Γλέντια και χαρές για τους απανταχού φίλους του hardcore punk. Στην Αθήνα καταφθάνουν οι παντοδύναμοι τα τελευταία χρόνια Fucked Up, συγκρότημα που έχει καταφέρει να ξεφύγει από τα στενά όρια του συγκεκριμένου ήχου και να λάβει εξαιρετικές κριτικές για τους δύο τελευταίους τους δίσκους. Με αφορμή λοιπόν την επερχόμενη εμφάνιση τους στο φετινό Plissken Festival (Πέμπτη 16/5 στο Hub, Παρασκευή 17/5 στο Six d.o.g.s., Σάββατο 18/5 στον Ελληνικό Κόσμο & Κυριακή 19/5 στο Κ44 –παίζουν το Σάββατο στο main stage) τους θέσαμε μερικές ερωτήσεις περί μουσικής, Καναδά και hardcore γενικότερα...
Έχετε κυκλοφορήσει αμέτρητα singles. Θεωρείτε ότι αυτό το format σας εκφράζει καλύτερα ή έχει να κάνει με το ότι ένα άλμπουμ αποτελεί πιο χρονοβόρα διαδικασία;
Τα singles πάντα μοιάζαν ως το ιδανικό format για την πανκ μουσική. Στα πρώτα στάδια της καριέρας μας, ο καλύτερος τρόπος για να κάνουμε κάποιου είδους δήλωση σαν συγκρότημα ήταν να βγάζουμε κυκλοφορίες με δύο κομμάτια, επικεντρωμένους στίχους και κάποιο ταιριαστό artwork. Ακόμα τα αγαπάμε, αλλά τώρα θεωρούμε ότι απλώνουμε καλύτερα την ιδεολογία μας στο ευρύτερο πλαίσιο ενός LP. Κατά κάποιον περίεργο μάλιστα τρόπο, οι δίσκοι μας μοιάζουν σαν γιγαντιαία singles.
Ενώ το The Chemistry Of Common Life ήταν μια πιο αρτιστική δήλωση, το David Comes To Life έμοιαζε με επιστροφή στο ωμό, άγριο και προσβάσιμο στυλ του παρελθόντος σας. Τι κατεύθυνση σκέφτεστε να ακολουθήσετε για τον επόμενο δίσκο;
Όντως, ο τελευταίος μας δίσκος έμοιαζε με επιστροφή στην εγρήγορση των πρώιμων ηχογραφήσεων μας. Όσο για τον επόμενο, όταν αυτός τελικά κυκλοφορήσει, φαίνεται να έχει βρει τη χρυσή τομή ανάμεσα στο να είναι εναλλακτικός και στο να έχει γερά τις βάσεις του στις μουσικές ρίζες των Fucked Up. Θα έχει όμως τη δική του προσωπικότητα, μην ανησυχείτε! (γέλια)
Το παρθενικό σας άλμπουμ, Hidden World, κυκλοφόρησε σε ένα ιστορικό label για τον χώρο, τη Jade Tree. Ποια ήταν η αρχική σας αντίδραση όταν πληροφορηθήκατε το γεγονός και πώς εξελίχθηκε η συνεργασία σας μαζί τους, από εκεί κι έπειτα;
Η Jade Tree στάθηκε μεγάλο βήμα για εμάς, σ’ εκείνη τη χρονική στιγμή. Σαν συγκρότημα είχαμε τις ρίζες μας στη DIY σκηνή και κάτι τέτοιο μας φαινόταν πολύ σημαντικό. Όταν αποτελέσαμε τελικά μέρος της, καταλάβαμε ότι ένα πράγμα τόσο γενικό όσο ένα label, αλλάζει σημαντικά τον τρόπο με τον οποίον σε αντιμετωπίζει ο κόσμος. Σύντομα κατανοήσαμε ότι το να βρίσκεσαι σε έναν τέτοιο κύκλο σου έδινε πρόσβαση σε ένα ολόκληρο δίκτυο από ανθρώπους, μέρη και πράγματα. Για μας ήταν η αρχή για να γίνουμε μια «πραγματική μπάντα», αν μπορούμε να αποκαλέσουμε έτσι τους εαυτούς μας.
Έχετε δηλώσει σε παλαιότερες συνεντεύξεις ότι τα μέλη των Fucked Up είναι εντελώς διαφορετικές προσωπικότητες και ότι «ακόμα και το πώς ηχεί το συγκρότημα, προέρχεται από το γεγονός ότι δεν τα πάμε καλά μεταξύ μας». Πώς μπορούν έξι άνθρωποι οι οποίοι δεν κάνουν παρέα μεταξύ τους να συνυπάρξουν κάτω από την ίδια μουσική στέγη, αλλά και να ηχογραφούν τόσο συμπαγείς δίσκους, χωρίς καν να έχουν κοινά sessions ηχογραφήσεων;
Μάθαμε αρκετά νωρίς τις διαφορές μεταξύ των χαρακτήρων μας και σίγουρα αυτό προκαλεί προστριβές. Επίσης όμως μάθαμε πώς να είμαστε παραγωγικοί μαζί, το οποίο είναι και το πιο σημαντικό. Οι μεταξύ μας διαφορές προκαλούν εντάσεις, οι οποίες χαλιναγωγούν την ατίθαση δημιουργικότητα του καθενός μας. Αν δεν υπήρχε τίποτα που να μας κρατάει το χαλινάρι, είμαι σίγουρος πως αυτή η μπάντα θα είχε εξελιχθεί σε ένα μουσικό θηριοτροφείο, όπου έξι άνθρωποι θα βγάζανε απλά το μουσικό τους άχτι.
Σκέφτεστε να μαζέψετε σε μια ενιαία συλλογή όλες τις Ζωδιακές σας κυκλοφορίες, όπως είχατε κάνει παλιότερα με το Couple Tracks;
Οπωσδήποτε! Θα είναι το απόλυτο τεστ των περιθωρίων της μουσικής προσήλωσης των οπαδών μας κάτι τέτοιο.
Ποια η θέση του hardcore στο σημερινό μουσικό γίγνεσθαι; Πώς κρίνεις την εξέλιξή του σαν είδος;
Θεωρώ ότι όλοι θα σου έλεγαν πως το σημερινό hardcore δεν έχει μια ξεκάθαρη ταυτότητα. Δεν είναι και πολύ «hardcore», σε σχέση με τις ρίζες του. Ό,τι δεν είναι new wave, είναι hardcore punk. Και η κάθε μπάντα θα σου πει πως εκείνη ενσαρκώνει το πνεύμα του πραγματικού hardcore. Είναι σα μια θρησκεία, γεμάτη με οργισμένους, ιδρωμένους, φωνακλάδες κληρικούς από όλον τον πλανήτη, οι οποίοι μάχονται για τη δική σου αφοσίωση. Θα έλεγα πάντως ότι η μεγαλύτερη πρόοδος προέρχεται από τη θέλησή του να κινητοποιεί τη νεολαία. Κάτι βέβαια που δεν περιορίζεται μόνο στο hardcore. Αυτό όμως είναι το μεγαλύτερο δώρο που έχει κάνει η punk/DIY/hardcore σκηνή γενικότερα: το να οδηγεί τον κόσμο στο να στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις, να είναι αυτάρκης στο να παράγει κουλτούρα, μουσική ή artwork. Αυτό και τους Die Kreuzen, Fix, Poison Idea και Siege.
Οι συντοπίτες σας Alexisonfire παίξανε πριν λίγους μήνες τις αποχαιρετιστήριες συναυλίες τους. Παρευρεθήκατε σε κάποια από αυτές, μιας και έχετε συνεργαστεί με τον George Pettit στο “Vivian Girls”;
Οι Alexisonfire είναι φίλοι μας και όντως παρακολουθήσαμε τις τελευταίες τους συναυλίες. Για την ακρίβεια, παίξαμε κιόλας σε μία από αυτές! Ήταν πολύ ωραία εμπειρία και χαρήκαμε για αυτούς που είχαν έναν τέτοιον επίλογο. Ο George τραγούδησε στο “Hidden World” και εξέπληξε τον μηχανικό ήχου μας με τη φωνή του, ενώ οι Vivian Girls –το συγκρότημα αυτή τη φορά– έκανε φωνητικά μαζί μας για το “No Epiphany”, σε μια ηχογράφηση στο Μπρούκλιν. Ωραίες μέρες!
Μιας και μιλάμε για τον Καναδά, φαίνεται να βγαίνουν αρκετές ποιοτικές hardcore μπάντες από τη χώρα σας: πέρα από εσάς έχουμε λ.χ. τους Cancer Bats, Comeback Kid, Propagandhi, Buried Inside, KEN Mode, Sainte Catherines κ.ά. Τι κάνει την καναδική νεολαία να εκφράζεται καλύτερα μέσα από το hardcore κατά τη γνώμη σου; Πώς κατέληξε αυτή η σκηνή να είναι τόσο μεγάλη;
Δεν μπορώ να σου πω αν υπάρχει κάτι που κάνει τους Καναδούς ειδικούς στο να γράφουν επιθετική μουσική, είμαι όμως σίγουρος ότι πάντα θα γρατζουνάμε στο παρασκήνιο, έτοιμοι να κάνουμε ευχάριστες εκπλήξεις στους μουσικόφιλους. Εξίσου άξιες μπάντες από τον Καναδά είναι και οι εξής: Kremlin, School Jerks, Spearhead, Violent Future, S.H.I.T., Demolition, Wastoids, Total Trash, Valley Boys, Hassler, Omegas, και Proxy. Και να φανταστείς, αυτές είναι μόνο από το Τορόντο και το Μόντρεαλ! Υπάρχουν σίγουρα κι άλλες, τις οποίες ξεχνάω.
Πώς και ανοίξατε τις συναυλίες ενός γκρουπ τόσο μεγάλου όσο οι Foo Fighters; Ποιος έκανε την πρώτη κίνηση; Και πόσο ξαφνιαστήκατε από την πρόταση;
Από όσο ξέρω, οι δικοί τους άνθρωποι επικοινωνήσανε με τους δικούς μας και τα υπόλοιπα ήρθαν φυσικά. Ήταν πολύ ωραία η περιοδεία μαζί τους. Σίγουρα μας εξέπληξε κάτι τέτοιο, αλλά κολακευτήκαμε κιόλας. Παίξαμε μαζί τους δύο φορές στον Καναδά και μάλλον τα πράγματα πήγαν αρκετά καλά για να μας ζητήσουν να πάμε μαζί τους μέχρι την Αυστραλία και να παίζουμε μπροστά σε 50.000 Foo Fighters οπαδούς κάθε βράδυ!
Ποιο συγκρότημα θα έλεγες ότι έχει επηρεάσει περισσότερο τους Fucked Up ηχητικά, αλλά και ως γενικότερη φιλοσοφία;
Δεν μπορώ να πω ότι υπάρχει ένα και μοναδικό συγκρότημα, μιας και υπάρχουν τα μουσικά γούστα έξι διαφορετικών ανθρώπων, οι οποίοι με την πολυσυλλεκτικότητά τους οδηγούν στο τελικό αποτέλεσμα που ακούτε στους δίσκους. Αν με ρώταγες πάντως το ίδιο το 2001, πιθανόν να απάνταγα ότι μουσικά μας επηρέασαν περισσότερο οι Weirdos, ενώ σαν νοοτροπία οι Germs.
Αν είχατε την ευκαιρία να συνεργαστείτε για ένα τραγούδι με οποιονδήποτε από τη μουσική βιομηχανία, ποιον/ποιά θα διαλέγατε και γιατί;
Το ωραιότερο πράγμα του να βρίσκεσαι στους Fucked Up αυτή τη στιγμή είναι το συναίσθημα πως έχουμε φτάσει σε μια θέση όπου πολλοί άνθρωποι με τους οποίους παλιότερα δεν θα ονειρευόμασταν καν ότι θα γινόταν να συνεργαστούμε, θα δέχονταν πλέον να κάνουμε κάτι μαζί. Είναι μεγάλο δώρο κάτι τέτοιο.
{youtube}syg6XGbdUkM{/youtube}