Υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων, οι ιστορίες ζωής των οποίων ακούγονται εγγενώς γοητευτικές. Είναι σαφώς «κινηματογραφικό» να ακούσεις για έναν σαξοφωνίστα από τη Νέα Ζηλανδία, που μένει πλέον και δημιουργεί στην Ελλάδα. Και μετά υπάρχουν άνθρωποι σαν τον James Wylie. Οι οποίοι ξεπερνάνε τη συνθήκη μίας «κινηματογραφικής» ιστορίας και γίνονται κινούμενες μηχανές αναζήτησης, ψάχνοντας να γνωρίσουν τους εσωτερικούς μηχανισμούς των πραγμάτων με τα οποία καταπιάνονται...
Τι ακριβώς περιλαμβάνουν οι Χαμένες Πόλεις που θα παρουσιάσεις στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, στα πλαίσια του 1ου Φεστιβάλ Ανήσυχων Ήχων; Και τι να περιμένουν όσοι έρθουν να δουν την επί σκηνής σύμπραξή σου με τον Ziad Rajab;
Οι Χαμένες Πόλεις ξεκίνησαν σαν μια ιδέα την οποία είχα, να εκφράσω μουσικές και ήχους που μέχρι στιγμής δεν είχαν ένα «σπίτι». Είναι επίσης κι ένας τρόπος να φέρω κοντά μου φίλους και μουσικούς που αγαπάω, για να παίξουμε! Οπότε στο μυαλό μου είναι λίγο σαν πλατφόρμα για να πειραματιστώ, παρά σταθερό σχήμα. Το τελευταίο πρότζεκτ –αυτό που θα παρουσιάσουμε στο φεστιβάλ μαζί με τον Ziad Rajab– είναι ένα έργο, μία σύνθεση δική μου με κείμενα δικά μου μεταφρασμένα στα αραβικά, που περιγράφουν την κυκλικότητα της ζωής, το μπέρδεμα και την τύφλωση την οποία βιώνουν οι άνθρωποι μπροστά της. Το σύνολο περιέχει φωνή, δύο σαξόφωνα, καμαντσέ, νέυ, ούτι, λαούτο, βιόλα ντα γκάμπα και δύο κρουστούς. Η μουσική αφήγηση συνοδεύεται από ζωγραφιές της Δέσποινας Χαμαντζή και προβολή animation του Αλέξανδρου Σεϊταρίδη.
Πώς διαφέρει η ζωή στην Ελλάδα από αυτήν στη Νέα Ζηλανδία, τη Βοστόνη ή το Βερολίνο; Τι σε κάνει να επιλέγεις να μένεις εδώ, ειδικά στην τωρινή περίοδο;
Είναι αρκετά διαφορετική. Είναι ωραία και εκεί, αλλά μου αρέσει πολύ ο τρόπος με τον οποίον ζουν οι άνθρωποι στην Ελλάδα, με την πολλή επαφή και η σημασία που δίνουν στο κοινωνικό στοιχείο. Το βρίσκω υγιές αυτό. Παρ'όλες τις δυσκολίες της, νιώθω ότι η Ελλάδα είναι μια πολύ ζωντανή χώρα. Και είναι σε ένα τέτοιο μερος όπου θέλω να βρίσκομαι!
Είναι η μουσική που συνθέτεις παράγωγο του περιβάλλοντός σου στην Ελλάδα και στην Ευρώπη; Πώς επηρεάζει δηλαδή η ζωή εδώ τον τρόπο με τον οποίον δημιουργείς;
Πιστεύω ότι το περιβάλλον σου πάντα παίζει ρόλο. Μπορεί μάλιστα να είναι και το πιο σημαντικό πράγμα. Το ενδιαφέρον έγκειται στο πού διαλέγεις εσύ να βρίσκεσαι (ή όχι) και πώς μεταμορφώνεις τις επιρροές σε κάτι που να έχει νόημα για σένα. Μετά, σημαντικό είναι να βρεις τι νόημα έχει αυτό που κάνεις για τον κόσμο γύρω σου. Όταν μπορείς να αρχίζεις να το ξεκαθαρίζεις στο μυαλό σου, τότε η μουσική σου μπορεί να πάρει κάποια δύναμη.
Όταν έφτασα στην Ελλάδα ερχόμουν από Βερολίνο, όπου πιστεύω ότι είχα μπερδευτεί λίγο στη μουσική μου πορεία. Εκεί ήταν πολύ ωραία. Άκουγα διάφορα, γνώριζα και έπαιζα με πολλούς καλούς μουσικούς, ένιωθα όμως ότι έπρεπε να αλλάζω πρόσωπα συνέχεια και ότι έχανα το τι ήταν σημαντικό για μένα στη μουσική. Σίγουρα ήταν σημαντικό να περάσω από μια τέτοια περίοδο, αλλά όταν ήρθα στην Ελλάδα έπρεπε να ανακαλύψω ξανά τι μετρούσε για μένα. Λόγω του ότι βρέθηκα ξαφνικά «μόνος μου», καταλάβαινα καλύτερα τι μου έλειπε και τι όχι… Ήταν λίγο σαν ένα γενικό καθάρισμα –κάτι που είναι δύσκολο άμα δεν αδειάσεις όλα τα πράγματα από το σπίτι!
Αφού άρχισα λοιπόν να γνωρίζω λίγο καλύτερα τη ζωή στην Ελλάδα, μου έκανε μεγάλη εντύπωση το στοιχείο της παράδοσης εδώ, το πόσο παρόν είναι στην καθημερινή ζωή. Ακόμα δεν καταλαβαίνω ακριβώς τι σημαίνει «παράδοση», ένιωθα όμως ότι κάτι μου έλειπε, που θα μπορούσε να με συνδέσει με το περιβάλλον μου (όπου και να ήταν), με τους άλλους ανθρώπους και με το τώρα. Η παράδοση, μάλλον, μας δίνει ένα εργαλείο να επικοινωνήσουμε με τον κόσμο μας, το ίδιο και στη μουσική… Ίσως είναι σαν γλώσσα η ίσως γραμματική της ζωής. Οπότε άρχισα σιγά-σιγά να ενδιαφέρομαι πολύ για διάφορες παραδόσεις, στη μουσική και αλλού.
Πώς βλέπεις να συνδέεται το ελληνικό κοινό με την τζαζ;
Αυτή είναι λίγο δύσκολη ερώτηση… Δεν ξέρω ακριβώς πώς συνδέεται. Προφανώς ο κόσμος έχει γίνει πλέον μικρός και οι άνθρωποι έχουν επαφή με πράγματα που συμβαίνουν σε όλον τον πλανήτη. Ίσως απλά η τζαζ έφτασε στην Ελλάδα σαν άκουσμα και επειδή είναι μια όμορφη και ευέλικτη μουσική που μπορεί να μιλήσει σε πολλούς λαούς, μπόρεσε και έμεινε. Μου φτάνει αυτό!
Ξεκίνησες με κλασική μουσική παιδεία. Πώς έγινε το πέρασμα στην τζαζ;
Ήμουν πολύ τυχερός, γιατί είχα πολύ καλό ξεκίνημα στη μουσική με την Gillian Bibby στη Νέα Ζηλανδία, η οποία μας βοήθησε από παιδάκια να καταλάβουμε τι συμβαίνει σε ένα κομμάτι κλασικής μουσικής –όχι μόνο πώς να το παίξουμε στο όργανο. Αυτό ήταν πάρα πολύ σημαντικό για μένα. Μετά, όταν τυχαία άκουσα για πρώτη φορά μια συναυλία τζαζ στην πόλη μου (Ουέλινγκτον), κατάλαβα αμέσως ότι ήθελα κι εγώ να μάθω να παίζω μουσική μ' αυτόν τον τρόπο. Το σαξόφωνο ήταν το όργανο που τράβηξε την προσοχή μου πιο πολύ και έτσι είμαι εδώ τώρα!
Έχω παρακολουθήσει συναυλίες σου με τον Μιχάλη Σιγανίδη, τον Αντώνη Ανισέγκο και τον Θύμιο Ατζακά, 3 διανοητών γύρω από τη σύγχρονη μουσική. Πώς επιλέγεις τις συνεργασίες σου; Ποια είναι τα στοιχεία που αισθάνεσαι συγγενικά με τους ανθρώπους που διαλέγεις να μοιραστείς το δημιουργικό σου παρόν;
Δεν με νοιάζει πολύ τι μουσική παίζουμε. Με ενδιαφέρει πιο πολύ να νιώθω ότι οι μουσικοί νοιάζονται πραγματικά για ό,τι παίζουν και όχι για τον εαυτό τους. Μετά, με ενδιαφέρουν όσοι μουσικοί ακούν τους άλλους, όσοι είναι ευαίσθητοι και θέλουν να φτιάξουν κάτι μαζί μου. Ως μουσικός και ακροατής, ψάχνω μουσική που να νιώθω ότι είναι ζωντανή και ότι έχει μια δύναμη. Η μουσική είναι ιερό πράγμα για μένα.
Συνεχίζεις εντωμεταξύ τις σπουδές σου και σε ανατολίτικους παραδοσιακούς δρόμους, όπως λ.χ. στην πολίτικη λύρα (τον κεμεντζέ). Μετά από την τριβή με τόσα μουσικά είδη, πιστεύεις πως υπάρχουν υπόγειες ραφές που μας ενώνουν δημιουργικά σαν λαούς;
Χωρίς να χαθούμε σε πολύ φιλοσοφική κουβέντα, πιστεύω ότι πηγή όλων είναι η δόνηση, ο ήχος. Αυτό είναι που μας ενώνει σαν ανθρώπους. Το ίδιο και στη μουσική. Όταν ακούω κάτι καινούργιο, είναι ο ήχος που με τραβάει πρώτα. Μετά ίσως αρχίζω να καταλαβαίνω πώς λειτουργεί –σαν μια γλώσσα. Στη συνέχεια, αφού καταλαβαίνω πιο πολύ τη γλώσσα, μπορώ να καταλάβω και το μήνυμά της. Στο μυαλό μου δεν ξεχωρίζω τόσο πολύ τα διαφορετικά είδη. Περισσότερο βλέπω ότι ένα είδος μπορεί να διευκολύνει έναν συγκεκριμένο τρόπο έκφρασης πιο πολύ από ένα άλλο. Συνήθως αυτό συμβαίνει λόγω των κοινωνικών αναγκών από όπου προέρχεται η μουσική. Επειδή όμως σε όλον τον κόσμο οι βασικές ανάγκες του ανθρώπου είναι ίδιες, οι περισσότερες μουσικές έχουν πιο πολλά κοινά στοιχεία, παρά διαφορές.
Έχεις και την ιδιότητα του δασκάλου μουσικής. Πώς γίνεται να διδάξεις κάτι τόσο βαθιά ριζωμένο στις αυτοσχεδιαστικές δομές;
Δεν είναι κάτι με το οποίο ασχολούμαι πολύ τελευταία, αλλά με ενδιαφέρει πολύ. Σχετικά με τον αυτοσχεδιασμό, προσπαθώ να επικεντρωθώ στη διδασκαλία μου αλλά και στον εαυτό μου, στο πώς μπορεί κανείς να οργανώσει τα μουσικά στοιχεία με τα οποία παίζουμε. Όπως κάνει ένας συνθέτης, για παράδειγμα.
{youtube}OiT6ytKvZfY{/youtube}