Οι Liondialer είναι δυο πιτσιρικάδες από το Μάντσεστερ: Ο Greg και ο Danny. Ο Greg μισεί την Αγγλία. Eίναι ήρεμος, εσωστρεφής κι ακόμα ψάχνει να βρει όνομα για τη μουσική που παίζει. Από την άλλη, ο Danny αγαπάει την Αγγλία. Eίναι παρορμητικός, αηδιαστικά ειλικρινής και σιχαίνεται να τον συγκρίνουν με τον Nick Drake και τον Leonard Cohen. Και οι δυο τους νιώθουν παρίες σε σχέση με τη μουσική σκηνή της πόλης που τους γέννησε, αλλά δεν πτοούνται. Με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία του άλμπουμ Liondialer Live, ο ταλαντούχος κύριος Greg Haines επιστρέφει ξανά αυτό το Σάββατο στη σκηνή του Kinky Kong κι αυτή τη φορά φέρνει μαζί του τον φίλο του Danny Saul. Για ένα live το οποίο δεν ακολουθεί τελικά κανένα κανόνα, αλλά στηρίζεται στον αυτοσχεδιασμό, όπως δηλώνουν και οι ίδιοι στη συνέντευξη που παραχώρησαν στο Avopolis…
Greg, διάβασα στο blog σου ότι μια από τις δουλειές που έχεις κάνει είναι κι αυτή του κριτικού μουσικής. Σήμερα υπάρχουν αρκετοί κριτικοί οι οποίοι γράφουν για τη δική σου μουσική. Πώς αισθάνεσαι γι’ αυτό;
«Το να κυκλοφορεί κάποιος τη μουσική του σημαίνει ότι αναπόφευκτα κάποιοι άνθρωποι θα γράψουν γι’ αυτήν και θα προσπαθήσουν να αναπτύξουν τη δική τους οπτική. Με κολακεύει πολύ το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι που επιλέγουν να γράψουν για μένα και είναι περίεργη η αίσθηση να ανακαλύπτεις μέσα από μια κριτική που σου κάνει κάποιος πράγματα τα οποία εσύ δεν είχες ποτέ πριν φανταστεί».
Πώς τελικά αποφασίσατε να παίξετε μαζί και ποια είναι η διαδικασία σύνθεσης στη μουσική σας;
Greg: «Η μουσική που παίζουμε είναι εντελώς αυτοσχεδιαστική. Δεν συζητάμε μεταξύ μας για το τι πρόκειται να γίνει πάνω στη σκηνή, δεν κάνουμε πρόβα, απλώς βγαίνουμε και παίζουμε. Έτυχε να έχουμε έναν κοινό φίλο στο Μάντσεστερ ο οποίος και μας σύστησε. Από το πρώτο live που κάναμε μέχρι αυτή τη στιγμή, ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει. Στην αρχή δεν είχαμε ιδέα ως προς το τι θέλαμε να κάνουμε, αλλά στο πέρασμα του χρόνου νομίζω ότι έχουμε βρει τη λειτουργική φόρμα μεταξύ μας».
Danny: «Συμφωνώ. Αρχίσαμε να παίζουμε και φάνηκε να τσουλάει. Πρωτίστως είμαστε φίλοι κι όλα τα υπόλοιπα έπονται».
Πώς προέκυψε αυτή η ιδέα του να μην συζητάτε ποτέ για όσα πρόκειται να γίνουν πάνω στη σκηνή;
«Η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος που μας βλέπει στη σκηνή μπορεί να νομίζει ότι έχουμε κάνει πρόβα, αλλά η ουσία του project των Liondialer είναι ο αυθορμητισμός. Γι’ αυτό και οποιαδήποτε προετοιμασία ή προσχέδιο θα μας έκανε να αισθανόμαστε ότι η συναυλία δεν έχει τη διάθεση που θα θέλαμε. Μας αρέσει να εκπλήσσουμε ο ένας τον άλλο την ώρα που παίζουμε, γιατί έτσι έχει περισσότερη πλάκα. Ας πούμε, στην πρώτη ευρωπαϊκή μας περιοδεία είχαμε σχεδιάσει λεπτομερώς το πώς θα άρχιζε και πώς θα τελείωνε το σετ. Συζητούσαμε συνέχεια μόνο γι’ αυτό. Το αποτέλεσμα ήταν ότι βγήκαμε στη σκηνή κι αρχίσαμε να προσπαθούμε να μπερδέψουμε ο ένας τον άλλο! Στην περίπτωση λοιπόν των Liondialer η μουσική άγνοια είναι ευτυχία».
Φαίνεται ότι και οι δυο σας έχετε μια μάλλον πικρή γεύση από τη μουσική σκηνή του Μάντσεστερ. Γιατί έτσι;
Greg: «Προσωπικά, μισώ την Αγγλία. Ένας από τους λόγους είναι ακριβώς αυτή η μουσική «σκηνή» ή, τελικά, η έλλειψή της. Στην Αγγλία ο περισσότερος κόσμος αντιμετωπίζει τη μουσική σαν ένα γεγονός που συμβαίνει στο background όσο εσύ πίνεις τις μπύρες σου και συζητάς με τους φίλους σου. Και όπως καταλαβαίνεις είναι πολύ δύσκολο να νιώσει κάποιος δημιουργικός μέσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον».
Danny: «Λοιπόν για να μην τα μασάμε: ζω στο Μάντσεστερ και αγαπώ την πόλη, όπως και τη μουσική που βγάζει. Το πρόβλημά μου είναι ότι πολύς κόσμος μιλάει συνέχεια για τις περασμένες ένδοξες εποχές στη μουσική σκηνή της πόλης, λες και αυτές είναι το μόνο σημαντικό πράγμα στο Μάντσεστερ. Αυτό όμως δεν ισχύει. Για παράδειγμα, η μουσική μου δεν έχει κανένα κοινό με τον ήχο της Factory ή της «σκηνής» του Μάντσεστερ. Στην πραγματικότητα έχουν δημιουργηθεί πολλοί ήχοι σ’ αυτήν την πόλη αλλά, αλλά οι κολλημένοι τριαντάρηδες και τα media είναι τόσο μακριά από ό,τι πραγματικά συμβαίνει, ώστε το μόνο που κάνουν είναι αδιάκοπες αναφορές στα ίδια παλιά ονόματα. Είναι πολύ εύκολο αυτό. Οι μέρες της Hacienda και του γαμω-Tony Wilson έχουν τελειώσει. Ήταν καλά όσο κράτησε, αλλά αυτό το σκατό τελείωσε [sic]! Ας προχωρήσουμε παρακάτω. Δεν λέω ότι αυτό συμβαίνει μόνο στο Μάντσεστερ, αυτή η τακτική υπάρχει και σ’ όλη την υπόλοιπη Αγγλία… Η Ευρώπη για παράδειγμα είναι πολύ περισσότερο δεκτική στις νέες ιδέες».
Greg, μερικοί άνθρωποι έχουν χαρακτηρίζει τη μουσική που παίζεις σαν ένα είδος «μουσικού διαλογισμού», αλλά ο περισσότερος κόσμος μιλάει για μια μίξη, ένα ανακάτεμα σύγχρονης κλασικής μουσικής με την electronica. Εσύ λοιπόν πώς περιγράφεις τη μουσική σου;
«Παρ’ όλο που μου κάνουν πολύ συχνά αυτή την ερώτηση, δυσκολεύομαι να την απαντήσω. Η μουσική που παίζω είναι αργή μουσική, μια μουσική η οποία εμπνέεται τόσο από την κλασική μουσική, όσο και από την ηλεκτρο-ακουστική παράδοση που κάποιοι αποκαλούν και «ambient». Η αλήθεια είναι ότι ακόμα ψάχνω τη σωστή λέξη για να περιγράψω τη μουσική μου...».
Danny, έχεις δείξει να ενοχλείσαι όταν κάποιος συγκρίνει το μουσικό σου ύφος μ’ εκείνο του Nick Drake, του Leonard Cohen και παρόμοιων συνθετών. Πόσο δύσκολο είναι να δημιουργήσεις τον δικό σου ήχο;
«Νομίζω ότι η ενόχλησή μου έγκειται στο γεγονός ότι αρκετοί άνθρωποι κάνουν πολύ εύκολα συγκρίσεις προκειμένου να κατηγοριοποιήσουν οποιοδήποτε είδος μουσικής. Όσοι συγκρίνουν τη μουσική μου μ’ εκείνη του Drake ή του Cohen δεν ακούνε μάλλον τι παίζω γιατί μένουν κολλημένοι σε μια εικόνα ενός τύπου που κρατάει μια κιθάρα. Για παράδειγμα, έχω μια ακουστική κιθάρα. Ο Nick Drake έχει επίσης μια ακουστική κιθάρα. Τραγουδάω, αλλά κι ο Cohen τραγουδάει. Ε, λοιπόν εκεί τελειώνει η όποια σχέση μας. Θα έλεγα ότι η μουσική που φτιάχνω μπορεί να βασίζεται στο τραγούδι, αλλά αυτό το τραγούδι έχει πειραματικό χαρακτήρα».
Greg, o δίσκος σου Slumber Tides πήρε πολύ καλές κριτικές σε όλο τον κόσμο. Κι όπως όλοι ξέρουμε, μια μεγάλη επιτυχία πάντα δημιουργεί και μεγάλες προσδοκίες. Τι σκέφτεσαι λοιπόν για τον επόμενο δίσκο σου, θα είναι διαφορετικός από το Slumber Tides; Η φωνή της Kristin Evensen Giaver, που ακούσαμε στο πρώτο σου άλμπουμ, θα ακουστεί και στο δεύτερο;
«Το επόμενο άλμπουμ θα είναι διαφορετικό, αλλά φυσικά θα στηρίζεται αρκετά στο μουσικό ύφος που ανέπτυξα στο Slumber Tides. Θα είναι μια πιο φιλόδοξη προσπάθεια, αφού μιλάμε για ένα μόνο μουσικό κομμάτι, το οποίο θα διαρκεί 45 λεπτά περίπου, όπου θα παίζουν και κάποιοι άλλοι μουσικοί, όχι μόνο εγώ. Η Kristin θα βρίσκεται κι εκείνη κάπου μέσα σε όλο αυτό, με τη φωνή της να χρησιμοποιείται σαν μία ακόμη πηγή ήχου στη συνολική διαδικασία».
Danny, φέτος κυκλοφορείς την πρώτη σου σόλο δουλειά, Harsh Final. Πώς θα είναι; Θα ακούσουμε κάτι από αυτό το άλμπουμ στη συναυλία;
«Θα είναι…αυθάδικο και σκανδαλιστικό, ελπίζω! Η μουσική μου βασίζεται αρκετά στη δομή του τραγουδιού, και, σε αντίθεση με τους αυτοσχεδιασμούς των Liondialer, αποτελεί μια δομημένη μορφή σύνθεσης. Νομίζω ότι είναι ένα αρκετά σκοτεινό άλμπουμ και μ’ αρέσει αυτό. Δεν σκόπευα να παίξω κάποιο κομμάτι στη συναυλία, εφ’ όσον εμφανιζόμαστε ως Liondialer, αλλά ποιος ξέρει τι θα γίνει… Όμως σκοπεύω να επιστρέψω στην Αθήνα για μια συναυλία (ελπίζω τον Σεπτέμβριο ή Οκτώβριο), με αφορμή και την κυκλοφορία του Harsh Final».
Greg, μερικοί από τους μουσικούς που σου αρέσουν είναι ο John Tavener, ο Max Richter, ο Ryan Teague. Υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που ξεχωρίζεις; Έχεις επίσης δηλώσει ότι σου αρέσει πολύ και ο σκανδιναβικός ήχος. Τι μουσικές σ’ ελκύουν εκεί;
«Ναι, μου αρέσει πολύ ο John Tavener, όπως και μερικές συνθέσεις του Max Richter και του Ryan Teague, αλλά όχι όλες. Ο Arvo Pδart είναι ο αγαπημένος μου συνθέτης, όμως μου αρέσουν αρκετά και κάποιοι άλλοι συνθέτες όπως ο Gorecki, ο Schnittke, ο Stravinsky, ο Reich, ο Morton Feldman και ο Johann Johannsson. Από την άλλη πλευρά είμαι και fan των William Basinski, Stars Of The Lid, Deathprod και jazz μουσικών όπως ο Ornette Coleman. Παρακολουθώ πολύ και τις κυκλοφορίες της ECM».
Εσύ Danny, τι είδος μουσικής ακούς αυτό το διάστημα; Υπάρχουν κάποιοι μουσικοί με τους οποίους θα ήθελες να συνεργαστείς μαζί τους στο μέλλον;
«Τελευταία ακούω πολύ το άλμπουμ του Omar Souleyman από τη Sublime Frequencies. Σήμερα, ας πούμε, ακούω ένα footage που βρήκα στο youtube. Είναι η πρώτη εμφάνιση του Jandek στο Rudyard. Το καινούργιο των Mastodon είναι η θεραπεία μου, όπως επίσης και το άλμπουμ Singing Stones του Jasper XT, από τη Fangbomb. Υπάρχουν και μερικά ακούσματα minimal techno και, όπως πάντα, οι Talk Talk! Σε ό,τι αφορά στις συνεργασίες σκέφτομαι ότι οπωσδήποτε θα κάνω κάτι κάποια στιγμή με τον Jasper TX. Νομίζω έχουμε την επικοινωνία που χρειάζεται! Επιπλέον μαζί με τον Greg σκεφτόμαστε ότι ο Jasper XT θα μπορούσε να γίνει και μέλος των Liondialer, όταν ο χρόνος και οι συνθήκες το επιτρέψουν. Για τα υπόλοιπα, ποιος ξέρει τι σε περιμένει στην επόμενη γωνία… Παρ’ όλο που είμαι ένας control freak, προσπαθώ να είμαι όσο το δυνατόν πιο ανοιχτόμυαλος».
Greg, στο blog σου ασχολείσαι αρκετά με την πολιτική. Γράφεις πότε για τον Tony Blair και την J. P. Morgan, πότε για το θέμα που βγήκε πρόσφατα με τον Πάπα και τη χρήση προφυλακτικών. Βλέπεις τη μουσική σου σαν ένα μέσο διαμαρτυρίας απέναντι στην κατάσταση την οποία ζούμε; Και αισθάνεσαι ότι μπορεί τελικά η μουσική να αλλάξει κάτι σε αυτόν τον κόσμο;
«Η μουσική μου δεν είναι σε καμία περίπτωση πολιτικοποιημένη. Το blog υπάρχει εκεί για να μπορώ κι εγώ πότε-πότε να έχω μια δυνατότητα αποσυμπίεσης όλης εκείνης της συσσωρευμένης απογοήτευσης ή ακόμα και του θυμού από τα διάφορα πράγματα που συμβαίνουν γύρω μας κάθε μέρα. Δεν πιστεύω ότι η μουσική μπορεί στην πραγματικότητα ν’ αλλάξει κάτι, πιστεύω ότι τίποτα και κανείς δεν μπορεί ν’ αλλάξει τα πράγματα, αλλά τουλάχιστον η μουσική μπορεί να κάνει τη ζωή πιο εύκολη και απολαυστική».