Σάββατο βράδυ, φτάσαμε λίγο πριν τις 11 στην ιδιαιτέρως αλλαγμένη μουσική σκηνή του θεάτρου Badminton. Από Variete, σε στυλ καμπαρέ (εκεί είδαμε πέρυσι το εκπληκτικό σόου της Ζωζώς Σαπουντζάκη), μετατράπηκε φέτος σε Backstage, ένα all-over μαυροντυμένο μπαρ με σαφείς αναφορές στην τζαζ. Με κρεμασμένες, δηλαδή, τις γνωστές φωτογραφίες της Billie Holiday και άλλων θρύλων του είδους, σε μέγεθος που πρόδιδε έντονη προσπάθεια να βρει ο χώρος το στίγμα του.
Και θα ήταν ίσως κατάχρηση να καταθέσω εδώ το παράπονό μου που δυσκολεύτηκα να βρω τα μαύρα γάντια τα οποία μου έπεσαν κάτω από το τραπέζι, αν ήταν το μοναδικό παράπονο που είχα από το Backstage: παρότι ο χώρος είχε γεμίσει μόλις κατά το ήμισυ όταν ξεκίνησε το live, η συνήθης κίνηση-ματ να μετακινηθεί ο κόσμος πιο κοντά στη σκηνή ώστε να ζεστάνει το κλίμα δεν έγινε ούτε καν στο διάλειμμα. Με αποτέλεσμα οι «κάστες» να κρατηθούν στη θέση τους κι ο καλλιτέχνης μακριά τους, με δυο σειρές άδεια, «ρεζερβέ» τραπέζια περιμετρικά της σκηνής. Αυτό βέβαια δεν πτόησε τον Βαγγέλη Γερμανό, ο οποίος φάνηκε να ικανοποίησε τις προσδοκίες όσων βρέθηκαν εκεί.
Το πρόγραμμα λεγόταν Τα Blouzάκια, όπως λέγεται κι ο νέος δίσκος του τραγουδοποιού (κυκλοφορεί προσεχώς). Κι έτσι επιλέχθηκε το απλό και πολλάκις δοκιμασμένο σχέδιο «σάντουιτς», με τις παλιές δηλαδή επιτυχίες να ανοίγουν και να κλείνουν τη βραδιά και τα νέα τραγούδια να παρεμβάλλονται, ώστε να παρουσιαστούν σε ήδη ζεσταμένο κοινό. Και δούλεψε μια χαρά το σχέδιο, θα έλεγα. Γιατί τα Μπαράκια και το Βραχυκύκλωμα τα ξέρουν όλοι και σίγουρα όσοι ήρθαν το Σάββατο στο Backstage. Ο Γερμανός και οι μουσικοί του (Ηλίας Δημάδης-κρουστά, Δημήτρης Δημόπουλος-πλήκτρα) μας θύμισαν ότι πάνε 30 χρόνια από τότε που κυκλοφόρησαν οι δίσκοι αυτοί κι έτσι πείραξαν ελαφρώς τα τραγούδια, παίζοντάς τα πιο γρήγορα και δυνατά, «για να μην τα βαριούνται», όπως μας είπαν.
Ο Γερμανός έχει κρατήσει στα καινούργια τραγούδια του εκείνο τον ήχο που τον χαρακτήρισε από το 1981. Στιχουργικά δε έχει κάνει μιαν απόπειρα να εκφράσει τις σκέψεις του και για θέματα απολύτως σημερινά, όπως μαρτυρούν οι τίτλοι και μόνο: "Οι Παραχαράκτες", "Ζήσε Αργά (Αν Θες Να Συμμετέχεις Ενεργά)", "Το Πρεζάκι". Όπως σχολίασε και ο ίδιος, αυτό το τελευταίο δεν στέκεται μόνο στην κυριολεξία, αλλά μεταφορικά θα μπορούσε να αναφέρεται και σε μια χώρα η οποία περιμένει τη δόση της για να ζήσει. Πλάι σε τέτοια τραγούδια, η τριμελής μπάντα έπαιξε και λίγο Χιώτη, Βαμβακάρη και Τσιτσάνη, με μια διάθεση κάπως παιχνιδιάρικη –όπως κάνουμε συνήθως στις παραλίες με την κιθάρα (όταν το κάνουμε πετυχημένα). Κάποια στιγμή ήρθε και η ώρα για τις παραγγελίες, ο τραγουδοποιός έστειλε τους μουσικούς στο μπαρ για ποτό κι έμεινε μόνος με την κιθάρα του, για να παίξει κομμάτια που ζήτησε ο κόσμος και ακούγονται πιο σπάνια.
Ήταν η πρώτη φορά που είδα τον Βαγγέλη Γερμανό στη σκηνή. Και λειτουργεί πράγματι τόσο φυσικά εκεί, όσο είχα πληροφορηθεί. Τόσο, ώστε ξέχασα πια κι εκείνες τις δυο σειρές άδεια τραπέζια που τόσο μου είχαν σταθεί στον λαιμό.
{youtube}KF9uvhTGujw{/youtube}