κεντρική φωτογραφία: Ali McGhee
Ποια είναι για εσάς η γοητεία του λαούτου; Τι σας οδήγησε να εστιάσετε την τεχνική σας σε αυτό το όργανο;
Η καταπληκτική γοητεία του βρίσκεται στο ότι υπάρχει ένα τεράστιο ρεπερτόριο για σόλο λαούτο, το οποίο εξακολουθώ να έχω ως αναφορά. Προσφέρει έμπνευση για νέα κομμάτια, είναι ένα πηγάδι το οποίο δεν στερεύει ποτέ. Μια άλλη πτυχή είναι η τεχνική, η οποία επίσης με κάνει να επιστρέφω σε αυτό –και μάλιστα δεν είναι τόσο εύκολη. Αλλά ίσως η μεγαλύτερη γοητεία να είναι η φανταστική πτυχή αυτής της μουσικής και αυτού του οργάνου. Κάποιος θα μπορούσε πράγματι να φανταστεί πώς ακουγόταν πριν 400 χρόνια. Οι άνθρωποι ήταν πιο μικροσκοπικοί και δεν υπήρχε η φασαρία της πόλης, επομένως η ακρόαση θα ήταν μια εντελώς διαφορετική εμπειρία.
Ο δίσκος An Attempt To Draw Aside The Veil (2019) μόλις κυκλοφόρησε, συνιστώντας το 4ο άλμπουμ σε συνεργασία με τον Jim Jarmusch. Ποιο θεωρείτε κομβικό σημείο στη δημιουργία του; Ποιες ήταν οι προκλήσεις και οι «ευλογίες» του να δουλεύετε μαζί;
Είμαι πολύ περήφανος για αυτόν τον δίσκο, νομίζω ότι είναι ο καλύτερός μας. Η πρόκληση σε κάθε δουλειά είναι η ανάπτυξη μιας κεντρικής ιστορίας και ενός θέματος. Για εμένα, ένα άλμπουμ δεν συνιστά μια άδετη συλλογή τραγουδιών: πρέπει να λέει μια ιστορία, από την αρχή ως το τέλος. Η ευλογία του να δουλεύουμε μαζί εντοπίζεται στους αφηρημένους μικροφωνισμούς που δημιουργεί ο Jim, στους οποίους μπορώ να προσθέτω μελωδία.
Στην επικείμενη εμφάνισή σας στην Αθήνα, ωστόσο, έρχεστε με τον τελευταίο σας σόλο δίσκο We Adore You, You Have No Name (2018). Σε ποιον απευθύνεται το άλμπουμ και ποιο είναι το βασικό νήμα της σύνθεσής του;
Ο τίτλος We Adore You, You Have No Name προέρχεται από το βιβλίο The Secret of Secrets και αναφέρεται στον ανώνυμο και πανταχού παρών Θεό. Το κομμάτι του "You Know That I Love You" βασίζεται στο ομώνυμο μαδριγάλι του Jacques Arcadelt (1557), το βιβλίο της παρτιτούρας του οποίου απεικονίζεται από τον Καραβάτζιο στο έργο του «The Lute Player» (1596). Το Δεκέμβριο του 2017 μου ανατέθηκε από το Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης να το παίξω στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε για την αποκατάσταση του πίνακα. Μελέτησα λοιπόν την κλασική εκδοχή. Παρόλα αυτά, ερχόμενος αντιμέτωπος με το ηχοσύστημα, την ακουστική του μουσείου και το πλήθος του κόσμου στην αίθουσα, αποφάσισα να κάνω μια πιο ελεύθερη, βομβώδη διασκευή.
Το "Unto Thee I Lift Up Mine Eyes", από την άλλη, είναι βασισμένο σε μια μπαρόκ σαραμπάντα, από τον κλασικό λαουτίστα Ennemond Gaultier (1651). Σε αυτό το κομμάτι πρώτα παίζω το θέμα της και μετά τον «καθρέφτη» του, σαν παλινδρόμηση. Το "Bow Down", πάλι, είναι ένα τραγούδι για το ποτό. Οι στίχοι του κάνουν αναφορά στη μεσαιωνική πρακτική της προτίμησης του αλκοόλ αντί του (όχι και τόσο ασφαλούς) νερού της εποχής. Όπως γίνεται και σήμερα, κατά κάποιον τρόπο. Είναι επίσης ένα τραγούδι για τους αδύναμους, όσους συνεχώς πέφτουν κάτω. Τα άλλα κομμάτια του δίσκου αφορούν και πάλι το «σύμπαν», με έναν θρησκευτικό τρόπο.
Παρακολουθώντας το βιντεοκλίπ για το “Virium Illarum”, αναρωτιέται κανείς πώς οι θρησκείες και τα τελετουργικά μέσα έχουν επηρεάσει τη μουσική σας. Πότε και πώς ήρθατε πιο κοντά στην εξερεύνηση τέτοιων θεματικών;
Από άποψη εικόνας και αισθητικής, η θρησκεία άρχισε να με επηρεάζει από όταν ήμουν περίπου 5 χρονών. Η καθολική Θεία Ευχαριστία στον νότο της Ολλανδίας, ήταν τότε ένα πραγματικό θέαμα. Έπειτα άρχισα να διαβάζω συγγράμματα, κυρίως γυναικών συγγραφέων, και να γνωρίζω τον Δυτικό πνευματικό κόσμο. Είχαν μεγάλη ένταση και θρησκευτικότητα αυτά τα συγγράμματα, καθώς αφορούσαν κυρίως τη σχέση ανάμεσα στη γυναίκα (συγγραφέα) και στον άντρα (Θεό). Η ένταση αυτή, με ενδιαφέρει πολύ.
Τι ήρθε πρώτα, το λαούτο ή η Αναγέννηση; Πώς θα λέγατε ότι η μουσική και η ιστορία συνδέονται στις συνθέσεις σας;
Προσαρμόζω και ανανεώνω το κλασικό ρεπερτόριο του λαούτου. Για παράδειγμα, θα παίξω ένα κλασικό θέμα λαούτου, μετά θα το παίξω ανάποδα, και μετά πάλι από την αρχή. Ή θα παραθέσω τη μελωδία αυτή και θα αυτοσχεδιάσω πάνω στο θέμα της, με διαφορετικούς τρόπους. Η μουσική και η ιστορία, επομένως, είναι πράγματι συνδεδεμένες για εμένα –κατά αυτόν τον τρόπο.
Πώς νιώθετε που θα εμφανιστείτε στο Temple, μια μουσική σκηνή που πράγματι εμπνέει σκοτεινή αισθητική και πνευματικότητα, όντας αρκετά συγγενής με τον ήχο και την αισθητική σας; Ποιες οι προσδοκίες σας από την επιστροφή σας στην Ελλάδα, έπειτα από περίπου 4 χρόνια;
Είμαι χαρούμενος που επιστρέφω στην Ελλάδα. Νιώθω ότι οι Έλληνες καταλαβαίνουν πολύ καλά και τη μουσική και την αισθητική μου. Πιάνουν την ατμόσφαιρα της δουλειάς μου. Και είμαι ενθουσιασμένος βέβαια που θα παίξω στον «Ναό»!
Ένα από τα άλμπουμ που έχετε κυκλοφορήσει με τον Jim Jarmusch ονομάζεται Apokatastasis (2012). Την ίδια χρονιά, μάλιστα, κυκλοφορήσατε και τον δίσκο The Mystery Οf Heaven, το οποίο περιλαμβάνει το κομμάτι "Etimasia". Ποια η σχέση σας με την ελληνική γλώσσα και κουλτούρα;
Έχω μεγάλο ενδιαφέρον για την ελληνική φιλοσοφία και ιστορία. Και έχω κάνει αρκετή έρευνα. Εκτός αυτού, αγαπώ τον ήχο της ελληνικής γλώσσας. Και ένα άλλο πράγμα που με ενδιαφέρει, είναι αυτή η ξένη αίσθηση που δίνουν οι συγκεκριμένες λέξεις. Εάν δηλαδή δεν τις καταλαβαίνεις, αμέσως υπάρχει μια έλξη που σου ασκούν. Επίσης, εκτός από την κυριολεκτική αποκατάσταση, «apokatastasis» για εμένα προσωπικά σημαίνει και τη στατική αποκάλυψη.
Σε λιγότερα από 20 χρόνια, έχετε κυκλοφορήσει 18 σόλο άλμπουμ και έχετε συμμετάσχει σε 15 συλλογικά. Τι πυροδοτεί αυτήν την αδιάκοπη δραστηριότητά σας; Και πώς εν τέλει διαχειρίζεστε τον χρόνο;
Δεν ξέρω, φαντάζομαι ότι είναι κάτι το οποίο πρέπει να κάνω. Προκύπτει φυσικά. Στο σπίτι είμαι αρκετά μοναχικός τύπος, μερικές φορές μπορώ να συγκεντρωθώ πραγματικά ώστε να γράψω καινούρια κομμάτια. Ακόμα κι όταν δεν γράφω όμως μια μελωδία, θα μου παρουσιαστεί. Και θα είμαι εκεί για να την αρπάξω.
Ζωγραφική, κινηματογράφος, μουσική, βιντεοπαιχνίδια –ποια είναι η σημασία της διασταύρωσής σας με τόσα διαφορετικά καλλιτεχνικά και εκφραστικά πεδία; Ποιο έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον για εσάς και τη μουσική σας;
Αυτή τη στιγμή εμπνέομαι βρίσκοντας παλιά βιβλία με αλλόκοτες κυρίως εικονογραφήσεις, πράγματα τα οποία δεν υπάρχουν στο Διαδίκτυο. Έχουν την αίσθηση της περιπέτειας. Με εμπνέουν πραγματικά. Ο κινηματογράφος από μόνος του δεν εμπνέει τη μουσική μου –η ζωγραφική όμως ναι.
Πριν 5 χρόνια κερδίσατε το Βραβείο Soundtrack του Φεστιβάλ Καννών για την ταινία Only Lovers Left Alive (2013). Μπορεί τελικά ένα τέτοιο βραβείο να αλλάξει τη ζωή και την τέχνη σου;
Αφού πήρα το βραβείο, δεχόμουν πράγματι περισσότερες προσκλήσεις για ζωντανές εμφανίσεις –αν και ήδη έκανα πολλές συναυλίες και πριν από αυτό. Μέχρι σήμερα έχω δώσει σχεδόν 1.200 συναυλίες. Μια ζωντανή εμφάνιση είναι κάτι το ειλικρινές, δεν μπορείς να υποκριθείς. Οπότε, για να απαντήσω στην ερώτησή σου, όχι, δεν άλλαξε κάτι στην τέχνη μου. Άλλαξε όμως στη ζωή μου.
{youtube}zdeNU2bxX18{/youtube}