Φροντίσαμε να πάρουμε το slot της κουβέντας μας με τον Alex Kapranos τελευταίοι από όλους τους δημοσιογράφους. H συνέν τευξη έγινε την ημέρα της συναυλίας τους και, παρόλο που ήμασταν στο Ροδον κατά τις 6 το απόγευμα, έπρεπε να φτάσει 7.30 για να βρεθούμε με τον ‘Greece’s Favourite Son’ και τα υπόλοιπα τρία καρντάσια από την Γλασκόβη. Η υπομονή μας ανταμείφθηκε δίπλα: όχι μόνο καταφέραμε να μιλήσουμε και με τους τέσσερις FF, αλλά το καθορισμένο 15λεπτο της συζήτησης μας έφτασε να καταγράψει 50 λεπτά συνομιλίας. Ιδού τι ειπώθηκε…

(ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Τάσο και τον Λεωνίδα για όλα…)

Πρόσεξα ότι πάνω στο drumkit σας έχετε το logo της εταιρείας σας, της Domino. Είναι μια ένδειξη αφοσίωσης στην δισκογραφική σας ή προέκυψε τυχαία;
Είναι σίγουρα σημάδι ότι γουστάρουμε την εταιρία μας. Ήμαστε νομίζω σε μια αρκετά προνομιούχο θέση, ότι μπορούμε δηλαδή να ανήκουμε σε μια τόσο ‘έξυπνη’ εταιρία και να είμαστε και περήφανοι γι’ αυτό. Αλλά επίσης ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσαμε να βρούμε και να βάλουμε πάνω στο ντραμ.

Είχες δηλώσει ότι «Οι Sex Pistols και οι Velvet Underground είναι οι μεγαλύτερες ποπ μπάντες όλων των εποχών και προέρχονται και οι δυο από έναν αριστερό χώρο». Παίρνεις πολιτική θέση με αυτό;
Όχι, δεν εννοούσα απαραίτητα ότι προέρχονται από τον χώρο της Αριστεράς, αλλά μάλλον ότι ανήκουν σε έναν αριστερό χώρο, σχετικά περιθωριοποιημένο σε σχέση με άλλες μπάντες. Κινούνται και οι δυο στις παρυφές του να χαρακτηριστούν περιθωριακές και το όλο τους attitude ήταν εντελώς αυτό του outsider. Έπαιζαν μουσική με έναν τρόπο που εναντιωνόταν στο τότε σύστημα και το μουσικό status quo, έκαναν πράγματα που ακόμη και σήμερα φαίνονται εντελώς έξω από τις συνήθεις νόρμες συμπεριφοράς, ήταν avant garde με τον δικό τους τρόπο, αλλά η μουσική τους ταυτόχρονα είχε μια τέτοια απήχηση στις μάζες, που δεν μπορείς παρά να την χαρακτηρίσεις ποπ. Πάρε το Sunday Morning για παράδειγμα: είναι ένα εκπληκτικό ποπ τραγούδι, αλλά κανείς ποτέ του δεν κατάλαβε για τι πράγμα μιλούσε ακριβώς. Και μετά πάνε και κάνουν το Heroin! Είναι απίστευτοι.

Είναι ζήτημα πόζας, attitude;
Είναι πολύ περισσότερα από αυτό, σε διαβεβαιώνω. Πες μου εσύ, πόσες μπάντες υπάρχουν εκεί έξω εκτός από εμάς, που έχουν ένα fuck off attitude; Πολλές! Αλλά πόσες από αυτές έχουν και τις κατάλληλες ποπ μελωδίες για να ντύσουν το attitude αυτό; Ελάχιστες. Η χρονιά αυτή εμφάνισε το εξής φαινόμενο: βγήκαν δεκάδες αξιόλογες νέες μπάντες με μπόλικα κιλά αρχίδια, αλλά με όχι και τόσο καλές μελωδίες να υποστηρίξουν το θράσος αυτό.

Λαμβάνοντας υπόψη μας ότι η Σκοτία φέτος έχει παράγει ουκ ολίγους αξιόλογους δίσκους, πιστεύεις ότι η σκηνή της Γλασκόβης έχει έναν χαρακτηριστικό ήχο ή στηρίζεται στο attitude που βγάζει;
Ναι, η σκηνή μας έχει σίγουρα ένα indie/alternative attitude, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο υπάρχει ένας ‘χαρακτηριστικός ήχος της Γλασκόβης’. (Γυρνάει στον Nick, τον Bob και τον Paul και τους ρωτάει) Εσείς παιδιά τι λέτε;

(ο Bob ασχολείται με το laptop του, παίζοντας Dungeons And Dragons και δεν ρίχνει ούτε βλέμμα. Είναι προφανώς, ο πιο μπουνταλάς της παρέας, το καταλαβαίνεις κι από το στήσιμο του στην σκηνή, που και που πετάει και καμία κουβέντα, που όμως λόγω της βαριάς, σκοτσέζικης προφοράς, πρέπει να χαμογελάσεις για να μην δείξεις ότι δεν κατάλαβες γρι από αυτό που είπε. Σήμερα δε, που είναι και αξύριστος, μπορώ να πω ότι βελτιώνει κάπως την εικόνα του Geordie μεταλλωρύχου που επιμελώς έφτιαχνε όλη τη χρόνια. Σίγουρα, αν δεν ήταν στην μπάντα, θα μπορούσε να είναι ένας από τους εκατοντάδες μπαστουνόβλαχους κι αμόρφωτους Άγγλους, που το πρωί πάνε στα εργοστάσια και το απόγευμα κατεβάζουν δέκα-δέκα τα pints της μπύρας μέχρι να τους πάνε σπίτι με το ασθενοφόρο…)

(πετάγεται ο Paul) σίγουρα υπάρχουν πολλές μπάντες με τον χαρακτηριστικό ήχο της Γλασκόβης που λες..

(…για να πάρει τα ηνία ο Αρχηγός Alex και να συνεχίσει, αφήνοντας τον μετέωρο να ψάχνει τις λέξεις)

…όπως οι Orange Juice παλιότερα, οι οποίοι με την σειρά τους επηρέασαν εμάς, τους Pastels και τους Delgados τώρα, αλλά, συνολικά, όχι δεν νομίζω ότι έχουμε αυτό το αμερικανικό trademark ήχο. Σίγουρα όμως υπάρχει ένα Γλασκοβιανό attitude!

Κάπου είχες πει ότι είχατε επηρεαστεί πιο πολύ από τους Duran Duran…
Ναι, σίγουρα, τόσο από αυτούς, όσο κι από τους Fall. Και οι ίδιοι οι Fall θεωρούσαν εαυτούς ένα ποπ συγκρότημα, ο Mark Smith έγραφε τραγούδια με βάσει τους δικούς του ποπ ήρωες, τον Marvin Gaye και τον Duane Eddy. Στα δικά μας αυτιά ηχούμε περισσότερο σαν την Beyonce, παρά ως οτιδήποτε άλλο ροκ!

Σας την είχαν πέσει ποτέ οι μπάτσοι, μετά που ξεκινήσατε την φάση με το Chateau στην Γλασκόβη;
Ναι, η αλήθεια είναι ότι είχαμε κάποια προβλήματα, γιατί όταν αρχίσαμε να οργανώνουμε το μέρος, δεν είχαμε ούτε τις απαιτούμενες άδειες, ούτε τίποτα. Απλά, ελλείψει άλλου χώρου, πήγαμε σε αυτήν την παλιά αποθήκη με τα όργανα μας και τα στήσαμε εκεί κι αρχίσαμε να βαράμε. Κάποια στιγμή ανοίξαμε κι άλλο τους ενισχυτές και τότε ήταν που αρχίσαμε να έχουμε προβλήματα… Χρήματα δεν υπήρχαν για να νοικιάσουμε στούντιο κι εμείς θέλαμε να παίζουμε, τι να κάναμε; Από την άλλη, όσα μαγαζιά προσφέρονταν για live, εμάς δεν μας άρεσαν ιδιαίτερα, οπότε σκεφτήκαμε να διοργανώνουμε συναυλίες στην αποθήκη αυτή, που ονομάσαμε ειρωνικά Chateau. Έπρεπε να πάρουμε άδεια χρήσης του μέρους, γιατί ήταν ετοιμόρροπο, αλλά που να τρέχουμε τώρα στις Πολεοδομίες, οπότε αρχίσαμε να παίζουμε, μέχρι που πλάκωσαν οι μπάτσοι. Σε κάθε πάρτι που κάναμε, έσκαγαν δυο-τρία περιπολικά και το σταματήσαμε για λίγο. Μεταφερθήκαμε σε μια παλιά φυλακή – όπου ακόμη συνεχίζουμε και παίζουμε συχνά – και μετά επιστρέψαμε ξανά στο Chateau.

(με ένα ύφος σαν να λέει «Συγγνώμη Κύριε Alex, μπορώ να πω κι εγώ κάτι»;, πετάγεται ο Paul για να συμπληρώσει χαμηλόφωνα…)

Αν σε κάτι είχαμε συμφωνήσει από την αρχή ως μπάντα, ήταν να κάνουμε τα πράγματα με τον δικό μας τρόπο, ανεξάρτητα με τις συνέπειες. Είπαμε ότι θα τα κάνουμε όλα our way κι αν το μετανιώσουμε, το μετανιώσαμε…

Αlex, διακρίνεις μια επιστροφή της Μουσικής στις βασικές της δομές ξανά; Κιθάρα, μπάσο, ντραμς κι άγιος ο θεός; Εμένα μου φαίνεται ότι τα τελευταία 4-5 χρόνια όλα τα εικοσάχρονα παιδιά πιάνουν από μια κιθάρα και βαράνε αλύπητα.
Συμφωνώ σε αυτό. Οι μουσικοί μάλλον κατάλαβαν ότι, όπως και στην Ιστορία, έτσι και στην τέχνη, υπάρχουν φάσεις από τις οποίες περνάει. Η Τέχνη κάνει κύκλους, δίχως άλλο. Από τις κιθάρες, περάσαμε στην acid house των τελών της δεκαετίας του ΄80, μετά στο ξέσπασμα της ηλεκτρονικής κουλτούρας και να που ξαναγυρίσαμε στον ηλεκτρικό ήχο της κιθάρας. Αλλά, έτσι δεν ήταν πάντα; Εννοώ, στις αρχές του ΄80, με το new wave, όλοι σκέφτονταν ακριβώς έτσι: «Μα που πήγαν οι κιθάρες ρε γαμώτο;». Και ξαφνικά σκάνε μύτη οι Smiths! Ποτέ δεν έλειψαν οι κιθάρες. Απεναντίας, οι μπάντες από το Μάντσεστερ και μετέπειτα το grunge κίνημα της Αμερικής, συντήρησαν τον κιθαριστικο ήχο. Κάπου στα τέλη της δεκαετίας του ’90 τα συγκροτήματα κουράστηκαν λίγο κι όλοι είχαν samplers και παντού υπήρχαν DJ’s…

Νομίζω ότι η δική σας συνεισφορά σε αυτό είναι ότι καταφέρατε να βάλετε ένα «αχόρευτο» μουσικό είδος σαν την ροκ, ξανά στις πίστες και να κάνετε τον κόσμο να χορέψει.
Δεν έγινε τυχαία αυτό, ξέρεις. Είμαστε όλοι μας μεγάλοι φαν της χορευτικής μουσικής και το βράδυ μας αρέσει να πηγαίνουμε σε μαγαζιά που παίζουν dance μουσική. Εγώ για χρόνια πειραματιζόμουν με τις δυνατότητες που έχει η μουσική μέσα από ένα computer, αλλά, πίστεψε με, δεν συγκρίνεται τίποτα στον κόσμο από το να παίζεις σε μια μπάντα, μαζί με τρεις άλλους. Δεν συγκρίνεται με το να κλείνεσαι σε ένα δωμάτιο κι απλά να πατάς κουμπιά. Τι ενέργεια! Και η αμεσότητα που αποκτάς με το κοινό σου, όντας μέσα σε ένα συγκρότημα είναι αμέτρητη! Άλλωστε, στα δικά μας μάτια, δεν διαφέρουμε και πολύ από ένα ηλεκτρονικό σύνολο: η μουσική μας στηρίζεται και αυτή σε στρώματα ήχου, που φτιάχνει ο καθένας από εμάς ξεχωριστά και μετά ενώνονται για να δημιουργήσουν αυτό που ακούς εσύ. Πρώτα ξεκινάει με το μπάσο ο Bob, μετά μπαίνει ο Paul στα ντραμς και στη συνεχεία βάζουμε τις κιθάρες από πάνω. Βλέπεις; Σαν να παίζεις με τα Pro Tools! Και μετά κάνουμε και κάτι άλλο: στο τέλος, προσπαθούμε να βγάλουμε ο,τι περιττό έχει η μουσική μας, ώστε το αποτέλεσμα να είναι καλύτερο για τον ακροατή. Και ασφαλώς δεν έχουμε τα τεραστία κιθαριστικα σολαρίσματα που υπάρχουν σε άλλα μουσικά είδη.

(….ο Paul παίρνει μια αστεία γκριμάτσα, σηκώνεται και κάνει air-guitaring…) «Ναι, κοιτάτε με πόσο καλά παίζω κιθάρα, πόσο γαμάτος είμαι!». Τα έχουμε αφήσει αυτά για όσους έχουν ανασφάλειες. Δεν κάνουμε φιγούρα επί σκηνής.
(Alex talking…) Έχει απόλυτο δίκιο ο Paul, αποτελούμε το κομμάτι ενός συνόλου, που ονομάζεται Franz Ferdinand, δεν γίνεται να κοιτάμε την πάρτη μας και το πώς θα φανούμε πάνω στη σκηνή, προς θεού, αυτά ανήκουν σε μια άλλη εποχή. Το βάρος των τραγουδιών μας πέφτει στις ενορχηστρώσεις που κάνουμε στο στούντιο. Έχω παίξει με συγκροτήματα παλιότερα που ο ένας ήθελε να ‘φάει’ τον άλλο, να τον βάλει στη σκιά του, να μην φαίνεται πάνω στη σκηνή. Τα έχω ξεπεράσει όμως αυτά.

Ποιος κάνει την χειρότερη φιγούρα;
(και οι δυο μαζί) Οι μπασιστες! Γιατί αυτοί κρατάνε τον ρυθμό και είναι εξαιρετικά εκνευριστικό να τους βλέπεις να ‘αυνανίζονται’ πάνω στην σκηνή. Οι πιο πολλοί από αυτούς είναι άνεργοι ζωγράφοι ή γλυπτές, που οι γονείς τους τους δέρνανε με σκούπες όταν ήταν μικροί.

(στην άλλη γωνία ο Bob αφήνει το D&D στην άκρη και βάζει μουσική..)

Συνέχεια στο Β' Μέρος

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured