Φωτογραφίες: Γιάννης Τζανακάρης

Τελευταία φορά που είδα τις Ρόδες στο Hoxton στα τέλη του Σεπτέμβρη είχα ενθουσιαστεί. Ήταν και ο καλοκαιρινός απόηχος από το αγαπημένο μου Silent Disco που ήταν ακόμα πολύ νωπός. Δυστυχώς, από τη δεύτερη live επαφή μου μαζί τους την περασμένη Παρασκευή στο An Club, έφυγα απογοητευμένη. Το κακό ξεκίνησε από την αρχή, καθώς το βράδυ της Παρασκευής έβρεχε καταρρακτωδώς. Το σκέφτεσαι λίγο αν θα πας (εξ ου και η όχι μεγάλη προσέλευση κόσμου), τελικά το παίρνεις απόφαση και φτάνεις στο club της Σολωμού μούσκεμα, και αγχωμένος γιατί είχε πάει δέκα και τέταρτο και το live είχε διαφημιστεί για τις δέκα. Χρειάστηκε να περιμένουμε ως τις δώδεκα παρά είκοσι μέχρι για να βγει το συγκρότημα στη σκηνή... Ίσως έφταιγε το γεγονός ότι από νωρίς δεν είχε κόσμο και οι ιθύνοντες ή η μπάντα περίμεναν να μαζευτούν κάποιοι άνθρωποι παραπάνω ίσως χίλιοι δυο άλλοι λόγοι. Όπως και να ήταν, η καθυστέρηση είχε ήδη φρενάρει τον ενθουσιασμό του κοινού.

Το set άρχισε με το ατμοσφαιρικό «Babylon» και για ένα μισάωρο περίπου η επιλογή των υπόλοιπων κομματιών κράτησε μια σκοτεινή, downtempo διάθεση. Αργότερα ο Νικήτας Κλιντ και η παρέα του αποφάσισαν να ανεβάσουν τα πράγματα με τραγούδια όπως τα “Βρώμικο”, “Καταθλιπτικιά” και “Δύσκολο”, συχνά όμως o Κλιντ μπέρδευε τους στίχους. Θυμήθηκα που στο live του φθινοπώρου μπέρδευε και τότε κάποια από τα λόγια του, αλλά ήταν, αφενός, χαριτωμένο - γιατί ήταν σε μικρό βαθμό - και, αφετέρου, μιας και μιλάμε για hip hop, κάτι τέτοιο μπορεί εύκολα να καλυφθεί με ένα σχετικό ταλέντο αυτοσχεδιασμού - ειδικά αν είσαι ένας εξαιρετικός MC, όπως ο Κλιντ. Όταν όμως μπαίνεις διαρκώς σε λάθος σημεία, όταν στο “Και Τι Έγινε;” λες πρώτα τη δεύτερη στροφή και μετά την πρώτη, και όταν φαίνεσαι τόσο «αλλού» ώστε δεν μπορείς να θυμηθείς τους στίχους σου, τα πράγματα ξεφεύγουν από το χαριτωμένο. Η υπόλοιπη μπάντα κάλυπτε εξαιρετικά αυτό το πρόβλημα, όντας άψογα δεμένοι μεταξύ τους, με τα κιθαριστικά μέρη και τα δεύτερα φωνητικά να κλέβουν την παράσταση. Μα και ο Κλιντ, παρά τα όποια προβλήματα, ήταν εκφραστικός, αληθινός και διασκεδαστικός. Υπήρχαν επίσης πολλά αυτοσχεδιαστικά μέρη και meddling με κομμάτια των Prodigy, των Clash και του Bob Marley, που έδιναν ένα extra ενδιαφέρον στο live.

Η γενικότερη χαλαρότητα, όμως, και τα κενά ανάμεσα στα τραγούδια είχαν ως αποτέλεσμα μια ανοργάνωτη, χλιαρή βραδιά, η οποία τράβηξε κουραστικά σε μάκρος, καθώς τελείωσε στις δύο -, πράγμα αρκετά κουραστικό αν αναλογιστεί κανείς ότι ο περισσότερος κόσμος είχε μαζευτεί από τις δέκα. Μ’ αυτά και μ’ αυτά, ακόμα και στιγμές που είχαν τη μαγεία τους, όπως το “Δεν Είναι Αργά” και το “Βουντού” ξεχάστηκαν γρήγορα. Κρίμα...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured