Ήταν μια τρελή Παρασκευή και κανονικά θα έπρεπε ίσως να μαζευτώ λίγο σπίτι μου και να αράξω φεύγοντας από το γραφείο – ήμουν όμως αποφασισμένος να μη χάσω την Αλίκη Καγιαλόγλου, γνωρίζοντας όχι μόνο την αξία της φωνής της, αλλά και το ότι σίγουρα είχε κάποιον καλό λόγο για να πραγματοποιήσει μια ζωντανή εμφάνιση. Δεν έπεσα έξω στην εκτίμησή μου και, παρότι ήταν μάλλον μια συναυλία με αρκετούς...αυτοσχεδιασμούς, χάρηκα για το ότι βρέθηκα στο Ηρώδειο και την παρακολούθησα. Άλλωστε η απροσδόκητα ζεστή βραδιά – με λίγα μόνο σύννεφα να μας θυμίζουν την πραγματικότητα του φθινοπώρου – προσφερόταν για μια υπαίθρια συναυλία.
Η Αλίκη Καγιαλόγλου είναι από τις αδικημένες καλλιτέχνιδες σε αυτόν τον τόπο. Μετά τον θάνατο του Μάνου Χατζιδάκι τα πράγματα έγιναν αρκετά δύσκολα για αυτήν και, για λόγους που δεν γνωρίζω, περιθωριοποιήθηκε δισκογραφικά. Μια τόσο άξια φωνή, με τέτοιον ερμηνευτικό πλούτο βρίσκεται στο περιθώριο, ενώ σταδιοδρομεί και προβάλλεται ο κάθε άσχετος – δεν το λέω με καμία ρομαντική διάθεση περί παλιών καλών ημερών, αλλά με τον στυγνό ρεαλισμό του τι κυκλοφορεί εκεί έξω και «σπρώχνεται», πραγματικότητα την οποία γνωρίζουν από πρώτο χέρι όλα τα παιδιά του Avopolis Greek. Με τα δεδομένα αυτά, η προσέλευση του κόσμου στο Ηρώδειο ήταν πολύ ικανοποιητική, έστω και αν παρουσιάστηκε η γνωστή εικόνα κυριαρχίας της μέσης ηλικίας, με δαχτυλοδειχτούμενες τις νεαρές παρουσίες. Ιδιαίτερη μάλιστα αίσθηση προξένησε η παρουσία αρκετών Απωανατολιτών στο μπροστινό μέρος του κεντρικού διαζώματος – πιθανολογώ Γιαπωνέζων, κρίνοντας από το πάθος τους για φωτογραφήσεις. Είδα και μια γειτόνισσά μου, μεγάλη σε ηλικία, και δεν μπόρεσα να μη σκεφτώ για τη σημασία του γεγονότος πως, τόσα χρόνια γείτονες, ποτέ δεν είπαμε κάτι σχετικό με μουσική... Αίσθηση, όμως, προκάλεσε και η προσέλευση μιας γριούλας σε αναπηρικό καρότσι – λεπτομέρεια την οποία πρέπει να συγκρατήσετε, έχει σημασία.
Το live ήταν ένα ταξίδι στους προσωπικούς μύθους της Αλίκης Καγιαλόγλου, όλα εκείνα που τη διαμόρφωσαν και την καθόρισαν. Μπήκε στη σκηνή τραγουδώντας μας a cappella το γνωστό νανούρισμα “Κοιμήσου Και Παράγγειλα”, λέγοντάς μας κατόπιν πόσα χρωστούσε στη γιαγιά της η οποία έψελνε υπέροχα, στη σινεφίλ θεία της και στη μητέρα της, που διαρκώς χόρευε και τραγουδούσε. Το τερραίν όλων αυτών των ανθρώπων ήταν η Σμύρνη – η ελληνική πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όχι το σημερινό Ιζμίρ – και από εκεί ξεκίναγε το ξετύλιγμα του κουβαριού. Κι εκεί πήγαμε κατόπιν τραγουδιστικά, ακούγοντας το δοξασμένο “Δεν Σε Θέλω Πια” και μια υποδειγματική εκτέλεση στο δημοτικό “Ένα Τρεχαντηράκι”, περνώντας κατόπιν σε ισπανικά τραγούδια – μη σας φανεί ως παράλογο άλμα, οι Εβραίοι της Σμύρνης ήταν ισπανόφωνοι. Μέσω της δικής τους κληρονομιάς στήθηκε η «γέφυρα» προς τον επόμενο μύθο της Καγιαλόγλου, τον Λόρκα, τον Αstor Piazzolla και την ποίηση της Alfonsina Storni - από τις πιο μαγευτικές στιγμές της συναυλίας το τραγούδι που είπε για τη μεγάλη Αργεντινή ποιήτρια. Από τη Λατινική Αμερική γυρίσαμε μετά πίσω στην Ελλάδα και μέσω Νικηφόρου Βρεττάκου και Γιάννη Ρίτσου φτάσαμε στον Μίκη Θεοδωράκη, με την Καγιαλόγλου να θυμάται το νανούρισμα με το οποίο μπήκε στη δισκογραφία (“Κοιμήσου Αγγελούδι Μου”) και να θυμίζει και σε μας αποσπάσματα από τον Επιτάφιο.
Ήταν, όμως, ώρα για την ερμηνεύτρια να κάνει ένα διάλειμμα, στο οποίο μας κράτησε συντροφιά η κόρη της, Ελένη-Λυδία Σταμέλλου, η οποία μπήκε με το “I Feel Pretty” (από το West Side Story) και τράβηξε αμέσως την προσοχή του κοινού. Με αστραφτερό χαμόγελο και άνεση στη σκηνή, η σοπράνο απέδειξε πως διαθέτει όμορφη φωνή – εκπαιδευμένη και με ικανότητες έκφρασης, που μάλλον, όμως, χρειάζονται λίγο περισσότερο «χώρο» στις ερμηνείες της, όπως έδειξε η εκτέλεσή της στο “I Could Have Danced All Night” (από το Ωραία Μου Κυρία). Μόνη ένσταση, ότι τραγούδησε αρκετά, «σπάζοντας» τη συνοχή του προγράμματος της μητέρας της: δεν αμφιβάλλω πως η ίδια η Ελένη-Λυδία αποτελεί τον μεγαλύτερο ίσως «μύθο» της Καγιαλόγλου, δεν ξέρω όμως κατά πόσο σχετίζονται με την πορεία της τελευταίας τα τραγούδια που επέλεξε να μας πει. Στο σκοτάδι του πίσω μέρους του Ηρωδείου μπορούσα πάντως να διακρίνω την Καγιαλόγλου να παρακολουθεί με συγκίνηση την κόρη της, μέχρις ότου έφτασε η στιγμή της επιστροφής της στη σκηνή, συνοδευόμενη από τη νέα τραγουδοποιό (μα και μεταφράστρια, θεατρική συγγραφέα και ηθοποιό) Δανάη Παναγιωτοπούλου. Μια γοητευτική παρουσία, που έκατσε δίπλα της στην κιθάρα και μπορώ να πω πως «έκλεψε» για λίγο την παράσταση από την Καγιαλόγλου όταν τραγούδησε (συνοδεία της τελευταίας) τη “Λήθη” (από τον προσωπικό της δίσκο Οίκος Αντοχής) φέρνοντας έναν πιο «rock» αέρα στο Ηρώδειο και ένα singer-songwriter feeling.
Για το τελευταίο μέρος του προγράμματος, η Καγιαλόγλου έδειξε μια παράξενη βιασύνη να τελειώσει πιο γρήγορα από ό,τι αναμενόταν – παραπονέθηκε πως κρύωνε. Σινεμά, θέατρο, Μάνος Χατζιδάκις και τα πορτογαλικά fados ανακατεύτηκαν έτσι με ρυθμούς πιο γρήγορους από όσο περίμενα, χαλάλι της όμως, καθώς υπήρξε θαυμάσια σε κάθε της «στάση», είτε στον Ρόκο Και Τα Αδέρφια Του, είτε στην “Παναγία Των Πατησίων” και τη “Μπλανς Επιφανί”, είτε στις Νύχτες της Mouraria. Για το φινάλε, μας επεφύλασσε μια πολύ συγκινητική έκπληξη: η γριούλα που σας ανέφερα στην αρχή στο αναπηρικό καροτσάκι δεν ήταν άλλη από τη μητέρα της ερμηνεύτριας, η οποία πήρε το μικρόφωνο και μας τραγούδησε, a cappella, ένα τραγούδι της Σμύρνης – εισπράττοντας θερμό και παρατεταμένο χειροκρότημα. Ένα άλλο απρόβλεπτο ήταν η βιαστική κάθοδος μιας (πολύ) ένθερμης θαυμάστριας, η οποία κόντεψε να βρεθεί στη σκηνή αν δεν τη σταματούσαν, απαιτώντας να τραγουδηθεί η “Αμοργός”. Ευγενικά, η Καγιαλόγλου μας εξήγησε πως η όλη παράσταση είχε άλλον χαρακτήρα, κάτι το οποίο σήμαινε πως θα έμεναν έξω τραγούδια που και η ίδια αγαπούσε πολύ. Κάναμε όλοι, έτσι, τη συμφωνία να μας πει τον “Κεμάλ” για encore και να μας καληνυχτίσει.
Κλείνοντας, να σημειώσω την παρουσία της εξαιρετικής ορχήστρας η οποία πλαισίωσε την Αλίκη Καγιαλόγλου – με προεξέχοντα τον Παντελή Δεσποτίδη στο βιολί. Και να σημειώσω πως, παρότι επρόκειτο για ένα πολύ προσωπικό ταξίδι της ερμηνεύτριας στο τραγούδι, κατέληξε σε μια από τις πιο όμορφες και πρωτότυπες συναυλίες τις οποίες παρακολούθησα φέτος.