Η περσινή –τρίτη– επίσκεψη των Αμερικανών στη χώρα μας, τους βρήκε να δίνουν ένα παλικαρίσιο λάιβ στο κατάμεστο Entertainment Stage. Φέτος μας έκλεισαν διπλό συναυλιακό ραντεβού, ένα για την Αθήνα (αύριο Τρίτη 24 του μήνα, στην Ιερά Οδό τελικά) κι ένα για τη Θεσσαλονίκη (μεθαύριο Τετάρτη 25 του μήνα, στο Fix Factory Of Sound). Και προβλέπεται βέβαια νέος πανικός, άλλωστε και η μεταφορά της αθηναϊκής συναυλίας έγινε με δεδομένο ότι εξαντλήθηκαν όλα τα εισιτήρια για το Fuzz. Εν αναμονή όλων αυτών, εμείς βρήκαμε τον Neil Fallon για μια κουβέντα...
Πώς πάει η τουρνέ μέχρι τώρα;
Καταπληκτικά, έχουμε δώσει μερικές από τις πιο δυνατές μας συναυλίες σαν headliners στην Ευρώπη. Βέβαια μας έχει λείψει ο ύπνος, αλλά δεν πειράζει… Δεν μπήκαμε σε αυτήν τη δουλειά για να κοιμόμαστε.
Έχετε όμως δώσει χιλιάδες συναυλίες. Πώς κρατάτε ζωντανό το πάθος σας για τη σκηνή;
Είναι η δουλειά μας! Είναι δύσκολο να το εξηγήσω διαφορετικά. Σίγουρα έχουμε και τις κακές μας μέρες, καλύτερα όμως να έχουμε μια κακή μέρα και να παίζουμε ροκ εν ρολ, παρά μια καλή μέρα και να δουλεύουμε σε τράπεζα. Είμαστε ευλογημένοι γιατί ζούμε παίρνοντας τη μεγαλύτερη χαρά, έτσι το βλέπω εγώ τουλάχιστον. Η χαρά μας δηλαδή δεν είναι οι πλατινένιοι δίσκοι και τα εξώφυλλα στο RollingStone. Η μεγαλύτερη χαρά βρίσκεται στο να γράφεις και να παίζεις ροκ εν ρολ. Έχουμε αρκετό πάθος για να συνεχίσουμε να ζούμε έτσι για τα επόμενα 25 χρόνια!
Πώς διαμορφώνονται τα τραγούδια σας από τη στιγμή που τα ηχογραφείτε, μέχρι τη στιγμή που τα παίζετε ζωντανά μπροστά σε κοινό;
Αντιμετωπίζουμε τις ηχογραφήσεις σαν μια μικρή ένδειξη του πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στην πορεία ενός τραγουδιού. Μερικές φορές, ας πούμε, το τραγούδι δεν αναπτύσσεται, γιατί έχει ήδη φτάσει στο βέλτιστο σημείο. Κάποιες άλλες φορές το παιδεύουμε περισσότερο. Από την εμπειρία μου διαπιστώνω ότι πιο αδύναμα είναι συνήθως όσα κομμάτια έχουν γραφτεί στο στούντιο· ενώ αυτά που πρώτα δοκιμάστηκαν μπροστά σε κόσμο (και μετά ηχογραφήθηκαν) καταλήγουν να είναι τα πιο δυνατά.
Αληθεύει ότι προτιμάτε να ηχογραφείτε με τον πατροπαράδοτο τρόπο, χρησιμοποιώντας αναλογική τεχνολογία αντί για ψηφιακή; Τι κερδίζετε με μια τέτοια προσέγγιση;
Χρησιμοποιούμε και τους δύο τρόπους. Η ψηφιακή τεχνολογία μας δίνει ελευθερία, αλλά καμιά φορά δίνει παραπανίσια ελευθερία: σου αφήνει περιθώριο να επαναπαυτείς και να πεις «θα το φτιάξω μετά». Πάντα λοιπόν κρατάμε στο μυαλό μας και τον τρόπο με τον οποίον φτιάχνονταν τα άλμπουμ της δεκαετίας του 1960 και του 1970, όταν οι ηχογραφήσεις γίνονταν σε 4 ή σε 8 κανάλια και ήταν συνήθως θέμα λίγων ημερών μόνο. Ο πρώτος δίσκος των Black Sabbath, για παράδειγμα, θα ακουγόταν απαίσιος σήμερα αν είχαν το προνόμιο της τεχνολογίας. Θα έλεγα επομένως πως κρατάμε μια ισορροπία στο τι μπορούμε να πετύχουμε με τα σημερινά μέσα και στο τι μας διδάσκει το παρελθόν.
Έχετε το δικό σας label πια, τη Weathermaker. Πώς νιώθετε όντας αφεντικά του εαυτού σας;
Μας απελευθερώνει και μας μπερδεύει παράλληλα. Έχουμε μεν τις επιλογές, αλλά ταυτόχρονα έχουμε και περισσότερες ευθύνες και αρμοδιότητες. Και υπάρχουν στιγμές που κάνουμε τη δουλειά που έκανε για εμάς η εταιρεία, στην οποία γκρινιάζαμε και φωνάζαμε: πόσα να ξοδέψει στο artwork, πόσους δίσκους να στείλει κτλ. Είναι απίστευτο ότι πλέον τα κάνουμε εμείς. Έχουμε πολλά να μάθουμε, αλλά νομίζω ότι δεν θα την αλλάζαμε με τίποτα αυτή τη διαδικασία.
Τι σας λείπει περισσότερο από τις πρώιμες μέρες σας;
Ίσως το μυστήριο του να βρίσκεσαι στον δρόμο, σε περιοδεία. Θυμάμαι όταν το Οχάιο ή το Τέξας έμοιαζαν με εξωτικά μέρη. Μπορεί τότε να παίζαμε συχνά μπροστά σε άδεια καθίσματα, αλλά είχαμε τόσα να δούμε και να αντιμετωπίσουμε... 20 χρόνια αργότερα ο ρομαντισμός έχει φύγει από πολλά μέρη και πράγματα. Γι’ αυτό μας εξιτάρει η ιδέα της Ελλάδας. Είναι κάτι απόλυτα νέο για εμάς. Κοιτάζω γύρω μου και μου θυμίζει εκείνες τις μέρες, της αθωότητας και του αγνώστου.
Και ποια είναι η μεγάλη αλλαγή που είδατε στη δισκογραφία;
Το ίντερνετ και το ίντερνετ. Α, και το ίντερνετ! Στη δεκαετία του 1990 οι εταιρείες επένδυαν λίγα λεφτά σε εμάς και σε χιλιάδες μπάντες σαν εμάς. Μετά ήρθε το file sharing. Μπορεί να μην είμαστε επιχειρηματίες, αλλά ξέρουμε καλά πως, όταν οι άνθρωποι άρχισαν ανταλλάζουν αρχεία, οι συναυλίες μας ξαφνικά είχαν περισσότερο κόσμο. Το ίντερνετ έδωσε λοιπόν πάτημα σε ορισμένες μπάντες για να βρουν το δρόμο τους. Αν δηλαδή κάθε κατέβασμα τραγουδιού μας ισοδυναμεί και με ένα εισιτήριο που κάποιος πιτσιρικάς πλήρωσε για να μας δει από κοντά, τότε είμαστε όλοι μια χαρά.
Έχετε γίνει culticons, ανακατεύοντας το χέβι μέταλ με το πανκ, τα μπλουζ και το bluegrass. Πώς φτιάξετε έναν τόσο μοναδικό ήχο;
Ακούμε πολλά και διαφορετικά πράγματα. Δεν ασχολούμαστε πολύ με όσα βγαίνουν σήμερα, γιατί αυτά που έκαναν εκείνοι οι τύποι που εξ αρχής ανακάλυψαν το ροκ είναι πολύ καλύτερα –κι έχουμε ακόμα πολλά να μάθουμε από το μουσικό παρελθόν. Επίσης, δεν καθίσαμε ποτέ να συζητήσουμε το πώς θα πρέπει να ακούγονται οι Clutch. Αυτό μας βοήθησε πολύ τελικά.
Έχετε μεγάλη βάση από fans, που εδώ και 20 χρόνια αγοράζουν και φοράνε τα t-shirts σας και έρχονται στις συναυλίες σας. Εσείς τι ζητάτε από αυτούς;
Δεν θα μπορούσαμε να τους ζητήσουμε τίποτα. Προσωπικά μπορώ μόνο να τους ευχαριστήσω. Γιατί αυτοί είναι που μας επιτρέπουν να κάνουμε ακόμα συναυλίες. Είμαστε τυχεροί, πέρα από λόγια.
{youtube}AhcFereURCQ{/youtube}