Μια πλούσια και γλαφυρά κεντημένη ρετροσπεκτίβα αγαπημένων του τραγουδιών παρουσιάζει τις Δευτέρες του Ιούλη ο Διονύσης Σαββόπουλος με την παράσταση «Τα Τραγούδια των Άλλων», ως επίτιμος Επισκέπτης στην Ταράτσα του Φοίβου (Δεληβοριά).
Η πολυσύχναστη ταράτσα της Ιεράς Οδού δέχτηκε λοιπόν από νωρίς το κοινό της, με ηλικίες που ανέβασαν σημαντικά τον μέσο όρο σε σχέση με ό,τι έχει συνηθίσει ο χώρος. Ο κόσμος αυτός κατάφερε ωστόσο να γεμίσει τα τραπέζια της πρώτης και της δεύτερης ζώνης, ενώ αρκετοί ήταν κι όσοι απόλαυσαν τη βραδιά από το μπαρ.
Γύρω στις 21:20, ο Διονύσης Σαββόπουλος και η κομπανία του άνοιξαν το πρόγραμμα με το "Τρεχαντήρι" του Αττίκ, σημαίνοντας τρόπον τινά ένα λαογραφικό ταξίδι στον χρόνο και στη σύγχρονη ελληνική μουσική, που έμελλε να ξεκινήσει από τη δεκαετία του 1920, για να φτάσει ως τα μέσα της τρέχουσας δεκαετίας. Με ιστορίες από την προσωπική του ζωή και τη δική του συνάντηση με τους δασκάλους, τους συμμαθητές και τους μαθητές του, ο Σαββόπουλος κλώθει μια μακρά διαδρομή με το συγκεκριμένο πρόγραμμα, μέσα από την οποία πρόσωπα παλιά ξανασχηματίστηκαν, ενώ νεότερα φωτίστηκαν υπό άλλη γωνία, μέσα από το προσωπικό του βίωμα.
Έτσι, μέσα από την αφηγηματική στόφα του Σαββόπουλου, στήθηκε μπροστά μας ο λευκοντυμένος Βασίλης Τσιτσάνης στο "Μπαξέ Τσιφλίκι", η Σοφία Βέμπο να τραγουδά "Το Πρωί Με Ξυπνάς Με Φιλιά", ο χαμογελαστός Μανώλης Ρασούλης να γράφει την Εκδίκηση Της Γυφτιάς (1978) και ο αγέρωχος Νίκος Παπάζογλου να τραγουδά το "Μπαγλαμαδάκι". Σύντομα, στο σκηνικό προστέθηκε ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου –το «παιδί από τη Λάρισα με το "Αερικό"»– ενώ από κοντά ακολούθησε και ο «συνοφρυωμένος δερβίσης από τη Χαλκιδική», ο Σωκράτης Μάλαμας με την "Πριγκιπέσσα". Ακολούθησαν πολλοί ακόμα, όλοι με μια ιστορία από τις καλά σκηνοθετημένες αναμνήσεις του Σαββόπουλου, για να φτάσει η "Κουτσή Κιθάρα" του Μάνου Λοΐζου και η εποχή που «μας έλειπαν πολλά και δεν μας έλειπε τίποτα»· την εποχή που συγκρούστηκε αργότερα με μια νέα, οπότε «είχαμε πολλά και δεν είχαμε τίποτα».
Στο 2ο μέρος της βραδιάς, στο οποίο επέστρεψε αρκετά πιο ορεξάτος, οι ιστορίες ανακαλούσαν ακόμη μεγάλους μουσικούς και συνθέτες του περασμένου αιώνα, όπως τον Γιώργο Ζαμπέτα, τον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον Γιώργο Μπάτη, τον Μάνο Χατζιδάκι.
Όσον κι αν το απέφευγε, η ώρα ήρθε για τον Διονύση Σαββόπουλο να περάσει κι από τη δική του δισκογραφία, με κάποια από τα πιο γνωστά του τραγούδια, τα οποία αποτύπωσαν και τροφοδοτήθηκαν από την αγωνία του να φτάσει ή και να ξεπεράσει όλους εκείνους τους δασκάλους στους οποίους είχε κάνει τη δική του μνεία με χιούμορ, τρυφερότητα και σεβασμό. Κάπως έτσι, οι μουσικοί έπαιξαν την εισαγωγή του "Ζεϊμπέκικου", στις δεύτερες φωνές του οποίου έκανε την έκπληξη ο Οικοδεσπότης, Φοίβος Δεληβοριάς.
Έχοντας περάσει λοιπόν από τον Αττίκ στον Ζαμπέτα, από τον Θεοδωράκη στον Χατζιδάκι κι από τη Δόμνα Σαμίου στη Σωτηρία Μπέλλου, ο Σαββόπουλος έκανε για κλείσιμο τo μεγάλο σάλτο. Αφού ακούσαμε ελαφριά, έντεχνα, λαϊκά, παραδοσιακά, είχε έρθει η ώρα να ακούσουμε και «σκυλάδικα». Κάνοντας τους περισσότερους παρευρισκόμενους να μην πιστεύουν στα αυτιά τους, το "Πες Το Μου Ξανά" του Νίκου Βέρτη ήχησε λοιπόν στην Ταράτσα του Φοίβου, στο πρώτο encore της βραδιάς.
Για το επίσημο κλείσιμο, ωστόσο, και καθησυχάζοντας όσους ενδεχομένως σοκαρίστηκαν, ο τραγουδοποιός προτίμησε το "Όταν Σημάνει Η Ώρα", που έγραψαν ο Άκης Πάνου με την Άννα Μπακιρτζή και (πρώτος) τραγούδησε ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, το 1968.
Ως καλός μαέστρος της προφορικότητας και της αφήγησης, ακόμα κι αν γλιστρούν πια κατά καιρούς οι λέξεις και οι στίχοι από το στόμα και τον νου του, ο Διονύσης Σαββόπουλος έχει συνθέσει ένα πολύ προσωπικό αφιέρωμα ως Επισκέπτης της Δευτέρας, το οποίο δεν έρχεται να κουράσει ή να εξάψει κάποιο μουσικό «γούστο». Αντιθέτως, παρουσιάζει έναν περισσότερο διασκεδαστικό χαρακτήρα, χωρίς κάτι τέτοιο να χρωματίζεται αρνητικά, σε καμία περίπτωση. Αν και, για του λόγου το αληθές, ίσως τα τραγούδια αυτά καθ’ εαυτά να ήταν αρκετά μετριοπαθή και μονότονα ως πρόγραμμα, εάν ο λόγος του Σαββόπουλου δεν τα έδενε σε μια ζωντανή ιστορία, με ευαισθησία, χιούμορ και παραστατικότητα.
Για το τέλος, αξίζει να διακριθούν οι εξαιρετικές μουσικές παρουσίες του Γιώτη Κιουρτσόγλου στο μπάσο και του Δημήτρη Ρέππα στο μπουζούκι, πλάι στον Καλλίστρατο Δρακόπουλο (ντραμς), στον Βαγγέλη Τούντα (βιολί) και στην Εύη Μάζη (φλάουτο και φωνητικά).
{youtube}IEZ5rRzAEME{/youtube}