Οι φήμες δεν άργησαν να επιβεβαιωθούν. Με το που ανακοινώθηκε το πρόγραμμα των εμφανίσεων της Μόνικας στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών, ο ρυθμός προπώλησης έδειχνε πως όλες θα ήταν sold-out. Και έτσι έγινε. Ευρισκόμενος λοιπόν εκεί την περασμένη Πέμπτη για να παρακολουθήσω την concept λογική του εγχειρήματος με την ονομασία Primal –ονομασία συμβεβλημένη με το ολοκαίνουργιο EP πέντε κομματιών, γραμμένων αποκλειστικά για την παράσταση– έγινα αυτήκοος μάρτυς δύο απόψεων πριν την έναρξη, τις οποίες και μεταφέρω.
Η πρώτη άποψη είχε θαρρώ περισσότερο να κάνει με τους καιρούς εθνικής κρίσης και μιζέριας τους οποίους βιώνουμε και λιγότερο με τη Μόνικα. Εκφράστηκε με τη φράση «από τη στιγμή που γίνονται πέντε εμφανίσεις sold-out μονομιάς σε τέτοιες τιμές, τότε υπάρχει ακόμα πολύ λίπος για κάψιμο...». Η δεύτερη, από την άλλη, είναι πιο σχετική με την ίδια την καλλιτέχνιδα και διατυπώθηκε ως «πέντε εμφανίσεις sold-out μονομιάς σε τέτοιον χώρο, δείχνουν πως η Μόνικα απευθύνεται αλλού, σε κάτι πιο μεγάλο, πιο ευρύ». Κι επειδή μου αρέσει να πιάνομαι από κάτι ξεκινώντας ένα κείμενο, όσο κι αν με ιντριγκάρει η πρώτη άποψη, θα συνταχθώ με τη δεύτερη –θυμούμενος ειδικά την εικόνα του Ark Festival 2012 στην Τεχνόπολη, όπου ήταν και η τελευταία φορά που είδα τη Μόνικα.
Αντιπαραβάλλοντας λοιπόν τις εικόνες του Ark και της Στέγης, μπορώ να πω με ασφάλεια πως η Μόνικα έχει ξεφύγει από την παθογένεια των ελληνικών αγγλόφωνων σχημάτων τα οποία απευθύνονται το ένα στο άλλο. Η μουσική της είναι και για τους indie και για τη θειά που καθόταν δίπλα μου και για όσα σχολιαρόπαιδα ήρθαν συνοδεία γονιών μα και για τους γονείς αυτών. Και ο καλύτερος τρόπος για να καταδειχθεί κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να είναι παρά μια παράσταση έτσι όπως την οραματίστηκαν η ίδια η Μόνικα και οι συνεργάτες της, σε έναν χώρο που θα μπορούσε να υποστηρίξει κάτι τέτοιο.
Η σκηνή μεγαλοπρεπής, ικανή να φέρει πάνω της με άνεση σετ εγχόρδων, πνευστά, χορωδία και πιάνο με ουρά. Η έναρξη ωστόσο της βραδιάς περιορίστηκε στην παρουσία της Μόνικα, να ερμηνεύει το "Birds" (πρώτο τραγούδι στο Primal EP) μόνο με μια κιθάρα. Ακολούθησαν τραγούδια από το Exit, με το "Show Me, Come On" να αποτελεί την πρώτη σημαντική στιγμή της βραδιάς: η space αισθητική του –ειδικά στο τέλος, με τη μπάντα να το τραβάει όσο χρειάζεται– συνδυάστηκε άψογα με τα προβαλλόμενα οπτικά ερεθίσματα, μεταφέροντας στον θεατή όλη την ατμόσφαιρα της στιγμής. Οι επιλογές από το Avatar ακολούθησαν και εναλλάχθηκαν με εκείνες από το Exit σε μια αβίαστη ροή, σχεδόν θεατρική. Όπως ακριβώς υποσχόταν δηλαδή η παράσταση (και όχι η συναυλία). Υπήρχαν και μουσικά διαλείμματα για μια επαφή και παιχνίδισμα με το κοινό, ίσως ως το μοναδικό μη σκηνοθετημένο κομμάτι της βραδιάς: κρίνοντας μόνο από το αυθόρμητο του λόγου της Μόνικας και από τα σημάδια κάποιου άγχους, το βρήκα ως κάτι καλό, καθώς έσπαγε λίγο την αυτοματοποίηση του όλου πράγματος.
Το “Σε Ποιον Έρωτα Ζω”, ερμηνευμένο στο πιάνο, δεν θα μπορούσε να λείπει από τη setlist ως το μοναδικό ελληνόφωνο κομμάτι στο ρεπερτόριό της, ενώ κάπου εκεί η χορωδία γεμίζει τη σκηνή για το “Keep Me Blue”, κομμάτι επίσης φτιαγμένο για ανάγκες θεατρικής παράστασης, το οποίο και αποδίδεται άψογα, εκμεταλλευόμενο τις οπτικοακουστικές δυνατότητες της Στέγης. Το “Moonlight” μπορεί να είναι η πιο εναλλακτική στιγμή του Primal EP (έτσι όπως ακούστηκε, χρειάζομαι κάποιες ακροάσεις ακόμα), ενώ ο ενθουσιασμός του "Bloody Sth" παρέδωσε τη σκυτάλη στη «γκοσπελιά» (σ.σ.: χαρακτηρισμός της ίδιας της καλλιτέχνιδας) του "Hand In Hand", όπου η δημιουργία και δει η μουσική γεννιέται από τα γεγονότα της ζωής.
Το "Over The Hill" μας πάει στο encore, στο κομμάτι μπαλαντέρ των παραστάσεων που για τη δική μας βραδιά είναι ένα τραγούδι «από τα δικά της»: δικές της λέξεις, πάντα στο πιάνο, για να ακολουθήσει η στιγμή που θα μου μείνει πιο πολύ τελικά απ' όλο το δίωρο. Μια επίδειξη φωνητικών στο "Yes I Do" (το οποίο παρεμπιπτόντως είναι ο αδύναμος κρίκος των κομματιών της, όμως άλλο αυτό), με τραγούδισμα ρεφρέν χωρίς μικρόφωνο, με θεαματικά αποτελέσματα: όταν δεν ακούγεται ψίθυρος, γίνεται να παρακολουθήσεις, πόσο μάλλον ν' απολαύσεις, κάτι τέτοιο• όταν ακούς από τα νέα όλων μέχρι τις παραγγελίες από το μπαρ, δεν γίνεται... Ο ντίσκο ρυθμός του “Make Me Fly” και μια πανηγυρική εκτέλεση του “Avatar” αποτέλεσαν τον καλύτερο προπομπό για το φινάλε με το “Forever Yours”. Όπου, με μια άρπα να συνοδεύει ως τη μέση του και με όλη τη μπάντα επί σκηνής, η Μόνικα μας αποχαιρετά οριστικά, ενώ τίτλοι τέλους έπεφταν στις οθόνες.
Οπότε μετά από όλα αυτά τι μένει; Είναι το Primal ό,τι καλύτερο έχει παιχτεί από τον αγγλόφωνο ελληνικό χώρο; Σαφώς και όχι. Μόλις είδα τους Closer πρώτη φορά (με αξιοπρεπή ήχο) ανατρίχιασα, κάτι που σε καμία περίπτωση δεν ένιωσα εδώ. Δεν έχω βέβαια μελετήσει τους στίχους και όλο το concept του Primal για να επιχειρηματολογήσω επ’ αυτού, καθώς όμως περισσότερο με κέρδισε το ήδη υπάρχον υλικό, ίσως τα πέντε τραγούδια του νέου EP να μην ήταν αρκετά ώστε να βαφτίσουν την παράσταση στη Στέγη.
Αλλά στην πραγματικότητα τα παραπάνω δεν έχουν και τόση σημασία, γιατί, όταν το Primal τελειώσει, δεν σκέφτεσαι τίποτα από αυτά: απλά φεύγεις γεμάτος και κομματάκι χαμογελαστός. Κι αν το φιλοσοφήσεις και λίγο σκέφτεσαι πως η αγγλόφωνη ελληνική μουσική δεν θα έπρεπε να είναι καμιά ελίτ και προνόμιο λιγοστών. Ότι μπορεί να είναι απλή, όμορφη, καμιά φορά γλυκανάλατη ("Υes I Do") και να εκφράζει πολλούς –από θειάδες μέχρι και αυτοαποκαλούμενους experts του χώρου. Η επιστροφή στην πραγματικότητα των συναυλιών έτσι όπως τις ξέρουμε θα είναι δύσκολη. Και πιο πολύ για την ίδια τη Μόνικα.
{youtube}xU3pUcX3sNI{/youtube}