«Δεν το παίρνω απόφαση να σταματήσω να τραγουδώ», ήταν ένα από τα πρώτα πράγματα που μας είπε η Γιοβάννα, βγαίνοντας στο σανίδι της Εναλλακτικής Σκηνής της Λυρικής την Κυριακή το απόγευμα. Σε μία ακόμα από τις σποραδικές εμφανίσεις που πραγματοποιεί τα τελευταία χρόνια, η οποία ξεπέρασε κάθε προσδοκία, επιβεβαιώνοντας ότι καλά κάνει και δεν αφήνει το τραγούδι. Κι ας έφτασε 79 ετών.
Ο ταξιτζής που με έφερε στον προορισμό μου, γούρλωσε με εμφανή έκπληξη τα μάτια του όταν του είπα ότι πηγαίνω να δω τη Γιοβάννα. Είχε (προφανώς) πολλά χρόνια να ακούσει το όνομά της, αν και την εκτιμούσε ιδιαιτέρως. Στην Εναλλακτική Σκηνή μαζεύτηκε πάντως αρκετός κόσμος. Κοινό μεγαλύτερης ηλικίας, κατά κύριο λόγο, και καλά ενημερωμένο για το τι ερχόταν να δει: στο φινάλε της βραδιάς, η κυρία δίπλα μου τραγούδησε τη "Μυρτιά" και το "Καλοκαιράκι" χωρίς κανένα λάθος στους στίχους.
Το πρόγραμμα ωστόσο που μας δόθηκε στην είσοδο, δεν προέβλεπε ούτε "Μυρτιά", ούτε "Καλοκαιράκι", ούτε καν την πιο διάσημη στιγμή της Γιοβάννας "Αν Θυμηθείς Τ' Όνειρό Μου" –όλα αυτά τα έπαιξε στο άτυπο encore με το οποίο έκανε φινάλε. Η παράσταση «Τα Οχήματά Μου Για Τον Ουρανό» είχε ως κυρίως περιεχόμενο 17 τραγούδια τα οποία αγγίζουν ιδιαίτερα την ερμηνεύτρια: παλιά και νέα, όχι απαραίτητα δικά της. Μαζί με αυτά, η Γιοβάννα έφερε και τις ιστορίες της, δένοντας κάθε επιλογή με ένα προσωπικό στιγμιότυπο είτε από τη ζωή, είτε από την καριέρα της. Ήταν ένας συνδυασμός που δούλεψε, παρά το γεγονός ότι είχε και ένα τρακ καθώς μας μιλούσε. Κάτι που ξέρανε λίγο τη ροή του λόγου της, μα διέθετε ταυτόχρονα και μια γοητεία.
Δίπλα της υπήρχε μόνο ο Χρήστος Κουμούσης, στο πιάνο. Ένας εξαιρετικός εκτελεστής, ο οποίος τη συνόδευσε άριστα, προσφέροντας παιξίματα που είχαν κλάση, θέρμη, αλλά και το «άγγιγμα» εκείνο που απαιτεί η ελαφρά μουσική ώστε να ηχήσει γλυκιά δίχως να ξεφτίσει σε γλυκερή. Όπως η ίδια μας είπε, τη συνοδεύει πάντα σε ό,τι κάνει αυτά τα τελευταία χρόνια, κάτι που εξήγησε τη θαυμάσια επικοινωνία την οποία επέδειξαν πάνω στη σκηνή: ο Κουμούσης ήξερε κάθε «βήμα» που επρόκειτο να κάνει η φωνή της.
Η Γιοβάννα μπήκε με εγχώριο Νέο Κύμα, μετατρέποντας για λίγο την Εναλλακτική Σκηνή σε μπουάτ καθώς είπε το "Έλα Μαζί Μου" του Λάκη Παππά. Και έκλεισε το κυρίως πρόγραμμα με διεθνή εσάνς, διασκευάζοντας το "La Mamma" του Charles Aznavour. Στο μεσοδιάστημα τραγούδησε σε ελληνικά, γαλλικά, ισπανικά, ρώσικα και αγγλικά. Πότε ανατρέχοντας στη συνεργασία της με τον Σπήλιο Μεντή, πότε τιμώντας τον Γιάννη Σπανό και τον Μάνο Χατζιδάκι, πότε ξανοιγόμενη στο γαλλικό chanson, πότε στεκόμενη στον Bob Dylan, αλλά και στη δική της τεράστια καριέρα στην πρώην Σοβιετική Ένωση. Κι έφτασε ως την αγάπη της για τη Loreena McKennitt, αλλά και την εκτίμησή της για τον Γιώργο Καγιαλίκο, έναν νέο συνθέτη (δείτε σχετικά και εδώ), ο οποίος ευτύχησε να έχει 3 δικά του τραγούδια στο πρόγραμμά της. Καθώς μάλιστα βρισκόταν ανάμεσα στο κοινό, τον κάλεσε και στη σκηνή λίγο πριν κάνει διάλειμμα, για να μας τον συστήσει.
Η Γιοβάννα ζωντάνεψε ξανά τα νεανικά της βράδια στο σπίτι του Γιάννη Ρίτσου, πριν μας τραγουδήσει τη μελοποίηση του Σπήλιου Μεντή στο "Ανοιξιάτικο Βραδάκι". Μας διηγήθηκε επίσης τι σήμαινε να μπαίνεις στο στούντιο με τον Μάνο Χατζιδάκι για να διασκευάσει κατόπιν θεσπέσια τη "Μικρή Ραλλού", μας θύμισε ότι ήταν η πρώτη Ελληνίδα που πήγε στη Γιουροβίζιον, σε εποχές που δεν είχαμε τηλεόραση στη χώρα μας –εκπροσωπώντας την Ελβετία στον διαγωνισμό του 1965– αλλά δεν δίστασε να γίνει και εξομολογητική, με απρόσμενο τρόπο: μας μίλησε δηλαδή για τα παιδιά που επιθύμησε να αποκτήσει μα ο Θεός δεν θέλησε να της δώσει, πριν μας πει το "Έλα Κόρη Μου, Έλα Μάτια Μου"· ένα νανούρισμα που έγραψε η ίδια (στιχουργικά) για την κόρη που δεν έκανε.
Ήταν μία από τις μεγάλες στιγμές της συναυλίας, αλλά όχι η μόνη. Γιατί, τελικά, το πιο απρόσμενο απ' όλα ήταν το πόσο καλά στέκεται η Γιοβάννα στα 79 της. Υπάρχουν φυσικά τα σημάδια του χρόνου στη φωνή της. Όμως το χρώμα της μένει αναλλοίωτο, ενώ η ερμηνευτική της ισχύ αποδείχθηκε συχνά τόσο μεγάλη, ώστε να μας αφήσει απλά να την κοιτάμε, καρφωμένοι στη θέση μας: απέδωσε περίφημα τα φωνητικώς απαιτητικά σημεία του προαναφερθέντος "La Mamma", σκόρπισε ρίγη συγκίνησης τραγουδώντας στα ρωσικά τις "Νύχτες Της Μόσχας" (έπρεπε νομίζω να το πει όλο στα ρωσικά, κι ας έχει βάλει η ίδια ελληνικούς στίχους), μας άφησε συγκλονισμένους με το πώς προσέγγισε το "Θυμήσου Τον Σεπτέμβρη" –κρατώντας όλο το συναίσθημά του, αλλά τηρώντας και ένα μέτρο, που δεν άφησε ποτέ τη θλίψη του να γίνει μελό.
Παρά το ποιητικό και πεζογραφικό της έργο, το οποίο δεν είναι διόλου αμελητέο (θυμίζω ότι έργα της έχουν μεταφερθεί με επιτυχία σε κινηματογράφο, τηλέοραση και θέατρο), η Γιοβάννα παραμένει –πρωτίστως– τραγουδίστρια. Και κάνει πολύ καλά που μας το θυμίζει και στο νυν ηλικιακό φάσμα· όποτε το μπορεί, με τον τρόπο που κάθε φορά θέλει.
{youtube}D3x08wNMtro{/youtube}