Φωτογραφίες: Nikos Z
Στις μουσικές συναγωγές του Νίκου Ξυδάκη, ο λυρισμός, η ποίηση, η επάνοδος & ο αποχωρισμός, η φιλία, ο έρωτας, οι γάτες, αποκτούν τη δική τους ταυτότητα –εκείνη της ουσίας και της περισυλλογής. Έτσι, το βράδυ του Σαββάτου, η Ανατολή συνάντησε τη Μεσόγειο, ο Καβάφης τον T.S. Eliot και τη Σαπφώ, ενώ οι λαϊκές διαδρομές ενώθηκαν με το θέατρο και την όπερα. Συνοδοιπόροι εκλεκτοί φίλοι και καλλιτέχνες, αλλά και το πιστό κοινό του, που πλέον έχει μυηθεί στις ιδιαίτερες επιλογές του συνθέτη.
Ένα ορχηστρικό κομμάτι του Chick Corea ανοίγει τη βραδιά στο Gazarte, με σύσσωμη την εξαμελή παρέα του Νίκου Ξυδάκη (Δημήτρης Μπουζάνης-πιάνο, Μιχάλης Καταχανάς-βιόλα, Δημήτρης Χουντής-σαξόφωνο & πνευστά, Θάνος Μιχαηλίδης-τύμπανα, Κώστας Πατσιώτης-μπάσο και Γιώργος Διαμαντόπουλος-πλήκτρα & μεταφυσικοί ήχοι). Σε ένα εξωτερικό τοπίο βροχερό κι έναν συναυλιακό χώρο γεμάτο από ένα «ώριμο» κοινού, τα πράγματα οφείλουν να κυλούν αρμονικά προκειμένου να καταλήξουμε στη...λύτρωση, όπως λεν οι ποιητές. Τι καλύτερο λοιπόν από ένα αλλιώτικο σερβίρισμα με “Το Μέλι Του Γκρεμού”, όπου “Ο Αέρας Της Αγάπης” μάς οδηγεί στον “Παντοκράτορα” της Πάτρας; «Εσείς ν’ αντιδράτε κάθε φορά σα να συμβαίνει κάτι σοβαρό...», μας παρότρυνε ο Νίκος Ξυδάκης χαμογελώντας, σεργιανίζοντας στα δικά του χριστιανικά παλάτια με τη δίνη του ποταμού. Όμως, τα μουσικά μονοπάτια επιφυλάσσουν εκπλήξεις – γι’ αυτό η συνδρομή καλών και ταλαντούχων φίλων είναι πάντα πολύτιμη. Η Μάρθα Φριτζήλα αυτή τη φορά άφησε για λίγο το εκρηκτικό της ταμπεραμέντο και αφέθηκε στο ποιητικό σύμπαν των “Άννα Καρένινα”, “Πυρετός Κρυφός” και “Όσ’ Άστρα Γύρω Βρίσκονται”. Η θεατρική της χροιά άγγιξε βυζαντινούς δρόμους, για να περπατήσει αργότερα αγκαλιαστά με τον Ξυδάκη στις όχθες του “Ιλισσού”. Κάπου εκεί, μια αινιγματική φιγούρα κάνει την εμφάνισή της –ωσάν Βρετανός ευγενής: δεν είναι άλλος από τον διεθνή βαρύτονο Τάση Χριστογιαννόπουλο. Το μουσικό του ενδιαφέρον εστιάζεται στα πορτραίτα γατών μέσα από το Εγχειρίδιο Πρακτικής Γατικής Του Γέρου Πόσουμ του T.S. Eliot, ερμηνεύοντας τόσο με λιμπρετική όσο και με funky διάθεση δύο αποσπάσματα του βιβλίου. «Έχουμε γεμίσει με γάτες, τουτέστιν με ύποπτα στοιχεία», σχολίασε ο οικοδεσπότης, για να πάρει τη θέση του “Ο Φιλομαθής Πτωχός” του Γεωργίου Βιζυηνού. Κι επειδή ακόμη και η «βαριά» κουλτούρα θέλει υγιείς και μετρημένες δόσεις, το πικάντικο χαρμάνι του 83χρονου Maurice El Medioni –πλην νεότατου στην καρδιά και το πνεύμα– έρχεται να προσδώσει τις μελωδικές ισορροπίες που όλοι χρειαζόμαστε. Δυο συνθέσεις οι οποίες μπλέκουν την Ανδαλουσία με το flamenco μάς παρουσίασε για αρχή, δίνοντας το στίγμα ότι τώρα εκκινούν όλα... Γλυκύτατος, απλός, ανοιχτός, έτοιμος να επικοινωνήσει με τον κόσμο που τον χειροκροτούσε κατενθουσιασμένος, μακριά από συνήθη στιλ σνομπισμού και δαφνών, φανερώνοντας έτσι και τη μουσική του γενναιοδωρία. Την ίδια στιγμή, ο “Αποχαιρετισμός” του Ξυδάκη αποτελεί και το κλείσιμο του πρώτου μέρους της συναυλίας μαζί με την υπόσχεση του ιδίου ότι το μετέπειτα μέρος θα είναι πιο ζωηρό –κάτι που το επιθυμούσαμε κι εμείς για να «ανάψουν» λίγο τα αίματα... Μετά λοιπόν το απαραίτητο μισάωρο διάλειμμα, τα Βαλκάνια κλήθηκαν να γευτούν αλεξανδρινές συνταγές με την αρωγή του Τάση Χριστογιαννόπουλου, ο οποίος τραγούδησε δύο συνθέσεις από το άλμπουμ του Ξυδάκη Rue Lepsius: Μια Μουσική Προσωπογραφία Του Κ.Π. Καβάφη. Η Αίγυπτος και οι μουσικές αναφορές-επιρροές του Maurice El Medioni υπήρξαν η αφορμή αυτής της συναυλίας, έτσι η επανεμφάνιση του τελευταίου υπήρξε καταλυτική. Ο Αλγερινός πιανίστας εδώ και χρόνια είναι «τεχνίτης» των μουσικών αμαλγαμάτων και μας χάρισε έτσι εβραιο-αραβικά, balkan, tango, flamenco, boogie δείγματα του πλούσιου υλικού και ταλέντου του, μέσα από τις δουλειές Descarga Oriental: The New York Sessions, Pianoriental και Cafe Oran. Η Ανατολή, όμως, έχει και τον λαϊκότροπο χαρακτήρα της, ιδιαιτέρως προσφιλή στο ελληνικό κοινό. Κι έτσι ο Ξυδάκης κάλεσε τους φίλους του να ερμηνεύσουν όλοι μαζί «λαϊκές επιτυχίες» όπως χαρακτήρισε ο ίδιος τα τραγούδια “Στα Εστιατόρια Που Τρων’ Τα Συνεργεία”, “Σαν Το Δασάκι”, “Τρελή Κι Αδέσποτη”, “Οι Μάγκες Δεν Υπάρχουν Πια”, “Στο Σου Μι Τζου Κάποια Βραδιά” –αφιερωμένο στον Μιχάλη Γκανά, ο οποίος ήταν παρών στο Gazarte– και “Μη Φοβάσαι”. Εδώ οφείλω να εξαίρω τους προικισμένους Μιχάλη Καταχανά (βιόλα) και Δημήτρη Χουντή (πνευστά), καθώς έδωσαν άλλον αέρα με τους περίτεχνους αυτοσχεδιασμούς τους. Το λαϊκό πρόγραμμα δίνει ύστερα τη σκυτάλη σ’ εκείνο του ελαφρού, με αγαπημένες επιλογές το “Τραγούδι Του Κυνός”, τον “Κοντορεβιθούλη” και το “Τελευταίο Ταξίδι”, με το κοινό να δείχνει με τα συνεχή του χειροκροτήματα πως, αν και απόλυτα στατικό, απολάμβανε το σετ. Κανέναν, όμως, δεν επιθυμεί να αφήσει ανικανοποίητο ο Νίκος Ξυδάκης: έτσι προσκαλεί ξανά τον Αλγερινό καλεσμένο του για να μας ταξιδέψει ακόμα περισσότερο στον δικό του γενέθλιο τόπο –το Οράν– και να μοιραστεί μαζί μας τις πολυ-πολιτισμικές του μουσικές εμπειρίες. Τα χέρια του El Medioni «πετούν» πάνω στο πιάνο και ουδείς δεν μπορεί να μείνει ασυγκίνητος από το μπρίο, τη δεξιοτεχνία, τη φαντασία και τη ζεστασιά του. Το μαγικό encore του MauriceElMedioni διαδέχτηκε ένα ελληνικό και λίαν γνώριμο encore: η επί σειρά ετών φίλη και συνεργάτιδα του Ξυδάκη, η Ελευθερία Αρβανιτάκη, ερμήνευσε μαζί με όλους τους καλλιτέχνες της βραδιάς το κλασικό “Μη Φοβάσαι”, ενθουσιάζοντας τους πάντες. Το τρίωρο ταξίδι του Νίκου Ξυδάκη με άρωμα Ανατολής απαιτεί δεινούς ακροατές, οι οποίοι αναζητούν αλλιώτικους δρόμους προς το...φως. Εμείς τον ακολουθήσαμε και νομίζω δεν βγήκαμε χαμένοι.