Οι Groove Armada ήρθαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα και εμφανίστηκαν στο ποδηλατοδρόμιο του ΟΑΚΑ την Πέμπτη 3 Ιουλίου, στην εκδήλωση του Bacardi, παίζοντας ένα αρκετά χορευτικό DJ set. Το Avopolis συνάντησε τον Tom Findlay και τον πανύψηλο Andy Cato στο ξενοδοχείο που διέμεναν, όπου είχαμε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση που διήρκεσε αρκετά - έγραψα μόνο τα σημαντικότερα από αυτά. Οι δύο Άγγλοι ήταν ιδιαίτερα φιλικοί, απλοί και σίγουρα προσγειωμένοι...
Γνωρίζουμε ήδη την προέλευση του ονόματος Groove Armada από προηγούμενες συνεντεύξεις σας, οπότε δε θα σας ρωτήσω πάλι. Όμως θα ήθελα να μου πείτε, πώς γνωριστήκατε μεταξύ σας στ’ αλήθεια;
«Η κοπέλα του Andy ήταν εκείνη που με σύστησε σ’ αυτόν, τη γνώριζα αρκετό καιρό. Όμως πρωτοαρχίσαμε να παίζουμε μαζί μετά από δύο χρόνια, αφού είχαμε συζητήσει τις μουσικές μας επιρροές και προσεγγίσεις και είχαμε γνωριστεί καλύτερα. Σίγουρα αυτό που μας ένωσε περισσότερο ήταν το club που λεγόταν τότε Groove Armada».
Είχατε σχεδιάσει εξαρχής τον τρόπο που εξελίχθηκε το συγκρότημα ή απλά συνέβη; Εννοώ ότι ξεκινήσατε πίσω απ’ τα decks και τώρα έχετε μια πλήρη μπάντα με φυσικά όργανα και φωνές, να μην μιλήσουμε για τις συνεργασίες που έχετε κάνει...
«Όχι, σε καμία περίπτωση δεν το είχαμε σχεδιάσει, απλά ήταν μια φυσική εξέλιξη. Με τον καιρό προσθέταμε ήχους φυσικών οργάνων, παλαιότερα ηχογραφούσαμε στη φύση και σε ανοιχτούς χώρους, μετά μπήκαν φωνητικά και όργανα και προέκυψαν διάφορες συνεργασίες. Σίγουρα πάντως δεν το είχαμε σκεφτεί, απλά παίζαμε μουσική και το απολαμβάναμε. Τώρα αισθανόμαστε περήφανοι για όσα έχουμε κάνει, για την πλήρη μπάντα και τη δουλειά μας γενικότερα. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν ήταν προσχεδιασμένο».
Eίναι εμφανές ότι σας αρέσουν μουσικά ρεύματα όπως reggae, dub και hip-hop, αλλά εσείς μιξάρετε όλα αυτά κυρίως υπό ηλεκτρονικούς ήχους - άλλες φορές σε ρυθμούς dance και άλλες down-tempo. Αυτό, είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι η μουσική έχει αρχίσει να χάνει τα σύνορά της και πολλά είδη μπορούν πλέον να συνδυαστούν μεταξύ τους ενώ εμφανίζονται συνεχώς νέα. Πιστεύετε ότι η ηλεκτρονική μουσική έχει ανοιχτεί προς άλλα είδη σε τέτοιο βαθμό, ώστε ως αποτέλεσμα να έχουμε ένα πιο ανοιχτόμυαλο κοινό;
«Είναι γεγονός ότι η μουσική έχει αρχίσει να χάνει τα όριά της, ειδικά μάλιστα τα τελευταία δέκα χρόνια. Στην ηλεκτρονική αυτό γίνεται καιρό, οπότε απλά πρέπει να το δεχτούμε, τα πράγματα έχουν αλλάξει. Ο κόσμος ακούει πλέον περισσότερα είδη μουσικής και, ναι, είναι πιο ανοιχτόμυαλος. Εμείς απλά προσθέτουμε τις επιρροές μας πάνω σε ηλεκτρονικές βάσεις, πειραματιζόμαστε και το αποτέλεσμα είναι αυτό που ακούς. Πιστεύω ότι επειδή ανοίγουν τα μουσικά σύνορα, συναντάμε πολλούς καινούριους ήχους και προσεγγίσεις, και αυτό είναι σίγουρα καλό, για τους μουσικούς αλλά και για το κοινό. Μου αρέσουν οι ακροατές που ακούνε διαφορετικά είδη μουσικής και είναι ανοιχτοί».
O τίτλος του album σας Goodbye Country (Hello Night Club), διάβασα ότι βασίστηκε στο γεγονός ότι ηχογραφούσατε στη φύση και δουλεύατε τη μουσική σας ζώντας στην ύπαιθρο, όμως αυτή ταιριάζει περισσότερο στους ρυθμούς της πόλης. Υπάρχει κάποιο ιδιαίτερο μήνυμα στον τίτλο αυτόν;
«Το Goodbye Country (Hello Night Club) είναι αποτέλεσμα του τι γινόταν εκείνη την εποχή, δηλαδή μουσική στην ύπαιθρο και πολύ χόρτο. Μετά από αυτό το album γυρίσαμε σελίδα, μουσικά αλλά και στον τρόπο ζωής μας. Δείχνει ότι τότε ξεκίνησε μια νέα περίοδος για το συγκρότημα, φύγαμε από την εξοχή, το μήνυμα είναι απλό, δεν κρύβεται κάτι άλλο από πίσω. Αισθανθήκαμε ότι θέλαμε να αλλάξουμε, και έτσι έγινε, ξεκίνησε ένα νέο κεφάλαιο για εμάς».
Στην εποχή μας, έχει διαδοθεί η επικοινωνία μέσω διαδικτύου και η «κάντο μόνος σου» νοοτροπία. Πιστεύετε ότι η μουσική βιομηχανία περνάει κρίση ή θα βρει τον τρόπο να επιβιώσει;
«Αυτό εξαρτάται, υπάρχουν κάποιοι στο χώρο που δε θα έπρεπε να έχουν καμία ανάμιξη, όμως υπάρχουν και άλλοι που κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Οι πρώτοι βρίσκονται σε κρίση, οι πωλήσεις πέφτουν κι έτσι αρκετοί αποχωρούν από τον χώρο, όμως έχουν φτιαχτεί και εξαιρετικά ανεξάρτητα labels. Υπάρχουν πολλές δυνατότητες για τις μπάντες να ακουστούν, περισσότερο από παλιά. Μπορούν να «ανεβάσουν» τη μουσική τους και να δημιουργήσουν ένα δικό τους κοινό, κι όλα αυτά με πολύ απλό τρόπο: για παράδειγμα φτιάχνουν μια σελίδα στο myspace και μπορούν να ακουστούν σε όλο τον κόσμο. Μπορεί οποιοσδήποτε να προβάλει τη δουλειά του πιο εύκολα από ποτέ. Οι καλές δουλειές επιβιώνουν και ξεχωρίζουν. Η μουσική βιομηχανία χάνει όλο και περισσότερο. Βέβαια για εμάς αυτό δεν είναι κακό, επειδή έχουμε τη δυνατότητα να ακουστούμε πιο πολύ, κι ας πουλάμε λιγότερο. Αυτό που νοιάζει τους περισσότερους, όπως κι εμάς, είναι να υπάρχει ανταπόκριση στις συναυλίες. Να μας ακούει και να μας μαθαίνει ο κόσμος. Γενικά όσο μεγαλύτερο το κοινό σου, τόσο μεγαλύτερη η συναυλία και η πληρωμή...».
Με πρόλαβες... Από την άλλη πλευρά, οι μουσικοί κερδίζουν όλο και περισσότερα από τα live, οπότε είναι καλό για εκείνους να τους μαθαίνει ο κόσμος από το διαδίκτυο και να πηγαίνει στις συναυλίες τους. Πιστεύετε ότι θα επιστρέψουμε στο πολύ παλιό μοντέλο, όπου οι μουσικοί έβγαζαν το ψωμί τους από τις ζωντανές τους εμφανίσεις;
«Οι συναυλίες είναι πολύ σημαντικές, δείχνουν ποιος είσαι και τι κάνεις. Και, όπως λέγαμε πριν, δεν πληρώνουν άσχημα, οπότε θα μπορούσα να πω ότι κατά κάποιο τρόπο επιστρέφουμε στα βασικά, όπως γινόταν στις αρχές. H μουσική κυκλοφορεί πολύ γρήγορα και παγκόσμια, ενώ αυτό δεν συνέβαινε παλαιότερα, επίσης τώρα γίνονται περισσότερες συναυλίες. Καμιά φορά μπορεί να αναρωτηθούμε αν ο κόσμος θα συνεχίσει να έρχεται στις συναυλίες μας και αν θα μας βαρεθεί!».
Δηλαδή στ’ αλήθεια φοβάστε μήπως σας βαρεθεί ο κόσμος; Το σκέφτεστε συχνά αυτό;
«Συνεχώς! (γέλια!)».
Πιστεύω χρειάζονται δύο για να γίνει μια ωραία συναυλία και να δημιουργηθεί το κατάλληλο κλίμα, οι μουσικοί και το κοινό. Πρέπει να συνδυαστούν σωστά. Αισθανθήκατε ποτέ ότι δεν υπάρχει το κατάλληλο κλίμα ή ότι ο κόσμος απογοητεύτηκε;
«Ο κόσμος μπορεί να απογοητευτεί, αλλά αυτό δεν μας πειράζει τόσο, γιατί γενικά νομίζω ότι όλοι περνάνε καλά στις συναυλίες μας. Οπότε δεν μας απασχολεί πριν βγούμε να παίξουμε. Αυτό που λες δεν έχει τύχει, τουλάχιστον όχι σε τέτοιο βαθμό που να μας πείραξε. Κάτι το οποίο μας έκανε εντύπωση είναι ότι σε ορισμένα μέρη όπου παίξαμε, ο κόσμος αντιδρούσε διαφορετικά απ’ ό,τι είχαμε συνηθίσει - χωρίς αυτό να σημαίνει φυσικά ότι απογοητεύτηκε ή δεν πέρασε καλά. Απλώς το διασκέδαζε με τον δικό του τρόπο».
Έχετε σκεφτεί ποτέ ότι ενδέχεται να βαρεθείτε τον συγκεκριμένο τρόπο ζωής σας;
«Τελευταία ταξιδεύουμε πολύ, κάνουμε πολλά tours σε όλο τον κόσμο. Το κακό είναι ότι δεν προλαβαίνουμε να δούμε τα μέρη στα οποία πηγαίνουμε να παίξουμε, απλά αλλάζουμε συνέχεια πτήσεις και ξενοδοχεία. Εννοείται ότι το απολαμβάνουμε, αλλά μας κουράζει αρκετά. Επίσης, δεν έχουμε την ηρεμία να παράγουμε μουσική ενόσω ταξιδεύουμε - παρόλο που πάντα έχουμε μαζί μας laptop - και αυτό μας λείπει πολύ, το χρειαζόμαστε. Οπότε θα θέλαμε να μένουμε περισσότερο σπίτι, αλλά δεν μπορώ να πω ότι βαριόμαστε, σε καμία περίπτωση, τουλάχιστον όχι ακόμη! Προχτές παίξαμε στο Glastonbury, ήταν πραγματικά φανταστικά, μοναδική εμπειρία για εμάς. Ρίξαμε έναν καλό ύπνο και τώρα είμαστε έτοιμοι γι’ απόψε, στην Αθήνα!».
Πώς νιώθει κανείς όντας διάσημος, τουλάχιστον υπό το όνομα του project του; Ξυπνάει το πρωί σε διαφορετικά μέρη του κόσμου και το μόνο που σκέφτεται είναι η μουσική του;
Andy: «Δεν είναι ακριβώς έτσι, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο φαίνονται (γέλια!). Μας κουράζουν τα ταξίδια. Θέλουμε να γράψουμε μουσική και αυτό δεν είναι πλέον τόσο εύκολο, δεν έχουμε πολύ χρόνο. Υπάρχουν φορές που θέλω να ξυπνήσω στο σπίτι μου, στη Βαρκελώνη, να παίξω λίγη μουσική και πολύ απλά αυτό δεν γίνεται. Η ζωή του μουσικού δεν είναι καθόλου εύκολη, δεν είναι όλα ονειρικά και δεν μπορείς να σκέφτεσαι μόνο τη μουσική...».
Tom: «Για παράδειγμα, εγώ θέλω να παίρνω τα παιδιά μου απ’ το σχολείο στο Λονδίνο, αλλά δεν είμαι πάντα εκεί. Σε λίγο καιρό θα επιστρέψουμε σπίτι για να δουλέψουμε καινούρια πράγματα στο studio».
Andy, εσύ μένεις στη Βαρκελώνη, όπου δημιουργήθηκε και το GA10 (Groove Armada 10 years). Συμφωνείς με όσους λένε ότι συγκαταλέγεται στις «ιερές» πόλεις της ηλεκτρονικής παγκόσμιας σκηνής;
«Το ξέρω ότι ανήκω στη μειοψηφία, όμως δεν συμφωνώ καθόλου. Έχει πάρα πολλά clubs και bars και διάφορους χώρους, μέσα και έξω απ’ την πόλη, γίνονται διάφορα live με ισχυρά ονόματα. Τα μικρά μαγαζιά είναι πολύ εντάξει, όμως στα μεγάλα δύσκολα βρίσκεις καλό ήχο, ενώ μουσικά δεν δημιουργείται κάτι το πρωτότυπο ή πρωτοποριακό, όπως γίνεται στο Λονδίνο. Στο Βερολίνο δεν έχω μείνει, όμως από αυτά που γνωρίζω θα το έβαζα στη λίστα με τις πόλεις, όπως και τη Νέα Υόρκη ή το Παρίσι. Σε αυτές τις πόλεις δημιουργούνται νέα ρεύματα, μπλέκονται διάφορα είδη και υπάρχει κινητικότητα. Αυτό δεν συμβαίνει στη Βαρκελώνη».
Διάβασα σε μια παλαιότερη συνέντευξή σας, ότι ο Tom χαρακτήρισε ιδανική μια ενδεχόμενη συνεργασία με τον Prince. Για ποιο λόγο, Tom;
«Ο Prince με έχει σημαδέψει, τον σέβομαι πολύ ως μουσικό, τραγουδιστή, τραγουδοποιό, οργανοπαίκτη και παραγωγό, είναι πολύ αφοσιωμένος στη δουλειά του και την αγαπάει όσο τίποτα, είναι αληθινός καλλιτέχνης. Είναι μια τεράστια προσωπικότητα με απίστευτη επιρροή και θα ήταν πραγματικά φοβερό, αν καταφέρναμε να συνεργαστούμε... Μπορεί να συμβεί (γέλια!)».
Ποια είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον;
«Με την κυκλοφορία του GA10, έκλεισε ένας κύκλος των Groove Armada. Δουλεύουμε πάνω σε νέο υλικό, με διαφορετικό ύφος από τα προηγούμενα, με φρέσκο ήχο. Θα κυκλοφορήσουμε ένα EP μέχρι το τέλος του έτους, και ένα album την άνοιξη. Είμαστε χαρούμενοι και περήφανοι για τη δουλειά μας και θέλουμε να τη συνεχίσουμε χωρίς να γίνει βαρετή ή μονότονη. Είμαστε ενθουσιασμένοι με το καινούριο μας υλικό!».
Το μήνυμά σας προς τον κόσμο;
«Το μήνυμα είναι η μουσική. Χαιρόμαστε πολύ που ήρθαμε στην Ελλάδα, πέρυσι ακυρώθηκε, οπότε είναι καλό που φέτος ήρθαμε τελικά, θέλαμε πολύ να παίξουμε στην Αθήνα».
Hasta Luego, Soundboy!