Είναι πολύ δύσκολο για ένα καλλιτέχνη να κάνει μία μεγάλη επιτυχία. Ακόμη πιο δύσκολο είναι να δει ένα από τα έργα του να γίνεται κλασικό όσο ακόμα ζει και μπορεί να το απολαύσει. Οι Καναδοί Delerium είχαν αυτή την τιμή και ευτυχία με το “Silence” και ο «εγκέφαλός» τους Bill Leeb μιλά στο Avopolis, με αφορμή την πρώτη τους επίσκεψη στην Ελλάδα και τις επερχόμενες συναυλίες στη Θεσσαλονίκη (Liebe 17/5) και στην Αθήνα (Gagarin 18/5)…

Γειά σου Bill. Πώς είσαι;
«Μια χαρά, αν σκεφτείς ότι είσαι η έκτη μου συνέντευξη σήμερα το πρωί! (γέλια!)»

Έχεις συνειδητοποιήσει ότι διανύετε την τρίτη δεκαετία σας ως group;
“Όχι ιδιαίτερα! Eίναι λίγο τρομακτικό, όταν το σκέφτεσαι, δεν είναι;».

Πώς κύλησε η πρώτη δεκαετία;
«Όταν πρωτοξεκινήσαμε, οι Delerium ήταν για μένα ένας τρόπος να εκφράσω τις ανησυχίες μου. Ήθελα να κάνω κάτι ambient και πειραματικό. Κάτι σιωπηλό μα πραγματικά σκοτεινό. Για αυτό ακριβώς τον λόγο και τα τρία πρώτα albums των Delerium είναι πραγματικά σκοτεινά, έχοντας gothic επιρροές αλλά και επιρροές από θρησκευτικά στοιχεία όλου του κόσμου».

Μπαίνοντας η δεύτερη δεκαετία;
«Στη δεύτερη αυτό το πράγμα εξελίχθηκε. Η δεκαετία του 1990 μας βρήκε μπροστά σε μία άνοδο της electro και της techno, με αποτέλεσμα να εξελιχθεί φυσικά και η μουσική μας προς αυτή την κατεύθυνση. Αρχίσαμε να κινούμαστε μουσικά ανάλογα με συγκροτήματα εκείνης της εποχής, αρχίζοντας να «φωτίζουμε» άθελα τη μουσική μας σιγά-σιγά. Αυτή η αλλαγή βγήκε πάντως πολύ φυσιολογικά, όπως και η εμπορική επιτυχία. Μάλιστα, όταν στις περιοδείες μας αρχίσαμε να ακούμε…τσιρίδες στα live και να μας ακούμε σε εμπορικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς, ξύναμε το κεφάλι μας και λέγαμε «τι γίνεται εδώ»;».

Η τρίτη δεκαετία να φανταστώ ότι άνηκε στο “Silence”;
Το “Silence” έγινε Νο1 τραγούδι σε 5 κράτη και πουλήσαμε εκατομμύρια αντίτυπα με αυτό. Η όλη διαδικασία άλλαξε και τη ζωή μας κατά κάποιο τρόπο. Όταν δε άρχισαν οι συνεργασίες μέσα από τα remix από διάσημους DJs, όπως ο Tiesto ή ο Paul Van Dyk, εκεί ειδικά εκτοξευθήκαμε. Όλη αυτή η διαδικασία λοιπόν είναι πολύ περίεργη, κοιτάζοντας το που ήμασταν και που ξεκινήσαμε. Θα μπορούσε να είναι σενάριο από ταινία του Hollywood! Προσωπικά, ούτε που μπορούσα να φανταστώ, ότι θα ανατρέφουμε τρεις γενιές από Delerium, όταν πρωτομπήκα στο στούντιο. Από εκεί και πέρα, ότι και να γίνει για ένα θα είμαι σίγουρος: οι Delerium ξεπέρασαν κάθε προσωπικό σύνορο και προσδοκία. Ακόμα κάποιες μέρες ξύνω το κεφάλι μου και λέω «πως σκατά έγινε αυτό»;».

Δεν είχατε έστω στην άκρη του μυαλού σας όλη αυτή τη δημοσιότητα;
«Όχι, γιατί, πρώτα από όλα, ποτέ δεν θέλαμε να κάνουμε τη μουσική μας μόδα για τα χρήματα. Δεν θέλαμε να γίνουμε κομμάτι αυτής της εμπορικής αηδίας που κατακλύζει τον κόσμο και θέλουν να την ονομάσουν μουσική. Προτιμούμε να φέρουμε σε ισορροπία τον εαυτό μας και τον κόσμο. Είναι αυτό που λένε, ότι το καλύτερο πάρτι είναι αυτό που δεν περιμένεις να περάσεις καλά».

Να φανταστώ ότι δεν είσαι αυτό που λέμε: «άνθρωπος του προγραμματισμού»;
«Έτσι είναι. Αν κάνεις πλάνα πάντα απογοητεύεσαι. Για αυτό και προτιμώ να μην κάνω πλάνα για να μην απογοητευτώ μετά. Είναι λίγο τρελό, αλλά είναι πολύ ωραίο στις ζωές μας να έρχονται και μερικές εκπλήξεις. Να βγαίνεις από την πόρτα του σπιτιού σου κάθε μέρα και να έχεις να περιμένεις κάτι καινούργιο».

Πώς βρίσκεις τη σημερινή μουσική φιλοσοφία, όπως διαμορφώνεται;
«Βαρετή. Οι άνθρωποι δεν αγοράζουν μουσική, όπως παλιότερα. Απλά «κατεβάζουν» τραγούδια ή ολόκληρα cds. Δισκογραφικές και καταστήματα απλά εξαφανίζονται. Τώρα δεν μπορείς απλά να πας σε μια εταιρεία και να πεις «θέλω ένα εκατομμύριο δολάριο για να βγάλω έναν δίσκο». Τώρα πρέπει να το κυνηγήσεις μόνος σου, μέσα από το myspace και ειδικά τις συναυλίες. Πρέπει να κάνεις συναυλίες σε όλο τον κόσμο για να αντέξεις. Η γενιά της δεκαετίας του 1990 και του MTV πέρασε ανεπιστρεπτί. Παλιότερα οι industrial μπάντες πουλούσαν 200.000 και 300.000 δίσκους. Τώρα 20.000 και 30.000 θεωρούνται επιτυχία. Οι ακροατές έχουν γίνει πολύ πιο εκλεκτικοί. Όταν ακούν ένα καλλιτέχνη, θέλουν να είναι σίγουροι, ότι αξίζει 1000% για να τον «αγοράσουν».

Αν η μουσική σας ήταν ζωγραφικός πίνακας τι θα απεικόνιζε;
«Θα ήταν ένας πολύ περίεργος συναισθηματικός πίνακας. Το ένα μέρος του θα ήταν ασπρόμαυρος, αφού στην αρχή δεν χρησιμοποιούσαμε άλλα χρώματα, ενώ στην συνέχεια θα είχαμε διαφορετικά χρώματα και σχέδια. Όλα τα σχέδια αυτά πάντως θα ήταν καθαρές εικόνες, οι οποίες να απεικονίζουν τον κόσμο και ό,τι είσαι πραγματικά».

Η έμπνευση πώς έρχεται;
«Με το να ξυπνάω ένα πρωΐ και να θέλω να γράψω κάτι τελείως σκοτεινό -και το άλλο κάτι λιγότερο «μαύρο». Τώρα πια θέλω να διαχειρίζομαι όλα τα συναισθήματα μου και να είμαι όσο πιο δημιουργικός γίνεται. Πάντα πρέπει να κυνηγάς το τέλειο αλλά ταυτόχρονα να αφήνεσαι στη μουσική. Γιατί δεν την διαλέγεις εσύ, αυτή σε διαλέγει».

Ο πλανήτης «μουσική» πόσο κατοικήσιμος είναι;
«Είναι ένας περίεργος πλανήτης, σίγουρα όχι εύκολα κατοικήσιμος. Είσαι μόνος, έχεις ανασφάλεια αν ο κόσμος αγαπάει τη μουσική σου - και αν δεν την αγαπάει είσαι ένα τίποτα. Δεν έχεις σταθερές αμοιβές και χρήματα για να κανονίσεις να κάνεις σχέδια, να επενδύσεις χωρίς να ανησυχείς. Όλα είναι πολύ περίεργα αλλά ταυτόχρονα μαγικά».

Πώς φαντάζεσαι το live σου στην Ελλάδα;
«Αυτή είναι η πρώτη μου φορά και είμαι εκστασιασμένος, γιατί έχετε καταπληκτική ιστορία. Για μένα θα είναι εμπειρία ζωής να βρίσκομαι στην Αθήνα, στον τόπο που γεννήθηκε ο πολιτισμός. Ήδη το περιμένω με αγωνία…».

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured