Λίγες ώρες πριν την πολυαναμενόμενη συναυλία του στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (αύριο Σάββατο, 2 Οκτωβρίου) όπου θα παρουσιάσει για πρώτη φορά και το νέο του έργο Zee Versus Zed, ο Βέλγος συνθέτης –αφού κάνει μια αναδρομή στα φοιτητικά του χρόνια– μας μιλά για την πολιτικοοικονομική κατάσταση στην Ελλάδα, τα μελλοντικά του σχέδια, τη Lady Gaga και τον Thom Yorke…
Από πού αντλείτε την έμπνευσή σας; Υπάρχουν συγκεκριμένα πρόσωπα, έργα ή καταστάσεις τα οποία σας έχουν επηρεάσει;
Έχω την αίσθηση πως η έμπνευση για μένα ήταν –και είναι– άρρηκτα συνδεδεμένη με τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι την πραγματικότητα, την υπόσταση των πραγμάτων. Δεν είναι μια έννοια αφηρημένη ή κάτι που απλά πλανάται στον αέρα. Η έμπνευση σε όλους τους τομείς της ζωής μου πηγάζει από την ίδια την καθημερινότητα. Με τον ίδιο τρόπο λειτουργεί και η μουσική. Η μουσική είναι χειροπιαστή. Έχει να κάνει με συγκεκριμένες διαδικασίες σύνθεσης, μετατροπιών, ενορχήστρωσης, σχέσεις μεταξύ των φωνών και των οργάνων κ.ά. Κι όλα αυτά με τη σειρά τους επηρεάζονται από μια πραγματικότητα που για μένα είναι συνώνυμη, με μία έννοια. Κι αυτή είναι η φωνή.
Λέτε λοιπόν πως η φωνή κατέχει κυρίαρχο ρόλο στη μουσική σας; Αν δεν κάνω λάθος, η εμφάνιση του φωνητικού στοιχείου στα έργα σας γίνεται το 1985 με το άλμπουμ Maximizing Τhe Audience. Έχετε κάποια οράματα ή πλάθετε ιστορίες στο μυαλό σας όταν τραγουδάτε με αυτή τη χαρακτηριστική φαλσέτο φωνή, χρησιμοποιώντας μάλιστα και δική σας γλώσσα;
Η εξήγηση είναι πιο απλή και έχει να κάνει με συγκεκριμένες καταστάσεις και προβλήματα της πατρίδας μου. Όπως γνωρίζετε, στο Βέλγιο υπάρχουν τρεις επίσημες γλώσσες –η γαλλική, η ολλανδική και η γερμανική– και, κατά συνέπεια, τρεις διαφορετικές κοινότητες. Επομένως, δεν υπήρξε ποτέ καθολική αναγνώριση μιας συγκεκριμένης γλώσσας. Για να είμαι ειλικρινής, ξεκίνησα να τραγουδώ με αυτόν τον τρόπο στα τέλη του 1984, κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας. Ήταν θυμάμαι το πρώτο μου κοντσέρτο στην Ιαπωνία και ξαφνικά, χωρίς να έχω κάτι σαφές στο μυαλό μου, ξεκίνησα να παρεμβάλλω φωνητικά αποσπάσματα. Αλλά η σκέψη προϋπήρχε στο μυαλό μου, από τις συνθέσεις της περιόδου 1980-1985. Έτσι, σε οργανικές μου συνθέσεις όπως λ.χ. στο “At Home – Not At Home” ή στο “Struggle For Pleasure”, η φωνή ή το μουρμούρισμα ήταν πάντα το στοιχείο εκείνο που καθοδηγούσε τα χέρια μου στο πιάνο. Και κάπως έτσι συνέχισαν να λειτουργούν αυτά τα δύο, η φωνή και το κρουστό όργανο, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι το πιάνο. Κι αυτό γίνεται ακόμη και σε συνθέσεις όπου δεν υπάρχει ή δεν μπορείς να ακούσεις τη φωνή –παραμένει πάντα ο οδηγός. Πάντως με το Maximizing The Audience ξεκίνησα όντως να χρησιμοποιώ συνειδητά τραγουδιστές στα έργα μου.
Γυρίζοντας πίσω στον χρόνο, έπαιξαν τελικά ρόλο οι σπουδές σας στις Κοινωνικές και Πολιτικές Επιστήμες στη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής σας υπόστασης;
Οφείλω να ομολογήσω πως αμέσως μετά τις σπουδές μου, από τις αρχές του 1971 ως το 1976, ήθελα να απομακρυνθώ από το περιβάλλον αυτό, όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Στην ηλικία των 18 είχα ξεκάθαρα αποφασίσει να μη γίνω επαγγελματίας μουσικός, αλλά να ακολουθήσω ακαδημαϊκές σπουδές. Στο τέλος των σπουδών μου όμως γνώριζα με βεβαιότητα πως δεν ήθελα να αποτελώ μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας ή του πανεπιστημίου κι έτσι ξεκίνησα να εργάζομαι ως δημοσιογράφος και μουσικός παραγωγός στο Εθνικό Ραδιόφωνο του Βελγίου (BRT). Αυτή η παρόρμηση ή η νεανική έκσταση έκανε την εμφάνισή της δύο φορές στη ζωή μου. Όταν λοιπόν με ρωτάτε πόσο επηρέασαν οι σπουδές μου στις Πολιτικές Επιστήμες τη μετέπειτα καριέρα μου, η απάντηση είναι πολύ. Αυτές οι δύο στροφές που έκανα στη ζωή μου –η μία στα 18 και η άλλη στα 25– έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο.
Εξίσου καθοριστική όμως στάθηκε και η διαίσθηση πως οι μουσικές σπουδές στο Βέλγιο και σε πολλές άλλες χώρες τη δεκαετία του 1970, δεν έδιναν αρκετές πληροφορίες κι ερεθίσματα στους νέους ανθρώπους, ενώ αντίθετα ήταν πολύ ακαδημαϊκές με ιδιαίτερη προσήλωση στο τεχνικό κομμάτι της μουσικής –δηλαδή της σύνθεσης ή της εκτέλεσης ενός οργάνου. Διαισθανόμενος λοιπόν αυτά κι ενώ ακόμη σπούδαζα, είχα το βλέμμα μου στραμμένο στο μέλλον. Στο πώς οι ανακατατάξεις των δομών της κοινωνίας, των οικονομικών και πολιτικών δυνάμεων, των παιχνιδιών κυριαρχίας και των συμμαχιών αλλάζουν την ιστορία της Ευρώπης (γιατί πρώτα απ’ όλα είμαστε Ευρωπαίοι), τις κοινωνίες, τις κουλτούρες. Κατ’ επέκταση, πώς αλλάζουν τη μουσική. Όταν είσαι 18, δεν έχεις πλήρη γνώση των πραγμάτων. Γιατί οι κυβερνώντες σου αποκρύπτουν στοιχεία και σε καθοδηγούν προς την εικόνα μιας κοινωνίας η οποία βασίζεται σε στοιχεία αμετάβλητα κι ελεγχόμενα. Κι αυτό που συνειδητοποίησα όλα αυτά τα χρόνια είναι πως, τόσο η μουσική όσο κι άλλες καλλιτεχνικές εκφάνσεις, υπόκεινται στον ίδιο έλεγχο από πολιτικές δυνάμεις. Παρόλα αυτά, το να παρακολουθεί κανείς τον μουσικό «παλμό» να μεταλλάσσεται ταυτόχρονα με την κοινωνία κατά το πέρασμα των αιώνων, έχει τεράστιο ενδιαφέρον.
Γι’ αυτό τον λόγο, πάγια θέση μου ως συνθέτης ήταν και είναι το πόσο η μουσική γενικότερα ή η μουσική μου μπορεί να αλλάξει ή να αποδειχθεί χρήσιμη για τις μελλοντικές κοινωνίες. Ίσως ακουστεί κλισέ, όμως τα πράγματα δεν είναι ποτέ αυτά που είναι και κάθε καλλιτέχνης έχει χρέος να δημιουργήσει τον δικό του ρόλο. Κι έχω την αίσθηση πως, από το 2004 κι έπειτα, έχουν συντελεστεί σημαντικές αλλαγές στις Δυτικές κοινωνίες και κυρίως τις κεντροευρωπαϊκές. Είναι δύσκολο να γίνουν προβλέψεις σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο και οι περισσότεροι βρισκόμαστε σε εισοδηματική αβεβαιότητα και ανασφάλεια. Κι όταν μιλάμε για τη χώρα σας, όλα τα παραπάνω είναι ακόμη πιο έντονα και τα πάντα τίθενται υπό αμφισβήτηση. Ελπίζω λοιπόν με τη συναυλία του Σαββάτου και τη μουσική μου να βάλω ένα μικρό λιθαράκι στην ταραχώδη αυτή περίοδο την οποία διανύετε, γιατί είναι πολύ σημαντικό τόσο για τους μουσικούς μου όσο και για μένα να εμφανιζόμαστε σε μέρη όπου τα γεγονότα συμβαίνουν εκείνη τη στιγμή.
Υπάρχουν συνθέτες ή συνθέτες κινηματογραφικής μουσικής που θαυμάζετε αυτή τη περίοδο;
Ασφαλώς. Αρκετοί! Το να παρακολουθείς τη δουλειά συνθετών που δημιουργούν την ίδια εποχή με σένα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Είμαστε πολύ τυχεροί που υπάρχει ποικιλία στα στυλ γραφής και κάθε συνθέτης έχει τη δική του φωνή. Νιώθω πως κινούμαστε προς κάτι ανοικτό. Κι αυτή ακριβώς είναι και η κεντρική ιδέα του νέου άλμπουμ μου, που θα παρουσιάσω για πρώτη φορά στην Αθήνα κι έχει τον τίτλο Zee Versus Zed. Zee είναι η ολλανδική λέξη για την ανοικτή θάλασσα. Μπορείς λοιπόν να επιλέξεις το Zee, κάτι δηλαδή ανοικτό, το οποίο κοιτά προς το μέλλον ή το Zed, που είναι το τελευταίο γράμμα της αλφαβήτου και είναι κάτι κλειστό κι αρνητικό. Κι αυτό το δίλημμα έχει απασχολήσει το έργο πολλών συνθετών της γενιάς μου.
Διάβαζα το βιβλίο σας με τίτλο American Minimal Music. Συνεχίζετε να πιστεύετε στον απελευθερωτικό ρόλο της μινιμαλιστικής μουσικής;
Είναι σίγουρο πως υπήρξε μια απελευθερωτική δύναμη στις δεκαετίες του 1960 και του 1970. Όχι βέβαια μέσα από τεχνικές αντιγραφής που ακολούθησαν κάποιοι Ευρωπαίοι συνθέτες, αλλά στα πλαίσια της ευρωπαϊκής avant-garde μουσικής, όπως αναπτύχθηκε στην Ελλάδα με τον Ξενάκη, στη Γαλλία με τον Pierre Boulez, στην Ιταλία με τους Luigi Nono και Luciano Berio, τον Stockhausen στη Γερμανία, τον Karel Goeyvaerts στο Βέλγιο, κ.ά. Αν και ασχολήθηκα εντατικά με το είδος κατά τη διάρκεια των μουσικολογικών μου σπουδών, ένιωθα έντονα πως φτάναμε στο τέλος μιας περιόδου και πως κάτι νέο έπρεπε να έρθει. Κι αυτός ήταν ο κόσμος των Αμερικανών συνθετών, όσων δημιουργούσαν μακριά από τις επιρροές της κεντρικής Ευρώπης. Κι αναφέρομαι κυρίως στον μετασειραϊσμό που αναπτύχθηκε στη Γερμανία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και κυριάρχησε σε όλα τα μέσα (ραδιόφωνο, συναυλίες, εκδόσεις). Υπό αυτή την έννοια λοιπόν, ναι, υπήρξε πολύ σημαντικός ο ρόλος της μινιμαλιστικής μουσικής. Και συνεχίζει να είναι, δείχνοντας τον δρόμο σε αρκετούς νέους συνθέτες.
Αν γράφατε τώρα ένα βιβλίο, πάνω σε ποιο θέμα θα ήταν αυτό;
Πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση… Μετά την προηγούμενη ερώτησή σας σχετικά με τις σπουδές μου (1975-1980), είπα πως ήθελα να διακόψω τις επαφές μου με κάθε τι ακαδημαϊκό και να ξεκινήσω κάτι καθαρά μουσικό, με την έννοια του ήχου, χωρίς όμως να περιοριστώ σε ένα προκαθορισμένο σύστημα σύνθεσης. Ακολούθησε μια μακρά περίοδος, από το 1980 μέχρι το 2001. Το 2001 ολοκλήρωσα το QUA, έναν κύκλο αποτελούμενο από 37 CD, που κυκλοφόρησε πέρυσι. Ο κύκλος προϋπήρχε σε τέσσερα μεγάλα μέρη με προηγούμενο τίτλο Alle Dinghe και τώρα επανακυκλοφορεί ως ένα μέρος. Όλο αυτό έχει να κάνει με μια πολύ σημαντική διαδικασία. Την ερμηνεία. Ξέρετε, στα γερμανικά υπάρχει ο όρος interpretierung. Μπορείς να επιστρέφεις στην ερμηνεία ενός μουσικού έργου μετά τη δημιουργία του, δημιουργώντας έτσι μουσικούς δρόμους, τρόπους. Αυτό έχει πραγματικό ενδιαφέρον και είναι κάτι που θα ήθελα πολύ να κάνω κάποια στιγμή, ίσως σύντομα –μιας και έχουν περάσει σχεδόν δέκα χρόνια από τότε που ολοκληρώθηκε η παραγωγή αυτή. Σκέφτομαι επίσης πως θα ήθελα πολύ να επιστρέψω στην ολλανδική γλώσσα πριν αφιερωθώ ολοκληρωτικά στον κόσμο, στην αγγλική γλώσσα. Μια άλλη παραγωγή, η οποία συνέβαινε παράλληλα με τα έργα μου για σόλο πιάνο ή για φωνή, τις συνθέσεις μου για διάφορα σύνολα, για ορχήστρα κ.ά., ήταν και το Years Without History, μια σειρά ζωντανών ηχογραφήσεων από τη δεκαετία του 1980. 21 χρόνια... Από το 1980 ως το 2001.
Για να απαντήσω λοιπόν στην ερώτησή σας, αν αποφάσιζα κάποτε να γράψω ένα βιβλίο, δεν ξέρω αν θα είχε τη μορφή κανονικού βιβλίου, γιατί δεν θα ήταν γραμμένο σε συμβατικό λόγο. Θα πρέπει να βρω έναν τρόπο δημιουργίας μιας κοινής μουσικής ή πολιτικής γλώσσας, η οποία θα συνδέει τα λόγια με τη μουσική.
Κι έτσι απαντάτε και στην ερώτησή μου για τα μελλοντικά σας σχέδια… Κλείνοντας τη κουβέντα μας, υπάρχει κάποιο είδος μουσικής που προτιμάτε να ακούτε το τελευταίο διάστημα;
Νομίζω πως σήμερα όλοι μας είμαστε εκτεθειμένοι στη μουσική. Αν και ο ρυθμός με τον οποίο εμφανίζονται νέοι καλλιτέχνες ή τραγουδιστές είναι καταιγιστικός, είναι σημαντικό να είμαστε σε επαφή με οτιδήποτε νέο συμβαίνει. Ο Thom Yorke είναι ένας καλλιτέχνης που αγαπώ πολύ. Ή η Lady Gaga, την οποία βρίσκω αρκετά ενδιαφέρουσα. Η ευκολία πάντως και η ταχύτητα με την οποία εμφανίζονται σήμερα τραγουδιστές στον χώρο της δημοφιλούς μουσικής, έχει να κάνει με το γεγονός πως δεν έχουν προέλθει από τον ακαδημαϊκό χώρο. Δεν έχουν ακολουθήσει κάποιες σπουδές. Από εκεί και πέρα, είναι στο χέρι του ίδιου του καλλιτέχνη να χαράξει τον δρόμο του και να καταφέρει να καθιερωθεί. Και το ίδιο ακριβώς αφορά και τους συνθέτες.
Σας ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας και την ενδιαφέρουσα κουβέντα. Εύχομαι να απολαύσετε τη συναυλία του Σαββάτου όσο θα την απολαύσει και το ανυπόμονο να σας ακούσει ελληνικό κοινό…
Σας ευχαριστώ πολύ! Ελπίζω να σας δω εκεί.