Παρασκευή βράδυ, οι δρόμοι της Αθήνας ψιλοάδειοι και το κρύο τσουχτερό. Μπαίνοντας όμως στον καταπληκτικό χώρο του Underflow στην Καλλιρόης (δισκάδικο, μπαρ και αίθουσα συναυλιών στο υπόγειο), το κλίμα άλλαξε μεμιάς.
«Ας ερχόσουν για λίγο, μοναχά για ένα βράδυ, σκοτάδι, σκοτάδι, σκοτάδι» ξεκινάει με το μικρόφωνο ο Zikinios (Διονύσης Στεφανόπουλος), ντράμερ του εκπληκτικού σχήματος Sans Corps. Μίας μπάντας/συλλογικότητας που ήρθε να μας ταρακουνήσει για τα καλά, τους αμέτρητους λίγους και τους ελάχιστους πολλούς.
Τα υπόλοιπα μέλη έχουν πάρει ήδη τη θέση τους στη σκηνή, με τα όργανά τους ως βασικά όπλα, μα και με χίλια δυο ακόμα ηχητικά τεχνάσματα στο πλάι τους: Baba El (Νίκος Παλαιολόγος) σε κιθάρα και φωνητικά, The Duke (Μάνος Δούκας) σε μπάσο και φωνητικά, Viktor K (Βίκτωρ Καραμάνης) στο σαξόφωνο, Gioan B. (Γιάννης Αράπης) στις κιθάρες, και Livertia (Ελευθερία Ναθαναήλ) στο πιάνο. Ο δε κόσμος στις καρέκλες και στα μαξιλάρια που έχουν απλωθεί στο πάτωμα σαν έτοιμος για μύηση στην τελετουργία, όντας το πιο δυνατό όργανο αυτού του σχήματος –το Αυτί. Ήδη άλλωστε από τον πρώτο ήχο, συνειδητοποιούσες ότι θα ακούσεις κάτι πολύ ιδιαίτερο.
Οι Sans Corps είναι μια συλλογικότητα πειραματισμού για μουσικούς και καλλιτέχνες. Η βασική ιδέα αφορά ελεύθερες πορείες μέσα από διαφορετικά τοπία του μυαλού και του ήχου, σε μια διαδικασία ομαδικού ψυχικού αυτοματισμού. Η μουσική τους, έτσι, είναι ολοκληρωτικά ζωντανός αυτοσχεδιασμός: δεν υπάρχει προσυνεννόηση για τη δομή, τη φόρμα, το ρυθμό, τη μελωδία ή τα λόγια. Δεν υπάρχουν δεύτερες προσπάθειες στα κομμάτια, ούτε overdubs. Όλα είναι μία κι έξω. Η Ζωή, άλλωστε, είναι μία κι έξω.
Η ηχογράφηση του πρώτου τους δίσκου NNULL (που κυκλοφόρησε από το Underflow τον Νοέμβριο του 2018) έγινε τον Δεκέμβριο του 2017 από τον Γιώργο Χριστοφορίδη στο Ignite Studiο, ενώ η μίξη του έγινε από τον Viktor K (μέλος της μπάντας) και το mastering από τον Νίκο Στυλίδη της Labyrinth of Thoughts.
Kάποιος φίλος στο Facebook έγραψε αυτό για τους Sans Corps, πριν λίγο καιρό, αυξάνοντας έτσι με ιλιγγιώδη ταχύτητα την περιέργειά μου να τους παρακολουθήσω ζωντανά:
To σκοτεινό Ποτάμι του πόνου ηχοποιεί τις παρακρούσεις μας, τις εγκεφαλικές αιρέσεις και τις εσωτερικές διαστροφές μας, κάνει πιο ανεκτική τη μολυσμένη καθημερινότητά μας και μας συμφιλιώνει με τους δαίμονές μας, έστω κι αν αυτοί αλλάζουν δέρμα και κυοφορούν τον αιμοσταγή, αγελαίο σαδισμό τους σαν σύγχρονοι Ρασπούτιν.
Κανείς Ήχος δεν είναι αθώος σε τούτη τη θλιβερή ακμή των κουρελιασμένων ειδώλων, γέμισε κρανία ο τόπος και αποστεωμένες ψυχές ο σκουπιδοτενεκές, ακούς τα βογκητά της εγωκεντρικής αυτοκαταστροφής τους και βυθίζεσαι στη φρενίτιδα της αποστροφής τους, όπου κάθε τι εφικτό το πυρπολεί όπως περίπου ο Νέρων τη Ρώμη, παίζοντας με ηδονιστική κατάνυξη το βιολί του, ενώ όλα γύρω καίγονταν.
Μόνο που εδώ μιλάμε για ένα κολασμένο ηχητικό βουλεβάρτο πέρα από τα όρια της τάξης και του χάους, μια δηλητηριασμένη λυρική εξτραβαγκάντσα που βουλιάζει στοργικά εκεί όπου δεν υπάρχει ελπίδα για Ζωή και την ίδια στιγμή δοξολογεί τη Ζωή μέσα απ' τις πιο ακραίες αντιστίξεις της, όπως οι ιθαγενείς Τραβάχο στις παραισθησιογόνες τελετές σε απόκρημνα βουνά, όπου παφλάζουν ανεξερεύνητες ερινύες.
Πρόκειται για το κελάρυσμα ενός Κόσμου που έχει κόψει τις αορτές του, για μια σεκάνς φρενίτιδας που σου προκαλεί ρίγος στη ραχοκοκαλιά και σπαράζει κάθε συναισθηματική σου κρυπτή. Πιθανότατα είναι ένας επικήδειος που μεταφέρει το πτώμα του Πιέρ Πάολο Παζολίνι μέσα στην ηχητική προέκταση των Birthday Party και των Swans, κάτω ακριβώς από τη στίξη του πόνου των πνευστών του Albert Ayler και του Eric Dolphy.
Με διέλυσε τόσο, που οι νευρώνες μου ζήτησαν άσυλο μέσα στο πιο λαθραίο φως, με συγκλόνισε τόσο που δεν ξέρω αν πρέπει να ουρλιάξω, να θρηνήσω η να γιορτάσω σε διαπασών ιλίγγων αυτό που σας διαφεύγει.
Έφερα ξανά το παραπάνω κείμενο κατά νου καθώς οι Sans Corps με άφηναν άφωνο στο Underflow, «κόβοντάς» μου τη μουσική αναπνοή με τους λογής-λογής πειραματισμούς και αυτοσχεδιασμούς τους. Οι οποίοι άρθρωσαν ένα ουσιαστικό συνονθύλευμα ήχων, στο οποίο χώρεσαν η post-punk εποχή των Del-Byzanteens, το krautrock των Can, οι Swans, η αυτοσχεδιαστική τζαζ, τα παιχνίδια των Yello, ακόμα και η Εναντιοδρομία του Γιάννη Χρήστου σε μια πιο ηλεκτρική θαρρείς εκδοχή.
Βοηθούμενοι από τον καλό ήχο, οι Sans Corps ξεδίπλωσαν έτσι τη φαντασία τους, δείχνοντας γιατί είναι κάτι το ξεχωριστό και συνάμα βαθιά ποιοτικό για τα σημερινά εγχώρια πράγματα. Σε πήγαιναν από την Κόλαση στον Παράδεισο διαμέσω Καθαρτηρίου, πάντα αφήνοντάς σε με κάτι. Να οργίζεστε περισσότερο και να αγαπάτε περισσότερο. Στο τέλος, ηρεμία και λύτρωση. Καταπληκτικοί.
{youtube}zhe6id7ltXU{/youtube}