Ήταν ακριβώς μία ημέρα πριν την Πρωταπριλιά, οπότε δεν θα μπορούσε να 'ναι ψέμα: ορμώμενος εκ Κοζάνης, ύστερα μάλιστα από αρκετό καιρό, ο ακριβοθώρητος λόγω της σποραδικότητας των εμφανίσεών του Νίκος Χαλβατζής ήταν στ' αλήθεια ολοζώντανος με το γκρουπ του στην Αθήνα. Τον είδαμε ν' ανεβαίνει στο πάλκο του Σταυρού του Νότου λίγο μετά τις 22.30, συνοδευόμενος από τους Δημήτρη Γρηγοριάδη (τύμπανα), Κώστα Τσιώλη (ηλεκτρικό πιάνο Rhodes και synth), Παντελή Ραβδά (μπάσο Rhodes) και Σταυρούλα Σπανού (σαντούρι).
Η προσέλευση μικρή, αλλά η ατμόσφαιρα φιλική, με την πρέπουσα προσήλωση και την επιθυμητή ησυχία εκ μέρους του κοινού. Όλα ήταν λοιπόν ιδανικά για να παίξει ο Χαλβατζής ενώπιόν μας τα τραγούδια του Άλφα Ζεύγους, του 3ου κατά σειρά άλμπουμ του, το οποίο έχει ξεχωρίσει για την ιδιότυπή του εναλλακτική ποπ, με τις αποκλίσεις προς παραδοσιακά ακούσματα, πάντοτε όμως σε στίχο ελληνικό. Μια δουλειά πολλά επίπεδα ανώτερη απ' ό,τι έχουμε ακούσει μέχρι τώρα εκ μέρους του, μα και με πλείστες και ποικίλες ηχητικές προκλήσεις να καραδοκούν στο άκουσμά της.
Χαιρετώντας μας λακωνικά και ξεκινώντας με τον "Φυγά" (από το Γκόλεμ # του 2010), ο τραγουδοποιός μάς έβαλε αμέσως στο κλίμα: καθισμένος περίπου στο μέσο της σκηνής, αγκαλιά με μια ηλεκτρική σκαφάτη κιθάρα, οδήγησε το γκρουπ του αποφασιστικά. Και με την καθάρια, βαθιά φωνή του –άλλοτε λίγο αυτοσαρκαστικός, άλλοτε γεμάτος συναίσθημα– μας τραγούδησε αισθαντικά και φορές-φορές καθηλωτικά, κάτω από έναν επιβλητικό, χαμηλό φωτισμό. Επιπλέον, με πινελιές από το σαντούρι και με τις μελωδικές γραμμές του πιάνου και των πλείστων εφέ και synthesizer, η μπάντα κάλπασε ανένδοτη στον ηλεκτρισμένο κόσμο που πλάθουν τα τραγούδια του.
Το ρεπερτόριο της βραδιάς ξεδιπλώθηκε δυναμικά και με τον πιο φλεγόμενο τρόπο, παρ' ό,τι η αγαπημένη μου "Μικρή Φλεγόμενη" δεν έμελλε ν' αναδυθεί. Ο Χαλβατζής και η μπάντα του έκαναν όλες τις απαραίτητες στάσεις στην tracklist του Άλφα Ζεύγους (από τον "Ζητιάνο" στο ανατριχιαστικό "Πέρασμα" κι από το δυνατό "Βίκτωρ Λόρντ Μπάτλερ" στο post-ζεϊμπέκικο "Πυροφάνι", μα και στο «σχεδόν hit» "Ο Άνθρωπος Με Το Μικρότερο Σπίτι Στον Κόσμο"), χωρίς να παραλείψει και μοναδικά τραγούδια ("Διάδοχος", "Κήρυκας") από το Πλάνο Εξόδου –το ντεμπούτο του. Το διάλειμμα ήρθε ύστερα από μια συγκλονιστική "Ρεσεψιόν", δίνοντάς μου τη ευκαιρία να συνειδητοποιήσω ότι μέχρι τότε είχα παρακολουθήσει σχεδόν απνευστί τη μουσική τελετουργία που τελείτο μπροστά μου.
Τα τραγούδια του Νίκου Χαλβατζή τα 'χω ειλικρινά λατρέψει και με συντροφεύουν συχνά στις διαδρομές μου. Ακόμα όμως και με την απαιτούμενη για μια ανταπόκριση αποστασιοποίηση, βρήκα τη ζωντανή απόδοσή τους εξαίσια. Υπήρχαν δηλαδή φορές που το γκρουπ πυροδοτούσε ηλεκτρισμένες ριπές και ρυθμικά ξεσπάσματα προς πάσα κατεύθυνση, ενώ άλλοτε οι δυναμικές έπεφταν στα τάρταρα της ανθρώπινης ύπαρξης και ακοής, έτσι ώστε να αναδειχθούν οι λεπτομέρειες τόσο των πτυχών της συγκινητικής φωνής του Χαλβατζή, όσο και των ηχητικών τερτιπιών που άφηναν λάσκα οι συνοδοιπόροι του. Με αναφορές τόσο στις πρόσφατες αναζητήσεις των Radiohead, όσο και στην ηχητική προσέγγιση των Mogwai και των Godspeed Υou! Black Emperor, μα και με «Νιρβανίζουσες» δομές και τεχνοτροπίες σε άλλα σημεία, η μπάντα δεν κράτησε τις επιρροές του αρχηγού της για πάρτη της.
Στο δεύτερο μέρος έκανε την εμφάνισή του ένα πλαστικό παιδικό πιανάκι για χάρη μιας οργανικής σύνθεσης, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως εισαγωγή στο τι θα επακολουθούσε. Εδώ πρωτοστάτησαν κυρίως επιλογές από τα δύο πρώτα άλμπουμ, ενώ δύο υπέροχες διασκευές αποκάλυψαν την επάρκεια και το περαιτέρω ταλέντο του Χαλβατζή: "The Rip", από το 3ο άλμπουμ των Portishead και "Flowers Never Bend After The Rainfall", από το (επίσης 3ο) άλμπουμ των Simon & Garfunkel Parsely, Sage, Rosemary And Thyme· αμφότερα τραγουδήθηκαν με ψυχή και εξαίσια αισθαντικότητα.
Όταν ο Χαλβατζής δεν στεκόταν μόνος με μια κιθάρα ή έναν μπαγλαμά, η ομάδα του δημιουργούσε πλούσια ηχητικά τοπία, «στοιχειωμένες» ατμόσφαιρες και συριγμούς από το υπερπέραν, συμπληρώνοντας ιδανικά την τραγουδοποιία και τις διηγήσεις του. Με φωνή καθαρή και σωστά ζυγισμένη, εκείνος εξιστορούσε κάθε ανατροπή και κάθε μικρή ή μεγάλη περιπέτεια στην ύπαιθρο και στα αστικά κέντρα, περιγράφοντας εικόνες τούτου του κόσμου μέσα από ένα φίλτρο αλλόκοσμο, μεταφορικό. Θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς πως, ενώ όλοι βιώνουμε την πεζή καθημερινότητα ανέμελοι, ανυποψίαστοι, οι ερμηνείες για το τι μπορεί να σημαίνει κάθε τι που συμβαίνει δίπλα μας ή η λήθη εκείνων που έχουν ουσία, μας διαφεύγουν πάραυτα και αδίκως. Είναι γεγονός: εάν ένας τραγουδοποιός δύναται να πυροδοτήσει τέτοιους συνειρμούς και τέτοιες σκέψεις, δεν μπορεί αυτό να μην έχει παραπάνω αξία από την υποκειμενικότητα μιας απλής προσωπικής κατάθεσης.
Όπως και να 'χει, το βράδυ της Τρίτης υπήρξε ονειρεμένο, είτε πρόκειται για «όνειρα γλυκά», είτε για εφιάλτες που ξαναζωντάνεψαν εμπρός μας, υπενθυμίζοντάς μας τι έχει ουσία ή τι μπορούμε να χάσουμε, ακόμα κι αν βρίσκεται μπροστά στα μάτια και στ' αυτιά μας. Τέτοια στοιχεία αποτελούν κατ' εμέ και το νέο ελληνικό τραγούδι που διαθέτει ένα κάποιο ειδικό βάρος: εκείνο δηλαδή που εκπροσωπεί επάξια ο Νίκος Χαλβατζής, με την αυθεντικότητα, τη μαστοριά του, μα και με τη «χειροποίητη», άγρια κι αληθινή ποιότητα που αποπνέει το υλικό του. Μακάρι να τον ξανακούσουμε συντομα στην Αθήνα.
{youtube}n5DcOy3-LKc{/youtube}