Η Πέμπτη μπορεί να είναι «το νέο Σάββατο», όπως εδώ και καιρό διατείνονται ορισμένοι, η περασμένη ωστόσο Πέμπτη, αν και 1η μέρα του Νοέμβρη, βρήκε το καλοκαιράκι να κρατά απρόσμενα και τους δρόμους της πόλης να έχουν άπλα. Εντούτοις δεν ήταν λίγοι όσοι έδωσαν το παρών στην πρεμιέρα του Στάθη Δρογώση και της Μυρτώς Βασιλείου στον Σταυρό Του Νότου, που είχε στηθεί στην club εκδοχή του (με κλειστό δηλαδή το πάνω μέρος).
Η συνάντηση αυτή ενός αναγνωρίσιμου τραγουδοποιού (ο Δρογώσης ξεκίνησε το 1999 με Τα Φώτα Που Σβήνουν, ενώ έχει σόλο καριέρα από το 2001) με μια νέα γυναικεία φωνη που τώρα κάνει τα πρώτα αποφασιστικά βήματα (η Βασιλείου είναι 23 ετών και πέρασε από τις μικρές σκηνές στη δισκογραφία μόλις το 2016) έθεσε ως στόχο της να μας πάει μια ευχάριστη νυχτερινή βόλτα με ρομαντική διάθεση. Ως προς τη διάθεση του προγράμματος, καμία αντίρρηση. Αλλά ως προς το αν η βόλτα ήταν ευχάριστη, οι ενστάσεις φοβάμαι ότι θα πέσουν βροχή.
Πιάνοντας τα πράγματα από μια απλή και βασική αρχή, η παράσταση άργησε 35 λεπτά να ξεκινήσει. Ήταν πρεμιέρα, το δέχομαι –αλλά ήταν συνάμα και Πέμπτη, που σημαίνει ότι, παρεκτός και ήσουν φοιτητής ή συνταξιούχος, είχες και ένα πρωινό ξύπνημα για δουλειά στα προσεχώς, κάτι που δεν συμβαδίζει με την επιθυμία των συντελεστών για ένα πρόγραμμα 36 τραγουδιών. Ελπίζω λοιπόν η καθυστέρηση να ήταν έκτακτη και όχι ο κανόνας.
Στη σκηνή του Σταυρού Του Νότου, παρατάχθηκαν άξιοι μουσικοί. Ίσως τα μάτια να έπεσαν περισσότερο πάνω στον Δημήτρη Στασινό, λόγω του πάθους με το οποίο έπαιξε την κιθάρα του, ωστόσο δεν υστέρησε σε επιδόσεις ούτε ο Αλέξανδρος Λιβιτσάνος (πιάνο), ούτε ο Βαγγέλης Μαρκαντώνης (μπάσο), ούτε ο Θάνος Μιχαηλίδης (τύμπανα), ούτε ο Κώστας Μιχαλός (επίσης κιθάρα). Παρατηρώντας ωστόσο το Sonic Youth μπλουζάκι του τελευταίου, δεν μπόρεσα να μην αναρωτηθώ για κάτι που επιμένει να ξενίζει σε πολλά ελληνικά προγράμματα. Γιατί τόσο στάνταρ ενορχηστρώσεις, όταν τα πράγματα κινούνται προς το ροκ; Γιατί όχι και κάτι πιο Sonic Youth;
Παρά ταύτα, οι «βάσεις» ήταν εκεί και η έναρξη με το σαββοπουλικό "Μη Μιλάς Άλλο Γι' Αγάπη" αποδείχθηκε κεφάτη, δημιουργώντας ελπίδες για τη συνέχεια της βραδιάς. Λίγο-λίγο, ωστόσο, θα διαψεύδονταν στη συνέχεια. Για μεγάλο ας πούμε μέρος του προγράμματος, η επί σκηνής «χημεία» του Δρογώση με τη Βασιλείου ήταν κακή· τα αστεία ακούγονταν κρύα, η παρουσία της νεαρής ερμηνεύτριας στις δεύτερες φωνές αποτυπώθηκε αμήχανη, το όλο κλίμα θύμιζε σε σημεία πρόβα και όχι πρεμιέρα. Μόνο αργότερα, όταν πάτησε το σανίδι και ο Κώστας Τσίρκας, βελτιώθηκαν τα πράγματα και δημιουργήθηκε μια αίσθηση παρέας.
Αλλά ό,τι δεν έβρισκαν μαζί ο Δρογώσης και η Βασιλείου, χανόταν εύκολα και όταν έμεναν μόνοι, συχνά μάλιστα χωρίς να υπάρχει κάποιος εμφανής λόγος. Είναι ψέμα δηλαδή να πει κανείς ότι οι δύο πρωταγωνιστές δεν προσπάθησαν και δεν έβαλαν τα δυνατά τους. Όμως για κάθε συμπαθητική στιγμή ερχόταν σύντομα μία άλλη, η οποία έβαζε βόμβα σε ό,τι με επιμέλεια χτιζόταν ως τότε.
Το σκωτσέζικο ντους άρχισε μάλιστα από νωρίς, απ' όταν Δρογώσης αποφάσισε να διασκευάσει το "Everybody Hurts" των R.E.M., ένα τραγούδι που δεν έπεισε ότι μπορούσε να υπηρετήσει φωνητικά και ανακάτεψε άτσαλα (εν είδει medley) με το "Να Χαθώ Στα Βήματά Σου" των Πυξ Λαξ. Το "Εκδρομή Με Τ' Αμάξι" λειτούργησε κατόπιν πυροσβεστικά, απλά και μόνο όμως για να υποστούμε στη συνέχεια μία ακόμα ψυχρολουσία, με τη διασκευή στον "Εξώστη" των Στέρεο Νόβα να κατεδαφίζει ό,τι μπορεί να έχουμε αγαπήσει σε αυτό το υπέροχο τραγούδι, το οποίο ακούστηκε ξεχαρβαλωμένο και πελαγωμένο ως προς τα πλούσια νοήματά του.
Η Βασιλείου εκτέθηκε με τη σειρά της ως αδιάβαστη στο "Dance Me To The End Of Love" του Leonard Cohen, τραγούδι που προσέγγισε γλυκανάλατα, δείχνοντας να αμελεί τη συγκλονιστική του διασύνδεση με το τέλος της ύπαρξης στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου. Μου προξένησε πραγματικά εντύπωση που ο Δρογώσης –δημιουργός ενημερωμένος, με δημόσια εκφρασμένο πολιτικό στίγμα– άφησε την παρτενέρ του να εκτεθεί έτσι, ειδικά σε χρόνια σαν και τα δικά μας, όπου τέτοιες μνήμες οφείλουν να κοινωνούνται ως ζώσες. Σε πολλά άλλα σημεία, επίσης, η ερμηνεύτρια παρασύρθηκε είτε σε άστοχους εντυπωσιασμούς (το "Ας Ερχόσουν Για Λίγο" της Δανάης, ας πούμε, δεν είναι τόπος για να δείξεις τη φωνή σου), είτε σε μια απογοητευτική απομίμηση της Νατάσσας Μποφίλιου. Είναι δηλαδή φυσικό και επόμενο ότι σε ένα πρόγραμμα όπου συμμετέχει ως 3ος της παρέας ο Κώστας Τσίρκας (ο συνθέτης με τον οποίον ξεκίνησε η Μποφίλιου) θα ακουστεί η "Ασπιρίνη" και ότι θα την πει, δικαιωματικά, η φωνή με την οποία συνεργάζεται στο παρόν. Όχι όμως έτσι, με φωνασκίες και περιττές εντάσεις.
Ίσως είναι δύσκολο να το συλλάβει όποιος δεν ήταν παρών στον Σταυρό Του Νότου, όμως το πρόγραμμα έφτασε στην καλύτερή του στιγμή όταν ο Τσίρκας πήρε την κιθάρα του και ερμήνευσε το ..."Ξανά" του Σάκη Ρουβά, με το κοινό να προξενεί έναν μικρό χαμό από κάτω. Ήταν μια ωραία εκτέλεση και μία ακόμα πιο ωραία χειρονομία ενάντια στη σοβαροφάνεια και στους ψευδεπίγραφους διαχωρισμούς του ελληνικού τραγουδιού. Αλλά και το πρώτο μέρος μιας τριπλέτας, την οποία συμπλήρωσε το "Σκόνη Και Θρύψαλα" του Στέφανου Κορκολή και ο "Τελευταίος Χορός" του Νίκου Καρβέλα και της Άννας Βίσση, με Δρογώση και Βασιλείου στην καλύτερη κοινή τους στιγμή σε όλη τη βραδιά. Που δεν θα αργούσε από εκεί και έπειτα να κλείσει, διατηρώντας τους ανοδικούς της ρυθμούς χάρη σε καλά εκτελεσμένες ευπρόσωπες επιλογές σαν το "Μην Το Πεις Πουθενά" και το "Βιαστικό Πουλί Του Νότου".
Και ο Στάθης Δρογώσης και η Μυρτώ Βασιλείου έχουν πράγματα να πουν. Και πιστεύω ότι, αν το πρόγραμμα τους κρατούσε στις δεδομένες (τον πρώτο) και στις νυν (τη δεύτερη) δυνατότητές τους, θα ήταν επιτυχημένο. Έτσι ως έχει στηθεί, όμως, βάζει στο στόμα τους μπουκιές οι οποίες δεν χωράνε, με τα αναπόφευκτα αποτελέσματα που έχει πάντα κάτι τέτοιο.
{youtube}v2XLttGvBdo{/youtube}