Δεν ξέρω αν το Ίδρυμα Θεοχαράκη ήταν κατάμεστο χθες λόγω της πάγιας δημοφιλίας του Debussy (και) εκτός του αμιγώς λόγιου κοινού, ή λόγω της Λευκής Καρποδίνη. Στο ολιγόλεπτο διάλειμμα το αυτί μου προσπάθησε να κάνει το σχετικό «ρεπορτάζ» κρυφακούγοντας τους γύρω-γύρω, αλλά από τις συζητήσεις τους δεν βγήκε ασφαλές συμπέρασμα: άλλοι βρέθηκαν εκεί από αγάπη για τον Γάλλο συνθέτη, άλλοι για την Καρποδίνη.
Η σολίστ παρουσιάστηκε με μακριά γαλλική πλεξούδα και κόσμημα στον λαιμό, φορώντας μια μπορντό φούστα κι ένα μαύρο δαντελωτό μπλουζάκι. Εξέπεμπε φρεσκάδα, αλλά τα λόγια που μας απηύθυνε έδειξαν ένα κάποιο τρακ, κάποιο σφίξιμο. Χρειάστηκε να φτάσουμε στο δεύτερο μέρος της συναυλίας για να τη δούμε εμφανώς πιο άνετη απέναντί μας, να στέκει με αβίαστο χαμόγελο.
Αντίστοιχα συναισθήματα αποτυπώθηκαν όμως και στο παίξιμο της Καρποδίνη. Αν και εξ αρχής έγινε φανερό ότι έπαιζε στα δάχτυλα τον Debussy και τις ποικίλες αποχρώσεις των έργων του –δεν συζητώ δε για την τεχνική της κατάρτιση– το πρώτο μέρος κύλησε μαζεμένα, ίσως και υπερβολικά τακτοποιημένα. Ήταν άρτια ας πούμε η απόδοση του αειθαλούς “Clair De Lune” (το οποίο παίχτηκε, ορθώς, ως τρίτο μέρος της σουίτας Bergamasque), αλλά ταυτόχρονα ήχησε και στατική∙ και ήταν πραγματικά μπασμένη στους τρόπους του Γάλλου δημιουργού η εκτέλεση στο “Reverie” (το οποίο εκείνος μισούσε, μα το κοινό λάτρεψε), αλλά με το πάθος τετραγωνισμένο.
Στην εκλογή ωστόσο των πρελούδιων που ακολούθησε αμέσως μετά, είδαμε μια άλλη Καρποδίνη. Παρά το λαθάκι το οποίο της ξέφυγε στην “Πύλη Του Κρασιού (La Puerta Del Vino)”, παρέδωσε έναν καθηλωτικό “Βυθισμένο Καθεδρικό (Cathedral Engloutie)”: αισθανόσουν τα πλήκτρα του πιάνου άλλοτε να μεταδίδουν το γκλινγκ-γκλονγκ των κωδωνοστασίων του κι άλλοτε να μεταμορφώνονται σε εκκλησιαστικό όργανο∙ ακόμα μία εξαιρετική στιγμή αποτυπώθηκε στα “Πυροτεχνήματα (Feux D’ Artifice)”, με μια βεγγαλική ερμηνεία εκ μέρους της, σε ένα έργο με δυσκολίες, αφού διαφέρει από το γνώριμο στιλ του Debussy.
Στο δεύτερο μέρος του κονσέρτου έλαμψε μια αισθητά πιο απελευθερωμένη και ανάλαφρη Καρποδίνη, ικανή να αποτυπώσει το παιχνίδισμα των “Αραβουργημάτων”, την ιμπρεσιονιστική ματιά του Debussy στο “Αντανακλάσεις Στο Νερό (Reflets Dans L’ Eau)”, την ελαφριά του σάτιρα στα μποέμ μουσικά ήθη του Παρισιού των 1910s (“La Plus Que Lente”) και τη ζωηρή αίσθηση μιας γεμάτης ύπαρξης που εκπέμπει το “Νησί Της Ευτυχίας (L’ Isle Joyeuse)”. Αλλά και η θλιμμένη νοσταλγία του φόρου τιμής στο προκλασικό ίνδαλμα του Debussy, τον Jean-Philippe Rameau, αποδόθηκε επιτυχημένα (“Hommage À Rameau”) –αν και ίσως η μελωδία από την όπερα Κάστωρ Και Πολυδεύκης την οποία χρησιμοποίησε ο συνθέτης να έχασε λίγο τα μπαρόκ διακριτικά της.
Ευχάριστα κύλησε λοιπόν η χθεσινή βραδιά στο Ίδρυμα Θεοχαράκη και το θερμό, ηχηρό χειροκρότημα των παρευρισκομένων προς τη Λευκή Καρποδίνη δεν άφησε αμφιβολίες για την επιτυχία του αφιερώματός της στον Debussy.