Ανάγκα και θεοί (της νύχτας) πείθονται; Να ώθησαν άραγε τα αδιέξοδα της άτιμης της Κρίσης έναν σούπερ σταρ σαν τον Γιάννη Πλούταρχο να αφήσει τα συνήθη μαγαζιά και να δοκιμαστεί στο πλάι του Μίμη Πλέσσα; Να ήταν καλλιτεχνικά τα κίνητρα; Ή ένας συνδυασμός, τύπου το τερπνόν μετά του ωφελίμου; Τα σκεφτόμουν όλα τούτα πηγαίνοντας προς το Παλλάς την Παρασκευή και είχα τις αμφιβολίες μου. Κάπου μέσα μου, ωστόσο, εντόπιζα και μια πίστη στο εγχείρημα. Ένα «μπορεί και να...», το οποίο ως το τέλος της βραδιάς είχε μετατραπεί από πιθανότητα σε βεβαιότητα. Μια θριαμβευτική μάλιστα βεβαιότητα.
Γιατί θριάμβευσε ο Πλούταρχος αντιμετωπίζοντας τα τραγούδια του Πλέσσα. Με εξέπληξε ευχάριστα, συγκινητικά, εμένα που πλην ελαχίστων εξαιρέσεων βρίσκω το ρεπερτόριό του ανυπόφορο και τον ίδιο εγκλωβισμένο σε μια κλαψιάρικη μανιέρα. Με βάση αυτά τα δεδομένα, το περισσότερο που έλπιζα ήταν να φανεί στοιχειωδώς επαρκής, στοιχημάτιζα δε πως θα πατούσε πάνω στο παράδειγμα του Γιάννη Πουλόπουλου και θα τα έβγαζε πέρα απλά και μόνο επειδή η φωνή του διαθέτει ορισμένα κοινά ηχοχρώματα. Δεν ήμουν προετοιμασμένος για έναν τραγουδιστή διατεθειμένο να τα δώσει όλα, που αληθινά θα πάσχιζε για το καλύτερο μέχρι σήμερα ερμηνευτικό του πρόσωπο, αλλά και για εκείνο το κάτι παραπάνω, το οποίο θα έδινε μια πιο εξατομικευμένη νότα σε ένα τόσο στάνταρ ρεπερτόριο.
Η καλή μέρα, από το «πρωί» φάνηκε: η έναρξη της συναυλίας με το “Όλα Δικά Σου” μπορεί να μην υπήρξε καθηλωτική, στάθηκε όμως δείκτης πως η βραδιά θα ξεπερνούσε τις καχύποπτες προσδοκίες μου. Δεν ξέρω αν τις μοιραζόταν το κοινό που είχε γεμίσει κατά τα 2/3 περίπου το Παλλάς, γιατί δεν μπορούσα να βγάλω άκρη με τη σύστασή του· οπωσδήποτε, δύο κόσμοι είχαν συναντηθει εκεί στη Βουκουρεστίου και κάθονταν –κάπως άβολα– ο ένας δίπλα στον άλλο. Κάτι σεβάσμια ζευγάρια πέραν της μέσης ηλικίας ήταν το κοινό του Μίμη Πλέσσα, κάτι νεότερα ζευγάρια μα και κάτι γυναικείες συντροφιές είχαν ένα έκδηλα πιο λαϊκό προφίλ και δεν έκρυβαν πως το δικό τους επίκεντρο της προσοχής ήταν ο Βοιωτός τραγουδιστής. Στην πορεία του λάιβ, πάντως, ανακατεύτηκαν και ξεπέρασαν την όποια αμηχανία της συγκατοίκησής τους.
Βοήθησε βέβαια σε αυτό και η άριστη ορχήστρα που συνόδευσε τους πρωταγωνιστές. Γιατί, υπό τη στιβαρή καθοδήγηση του Νάσου Σωπύλη –ο οποίος στεκόταν εκεί στα δεξιά όπως βλέπαμε τη σκηνή, καθισμένος πίσω από τα Roland πλήκτρα του– υπήρξαν τα παιξίματα εκείνα τα οποία έφτιαξαν κλίμα και οδήγησαν στις κάμποσες κορυφώσεις του λάιβ. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει στα μπουζούκια της παρέας, τον Γιώργο Παχή και τον Νίκο Κατσίκη. Μια ιδιαίτερη όμως αναφορά αξίζει και στη Fide Köksal. Μπορεί η συμμετοχή της να ήταν σχεδιασμένη υποστηρικτικά, με στόχο να παίρνει μερικές ανάσες ο Πλούταρχος στο πρώτο και στο δεύτερο μέρος της συναυλίας, η ίδια όμως συμπεριφέρθηκε πρωταγωνιστικά. Χάρμα οφθαλμών στο κομψότατο φόρεμά της, επιβλήθηκε στη σκηνή, επέδειξε ταιριαστή με τα κομμάτια κινησιολογία και τραγούδησε ωραιότατα, με μπρίο μα και ενθουσιασμό, κερδίζοντας πρόθυμο και θερμό χειροκρότημα εκ μέρους του κόσμου.
Ο Μίμης Πλέσσας από την άλλη με δυσαρέστησε, αν και οι ικανότητές του στο πιάνο παραμένουν, οφείλω να σημειώσω, εντυπωσιακές. Μίλησε ωστόσο υπερβολικά πολύ στο πρώτο μέρος και μου έδωσε την εντύπωση ανθρώπου που αναζητούσε να τα πει –επεδίωξε μάλιστα να φανεί και αστείος (επανειλημμένα), κάτι που δεν κατάφερε κατά τη γνώμη μου: υπήρχε μονίμως μια δύσκαμπτη σοβαρότητα στη στάση του σώματός του και στο βάθος της φωνής του, η οποία μάλλον υπονόμευσε την απόπειρα, αν και κατευχαριστήθηκα τη διήγηση για το πώς κάποτε ο Quincy Jones και ο Dizzy Gilespie τον έκατσαν κάτω να του δείξουν τους τρόπους με τους οποίους τα τζαζ πνευστά δεν θα ηχούσαν «ασπρουλιάρικα». Αλγεινή δε εντύπωση μου έκανε το πώς προέβαλλε τη σημασία του έργου του –είπε για παράδειγμα ότι ο Πλούταρχος πείστηκε να αφήσει τα μεγαλεία και να έρθει να αναμετρηθεί με τα ιερά και τα όσια...
Καταλαβαίνω ότι ο Πλέσσας νιώθει υποτιμημένος και αναγνωρίζω το άδικο που υπάρχει σε μια τέτοια αντιμετώπιση: πρόκειται πράγματι για συνθέτη που έχει γράψει πλήθος όμορφων τραγουδιών, τα οποία τραγουδιούνται ακόμα με ενθουσιασμό και εξακολουθούν να κερδίζουν νέους φίλους. Την όποια λοιπόν αδικία θα τη διορθώσει η δυναμική του έργου του, καθώς και η ιστορία· είναι ανάρμοστο να έρχεται ο ίδιος να εκφέρει τέτοιες κρίσεις δημοσίως, τραβώντας τα πράγματα από το μαλλί προς την επιθυμητή κατεύθυνση. Έχει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα.
Τον Γιάννη Πλούταρχο τον επαίνεσα βέβαια ήδη αρκετά, θεωρώ εντούτοις πως οφείλω να επιστρέψω σε εκείνον κλείνοντας. Δεν αισθανόταν εντελώς άνετα πάνω στη σκηνή, στην αρχή: στο πρώτο μέρος επιχείρησε να διαχειριστεί το άγχος του με τρόπους που προφανώς γνώριζε από την πίστα, με συνεχείς π.χ. υποκλίσεις προς τους μουσικούς και με διαρκείς προτροπές στο κοινό για παλαμάκια. Αν και με ενόχλησε λίγο το συγκεκριμένο κλίμα, μου έδωσε ταυτόχρονα την ευκαιρία να δω πόσο σοβαρά είχε πάρει την όλη ιστορία –δεν είχε έρθει εκεί για να κάνει τον σταρ. Όπως και να έχει, σύντομα τα παλαμάκια και οι ιαχές μας τον έκαναν να πάρει τα πάνω του και είναι τότε που πραγματικά απογειώθηκε, βγαίνοντας παλικάρι ακόμα κι όταν αναμετρήθηκε με ένα τόσο βαρύ (για τη φωνή του) ζεϊμπέκικο σαν το “Βρέχει Φωτιά Στη Στράτα Μου” ή με τα τραγούδια της δισκάρας εκείνης που λέγεται Ο Δρόμος, στα οποία απέφυγε πολύ προσεκτικά το οτιδήποτε προκάτ ή αυτοματοποιημένο –με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη μετρημένη, προσωπική του ερμηνεία στο “Έπεφτε Βαθιά Σιωπή”.
Μέρες μετά, ακόμα σκέφτομαι πόσο συγκλονιστικά ήχησαν εκείνα τα γιασεμάκια από το “Μέθυσ' Απόψε Το Κορίτσι Μου”, κυρίως όμως τον ανατριχιαστικό τρόπο με τον οποίον απέδωσε τον στίχο «αγάπη μου δεν θα σε ξαναδώ», στο ρεφρέν του “Ποια Νύχτα Σ' Έκλεψε” (δεν είχε καμία σχέση με κάτι σπαραξικάρδιες εκτελέσεις που θα βρείτε στο YouTube, από παρελθοντικές του εμφανίσεις). Μπράβο του, γιατί έπιασε την ατόφια ψυχή του λαϊκού μελοδράματος που τόσο επιτυχημένα εξέφρασε ο Πλέσσας στις συνεργασίες του με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, δείχνοντας έτσι ότι πρόκειται για τραγουδιστή με μεγαλύτερο ερμηνευτικό εκτόπισμα από όσο είχε αφήσει να φανεί η μέχρι στιγμής προσωπική του δισκογραφία.
{youtube}_ydjbKDUCSA{/youtube}