Η ντίβα της world μουσικής μιλά στο avopolis.gr, λίγες μέρες πριν τις εμφανίσεις της σε Αθήνα και Πάτρα.
Η μέρα δεν πάει καθόλου καλά. Η Αθήνα περιβάλλεται από φωτιά αφού το τελευταίο μέρος για να αναπνεύσεις, η Πάρνηθα, καίγεται. Στην Αυλίδα, δίπλα στην Μαλακάσα του Terra Vibe, έχει ξεσπάσει επίσης φωτιά, το Πήλιο πλέον είναι γνωστό για τα όμορφα αποτεφρωμένα δέντρα και ο ΟΤΕ με έχει βάλει στην αναμονή, χωρίς καμιά ελπίδα, για 5 λεπτά. Τελικά στην άκρη της γραμμής ακούγεται η μελωδική αλλά σταθερή φωνή της Lila Downs, που σε λίγες ώρες θα πετάει από τη Νέα Υόρκη για Αθήνα. Πριν την συνέντευξη μερικές πρώτες εξηγήσεις για την κατάσταση κρίνονται επιβεβλημένες και όλα είναι έτοιμα. Πάμε λοιπόν…
Τι ήταν αυτό που σε παρακίνησε να ασχοληθείς με την παραδοσιακή μουσική του Μεξικού, αν και έχει κάνει κλασσικές μουσικές σπουδές, από όπερα μέχρι jazz;
Μεγάλωσα σε μια μικτή οικογένεια, ο πατέρας μου ήταν Αγγλοαμερικάνος και η μητέρα μου είναι ιθαγενής ινδιάνα του Μεξικού. Ένιωθα αρκετή ντροπή για την οικογένειά μου, καθώς η πλευρά της μητέρας μου ήταν εντελώς παραδοσιακή και χαρακτηριζόταν από πράγματα μη αποδεκτά για τις ΗΠΑ. Όταν ενηλικιώθηκα άρχισα να έχω προβλήματα με τον εαυτό μου, την ίδια μου την ταυτότητα, οπότε χρειαζόμουν να βρω απαντήσεις στις ερωτήσεις μου για την ζωή και την ύπαρξή μου. Έτσι προσπάθησα να μάθω περισσότερα για τον πολιτισμό μου και να φέρω κοντά και τις δύο πλευρές των επιρροών μου. Μουσικά ακόμα προσπαθώ να το πετύχω.
Πολλοί άνθρωποι δεν ξέρουν τι ακριβώς είναι το “sentimiento”, αυτή η ιδιαίτερη μορφή ερμηνείας.
Είναι το πώς ερμηνεύεις με συναίσθημα. Όλοι μπορούν να τραγουδήσουν, αν το θέλουν βέβαια (γέλια), αλλά υπάρχουν λίγοι άνθρωποι που μπορούν να δώσουν το απαραίτητο συναίσθημα σε ένα τραγούδι. Όλοι καταλαβαίνουμε ότι υπάρχουν ερμηνείες και ερμηνείες, υπάρχουν τραγουδιστές που πραγματικά καταθέτουν ένα κομμάτι από την ψυχή τους πάνω στα τραγούδια. Αυτό είναι το “sentimiento”. Το συναντάς κυρίως σε bars, όπου ακούς τέτοια μουσική, αλλά από τη μία μπορεί να είναι μουσική του δρόμου, αλλά την ίδια ώρα μία έντονη και ιερή μουσική.
Στο βιογραφικό σου διάβασα ότι είχες ζήσει για κάποιο διάστημα “on the road”.
Ζώντας με μια βαλίτσα, μοιάζει με το να ζεις σαν τσιγγάνος. Μένεις σε μέρη που αγαπάς, γνωρίζεις ανθρώπους που αγαπάς και την επόμενη στιγμή μαζεύεις τα πάντα και φεύγεις. Αυτό το στυλ ζωής είναι πολύ μοναχικό, αλλά και πολύ όμορφο, επειδή μας συμπεριφέρθηκαν πολύ ευγενικά. Στην Ελλάδα για παράδειγμα μας έδωσαν υπέροχο φαγητό και κρασί. Δεν υποφέραμε και πολύ (γέλια)!
Στις δουλειές σου είσαι βαθιά συνειδητοποιημένη για τη ζωή των Μεξικάνων μεταναστών στις ΗΠΑ. Τι σε έκανε να γράψεις για αυτούς τους ανθρώπους;
Όπως σου είπα η μητέρα μου προερχόταν από μία φυλή Ινδιάνων του Μεξικού, μία από τις 64 που υπάρχουν στη χώρα. Στις ΗΠΑ πολλοί άνθρωποι αγνοούν τις ρίζες μας και τις παραδόσεις μας. Είναι κάτι που με απασχολούσε πολύ, καθώς υπάρχουν πολλές διακρίσεις και προκαταλήψεις, σχετικά με το χρώμα του δέρματός μας, την περίεργή μας γλώσσα και όλα αυτά. Η κύρια μου ανησυχία είναι να ζούμε περισσότερο ειρηνικά οι Αμερικάνοι και οι Μεξικάνοι. Γράφω λοιπόν ιστορίες που θα ευαισθητοποιήσουν τους ανθρώπους για τους λατινοαμερικάνους.
Μοιράζεις τον χρόνο σου ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Οαχάκα του Μεξικού. Πώς είδες την εκεί λαϊκή εξέγερση που ξέσπασε το 2006;
Πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα που προέκυψε μεταξύ των δασκάλων και του μεξικάνικου κράτους. Οι συνδικαλιστικές ενώσεις των δασκάλων είναι από τις πιο μαχητικές στη χώρα, αλλά ο τοπικός κυβερνήτης αντέδρασε με έναν απίστευτα βίαιο τρόπο. Έτσι και το κίνημα έγινε περισσότερο δυναμικό, νέοι άνθρωποι και παιδιά αναμίχθηκαν σε αυτό. Πολλοί σκοτωθήκαν σε αυτές τις κινητοποιήσεις και για αυτό πολλοί προσπαθούν να αποφύγουν τη συζήτηση για αυτό το θέμα. Υπάρχουν διαφορετικές γνώμες στο θέμα, αλλά στο παρελθόν η κοινωνία της περιοχής ήταν πολύ ενωμένη, ίσως λόγω του καλλιτεχνικού περιβάλλοντος της Οαχάκα. Τώρα μάλιστα γράφω μερικά τραγούδια για την ιστορία αυτή για τον επόμενό μου δίσκο. Μερικά από αυτά θα τα παίξουμε και στη συναυλία μας στην Ελλάδα.
Τι πιστεύεις για το ότι οι περισσότεροι σε γνώρισαν από την συμμετοχή σου στο soundtrack της ταινίας Frida;
(Γέλια) Είναι περίεργο το να συμμετέχεις σε κάποια από τις ταινίες του Χόλυγουντ. Και το πιο περίεργο ήταν όταν πήγαμε στην απονομή των Όσκαρ, μόλις τότε είχε αρχίσει και ο πόλεμος του Ιράκ, σε μια πόλη ακραίας χλιδής. Παράλληλα ήταν ενδιαφέρουσα εμπειρία από την πλευρά του ότι αντιπροσώπευα τον ιθαγενή πληθυσμό. Πάντως θαυμάζω έτσι κι αλλιώς πολύ την Φρίντα Κάλο και χαίρομαι πολύ που μπλέχτηκα με μια ταινία για τη ζωή της.
Ποιες γυναικείες φωνές σου αρέσουν;
Λατρεύω την Ελευθερία Αρβανιτάκη (σ.σ.: με την πέμπτη προσπάθεια πέτυχε να το πει) και έχω γνωρίσει την Σαββίνα Γιαννάτου σε μία περιοδεία. Λατρεύω και τις μεγάλες τραγουδίστριες των fado, την Marisa, την Amalia Rodriguez, την Cesaria Evora. Στην Βραζιλία υπάρχει μια απίστευτη τραγουδίστρια, η Virginia Rodriguez και φυσικά μου αρέσουν κι άλλες λατινοαμερικάνες τραγουδίστριες.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι όλες οι παραδοσιακές μουσικές έχουν κοινά στοιχεία. Πιστεύεις ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο μεταξύ της μεξικάνικης και της Ελληνική μουσικής;
Νομίζω πως ισχύει αυτό και ακόμα παραπάνω με την μεξικάνικη και την ελληνική μουσική. Η μουσική μας είναι πολύ δραματική και παραστατική. Στην λατινική Αμερική είμαστε πολύ στενοχωρημένοι μα και πολύ χαρούμενοι (γέλια). Αυτό είναι το κοινό μας στοιχείο με τον ελληνικό πολιτισμό.
Τι περιμένεις από τις συναυλίες σου στην Ελλάδα;
Περιμένω να δω υπέροχους ανθρώπους, που θα έρθουν να ακούσουν συναισθηματική μουσική, στην οποία απ’ ότι ξέρω έχετε μεγάλη παράδοση και εξαιρετικούς τραγουδιστές. Αν και μπορεί να μην καταλαβαίνετε τι τραγουδώ, θα προσπαθήσω τουλάχιστον να σας τα μεταφράσω (γέλια).
Η συνέντευξη έκλεισε με τις καλύτερες εκατέρωθεν ευχές και με ένα “Efcharisto”…