Άννα Προκόβα

Oι James, από τα λατρεμένα συγκροτήματα του ελληνικού κοινού, επιστρέφουν και πάλι στην Αθήνα. Αυτή τη φορά, μάλιστα, θα έχουν κι έναν ολοκαίνουριο δίσκο στις αποσκευές τους (το La Petite Mort), τον οποίον κι ανυπομονούν να μας παρουσιάσουν. Εν αναμονή λοιπόν της συναυλίας στο Θέατρο Βράχων Βύρωνα –την Τρίτη 15 Ιουλίου– μιλήσαμε με τον μπασίστα τους Jim Glennie, μόνο εναπομείναν ιδρυτικό μέλος του συγκροτήματος μαζί βέβαια με τον Tim Booth (για την ακρίβεια, ήταν ο Glennie που εντόπισε τον Booth, προτείνοντάς του να μπει στους James). To timing της συνέντευξής μας δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερο: πετύχαμε τον Glennie στο σπίτι του στα Highlands την επομένη της κυκλοφορίας του La Petite Mort, λίγες μόνο μέρες πριν την έναρξη της φετινής καλοκαιρινής περιοδείας...

 
 
Κατ' αρχάς, συγχαρητήρια για την καινούρια σας δουλειά, La Petite Mort... Αισίως ο 13ος δίσκος σας!
 
Ευχαριστούμε! Δηλώνουμε πολύ περήφανοι, πιστεύουμε πως είναι από τις καλύτερές μας μέχρι σήμερα. Δουλεύουμε αυτόν τον δίσκο τα τελευταία 2 χρόνια και είμαστε ενθουσιασμένοι με την κυκλοφορία του. Στην πραγματικότητα, το να γράψεις τα τραγούδια δεν είναι δύσκολο. Μας βγήκαν αβίαστα, μέσα από αυτοσχεδιασμό και λάιβ πειραματισμούς. Έτσι γίνεται πάντα, βέβαια. Το λιγότερο διασκεδαστικό –και πολύ κουραστικό, θα έλεγα– κομμάτι ξεκινάει μετά, όταν καλείσαι να τα επεξεργαστείς και να τα βάλεις μαζί στο άλμπουμ. 
 
Πώς νιώθεις τώρα που επιτέλους ο δίσκος είναι έτοιμος και μόλις κυκλοφόρησε; Διακρίνω μια ανακούφιση...
 
Α όχι, δεν παραπονιέμαι! Θα ήταν ανόητο να παραπονιέμαι για το ότι έχουμε πολλή δουλειά. Αντίθετα, το απολαμβάνω· εξού και βρίσκομαι στο συγκρότημα τόσο καιρό. Το να γράφω και να παίζω μουσική είναι ακριβώς αυτό που μου αρέσει να κάνω. Είναι δύσκολο, αλλά αξίζει τον κόπο. Θα ακουστεί λοιπόν λίγο μελό, αλλά η ικανοποίηση για την ολοκλήρωση του δίσκου είναι αντίστοιχη με εκείνη που έχει ένας πατέρας καθώς ανακοινώνει στον κόσμο την έλευση του νεογέννητου παιδιού του. Νιώθουμε μεν ανακουφισμένοι που η δουλειά ολοκληρώθηκε, αλλά το πιο ενδιαφέρον κομμάτι αρχίζει τώρα: το πώς θα «εξελιχθεί» το La Petite Mort με την πάροδο του χρόνου· πώς θα το εκλάβει το κοινό μέσα από τις ακροάσεις, αλλά και τα λάιβ. 
 
Jamgln_2
 
Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Max Dingel, τον καινούριο σας παραγωγό; 
 
Αυτή τη φορά επιθυμούσαμε να δοκιμάσουμε τα όριά μας, κάνοντας κάτι διαφορετικό. Μόλις λοιπόν γράψαμε τα τραγούδια, αρχίσαμε να σκεφτόμαστε ότι θέλαμε το «κάτι παραπάνω», δεν θέλαμε δηλαδή να βγάλουμε απλά έναν ακόμη δίσκο. Πέρασε αρκετός καιρός μέχρι να αποφασίσουμε ότι ήμασταν έτοιμοι ν' αρχίσουμε την ηχογράφηση. Ο Max τώρα είναι πολύ εκκεντρικός τύπος, και παράλληλα ιδιοφυής στη δουλειά του. Κατάφερε να προσδώσει στα τραγούδια μας δύναμη, την «ωμή» εκείνη ενέργεια που έχουμε στις συναυλίες. Είχε πλάκα να δουλεύεις μαζί του... Εμφανισιακά μοιάζει σαν τρελός επιστήμονας και το στούντιό του είναι ένα χαοτικό εργαστήριο, στο οποίο συγκεντώνει ολόκληρες στοίβες από περίεργες ηλεκτρονικές συσκευές –εξοπλισμό που έχει συλλέξει από τα ταξίδια του ανά τον κόσμο. Συχνά εμείς καθόμασταν σε μια άκρη και τον παρακολουθούσαμε να κάνει τα τρελά πειράματά του με τη μουσική μας. Έπιανε τα κομμάτια και τους άλλαζε τα φώτα, στην κυριολεξία! Δεν μπορώ να σου περιγράψω πόσο ενθουσιασμένοι είμαστε με το τελικό αποτέλεσμα... 
 
Jamgln_3
 
Ένα από τα βασικά μοτίβα του La Petite Mort είναι ο θάνατος. Ωστόσο, ακούγοντάς το, δεν μου φάνηκε καθόλου μακάβριο. Αντίθετα, θα έλεγα ότι ο ήχος παραπέμπει στον «κλασικό» εκείνο feelgood ήχο των James, που σας έχει κάνει αγαπητούς στο κοινό όλα αυτά τα χρόνια…
 
Η αγγλική μετάφραση του τίτλου, «small death», σημαίνει πράγματι «μικρός θάνατος». Στα γαλλικά, όμως, η έκφραση la petite mort χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον οργασμό –για την ακρίβεια, τη μεταοργασμική φάση. Έχει έτσι μια πνευματική χροιά, αν καταλαβαίνεις τι εννοώ... Υπό μία δηλαδή έννοια, το κεντρικό θέμα του La Petite Mort είναι ο θάνατος –αλλά κάθε είδους θάνατος. Φαίνεται ολοκάθαρα άλλωστε αν παρατηρήσεις τους στίχους. Και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, γιατί τους στίχους τους έγραψε ο Tim σε μια ιδιαίτερη περίοδο της ζωής του, σηματοδοτούμενη από την απώλεια δύο κοντινών του προσώπων. 
 
Από τη μία, πληροφορήθηκε για τον θάνατο μιας πολύ καλής του φίλης, από καρκίνο. Είχε να τη δει καιρό και ήταν κάτι που έγινε ξαφνικά, ενώ δεν το περίμενε κανείς. Παράλληλα αποχαιρέτησε τη μητέρα του, η οποία πέθανε στο νοσοκομείο, στα 90 της. Ήταν από καιρό άρρωστη, και ήταν αναμενόμενο. Στην ουσία έσβησε στην αγκαλιά του, έχοντας περάσει μια μεγάλη και όμορφη ζωή... Ήταν συγκινητικό, αλλά και όμορφο συνάμα· ο Tim λέει ότι τον έκανε να νιώσει ένα είδος ευφορίας ανάμεικτης με θλίψη. Ήταν για εκείνον μια ιερή, εξυψωτική εμπειρία. Προσπαθήσαμε λοιπόν να ενσωματώσουμε στον δίσκο αυτές τις δύο αντιφατικές πτυχές: από τη μία την απώλεια και από την άλλη τη δύναμη της ζωής, το να συνεχίζει κανείς να ζει σαν να μην υπάρχει αύριο. Σε αντίθεση έτσι με τους στίχους, η μουσική στο La Petite Mort είναι εμψυχωτική. O θάνατος νοείται ως κομμάτι της ζωής και δεν είναι απαραίτητα μακάβριος.
 
Jamgln_4
 
Εννοείς δηλαδή ότι καταφέρατε να κάνετε έναν... χαρούμενο δίσκο σχετικά με το θάνατο;! 
 
Για να είμαι ειλικρινής, δεν νομίζω ότι θα μπορούσαμε να γράψουμε ποτέ θλιβερή μουσική. Έχουμε προσπαθήσει να το κάνουμε, αλλά αποδείχθηκε ανέφικτο. Η ευφορία κυλάει στο αίμα του ήχου μας! 
 
Ακούω ότι γράψατε ένα μέρος του δίσκου στην Αθήνα;
 
Ναι, κατά τη διάρκεια της περιοδείας μας στην Ελλάδα, το 2012! Τα μέλη των James έχουμε πλέον σκορπίσει, δεν είναι όπως όταν ήμασταν φοιτητές στο Μάντσεστερ και βρισκόμασταν όποτε θέλαμε για πρόβες. Σήμερα είναι πιο δύσκολο γιατί οι περισσότεροι έχουμε οικογένεια και μένουμε σε διαφορετικά μέτη του κόσμου –εγώ για παράδειγμα μένω τώρα στη Σκωρία και ο Tim στην Αμερική. Οι διεθνείς περιοδείες είναι έτσι η μόνη ευκαιρία που έχουμε να ξαναβρεθούμε όλοι μαζί, ως συγκρότημα, και να περάσουμε χρόνο παρέα. Αυτές τις μέρες, επομένως, αξιοποιούμε την ευκαιρία να γίνουμε δημιουργικοί: το να γράφουμε καινούρια μουσική είναι η ζωοποιός ενέργεια των James. Ο συνεχής επαναπροσδιορισμός του ήχου μας έως και σήμερα αποτελεί μεν σημαντική πρόκληση, αλλά είναι και κάτι που το έχουμε ανάγκη. Τροφοδοτεί το ενδιαφέρον μας, μας κάνει να θέλουμε να είμαστε ακόμα μαζί.
 
Έχεις κάποιο συνειδητά αγαπημένο κομμάτι από τον καινούριο δίσκο;
 
Αν έπρεπε αν διαλέξω ένα, θα ήταν το εναρκτήριο, το "Walk Like You". Είναι ενδεικτικό ολόκληρου του δίσκου, ο οποίος είναι πιο σύνθετος απ' ότι αρχικά φαίνεται. Επίσης ξεχωρίζει λόγω της διάρκειάς του –είναι με διαφορά μεγαλύτερο από τα υπόλοιπα τραγούδια, ξεπερνώντας κατά τι τα 7 λεπτά. Είναι αυτό που θα ονόμαζα «τραγούδι εκκίνησης»: μέσα από τις εναλλαγές του, διαμορφώνει την ατμόσφαιρα, προετοιμάζοντας για αυτό που ακολουθεί. Εξίσου αντιπροσωπευτικό για το πνεύμα του άλμπουμ θεωρώ επίσης το "Moving On". Μάλιστα είχαμε τη χαρά να συνεργαστούμε για το βιντεοκλίπ με τον εξαιρετικά ταλαντούχο animation artist Ainslie Henderson. Είναι το πρώτο βιντεοκλίπ τραγουδιού μας που θεωρούμε έργο τέχνης. 
 
Jamgln_5
 
Οι James είναι συγκρότημα με χαμηλό προφίλ. Το NME έχει υποστηρίξει ότι τη δεκαετία του 1980, αν θέλατε, θα μπορούσατε να είστε πιο διάσημοι από τους Smiths, αλλά εσείς διαλέξατε διαφορετικό δρόμο. Όμως οι επιλογές σας είναι σεβαστές και το κοινό σας αγαπάει γι' αυτό που είστε. Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι στην Ελλάδα γίνατε εκ των υστέρων σούπερ σταρ, από τα τέλη δηλαδή των 1990s και μετά. Πώς το εξηγείτε;
 
Αυτό είναι κάτι που ποτέ δεν μπόρεσα να εξηγήσω. Το ίδιο ισχύει και στην Πορτογαλία· μαζί με την Ελλάδα είναι οι χώρες στις οποίες έχουμε το μεγαλύτερο κοινό από οπουδήποτε αλλού σήμερα. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος: είναι από εκείνα τα ευχάριστα που απλά συμβαίνουν και δεν μπορείς παρά να είσαι ευτυχής γι' αυτά. 
 
Η αρχή έγινε με ένα μικρό λάιβ το 2001, αν θυμάμαι καλά. Σύντομα οι James διαλύθηκαν, άρα κάτι πρέπει να συνέβη στα χρόνια τα οποία μεσολάβησαν μέχρι να τα ξαναβρούμε και να επιστρέψουμε για συναυλία στη χώρα σας. Ο κόσμος συνέχισε να ακούει τη μουσική μας; Ίσως το κοινό μας στην Ελλάδα δεν περίμενε ότι θα επιστρέψουμε; Δεν ξέρω... Το θέμα είναι ότι, όταν τελικά το κάναμε, συνειδητοποιήσαμε ότι κάτι είχε αλλάξει. Ήμασταν πλέον τόσο δημοφιλείς, ώστε κάναμε sold-out συναυλίες σε ολυμπιακά στάδια! Διαμορφώθηκε έτσι μια ανεπανάληπτη χημεία με το ελληνικό κοινό. Εκτιμάμε πάρα πολύ την αγάπη του κόσμου, γι' αυτό και με κάθε ευκαιρία επιστρέφουμε στην Ελλάδα για συναυλία –θεωρούμε πλέον δεδομένο ότι θα τη συμπεριλάβουμε στην περιοδεία μας, κάθε φορά. Είναι άλλωστε μια πανέμορφη χώρα, όπου έχουμε πια και πολλούς φίλους. 
 
Κλείνοντας, υπάρχει κάποια εμπειρία –θετική ή αρνητική– που να σου έχει μείνει έντονα από τις προηγούμενες συναυλίες σας στην Ελλάδα;
 
Κάθε φορά που ερχόμαστε στην Ελλάδα περνάμε πολύ όμορφα. Δύσκολο επομένως να ξεχωρίσω κάποια στιγμή... Η μόνη αρνητική εμπειρία που μπορώ να σκεφτώ είναι το 2011, όταν παίξαμε στα πλαίσια του Ejekt Festival μαζί με τους Kasabian. Εκείνη τη μέρα ο ήχος μας ήταν πολύ κακός, θυμάμαι ότι το συζητάγαμε στην επιστροφή και είχαμε απογοητευτεί από την απόδοσή μας, αλλά και τη συνολική μας εμφάνιση. Οι James είναι κατά βάση μια λάιβ μπάντα: πιστεύουμε ότι σε μια συναυλία ένα τραγούδι μπορεί πραγματικά να αγγίξει το κοινό, πολύ περισσότερο από ότι όταν το ακούει από τον δίσκο. Είχαμε έτσι απογοητευτεί, το πήραμε προσωπικά και νιώθαμε ότι απογοητεύσαμε εξίσου και το κοινό μας. 
 
Θέλει πολλή δουλειά για να καταφέρει ένα συγκρότημα να κερδίσει τον κόσμο παίζοντας λάιβ –ακόμα περισσότερο μάλιστα αν παίζει καινούρια τραγούδια, με τα οποία ο τελευταίος δεν είναι ακόμα συμφιλιωμένος. Είμαστε πάντως ενθουσιασμένοι με την προοπτική του να παρουσιάσουμε τον καινούριο μας δίσκο στο Θέατρο Βράχων. Θα προσπαθήσουμε να δώσουμε τον καλύτερό μας εαυτό. Κατά κάποιον τρόπο, σας το χρωστάμε... 
 
 
 

{youtube}aWPgJkOdUZU{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured