Βρώμικη εκκλησία με φανατικούς πιστούς και ταπεινό ιερέα. Σε ένα τέλειο κόσμο, θ' αρκούσε αυτή η πρόταση. Τι δουλειά έχει ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου σε ένα χώρο όπου τρία κρασιά και δυο ποτά σου στοιχίζουν 220 ευρώ (και σημ., εμείς ήμαστε από τους προνομιούχους του δωρεάν); Από την άλλη, ποιος μπορεί να αντιταχθεί στη χημεία που αναπτύσσεται σε ένα μικρό χώρο; Είσοδος λίγο μετά το τέλος των Mode Plagal. Κόσμος απαρτιζόμενος από φίλους με ή χωρίς εισαγωγικά. Φοιτητόκοσμος στοιβαγμένος για να απολαύσει μερικώς την ιεροτελεστία, κάτω από τις συνθήκες που συντελείται. Πρώτες (πένθιμες) νότες από τη μπάντα του Θανάση, τη Μάρθα Φριτζήλα σε εξαιρετική φόρμα και backup από Mode Plagal. Ακαταμάχητα κομψό το πάντρεμα με τα jazzy ηχοχρώματα. Το setlist σε contrast: είναι αμιγώς έντεχνο-παραδοσιακό. Και οι αποδόσεις δεν έχουν ίχνος ηλεκτρισμού. Μέχρι το τέλος, ένα συνεχιζόμενο χαμόγελο, ακόμα και στα πιο νοσταλγικά τραγούδια -γλυκιά, Αγία Νοσταλγία, ίσως το πιο χαμογελαστό, πραγματικό ταξίδι χωρίς ίχνος προσχεδιασμένης, κονσερβοποιημένης χαράς. Αποσπερίτης, Αστρο του πρωινού και οι πιστοί στην κυριολεξία ψέλνουν και σκεπάζουν τα πάντα. Βάλε κρασί όπως το 'χουμε συνηθίσει και ο κόσμος τραγουδάει ό,τι λείπει από την instrumental εκτέλεση. Νιοστό τσούγκρισμα. Στην Παλιά Πληγή εξακολουθούμε να χαμογελάμε γιορτάζοντας και ξορκίζοντας όσα συνέβησαν και ταλαιπωρούν την κακόγουστα επιλεκτική μνήμη μας. Κάποια στιγμή φίλος εκτροχιάζεται από το τραπέζι μας και βρίσκεται στη σκηνή. Ο Φώτης Σιώτας αναδεικνύεται σε πρωταγωνιστή και όχι μόνο εξαιτίας της φωνής του -στέλνει και δέχεται τα μηνύματα με απόλυτα ειλικρινές βλέμμα, διασκεδάζει πρώτα απίστευτα ο ίδιος. Παράλληλα πανηγυρτζίδικα πλήκτρα μπλέκονται και το γέλιο της διονυσιακής γιορτής δεν έχει προηγούμενο... Τέλος με την αφανή Κοιλάδα των Τεμπών, την οποία συνοδεύει στο παίξιμο ένα από τα παιδιά του ομώνυμου site (που είναι αφιερωμένο στο Θανάση): βρίσκονται δίπλα με εκστατικά βλέμματα, ενώ κάθε απόπειρα να επικοινωνήσει κανείς μαζί τους, αποτυχημένη (το πράξαμε, αλλά...). Κοιτάμε την ώρα και δεν πιστεύουμε πως πέρασε... Ώρα να φεύγουμε, καμία όρεξη στη διαδρομή για ομιλία, σιγοψιθυρίσματα, σκέψεις για το πρωινό ξύπνημα, το ταξίδι τελείωσε, αλλά δεν θα ξαναπάμε. Αναμένουμε επανάληψη σε πιο human-friendly χώρο, του οποίου οι τιμές/συνθήκες δε θα επισκιάσουν αυτό που συνετελέσθη σχεδόν με κλειστά μάτια... Παρόλα αυτά, είμαστε ακόμα εκεί...