δώσουν έναν ακόμα αιφνιδιασμό. Εκτός από τα πολλά καλά που μπορεί κάποιος να σκεφτεί γι’ αυτούς, τώρα θα τους θυμάται και ως τους μουσικούς που ανέστησαν τους Placebo στις καρδιές του κόσμου, παρουσιάζοντας μια διαστροφική εκτέλεση του Without You I’m Nothing.
Και μετά τέλος. Μέχρι το επόμενο συναυλιακό και δισκογραφικό συναπάντημα. «Απλά να γράψουμε ένα πολύ καλό και κατευθείαν στην καρδιά νέο άλμπουμ! Μόνο αυτό» είπαν στον Νίκο Πετρόπουλο. Και εμείς το ευχόμαστε ολόψυχα.
Υ.Γ. Οι Eventless Plot, μπάντα από τη Θεσσαλονίκη εμφανίστηκαν ως support. Μεγάλο βήμα και μπράβο στα παιδιά. Ελπίζω να μάθουμε στο μέλλον ξανά γι’ αυτούς όταν χωρίς άγχος θα παρουσιάζουν κομμάτια με περισσότερες κλιμακώσεις.