Όταν ένα εισιτήριο μιας συναυλίας γράφει 21.30’ εσείς τι καταλαβαίνετε; Υποθέτω το αυτονόητο, ότι δηλαδή η συναυλία αρχίζει στις 21.30’ και όχι στις 22.30’, δηλαδή μια ολόκληρη ώρα μετά. Ε, αυτό δεν φαίνεται και τόσο αυτονόητο για τους Έλληνες διοργανωτές συναυλιών που συνηθίζουν να δείχνουν έλλειψη σεβασμού στον κόσμο που έχει κάνει το ‘’λάθος’’ να έλθει έγκαιρα στο συναυλιακό χώρο. Αυτή η κατάσταση ταλαιπωρεί χρόνια και χρόνια τους Έλληνες fans (με ελάχιστες εξαιρέσεις) και είναι απορίας άξιο γιατί ορίζονται ώρες έναρξης των συναυλιών αφού ποτέ δεν τηρούνται...
Βέβαια, στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι και πολύ δύσκολο να φανταστεί κάποιος γιατί συνέβη αυτό με τους De/Vision. Όσοι από εσάς βρεθήκατε στο Ρόδον το βράδυ του Σαββάτου κατά τις 21.30’ σίγουρα θα αντικρύσατε ένα αποκαρδιωτικό θέαμα: ένα club σχεδόν άδειο (περίπου 100-150 άτομα) και ενώ αναμενόταν η εμφάνιση ενός από το τα πιο σημαντικά και πρωτοποριακά synth pop συγκροτήματα... Οπότε σου λέει ο διοργανωτής: δεν γίνεται να εκτεθούμε, θα περιμένουμε μπας και μαζέψει κόσμο και μετά θα ξεκινήσουμε. Και ευτυχώς που κάτι μαζεύτηκε στην πορεία και ξεκίνησε το live… (Τώρα πάλι, μη φανταστείτε ότι έγινε και κοσμοπλημμύρα).
Αρκετά όμως με την γκρίνια (αν και τα παραπάνω δεν ήταν οι μοναδικοί λόγοι για μουρμούρα). Οι Γερμανοί De/Vision λοιπόν, ένα από τα σπουδαιότερα electro pop σχήματα των τελευταίων 15 ετών, στα πλαίσια της καινούργιας τους περιοδείας (και με φρέσκο το album Devolution) εμφανίστηκαν ενώπιον του αθηναϊκού κοινού, το Σάββατο που μας πέρασε στο Ρόδον. Όχι όμως σαν το γνωστό μας ντουέτο, με τον Steffen στα φωνητικά και τον Thomas στα πλήκτρα, αλλά πλαισιωμένοι και με δύο ακόμα μουσικούς επί σκηνής: drummer και κιθαρίστα. Το όλο line-up, σίγουρα σε κάποιους θύμησε την αντίστοιχη εμφάνιση των Apoptygma Berzerk, τον περασμένο Οκτώβριο στον ίδιο χώρο. Άλλωστε ήμασταν προϊδεασμένοι γι’ αυτό αφού ήταν γνωστό ότι οι De/Vision θα παρουσίαζαν ένα πιο ‘’ζωντανό’’ ημι-ακουστικό set.
Λαμβάνοτας υπ’ όψιν τα δυο αυτά live, προσωπικά θεωρώ ότι το πείραμα αυτό έχει αποτύχει. Δηλαδή μια καθαρά ηλεκτρονική μπάντα να παρουσιάζει ένα live όπου σημαντικό ρόλο (πέρα από το απαραίτητο programming), παίζουν η κιθάρα, τα ντραμς και το μπάσο. Όπως και να το κάνουμε, όσες καλές προθέσεις και αν υπάρχουν, τα κομμάτια αυτών των συγκροτημάτων έχουν γραφτεί με ηλεκτρονικό ήχο και η απόδοση τους με συμβατικά μέσα, δυστυχώς αλλοιώνει το χαρακτήρα τους αναπόφευκτα... Κάτι τέτοιο συνέβη και με τους De/Vision.
Οι τέσσερις μουσικοί δεν έδειχνα ιδιαίτερα δεμένοι πάνω στη σκηνή, αρκετές φορές ο ήχος της κιθάρας και των ντραμς σκέπαζαν τη φωνή και τον ήχο των keyboards, αφήστε δε και τα τεχνικά προβλήματα. Επί ένα τουλάχιστον τέταρτο της ώρας, ένας τεχνικός προσπαθούσε πάνω στη σκηνή να εντοπίσει και να επιδιορθώσει τη βλάβη στα πλήκτρα του Thomas. Το αποτέλεσμα ήταν ουσιαστικά, να τελειώσει το Hands On My Skin με τη βοήθεια του κόσμου, που τραγουδούσε μαζί με τον Steffen.
Η αντιμετώπιση της μπάντας από το (ολιγάριθμο δυστυχώς) κοινό ήταν από χλιαρή εως κρύα, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Steffen. Η ατμόσφαιρα ζεστάθηκε σχετικά στο Hands On My Skin (όπως είπαμε και παραπάνω) και στο We Fly Tonight. Από το διάρκειας μιας ώρας και 40 λεπτών set σίγουρα έλειψαν κομμάτια όπως το σήμα κατατεθέν των De/vision, Dress Me When I Bleed, Dinner Without Grace, Moments We Shared, Sweet Life και αρκετά άλλα. Μείναμε με την παγωμάρα –μεταξύ άλλων- των Try To Forget, Hands On my Skin, I Regret, Strange Affection, Foreigner, We Fly Tonight, Drifting Sideways.
Για μένα το συγκεκριμένο live πιστώνεται σαν μια ακόμα χαμένη ευκαιρία για τους Έλληνες οπαδούς της σκοτεινής μουσικής...