Ομολογώ μια ελαφρά επιφύλαξη καθώς κατέβαινα βιαστικά την Καραγιώργη Σερβίας για να φτάσω στο Faust (ελαχίστως καθυστερημένος, ως συνήθως). Είχα βέβαια ξεκινήσει για συναυλία, φοβόμουνα όμως μήπως κατέληγα σε ρετρό χοροεσπερίδα, με σουίνγκ παπούτσια, σουίνγκ κουρέματα, σουίνγκ κουστούμια και όλα αυτά τέλος πάντων που, για κάποιον λόγο, έχουν ανασυρθεί από το συλλογικό υποσυνείδητο της ποπ κουλτούρας σε μορφή κατάλληλη για άμεση κατανάλωση.
Ευτυχώς, η βραδιά δεν εξελίχθηκε έτσι. Η συνεργασία της Sugahspank! με τους Swing Shoes δεν χρειάζεται αυτή την απόλυτη ταυτοποίηση με ένα και μόνο στυλ για να σταθεί. Χρησιμοποιεί βέβαια το σουίνγκ, όπως χρησιμοποιεί και τα μπλουζ, τα γκόσπελ, την τζαζ ή το φανκ· το επικαλείται, όμως, για να ευεργετηθεί απ’ τη ζωντάνια του, όχι για να εγκλωβιστεί σε μια αυστηρή, τυπολογική μίμηση.
Τέλος πάντων, το ρεπερτόριο την Κυριακή το βράδυ ήταν αρκετά ευρυγώνιο, ικανό να χωρέσει όλα τα παραπάνω. Και η μπάντα που το επιτελούσε (εννοώ το σύνολο Sugahspank & The Swing Shoes) είχε μια άνεση να κινηθεί μέσα σ’ αυτό το φάσμα, προσθέτοντας τη δική της ανάγνωση –η οποία ήταν ομολογουμένως αρκετά διαβασμένη, μολονότι προσωπικά θα την προτιμούσα ελαφρώς πιο λοξή.
Το πρόγραμμα διέθετε μπόλικες διασκευές, είχε όμως και αρκετά δικά τους κομμάτια, από τον περσινό δίσκο A Holy Show, καθώς και μερικά καινούργια. Ξεχώρισα τις εκτελέσεις στο παλιό γκόσπελ “Satan Your Kingdom Must Come Down”, στο μπλουζ του Lead Belly “How Long” και στο “Make It Rain” του Tom Waits, ενώ απ’ τα πρωτότυπα μου άρεσε ιδιαίτερα το “Triple Call Your Name” για το… coolness του και τους ωραίους του τονισμούς, αλλά και το “Kind To Me” για τον παιχνιδιάρικο ρομαντισμό του.
Ερμηνευτικά, νομίζω πως τα δυνατά σημεία της Γεωργίας Καλαφάτη είναι ήδη γνωστά: συμπυκνώνονται στον αφορισμό «μια Πειραιώτισσα με αφροαμερικάνικο λαρύγγι», εννοώντας ότι είναι (και το απέδειξε) μια τραγουδίστρια που μπορεί να περπατήσει τους δύσκολους δρόμους της συγκεκριμένης μουσικής κουλτούρας. Εντύπωση μου έκανε όμως και η πολυπραγμοσύνη του Γιώργου Κούτρα, ο οποίος έπαιξε ηλεκτρική κιθάρα, slide κιθάρα και κλαρινέτο και ήταν η συνηθέστερη πηγή ηχητικών εκπλήξεων (κυρίως όταν έπιανε τα δύο τελευταία). Από κοντά κι ο Άδωνις Γουλιέλμος στην ηλεκτρική κιθάρα, έμπλεκε όμορφα τις μελωδικές του γραμμές μ’ εκείνες του Κούτρα, ενώ στα ρυθμικά στάθηκε εξαιρετικός ο Πάνος Τομαράς στο μπάσο (ένα ηλεκτρακουστικό μπάσο, που πλησίαζε την ηχητική του κοντραμπάσου), βαστώντας με σιγουριά το γκρουβ μαζί με τον Βαγγέλη Κασβίκη, ο οποίος ακολουθούσε με τα τύμπανα. Χρήσιμες και οι πινελιές του Ιάκωβου Κρόκου με τη φυσαρμόνικα.
Δεν εντυπωσίασαν οι Sugahspank & The Swing Shoes (για κάτι τέτοιο μάλλον είναι αναγκαία συνθήκη, αν και όχι από μόνη της ικανή, εκείνη η λοξή ματιά για την οποία λέγαμε παραπάνω)· δεν είχαν όμως και κοιλιές στη περίπου 1,5 ώρα –ίσως και κάτι παραπάνω– που βρέθηκαν στη σκηνή. Νομίζω, έτσι, πως ικανοποίησαν το σύνολο όσων κατηφόρισαν προς το Faust το βράδυ της Κυριακής. Και όντως, οι 6 μουσικοί μπόρεσαν να κάνουν τη μουσική τους να ρέει όμορφα, ακόμα και αν της λείπουν οι αιχμές που θα την έκαναν κάπως πιο προσωπική και λιγότερο generic.
{youtube}CSZg8_lEmno{/youtube}