Μεγάλο πράγμα η επιστροφή στις ρίζες. Όχι σε πλαίσιο νοσταλγίας, αλλά σαν υπενθύμιση όσων κάποτε θεωρούσαμε σημαντικά –για να βρίσκουμε ξανά την αρχή ενός νήματος. Όταν πρόκειται δε για ένα τόσο θρυλικό και τόσο αιρετικό σχήμα όπως οι Μουσικές Ταξιαρχίες, μιλάμε για την κινητήρια δημιουργική δύναμη του Τζίμη Πανούση. Ο οποίος ενέταξε δημιουργικά τον πύρινο λόγο του σε ροκ φόρμες και τις ευρηματικές του στιχουργικές τερατογεννήσεις σε τραγούδια τα οποία ακούγονται ακόμα επίκαιρα χάρη στην καθαρτήρια εκείνη έλλειψη σεβασμού, που τα έκανε διαχρονικά.
30 χρόνια μετά τη ζωντανή ηχογράφηση του Hard Core (1985), ο Τζιμάκος επέστρεψε λοιπόν στον τόπο του εγκλήματος –στο Κύτταρο– μαζί με τα ιδρυτικά μέλη των Μουσικών Ταξιαρχιών: τον Δημήτρη Δασκαλοθανάση, τον Γιάννη Δρόλαπα και τον Σπύρο Πάζιο (χωρίς δυστυχώς τον πρόσφατα θανόντα Βαγγέλη Βέκιο). Κι αυτό που μας χάρισε στο πρώτο μέρος της συναυλίας ήταν μια παρέλαση τραγουδιών από τα δύο επίσημα άλμπουμ τους (το ομώνυμο του 1982 και το Αν Η Γιαγιά Μου Είχε Ρουλεμάν του 1984), αλλά και από την παράνομη κασέτα που είχαν κυκλοφορήσει από χέρι σε χέρι το 1980.
Από το εναρκτήριο "Disco Tsoutsouni" μέχρι το encore με όλα τα μέλη μαζί στη σκηνή (παλιά και καινούρια), ο Τζιμάκος ερμήνευσε ακούραστος σχεδόν, με τη setlist στο δεύτερο μέρος –όπου ανέβηκαν στη σκηνή και ο Αλέκος Αράπης με τον Κώστα Πεπέρογλου– να επεκτείνεται και στην προσωπική του δισκογραφία. Έτσι, ακούσαμε λ.χ. το σπαραξικάρδιο “Ερωτικό”, το trans gender δράμα του “Ένα Τραγούδι Για Τον Χειμώνα”, το χαρωπό «One Song For The Calavrita Place», το καταγγελτικό "Εκλογές", το τραγούδι-σύνθημα "Γαμάτε Γιατί Χανόμαστε", το περιπαικτικό "Πάρε Το Χαπάκι Σου", το συγκινητικό "Για Τη Γιορτή Της Μητέρας", το "Μια Ασπρόμαυρη Μικρή Φωτογραφία", αλλά και το "Νύχτες Της Μόσχας" για τα γεγονότα του Χημείου, που πλέον ακούγεται σπάνια.
Οι γνώριμοι εχθροί και η συνήθης σημειολογία του έργου του ξαναγεννήθηκε με αξιώσεις στη σκηνή του Κυττάρου. Η παμφάγα σέκτα του σοσιαλισμού, οι «Ιεχωβάδες» του Περισσού, ο Νταλάρας, η μικροαστική υποκρισία, ο ήλιος της Αλλαγής, οι μπάτσοι, το Χημείο, ο κρετινισμός του μικρομεσαίου, τα αιδοία και τα ατελείωτα ευφυολογήματα με τα οποία χρόνια τώρα κατεδαφίζει τα πολιτιστικά και αισθητικά σύνορα, χωρίς να μπασταρδοποιεί τα ευρήματά του.
Είναι πραγματικά άξιο θαυμασμού το γεγονός ότι ο Πανούσης δεν έκανε καθόλου οικονομία δύναμης και έκφρασης, δίνοντας τον καλύτερό του εαυτό σε κάθε τραγούδι για 2,5 ώρες συνολικά. Μας θύμισε έτσι τις απολαυστικές εμμονές του σαν λεκτικός εμπρηστής και την παρεμβατική του δύναμη σαν σαμποτέρ-λογοπλάστης, σε μια προσπάθεια υπέρβασης των κατεστημένων.
Το "Κάγκελα Παντού", το "Μάγισσα Μανούλα", το "Φασμπίντερ Και Ξερό Ψωμί", το "Παρδαλό Τζιτζίκι" και το "Ούζο Power" δημιούργησαν αστραπιαίες νοητικές αντιδράσεις στο κατάμεστο Κύτταρο. Τα λιγότερο «αστεία» και πιο επιθετικά "Φάτε Τους", "Είμαι Γυφτάκι", "10.000 Watt" και "Ναγκασάκι" μας θύμισαν τη λογοκρατούμενη μουσική ευφυΐα των ηχογραφήσεων, αποδεικνύοντας ότι ο διάλογος που αυτά τα τραγούδια άνοιξαν με το (συνεχώς ανανεωμένο) ακροατήριο του Πανούση, δεν έληξε ποτέ.
Μετά από τόσα χρόνια σε παραστάσεις σε μεγάλα κέντρα διασκεδάσεως –μια πορεία που σίγουρα έχει κάνει τον κύκλο της– θεωρώ πως αυτή η επιστροφή στις ρίζες ήταν για τον Τζιμάκο το πιο ευεργετικό πράγμα που έχει συμβεί στην καριέρα του εδώ και πολλά χρόνια. Η αμεσότητα και ο αυθορμητισμός του στο encore με τα "USA For Marketing", "Σουζάνα" και "Νεοέλληνας", το απέδειξε περίτρανα.
{youtube}Xgp7QtVvtro{/youtube}