Και «ψυχεδελική» και «νέα» η μουσική που ακούσαμε το Σάββατο το βράδυ στο Ρομάντσο. Τουλάχιστον έτσι την ήθελε ο τίτλος του φεστιβάλ. Προσωπικά, ομολογώ ότι αναρωτήθηκα και για τα δύο. Λέμε ας πούμε ψυχεδέλεια, αλλά τι ακριβώς εννοούμε; Μια συγκεκριμένη γενεαλογία, έναν δεδομένο τρόπο μουσικής έκφρασης ή μια επιδιωκόμενη επίδραση της μουσικής σε ερμηνευτές και ακροατές; Δεν θα μπλέξουμε όμως με ορισμούς, επί του παρόντος· χρεώστε αν θέλετε σε μία τυπολογική εμμονή μου τη σκέψη ότι τα τεκταινόμενα διατηρούσαν μια χαλαρή μόνο σχέση με την ουσία της ψυχεδέλειας, όπως τουλάχιστον την έχω στο δικό μου μυαλό.
Όσο για το «νέα»… Ήταν νέα, τουλάχιστον τυπικώς, καθώς τα συγκροτήματα που συμμετείχαν στο φετινό ΨΧ είναι αυτό που λέμε «φρέσκο αίμα», με μόνο τους Callas να έχουν ιστορία που ξεπερνάει την 5ετία. Για το ουσιαστικό τώρα του ζητήματος, θα πρότεινα (ως μια γενική παρατήρηση) να μη βιαζόμαστε να αναγορεύσουμε κάτι ως «νέο», ιδίως όταν αυτό έχει μια τάση να ψάχνει στο παρελθόν για έμπνευση. Προφανώς και σε λευκή κόλλα δεν μπορεί να γράψει κανένας, αλλά εκείνο που έχει σημασία δεν είναι ένας χαρακτηρισμός, μα το τι κάνει ο καθένας με τις επιρροές του: πόσο έτοιμος είναι να ξεφύγει από τις κανονιστικές προσταγές τους.
Περνώντας στα πρακτικά, ας σημειωθεί στα θετικά η σχετικά πιστή τήρηση του προγράμματος, καθώς και η προσέλευση του κόσμου. Που ήταν αρκετά ικανοποιητική, αν και δεν νομίζω να έφθασε αυτή της Παρασκευής, για την οποία η διοργάνωση έκανε λόγο για sold-out.
Τις συναυλίες του Σαββάτου άνοιξε το τρίο των Azraq Sáhara. Δύο κιθάρες και ένα σετ τυμπάνων που κινούνταν μεταξύ της ομορφιάς του απλού και της κοινοτοπίας του απλοϊκού. Χωρίς ιδιαίτερες εκρήξεις, αλλά και χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις. Οι Azraq Sáhara έδιναν προτεραιότητα σε μια ατμοσφαιρική ποπ και εν μέρει μόνο δικαιώνονταν για την επιλογή τους. Είχαν ορισμένες όμορφες μελωδίες, ίσως και κάποια κιθαριστικά θέματα τα οποία προσπαθούσαν να βρουν διεξόδους, τελικά όμως το εκφραστικό τους εύρος έμοιαζε αρκετά περιορισμένο και τα μοτίβα τους μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού. Δεν ήταν κακή η εμφάνισή τους, όμως δεν είχε και πολλά για να σε κάνουν να καρφωθείς σε ό,τι ακούς.
Γύρω στις 10:30, στη σκηνή ανέβηκαν οι Θεσσαλονικείς Psychedelic Trips To Death. Τρίο κι ετούτοι, αλλά με πολύ διαφορετικούς προσανατολισμούς. Χρησιμοποιούσαν μία ομίχλη από παραμορφώσεις, μέσα από την οποία έβγαινε ένας ροκ χαρακτήρας αρκετά παρόμοιος με αυτόν των Black Rebel Motorcycle Club ή γενικότερα των συγκροτημάτων που προχώρησαν με τον λόγο των Jesus & Mary Chain για ευαγγέλιο. Ίσως κάποιες φορές έπαιρναν και κάτι από τη μεταμοντέρνα αλητεία των Dirty Beaches, αλλά και πάλι οι πατούρες ήταν πεπερασμένες, ενώ οι δυναμικές δεν βοηθούσαν, όντας μοιρασμένες σε 2-3 επίπεδα στην κλίμακα quiet/loud. Δεν ξέρω επίσης αν λειτούργησε υπέρ τους και η υφή των ρυθμών, με τα τύμπανα να βγαίνουν μέσα από ένα λάπτοπ, και συνήθως να παραμένουν απλώς αυτό: προηχογραφημένα τύμπανα, όχι ηλεκτρονικά μπιτ. Είχαν ωστόσο έναν τσαμπουκά και μια έκρηξη, η οποία ισοστάθμιζε κάποια από τα παραπάνω.
Σειρά, καμιά ώρα αργότερα, για τους A Victim Of Society. Εδώ ο ντράμερ ήταν... ζωντανός, από το λάπτοπ έβγαινε ορισμένες φορές ο προηχογραφημένος μπασίστας. Συνεχίζω να το αναφέρω, γιατί και εδώ το λάπτοπ δεν χρησίμευσε για να προσθέσει, αλλά απλώς για να υποκαταστήσει δυνατότητες. Και νομίζω πως οι A Victim Of Society θα είχαν μόνο να κερδίσουν αν έβαζαν και τις μπασογραμμές να επεμβαίνουν στο επιτόπιο της rhythm section: θα ήταν κάτι που θα τους έκανε πληρέστερους.
Τέλος πάντων, έβρισκαν ορισμένες διεξόδους, ακόμα κι αν δεν έκαναν κάτι σημαντικά διαφορετικό σε σχέση με τους Psychedelic Trips To Death. Κυρίως μέσα από κιθαριστικά θέματα, αλλά και μέσω του δυναμισμού που έδινε ένας αρκετά ενεργητικός ντράμερ. Κράτησαν έτσι το ενδιαφέρον του κοινού (που εντωμεταξύ είχε σχεδόν γεμίσει το Ρομάντσο), ίσως όχι με αμείωτη ένταση, πάντως με αρκετή ώστε να μεταδοθεί ο παλμός από τη σκηνή στο ακροατήριο. Χειροκροτήθηκαν δικαίως και έφυγαν μετά από ένα γεμάτο, ωριαίο σετ, δίνοντας τη σκυτάλη στους headliners της βραδιάς.
Οι Callas βγήκαν λίγο πριν τη 1:00 και έδειξαν από νωρίς τις διαθέσεις τους, παίζοντας ένα δεκάλεπτο κομμάτι με μονολιθική ρυθμολογία, εντάσεις που σφυρίζουν και μπόλικο θεατράλε στην κινησιολογία τους. Με το τελευταίο, εννοώ μια περιττή ένταση στις κινήσεις (η οποία θα επαναλαμβανόταν ανά στιγμές και με διάφορους τρόπους στη συνέχεια του σετ)· μια διάθεση να βγει προς τα έξω ένα μελετημένο χάος, αυτό το «επιμελώς ατημέλητο».
Αρέσκονται σε τέτοιες αντιφάσεις οι Callas, σε βαθμό που τις χρησιμοποιούν ως κύριο εργαλείο. Και πραγματικά δεν μπορώ να καταλήξω αν εκεί κρύβεται η μεγαλύτερη αδυναμία τους ή το βασικότερο όπλο τους. Διότι εκεί που σου φαίνεται ότι το όλο πράγμα μοιάζει αρκετά επιτηδευμένο, εκεί ακριβώς σου αποκαλύπτεται και μια ανατρεπτική διάθεση, η οποία μπερδεύει το ηθελημένο με το αθέλητο, το καλλιτεχνικό με το άτεχνο, το προσεκτικά δομημένο με το εντελώς ξεχαρβαλωμένο.
Δείτε, ας πούμε, και τα τραγούδια τους. Την ίδια στιγμή που έχουν μια ποπ αφέλεια, καμουφλάρονται με μια αρτιστίκ punk διάθεση, έτσι ώστε το ένα στοιχείο να υπονομεύεται διαρκώς από το άλλο. Τόσο που δεν ξέρεις αν πρέπει να τους πάρεις στα σοβαρά ή να γελάσεις. Πρόκειται για μια λεπτή γραμμή και η αλήθεια είναι ότι οι Callas δεν καταφέρνουν πάντοτε να τη διασχίσουν με επιτυχία. Όμως και μόνο το γεγονός ότι είναι διατεθειμένοι να την περπατήσουν, καταχωρείται στα θετικά. Συν βεβαίως το γεγονός ότι δεν λείπουν και οι στιγμές που το αυτοϋπονομευτικό rock 'n' roll τους χτυπάει μια κάποια φλέβα.
{youtube}dnaCnFiTaJ8{/youtube}