Το έχουμε ξαναπεί, δεν ξεμπλέκεις εύκολα με τον Γιάννη Πάριο. Ο 69χρονος τραγουδιστής έχει μοναδικό γκελ στον κόσμο, ενώ διατηρεί και τη φωνή του σε καλή κατάσταση και μάλιστα με όλα τα στοιχήματα εναντίον του εδώ και μερικά χρόνια (όπως θυμάμαι από συζητήσεις μουσικών και μουσικοκριτικών). Συν τοις άλλοις, δείχνει να περνάει μια περίοδο διαολεμένου κεφιού, όπως διαπίστωσα προσωπικά και τον Σεπτέμβρη, βλέποντάς τον στο Κατράκειο, μα και όπως επιβεβαίωσα την Κυριακή το μεσημέρι, στη σκηνή της Ιεράς Οδού, παρακολουθώντας το φετινό του χειμερινό πρόγραμμα. Σημειωτέον, τραγουδούσε στην ίδια αίθουσα το προηγούμενο βράδυ μέχρι τις 5 το πρωί, όπως με πληροφόρησε σερβιτόρος. Κι όμως, η φωνή του ήταν σε πραγματικά καλή φόρμα.
Οι όποιες λοιπόν αστοχίες και καθυστερήσεις από μεριάς χώρου πρέπει (ευελπιστώ) να αποδοθούν στο μόλις μίας ημέρας πρόγραμμα. Να σημειώσω όμως ότι το προσωπικό άμεσης επαφής –βλέπε σερβιτόροι– ήταν ευγενέστατοι και τάχιστοι, τα δε σκεύη του μαγαζιού καθαρά από ενοχλητικούς λεκέδες πολυποσίας. Τα καθίσματα βέβαια δεν είναι άνετα για την 6ωρη σχεδόν διάρκεια της παράστασης, σε καμία πάντως περίπτωση δεν θα σηκωθείτε πιασμένοι. Επιπλέον, η Ιερά Οδός διαθέτει θαυμάσιο εξαερισμό, ενώ, σε όποια θέση και αν κάτσετε, θα έχετε όχι μόνο καλή θέα προς τη σκηνή, αλλά θ' απολαύσετε και καλό ήχο. Μόνο τα φώτα φρονώ ότι θέλουν ακόμα στρώσιμο: έδειξαν υπερβολικά και ψυχρά, σε διάφορα σημεία.
Η ορχήστρα είναι καλοδουλεμένη και παίζει με ελαστικότητα, αποφεύγοντας έτσι την κλασική βαρεμάρα που συναντάμε πολλές φορές στις μεγάλες πίστες. Αντίθετα, είδαμε πολλές φορές τους μουσικούς να χαμογελούν, σημάδι καλών συνθηκών εργασίας σε όλα τα επίπεδα. Η σκηνή είναι έτσι κι αλλιώς γενναιόδωρη: δεν στριμώχνει μήτε τους εκτελεστές, μήτε τους ερμηνευτές.
Οι Stavento –προεξέχοντος του Μιχάλη Κουινέλη, φυσικά– στέκονται πολύ καλά live. Ομολογώ μάλιστα ότι, παρ'όλο που μου είναι συμπαθές το σχήμα, δεν ήξερα αν μπορεί να κολλήσει τον κώδικά του σε ένα τέτοιο πρόγραμμα. Όμως η ευελιξία του Μιχάλη αποδείχθηκε παροιμιώδης και οδήγησε έτσι σε μια στιβαρή παρουσία, με καλά φωνητικά και πηγαία κίνηση. Ασχέτως επίσης αν ορισμένα αστεία ρέπουν επικίνδυνα προς έναν αφοπλιστικά αφελή μικροαστισμό σχετιζόμενο με σεξ και ομοφυλοφιλία, διασώζονται λόγω της έμφυτης ικανότητας του Μιχάλη να μαζεύει εύκολα τον εκάστοτε πλαταγισμό της ρίμας του, όταν δει ότι δεν λειτουργεί.
Αντιθέτως η Μελίνα Ασλανίδου, ενώ σαφώς κερδίζει «από τα αποδυτήρια» το κοινό –που ουκ ολίγες φορές τη συνόδευσε τραγουδώντας, χωρίς καν να χρειάζεται την παρότρυνσή της– ρέπει προς μια εύκολη διατύπωση των τραγουδιών της. Συχνά έτσι, έδωσε την εντύπωση ότι αφήνει την έννοια «ερμηνεία» στα καμαρίνια.
Ο Γιάννης Πάριος, πάλι, την ερμηνεία την έχει πάντα στην εμπροσθοφυλακή. Δεν αποδίδει, αλλά κυριολεκτικά παραδίδει κάθε τραγούδι προς κρίση των ακρατών του, σε επίπεδο όχι μόνο ακριβοθεσίας της φωνής, μα και εμφατικότητας στον χρωματισμό και στην παροιμιώδη λυρικότητα των χορδών του. Με χιούμορ αφοπλιστικό –και προς το κοινό, αλλά και προς τη μπάντα που τον συνοδεύει– κατόρθωσε να σκορπίσει χαμόγελα σε ελάχιστο χρόνο. Και αν σας φαίνεται απλό κάτι τέτοιο, κάντε ένα flashback του πότε έγινε τελευταία αυτό (και το κυριότερο, εύκολα) σε συναυλία που παρακολουθήσατε.
Με τον Πάριο να άδει, ξεχνάς το κοινό που το απασχολεί να πετάξει γαρίφαλα για να επιδειχθεί, παραβλέπεις τη σφαδάζουσα σπαζαρχιδισμού παράταξη ταμπλέτων και κινητών τηλεφώνων σε hot σημεία της παράστασης, αδιαφορείς για τα ελαφρώς ελαφρά video που προβάλλονται πίσω από τους συντελεστές ή για τις κυρίες που κουβεντολογούν συνεχώς (και όχι πάντα για θέματα τα οποία αφορούν τα μουσικά τεκταινόμενα), και για όσους κυρίους έχουν τελειώσει το φιλέτο τους και κοιτούν τις λουλουδούδες.
Ο Γιάννης Πάριος έχει την ίδια επίδραση στην ψυχή με τον Brian Wilson, όταν ακόμα και σήμερα σέρνει τα χέρια του πάνω στο κλαβιέ τραγουδώντας το "Would It Be Nice?". Εξάλλου περί της ίδιας ουτοπικής χώρας του έρωτα τραγουδούν.
{youtube}ZsmA4qmomWY{/youtube}