Νέο άλμπουμ για τους Diary Of Dreams, το οποίο σηματοδοτεί μια νέα αρχή από πολλές απόψεις για το συγκρότημα όπως το γνωρίζαμε ως τώρα. Με αφορμή το (If), μιλήσαμε έτσι με τον Adrian Hates, ο οποίος αποδείχθηκε για άλλη μια φορά ευγενέστατος, φιλικότατος, πολύ ομιλητικός και μετριόφρων, παρότι ήταν προφανές ότι μερικές φορές οι ερωτήσεις των δημοσιογράφων τον κουράζουν! Ήταν πρόθυμος μάλιστα να παραχωρήσει περισσότερο από τον χρόνο του για τη συνέντευξη και αν δεν είχα εξαντλήσει τις ερωτήσεις μου θα παρέμενε στη γραμμή πάνω από μισάωρο (Ας παίρνουν παράδειγμα μερικοί άλλοι, που με το ζόρι αφιερώνουν 5 λεπτά..!). Ιδού τι είχε να μας δηλώσει...
Πώς θα περιέγραφες το νέο σας άλμπουμ, (If), με λίγα λόγια;
Τα τελευταία δύο άλμπουμ ήταν θεματικά, το Nigredo αποτελεί τριλογία (Giftraum, Nigredo, Menschfeind) και ήταν πολύ μεγάλο ζήτημα να δουλεύεις σε ένα θεματικό πλαίσιο σαν κι αυτό. Το τελευταίο κεφάλαιο αποτελείται από τα Nekrolog 43 και The Plague. Έχοντας δουλέψει με concept άλμπουμ επί τόσα χρόνια, ήθελα να κάνω ξανά κάτι διαφορετικό, γιατί δεν θέλω να κολλάω ή να γίνομαι προβλέψιμος. Ο τελευταίος χρόνος ήταν δύσκολος για μένα και από προσωπικής άποψης και από θέμα υγείας και ήρθα αντιμέτωπος με πολλά ερωτήματα – απ’ αυτά που θέτεις στον εαυτό σου όταν δεν είσαι και στην καλύτερη κατάσταση. Είχα όλα αυτά τα υποθετικά ερωτήματα (“if-questions”) στο μυαλό μου, «τι θα γινόταν αν...», «αν έκανα αυτό ή το άλλο»... και αποφάσισα ότι ήθελα να τα καταγράψω. Το επόμενο βήμα ήταν να φτιάξω ένα τραγούδι ή έναν στίχο από καθένα από αυτά. Έτσι ξεκίνησε το άλμπουμ. Δεν είναι καθόλου θεματικό το (If), είναι πολύ ελεύθερο και ανοιχτό. Κάθε τραγούδι πραγματεύεται και κάτι διαφορετικό, ένα άλλο ερώτημα, δηλαδή, μρ διαφορετικό background. Μ’ άρεσε πάρα πολύ η διαδικασία αυτή τη φορά, ήταν ένας πιο ευέλικτος τρόπος εργασίας. Λατρεύω το θεματικό τρόπο δουλειάς, αλλά το (If) το είδα ως μια πρόκληση, ως κάτι καινούριο – και αυτό με ενθουσίασε.
Προσπαθείς δηλαδή μέσα από τα τραγούδια να βρεις απαντήσεις σε αυτά τα υποθετικά ερωτήματα;
Όχι ακριβώς, στις περισσότερες περιπτώσεις είναι σημαντικό να είσαι ενήμερος του τι ζητάς από τον εαυτό σου και για ποια πράγματα έχεις αμφιβολίες. Μερικές φορές ο δρόμος βρίσκεται μόνος του, αρκεί να είσαι ενήμερος ότι ψάχνεις για έναν δρόμο.
Η σύνθεση μουσικής και στίχων σε βοηθά να ξεπεράσεις αρνητικές σκέψεις και καταστάσεις; Χρειάζεται να είσαι σε μια τέτοια κατάσταση προκειμένου να φτιάξεις κάτι όμορφο, να δημιουργήσεις έναν δίσκο;
Οπωσδήποτε. Είναι ο δικός μου τρόπος να μεταβολίζω τα πράγματα, να βγάζω τις αρνητικές σκέψεις και ό,τι με ενοχλεί απ’ το σύστημά μου, απ’ το μυαλό και το σώμα μου. Είναι ένας τρόπος να ελευθερώνεις τον εαυτό σου από οτιδήποτε σου προκαλεί αβεβαιότητα.
Το “The Wedding” είναι το πρώτο videoclip που γυρίσατε ποτέ και μάλιστα έχει πολύ καλή παραγωγή. Πώς προέκυψε η απόφαση να γυρίσετε videoclip μετά από τόσα χρόνια;
Συνήθως λέω ότι το concept μας είναι να μην έχουμε concept. Αυτό μπορεί να προκαλεί μπέρδεμα, αλλά για μένα σημαίνει ότι δεν ακολουθούμε κάποια συγκεκριμένη συνταγή, δεν κάνουμε τα ίδια πράγματα και τα ίδια βήματα σε κάθε άλμπουμ. Τα προηγούμενα χρόνια δεν είχαμε ποτέ τα χρήματα, τον χρόνο και τους κατάλληλους ανθρώπους για να γυρίσουμε videoclip. Μισώ τα low budget πράγματα, οτιδήποτε είναι χάλια οπτικά και φαίνεται φθηνό. Έπρεπε να περιμένω τη στιγμή που θα υπήρχαν τα απαραίτητα από οικονομικής άποψης, από άποψης χρόνου και ανθρώπων σωστά επιλεγμένων για να προκύψει κάτι καλό. Βρήκαμε τον Guido Fricke από την Audion-x, με τον οποίο φτιάξαμε και το DVD, καθόμασταν σ’ ένα τραπέζι όλοι μαζί και καταλήξαμε να μιλάμε για ένα πιθανό videoclip. Ενδιαφερόταν πολύ να το κάνει, είχε πολύ καλές ιδέες και, εφόσον είχαμε και μια φωτογράφηση στο πρόγραμμα, σκεφτήκαμε να συνδυάσουμε τη φωτογράφηση με τα γυρίσματα, επειδή είναι στην ίδια τοποθεσία, με το ίδιο λουκ, στο ίδιο στυλ. Ο Fricke το κάνει αυτό επαγγελματικά, είναι η δουλειά του, γι’ αυτό και είναι τόσο καλός. Δουλεύει για μεγάλες εταιρίες. Έχει διαφορά όταν κάποιος έχει εξοπλισμό στο σπίτι και το κάνει για την πλάκα του. Είμαι ευγνώμων που συνεργάστηκε μαζί μας σ’ αυτό, το διασκεδάσαμε πολύ. Ήταν το πρώτο μας videoclip, αλλά είμαι απολύτως σίγουρος πως δεν ήταν και το τελευταίο.
Η ιδέα για το σενάριο ήταν κι αυτή δική του ή δική σας;
Είναι κάτι που γεννήθηκε μέσα από μια πισίνα μυαλών, από πολλά άτομα. Η επιρροή του Guido ήταν πολύ σημαντική για μας, ούτως ή άλλως αυτός θα το πραγματοποιούσε, θα το καθιστούσε δυνατό. Εμείς του παρείχαμε έμπνευση, ιδέες κι εκείνος ανταποκρινόταν και μας έλεγε τι μπορεί να γίνει, τι είναι δύσκολο, έκανε προτάσεις κλπ. Γίνεται απλά μια συζήτηση μεταξύ δημιουργικών ανθρώπων και στο τέλος φτάνεις σε ένα concept, αποκτάς μια ιδέα για το πώς να το πραγματοποιήσεις, τι μπορείς στην πράξη να κάνεις με την τοποθεσία, το budget και τον εξοπλισμό και αυτό είναι το αποτέλεσμα στο οποίο καταλήξαμε.
Το 2008 κάνατε μια μίνι περιοδεία στην Ελλάδα, για πρώτη φορά, πράγμα που δεν συμβαίνει συχνά με άλλα συγκροτήματα, αν και είναι γενικώς γνωστή η αγάπη πολλών Γερμανών για τη χώρα μας. Πώς ήταν η εμπειρία;
Ήταν υπέροχα. Όπως πιθανό να γνωρίζεις, έχουμε μια κάποια ιστορία με τις συναυλίες στην Ελλάδα. Ήμασταν από τους πρώτους, αρκετά συγκροτήματα ακολούθησαν αργότερα. Όταν ξεκινήσαμε, πολλά χρόνια πριν, ήταν ήδη μεγάλος ο ενθουσιασμός μας. Θυμάμαι κάθε συναυλία που κάναμε στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και σε όλες τις νέες πόλεις και ήταν φανταστικά. Στα Χανιά ήταν φυσικά πολύ όμορφα, επειδή τέτοιου είδους μουσική συνήθως δεν ακούγεται εκεί. Η περιοδεία ήταν άψογη και ήταν ασυνήθιστο να παίζουμε σε όλες αυτές τις πόλεις, αλλά ελπίζω να το ξανακάνουμε, μ’ άρεσε πάρα πολύ που γύρισα την Ελλάδα για πρώτη φορά. Παλιά ήξερα μόνο την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τα περίχωρα. Τώρα είχαμε την ευκαιρία να δούμε πολύ περισσότερες περιοχές. Θα το ξαναέκανα με ευχαρίστηση.
Δεν είσαι δηλαδή της άποψης ότι αρκεί να παίζει κανείς σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, επειδή εκεί είναι το κοινό;
Όχι. Δεν επιλέγω να παίξω με την προϋπόθεση να έρθουν π.χ. τουλάχιστον 600-700 άτομα. Θέλω να έχω ένα καλό κοινό, το οποίο να απολαμβάνει τη συναυλία. Επίσης θεωρώ σημαντικό να ψάχνω για καινούργιους ανθρώπους, να πείθω κι άλλα άτομα να έρθουν στη συναυλία και την επόμενη φορά να ξανάρθουν. Τα ταξίδια είναι ένα πολύ μεγάλο προνόμιο και περνάω πολύ καλά, οπότε μ’ άρεσε πολύ που ταξίδεψα στην Ελλάδα με τους φίλους μου και τους διοργανωτές, βλέποντας όλες αυτές τις ωραίες πόλεις και κάνοντας συναυλίες με τόσο καλό κοινό. Δεν υπάρχει τίποτα άσχημο που μπορώ να βρω σ’ αυτό.
Να περιμένουμε λοιπόν νέα περιοδεία σύντομα;
Το ελπίζω. Θα κάνουμε πολλές συναυλίες φέτος, αυτό είναι σίγουρο. Ξεκινάμε περιοδεία σε δύο βδομάδες. Δεν ξέρω πότε ακριβώς θα έρθουμε στην Ελλάδα, αλλά θα έρθουμε οπωσδήποτε.
Εκτός από μουσικός και τραγουδιστής κάνεις ενίοτε και DJ sets, αν δεν κάνω λάθος. Όντας κι εγώ DJ, θα ήθελα να σε ρωτήσω τι θεωρείς σημαντικό σε ένα DJ set, τι το καθιστά επιτυχημένο για σένα: το να παίζεις για τον κόσμο, για τον εαυτό σου, το μιξάρισμα διαφορετικών ειδών μουσικής με συνοχή..;
Ευτυχώς δεν χρειάζεται να ανησυχώ για όλα αυτά, επειδή μου ζητείται να παίξω ό,τι πραγματικά θέλω να παίξω, δεν παίζω ό,τι θέλει να ακούσει το κοινό. Αυτή είναι δουλειά των resident DJs. Παίζω μια ποικιλία από διάφορα είδη μουσικής, φυσικά και alternative. Δεν είμαι και μεγάλο ταλέντο ως DJ, δεν έχω όλες αυτές τις τεχνικές γνώσεις, είμαι απλά ένας συνηθισμένος DJ. Ξέρω άλλους που τεχνικά είναι ένα εκατομμύριο φορές καλύτεροι από μένα, αλλά δεν είναι αυτός ο σκοπός μου. Ο σκοπός μου είναι να παρουσιάσω μουσικές, να τις μιξάρω κ.ο.κ. Προσωπικά μ’ αρέσει πολύ να το κάνω και, αν μου επιτρέπεται, θα έλεγα πως και στο κοινό αρέσει. Αυτό είναι και το πιο σημαντικό. Θα δούμε πώς θα πάει αλλά πάντα ανυπομονώ να παίξω. Είναι ωραίο να εμφανίζεσαι για πρώτη φορά κάπου και να παρουσιάζεις τη μουσική ζωντανά (ζωντανά από CD, δηλαδή –γέλια!) και να βλέπεις τις αντιδράσεις του κόσμου στο άκουσμα του νέου υλικού.
Έχει αλλάξει τίποτα στο τωρινό line-up σας; Ο Τοrben Wendt παίζει ακόμα μαζί σας ή επικεντρώνεται περισσότερο στους Diorama;
Ο Τοrben είναι πάντα μέλος των Diary Of Dreams από το 1999, δεν άφησε ποτέ το συγκρότημα, απλά ανάλογα με το πρόγραμμά του και το πόσο απασχολημένος είναι με τους Diorama και τη δουλειά του, είτε έχει χρόνο για να εμφανίζεται στις συναυλίες μαζί μας είτε όχι. Θα υπάρξουν σίγουρα κάποιες συναυλίες φέτος στις οποίες ο Τοrben θα παίξει μαζί μας, σίγουρα όχι όλες βέβαια.
Όπως ανέφερες πιο πριν, πολλά από τα άλμπουμ σας είναι αλληλένδετα με βάση κάποια θεματική. Επίσης έχω παρατηρήσει ότι χρησιμοποιείς πολλά λογοπαίγνια με διαφορετικές εκδοχές από κομμάτι σε κομμάτι ή από άλμπουμ σε άλμπουμ, με λέξεις από την Αγγλική και τη Γερμανική γλώσσα, κάποιες φορές και τη Γαλλική. Δίνεις πάντα σ’ αυτά τα λογοπαίγνια ένα δικό σου νόημα ή προκαλείς τον ακροατή να βρει άλλες πιθανές ερμηνείες και νοήματα;
Έχεις δίκιο, θέλω ο ακροατής, ο αναγνώστης και το κοινό γενικότερα να ανοίξουν το δικό τους ορίζοντα, να βάλουν τις δικές τους ιδέες και τη δική τους ιστορία σ’ αυτές τις λέξεις και να τις αναλογιστούν. Δεν θέλω να διαβάζουν ό,τι έχω εναποθέσει εγώ σ’ αυτές, αυτό θα ήταν βαρετό. Θέλω να εμπνέω τον κόσμο να χρησιμοποιήσει τη φαντασία του και να κάνει το τραγούδι και τους στίχους δικά του, να τα βιώσει ως δική του εμπειρία και όχι ως δική μου. Γι’ αυτό χρησιμοποιώ αυτές τις μεταφορές, τις συγκρίσεις και στυλιστικές τεχνικές, ώστε να μην καθιστώ το δικό μου νόημα πολύ εμφανές, αλλά αντίθετα να το κρύβω μέσα σ’ αυτούς τους μηχανισμούς.
Προσωπικά βρίσκω ένα νέο νόημα κάθε φορά που ακούω τον ίδιο στίχο, για παράδειγμα “Giftraum” και “Poison Room” είναι το ίδιο, αλλά στα Αγγλικά το Gift σημαίνει «χάρισμα», ενώ στα Γερμανικά «δηλητήριο», μέσα στη λέξη όμως ενυπάρχει και το «Traum» («όνειρο»)... Στο “End-Giftet(?)” (γερμ. entgiftet = αποτοξινωμένος) υπάρχει η έννοια του τέλους (end) αλλά και το ερωτηματικό, άρα πρόκειται για μια πρόκληση, έχεις αποτοξινωθεί ή όχι;.. Τέλος πάντων, για να μην πλατειάζω...
Αυτό είναι καταπληκτικό. Πράγματι υπάρχουν πολλοί παρόμοιοι συνδυασμοί. Πολύ ενδιαφέρουσα η ανάλυση και σωστά συνδεδεμένα τα δεδομένα».
Είναι ευκολότερο για σένα να γράφεις στίχους στα Αγγλικά ή στα Γερμανικά;
Αν ήξερα Ελληνικά ή Ιταλικά καλύτερα ή οποιαδήποτε άλλη γλώσσα, θα τη χρησιμοποιούσα σίγουρα. Όμως οι βασικές γλώσσες που γνωρίζω και μπορώ να χρησιμοποιήσω είναι τα Αγγλικά και τα Γερμανικά – και κάποια Γαλλικά. Βλέπω τη γλώσσα σαν ένα εργαλείο. Έχει έναν συγκεκριμένο ήχο, ένα δικό της χρώμα. Ανάλογα με το τι θέλω να πετύχω με τα φωνητικά, χρησιμοποιώ τη γλώσσα που βρίσκω πιο κατάλληλη. Το κάθε τραγούδι είναι συνδεδεμένο με τη γλώσσα στην οποία είναι γραμμένο.
Η μουσική των Diary Of Dreams αποτελείται από πολλά διαφορετικά στοιχεία, γι’ αυτό και περιγράφεται από τον κόσμο με πολλούς τρόπους, darkwave, gothic, electro κλπ. Προσωπικά δεν μου φαίνεται ότι ακούγεστε σαν κανένα άλλο συγκρότημα. Ποιο στοιχείο της μουσικής σας θέλετε εσείς να κυριαρχεί;
Σ’ ευχαριστώ, αυτό ήταν κομπλιμέντο! Λοιπόν, η κατηγοριοποίηση της μουσικής σε «κουτιά» είναι δουλειά των δημοσιογράφων ή όποιου αρέσκεται σ’ αυτήν. Δεν με απασχολεί τι όνομα της δίνετε. Όταν μιλώ με την αμερικανική μας εταιρία και το αφεντικό μού λέει ότι η industrial μουσική δεν πηγαίνει καλά, του λέω «Είμαστε εμείς industrial;» και απαντά πως φυσικά είμαστε, ενώ εγώ λέω «Ό,τι πεις». Μετά μιλάμε με εταιρίες σε άλλες χώρες και μας λένε «Η gothic είναι πολύ της μόδας αυτόν τον καιρό». Στη Γερμανία οι περισσότεροι μας λένε darkwave. Ειλικρινά δεν με νοιάζει καθόλου. Δεν ψάχνω για στοιχεία ή στυλιστικούς μηχανισμούς ή κάτι συγκεκριμένο που θέλω να περιλάβω στη δουλειά μου. Κάνω απλά ό,τι μου βγαίνει να κάνω. Δεν ξεκινώ ποτέ με σκοπό κάποιο συγκεκριμένο ήχο, ότι θέλω π.χ. να ακούγομαι όπως οι τάδε, έκανα πάντα ό,τι ένιωθα φυσικό να κάνω.
Είστε μια μπάντα που φαίνεται να λειτουργεί πάνω σε μακροπρόθεσμα σχέδια, γνωρίζετε τι θα κάνετε αμέσως μετά αλλά ίσως και σε 2 χρόνια και ακολουθείτε το πρόγραμμα. Επειδή προσωπικά μου φαίνεται αδύνατος ο σχεδιασμός σε τόσο μακροπρόθεσμη βάση, εφόσον ακόμη και το αύριο είναι αβέβαιο, θα ήθελα να σε ρωτήσω πώς μπορεί κάποιος να τα βγάλει πέρα με αυτόν τον προγραμματισμό.
Μερικές φορές βοηθάει πολύ, επειδή γνωρίζεις ότι μπορείς να δομήσεις το χρόνο σου, αλλά συχνά είναι δύσκολο, επειδή βλέπεις ότι η δουλειά με την οποία έρχεσαι αντιμέτωπος είναι πολύ περισσότερη από τον αριθμό των ανθρώπων που χρειάζεσαι για να την πραγματοποιήσεις. Συχνά είναι υπερβολική η ποσότητα της δουλειάς σε σχέση με το τι μπορείς να κάνεις μέσα σε μερικούς μήνες. Από την άλλη, μας αρέσει να θέτουμε τους στόχους μας αρκετά μακριά και να δουλεύουμε σκληρά γι’ αυτούς. Έχω ήδη αρχίσει να σκέφτομαι ιδέες για το επόμενο άλμπουμ, εφόσον η ροή της δημιουργικότητας είναι ασταμάτητη (γέλια!). Τη χρειάζομαι αυτή την παραγωγικότητα, γι’ αυτό και ήδη έχω τόνους ιδεών. Τώρα δουλεύουμε πάνω στην πραγματοποίηση των live, κάνουμε πρόβες, φτιάχνουμε το merchandise, ασχολούμαστε με το MySpace και το site των Diary Of Dreams... Πάντα έχουμε πράγματα να κάνουμε. Πρώτα απ’ όλα αυτή τη στιγμή ανυπομονώ για την περιοδεία και το πρόγραμμα είναι ήδη γεμάτο μέχρι το τέλος της χρονιάς. Από τη μία είναι όντως αδύνατον να γνωρίζεις τι θα συμβεί αύριο, από την άλλη όμως πιστεύεις πως έχεις μια ιδέα (γέλια!).
Μια κλισέ ερώτηση: Πιστεύεις ότι η εμφάνιση και το image ενός συγκροτήματος είναι ζωτικής σημασίας για την απήχηση που έχει στο κοινό; Για παράδειγμα, αν σταματούσες να φοράς μαύρα επί σκηνής και φορούσες καθημερινά ρούχα, θα σου χάλαγε τη μαγεία; Κατά πόσο υφίστασαι υποδείξεις από τη μουσική βιομηχανία;
Υπάρχει μια απλή απάντηση. Όταν ξεκίνησα να γράφω μουσική, όλοι μου έλεγαν ή να κόψω τα μαλλιά μου ή τουλάχιστον να τα βάψω μαύρα, επειδή είναι πιο «gothic»! Ο λόγος είναι αυτός που είπες, εξαιτίας των κλισέ, του πώς πιστεύει ο κόσμος ότι θα έπρεπε να είσαι. Δεν προσαρμόστηκα ποτέ σ’ αυτό που οι άλλοι πίστευαν πως πρέπει να μοιάζω ή να ακούγομαι. Κάνω ό,τι θέλω να κάνω και ό,τι με κάνει να νιώθω άνετα. Η μητέρα μου ήταν πάντα θυμωμένη μαζί μου επειδή από πολύ μικρός ήθελα μόνο μαύρα ρούχα, οπότε αυτό δεν είναι κάτι που διάλεξα επειδή ανταποκρίνομαι σε κλισέ. Αν έρθεις στο δωμάτιό μου και δεις τα ρούχα μου, είναι όλα μαύρα. Δεν έχω κάποιο εσκεμμένα μαύρο ντύσιμο που διαλέγω για τα live, είναι απλά ο τρόπος που ντύνομαι. Το πώς παρουσιάζεις τον εαυτό σου έχει σίγουρα έναν αντίκτυπο στη δημοσιότητά σου, αλλά προσωπικά δεν λέω ότι το πώς μοιάζω καθορίζει και τον τρόπο που θα γίνω αποδεκτός. Προτιμώ ο κόσμος να ακούει τη μουσική μου, όπως όλα τα συγκροτήματα. Δεν νομίζω ότι η ανεξάρτητη μουσική βιομηχανία είναι έτσι (να προσπαθούν οι δισκογραφικές να καθορίσουν το ντύσιμο των μουσικών), εσύ μιλάς για την ευρεία βιομηχανία. Εκεί το image είναι πολύ πιο σημαντικό από τη μουσική. Θα έλεγα ότι στην ανεξάρτητη και εναλλακτική μουσική βιομηχανία η μουσική είναι ακόμα νούμερο ένα. Υπάρχουν και εξαιρέσεις, αλλά ευτυχώς υπάρχουν ακόμα πολλά συγκροτήματα τα οποία κάνουν αυτό που πιστεύουν και αγαπούν, αυτό βάζω κι εγώ στο επίκεντρο. Ο Gaun:A, o D.N.S. κι εγώ είμαστε όπως είμαστε, μερικές φορές κάνουμε αλλαγές στο ντύσιμό μας αλλά συνολικά είναι κάτι ωραίο, εφόσον είναι ένδειξη σεβασμού προς το κοινό να ντύνεσαι ωραία. Όπως για παράδειγμα πας στο θέατρο ή στην όπερα και ντύνεσαι καλά. Είναι ένας τρόπος να δείχνεις σεβασμό στους ηθοποιούς. Εγώ το βλέπω απ’ την αντίθετη πλευρά. Διαλέγω ωραία ρούχα για να βγω στη σκηνή. Αισθάνομαι καλά όταν το κάνω, επειδή μου δημιουργεί διάθεση για να βγω στη σκηνή όταν είμαι στα παρασκήνια και αλλάζω.
Θεωρείς ότι υπάρχουν πολιτικά υπονοούμενα σε κάποια τραγούδια σου, για παράδειγμα στο “MenschFeind”? Tι σκεφτόσουν όταν έγραφες το “MenschFeind”? Ποιος είναι ο εκλεκτός Εχθρός του Ανθρώπου που αναφέρεις;
Είναι μεγάλη ιστορία. Είναι πάνω-κάτω μια προσωπική φιλοσοφία μεταξύ του Gaun:A κι εμένα, έχουμε έναν πολύ περίεργο τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα και τα ανθρώπινα πλάσματα. Είμαι αρκετά σκεπτικός όσον αφορά αυτό που κάνουμε, τον τρόπο με τον οποίο ζούμε και βλέπουμε τους εαυτούς μας μέσα στον κόσμο. Πιστεύω πως οι άνθρωποι παίρνουν τους εαυτούς τους πολύ στα σοβαρά και αυτοτοποθετούνται υψηλότερα στην κλίμακα της Δημιουργίας. Θα έπρεπε να κατανοήσουμε καλύτερα την ισότητα των πλασμάτων στον πλανήτη, αλλά δεν το κάνουμε, και αυτή ήταν μία από τις απαρχές του “MenschFeind”. Γεννήθηκες “MenschFeind”, γεννήθηκες με αυτό το σκεπτικό, τα χαρακτηριστικά και την ιδεολογία. Υπάρχουν πολλοί που συμφωνούν μ’ αυτό. Στον εαυτό μου αναφέρομαι. Δεν είμαι εχθρός, μ’ αυτή την έννοια, του ανθρώπινου είδους, γι’ αυτό και η αρχική λέξη είναι “Menschenfeind”, εχθρός του ανθρώπινου είδους, κατά λέξη μεταφρασμένη. Άλλαξα τον τίτλο ώστε να δίνει περαιτέρω δυνατότητες ερμηνείας και αυτό ήταν πολύ σημαντικό για μένα. Δεν ήθελα την αρχική σημασία της λέξης στο λεξικό, ήθελα να προσθέσω κι άλλα νοήματα στη λέξη. “Mensch-Feind” (τις λέξεις χωρίζει το κεφαλαίο F) θα πει περισσότερο «άνθρωπος-εχθρός», μ’ αυτές τις δύο λέξεις μαζί μπορείς να φτιάξεις ό,τι θέλεις. Υπό τη δική μου οπτική γωνία, είμαστε πολύ σκεπτικοί/κριτικοί απέναντι σε εμάς τους ίδιους, συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού μου, εφόσον είμαι άνθρωπος, ζω σ’ αυτόν τον κόσμο, ζω στην κοινωνία και είμαι μέρος όλου αυτού του πράγματος – οπότε δεν αποκλείω τον εαυτό μου. Αυτή ήταν και η όλη προσέγγιση του “MenschFeind”.