Ο Παναγιώτης Καλαντζόπουλος έχει, εδώ και δεκαετίες, σημειώσει πολλά χιλιόμετρα στον στίβο της ελληνικής δισκογραφίας. Η μουσική του -πάντα κινηματογραφική, ατμοσφαιρική και αισθαντική- πλαισιώνει αψεγάδιαστα τον σκοπό που έχει να εξυπηρετήσει, είτε πρόκειται για αμιγώς δικά του μουσικά project είτε άλλων. Πάνε χρόνια που έχει πλέον τη δική του δισκογραφική εταιρεία, που ονομάζεται Cantini ενώ πρόσφατα τα Φτηνά Τσιγάρα, η εμβληματική ταινία που κυκλοφόρησε στο τέλος του 20ου αιώνα, ανέβηκε μετά από χρόνια στο θεατρικό σανίδι ως μια ένδειξη της αργοπορημένης αλλά καθολικής αναγνώρισής της. Τη μουσική, όπως και τότε στην ταινία, επιμελήθηκε και έστησε ο ίδιος. Με αφορμή αυτό το soundtrack που έγινε album, τον συναντήσαμε στην παλιά του γειτονιά, την πλατεία Αγίου Γεωργίου στην Κυψέλη.
Τι σε έσπρωξε στη μουσική;
Ήμουν 10 -11 χρονών καλοκαίρι σε κατασκήνωση. Δύο τύποι έπαιζαν ηλεκτρική κιθάρα και μάζευαν όλα τα κορίτσια γύρω τους. Λίγο μετά κατάλαβα ότι είχα και ευκολία, είχα το χάρισμα «να τα παίρνω» -όπως λένε- με το μάτι, να κλέβω κόλπα, όπως κάποιος άλλος μπορεί να το έχει με τα μαθηματικά ή με τη ζωγραφική.
Έχεις μια πρώτη μουσική ανάμνηση, ένα τραγούδι;
Κάποια σουξέ όπως Capri c’est fini - La Poupée Qui Fait Non και Harry Nilson – Without you, Beatles, Καζαντζίδης, Τσιτσάνης, Ticket to Ride...
Έχεις πει ότι οι Beatles είναι η παντοτινή σου αγάπη, έτσι;
Όταν ερωτεύεσαι και μπει το κορίτσι στο δωμάτιο, δεν αλλάζει ο αέρας; Αυτό μου συμβαίνει με τους Beatles ακόμα.
Το μετάνιωσες ποτέ που ασχολήθηκες με τη μουσική;
Όχι, δεν το σκέφτηκα ποτέ. Το θεωρώ θαύμα να λέω τη δουλειά μου παιχνίδι, ότι «παίζω μουσική». Παίζοντας μπόρεσα να μεγαλώσω δυο παιδιά, να φτιάξω σπίτι, στούντιο, οικογένεια, να επιζήσω.
Πώς ήταν η εποχή που έζησες στο Λονδίνο;
Ήταν μια εποχή πολύ διαφορετική από τώρα. Σπούδασα κλασσική μουσική στο Λονδίνο στα late 70s, παράλληλα με την έκρηξη του punk, οπότε καταλαβαίνεις… Ήταν η προ και η επι Θάτσερ εποχή. Οι Άγγλοι έχουν ένα χρώμα δικό τους που δεν το απαλλοτριώνουν με τίποτα. Ακόμα και στην τωρινή πολυπολιτισμική εποχή, βλέπεις στο κοινοβούλιο, τα φιλτράρουν όλα. Ξέρουν να υπερασπίζονται τον χαρακτήρα τους, δεν έχασαν τον αρχιτεκτονικό τους χαρακτήρα όπως εμείς με την αντιπαροχή, δε διέλυσαν το Λονδίνο για χάρη του τουρισμού… Έχει επηρεαστεί, αλλά όχι όπως τα νησιά μας, που έχουν γίνει σαν την Ίμπιζα και τη Μαγιόρκα που βουλιάζουν μεταλλασόμενα σε στρατόπεδα με τουρίστες. Αυτό που ζούμε αυτήν τη στιγμή στις Κυκλάδες είναι αυτό που έζησαν η Κυψέλη και το Παγκράτι το ‘60 και το ’70.
Και μετά πήγες στο Παρίσι;
Ναι, εκεί κατάλαβα ότι δε φταίνε για όλα οι Τούρκοι! Έμενα σε πολύ καλή γειτονιά αλλά σαν φοιτητής σε δωμάτιο του 6ου που ήταν παλιά για τις υπηρέτριες και ανέβαινα από την πίσω σκάλα. Εκεί είχε μια Ισπανίδα θυρωρό, λαϊκιά γυναίκα, που λέγαμε μιά καλημέρα. Ένα πρωί που κατέβηκα για να πάω στα μαθήματά μου, την είδα να τσακώνεται με έναν τύπο που είχε έρθει να αλλάξει ένα μπρούτζινο πόμολο στην πόρτα της εισόδου αλλά προσπαθούσε να της πασάρει ένα ιμιτασιόν. Του έβαλε τις φωνές του ζητούσε να φέρει το ίδιο, αλλιώς να μην ξαναεμφανιστεί! Τότε κατάλαβα πως αν μια λαϊκή Ισπανίδα γυναίκα στο Παρίσι του ’82 υπερασπίζεται το ατόφιο ανταλλακτικό στην πόρτα, το Παρίσι θα έχει εαυτό για δεκαετίες! Ακριβώς αυτό που δεν μπορούμε να κάνουμε εμείς, που δεν μπορούμε από την Ακρόπολη μέχρι το παλιό Ελληνικό Ωδείο της Φειδίου 10 να συντηρήσουμε γιατί δεν καταλαβαίνουμε τον παλιό κόσμο και μας ενδιαφέρει να τον καταλάβουμε, κάνουμε ό,τι κάνουμε μόνο και μόνο μη μας καταλάβουνε. Οπότε, δε μας φταίνε για όλα οι Τούρκοι.
Να φανταστώ ότι σε αυτές τις μητροπόλεις που έζησες, πήγες και σε πολλές συναυλίες;
Έχω δει και από πιο πριν πολλούς. Traffic, Genesis με Peter Gabriel σε τρελές δόξες και άλλα τέτοια γκρουπ. Έχω δει πολλές συναυλίες κλασσικής, Κιθαρίστες ορχήστρες… Έχω δει τον Julian Bream πολλές φορές. Έχω μια κιθάρα δική του, την καλή μου την κλασσική. Έβλεπα επίσης ταινίες. Είχα δει τον ίδιο τον John Schlesinger σε μια παρουσίαση και θυμάμαι πόσο ευφυής ήταν. Ξέρεις, είναι αυτό που λένε ότι το μάθημα δε γίνεται την ώρα του μαθήματος, αλλά την ώρα του διαλείμματος -και σε αυτά τα διαλείμματα ήμουν σφουγγάρι. Είχε κάνει μια ταινία, το Bloody Sunday, με ένα ερωτικό τρίγωνο και τον ρώτησαν γιατί είχε επιλέξει τότε έναν νεαρό ηθοποιό μάλλον άχρωμο σαν αντικείμενο του πόθου, απέναντι σε αυτά τα δύο τέρατα της υποκριτικής. Αυτός, λοιπόν, απάντησε ότι στην αρχή πίστευε ότι ήταν η ιδανική επιλογή αλλά κατάλαβε αφού είχε βγει η ταινία ότι είχε πέσει έξω. Τότε είπε κατάλαβα πως αυτό που δίνει αξία στο αντικείμενο του πόθου μας δεν είναι η ίδια η αξία του προσώπου, αλλά η δικιά μας η ματιά.
Γιατί επέστρεψες στην Ελλάδα;
Η Ελλάδα έχει έναν τρόπο να σε μαγεύει χωρίς να το καταλαβαίνεις. Οι γεύσεις της γιαγιάς μου της Ester, το φως… Κάποια στιγμή οι Άγγλοι μου είπαν ότι μου έμαθαν τόσα πράγματα και περίμεναν κάτι να τους ανταποδώσω σαν Έλληνας. Εκείνη την περίοδο με ενδιέφεραν μόνο η κλασσική και η ροκ μουσική. Το πήρα σαν προσβολή αλλά είχαν δίκιο. Γύρισα τότε στην Ελλάδα το καλοκαίρι και άρχισα μαθήματα μπουζουκιού με τον Γεράσιμο Κλουβάτο. Αυτός που έχει γράψει το «Άναψε το τσιγάρο, δώσ’ μου φωτιά» και πολλά άλλα. Κατάλαβα ότι στην ελληνική μουσική υπάρχει ένας άλλος κόσμος, ισάξιος που με ρούφηξε, με τους δρόμους και τα ανατολίτικα στοιχεία. Ίσως να έπαιξε ρόλο κι ότι λόγω του πατέρα μου βρέθηκα μικρός στο περιβάλλον του Τσαρούχη; Κάποια στιγμή στα φοιτητικά πηγαιν’ έλα γνώρισα τον Χατζιδάκι που άσκησε μεγάλη γοητεία επάνω μου για πολλά χρόνια. Επίσης, εκείνη την περίοδο στην Αγγλία δεν έτυχε να έχω Έλληνες φίλους και επειδή μιλούσα 6 μήνες σερί αγγλικά, με ενοχλούσε που κολλούσα σε λέξεις. Όλα αυτά μαζί πρέπει να παίξαν το ρόλο τους και με γύρισαν πίσω.
Υπάρχουν προσωπικότητες σήμερα με εκτόπισμα σαν του Τσαρούχη και του Χατζιδάκι;
Βλέπετε εσείς κάτι τέτοιο; Ζούμε βαθιά παρακμή. Δεν ξέρω γιατί μια εποχή γεννάει ενώ μια άλλη μένει άγονη. Δεν υπάρχουν ούτε Καβάφης ούτε Παπαδιαμάντης ούτε Τσιτσάνης ούτε έξω Beatles, Edith Piaf… Αν επιχειρήσω μια εξήγηση, φταίει το ότι το ανακάτεμα της πολυπολιτισμικότητας εκφυλίζεται σε μια χωματερή όπου εξαφανίζει όλα τα διαμάντια. Ακόμα και αν υπάρχει ένας Mozart, μπροστά στη λύσσα των ελεγχόμενων δημοσίων σχέσεων, χάνεται στη χωματερή.
Είπες ότι η γιαγιά σου λεγόταν Ester. Δεν ήταν και ένα τραγούδι από το soundtrack των Φτηνών Τσιγάρων;
Ναι, έχεις δίκιο. Τα ορχηστρικά τραγούδια μπορούν να τα βαφτίσεις ελεύθερα αφού δεν έχουν λόγια. Το συγκεκριμένο κομμάτι έχει κάτι από το ταμπεραμέντο εκείνου του κοριτσιού από την Εβραϊκή Θεσσαλονίκη.
Πώς είναι τώρα που επέστρεψες σε αυτήν την ιστορία με την παράσταση;
Είναι σαν μια καινούρια δουλειά. Όταν βγήκε η ταινία, δεν πολυκαταλάβαινα τι κάναμε. Είχαμε πολλά κέφια και καλή χημεία. Μου άρεσε η διάθεση για γέλιο που έχει ο Ρένος, γιατί εγώ είμαι πιο βαρύς και εκείνος με ρωτάει πάντα ιστορίες για τον Χατζιδάκι. Τον γνώρισα σε μια συνέντευξη τύπου που έδωσε στη Θεσσαλονίκη για το No Budget Story. 90s, ακραίος ΠΑΣΟΚικός συνδικαλισμός και λέει ο Ρένος ότι είμαι ένας ηθοποιός που πάει στο γύρισμα και ο διευθυντής φωτογραφίας έχει 10 ώρες για να φωτίσει και εγώ 10 λεπτά για να πω τις ατάκες μου, και ως σκηνοθέτης ήθελα οι ηθοποιοί να έχουν 10 ώρες να πουν τις ατάκες τους κι ο διευθυντής φωτογραφίας 10 λεπτά να φωτίσει. Όλοι γελάγανε αλλά από μέσα τους λέγανε θα δεις τι έχεις να πάθεις. Τον ξέσκισαν. Ενώ εγώ μέσα μου θυμάμαι σκεφτόμουν «Αυτός είναι δικός μου». Εκείνες τις μέρες, τον πετυχαίνω έξω από το Ολύμπιον και μου λέει εσύ είσαι ο Γιασεμής; Τότε είχε βγει ο δίσκος με την Πασπαλά σε στίχους του Γκανά. Του κάνω, ναι και γελάω. Μου απαντάει «Μου έχεις σώσει τη ζωή. Όλο το καλοκαίρι το άκουγα στο Walkman, σε μια εποχή που δεν είχα φράγκα και δεν μπορούσα να τελειώσω την ταινία. Με έσωσες γιατί σκεφτόμουν να πέσω απ’ την ταράτσα!».
Γιατί πιστεύεις ότι τα «Φτηνά Τσιγάρα» δεν πήγαν καλά όταν βγήκαν;
Όπως τώρα, έτσι και τότε, το σύστημα έβαζε φίλτρα. Ο Ρένος δεν ήταν ποτέ αριστερόστροφος, ενταγμένος -ήταν ελεύθερο πνεύμα και την πλήρωσε. Νομίζω ότι η ταινία ήταν και μπροστά από την εποχή της… Τον είχαν θάψει σχεδόν όλοι!
Περίμενες ότι θα γινόταν μετά αυτός ο χαμός;
Όχι. Κάποια στιγμή με πήρε ο Ρένος μετά από χρόνια και μου είπε «Μαέστρο, έλα να δεις τι γίνεται στο Χυτήριο» και πήγα. Ήταν μια νεολαία που είχε γεμίσει τον χώρο και έβλεπε το έργο σε κάποιες προβολές χάλια γιατί είχε πεσμένη λάμπα η μηχανή προβολής και εγώ νευρίαζα γιατί ήθελα να βλέπω χρώματα, να ακούω καλόν ήχο και τέτοια. Αλλά τα παιδιά χαιρόντουσαν.
Η μουσική σου πάντως είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ταινία.
Η μουσική αυτή ίσως δε θα είχε ακουστεί αν δεν υπήρχε η ταινία και ενδεχομένως η ταινία να ήταν άλλη χωρίς τη μουσική. Έτυχε. Δέσανε.
Πώς ηχογραφήσατε το άλμπουμ με τα τραγούδια της παράστασης;
Το κάναμε όπως παλιά, one take όλοι μαζί. Το μαζί δεν αντικαθίσταται. Άλλο έρωτας, άλλο αυνανισμός. Το τέλος μπορεί να είναι το ίδιο, αλλά η αίσθηση όχι.
Στήθηκε μια πολύ καλή ομάδα μουσικών, τραγουδιστών και ηθοποιών, έτσι;
Όλοι είναι υπέροχοι και ήρθαν στο κάλεσμά μου. Με βοήθησαν πολύ και ο Ρίγος με τον Ευκλείδη. Ήταν πολύ τυχερή δουλειά.
Πιστεύεις στην τύχη δηλαδή;
Βέβαια, δεν πας πουθενά χωρίς αυτήν. Όπως πιστεύω και στα ευτυχή δυστυχήματα, μπορεί να παίξω ένα λάθος ακόρντο κάποια στιγμή και να οδηγήσει σε κάτι που ποτέ δεν φανταζόμουνα.
Εσύ είσαι από αυτούς που πάντα κάπνιζαν φτηνά τσιγάρα;
Κάπνιζα μέχρι τα 45 μου ακριβά τσιγάρα πουράκια Davidoff, αλλά to έκοψα όταν έπαθε ο καλύτερος φίλος μου έμφραγμα. Τώρα είναι καλά, αλλά όταν πήγα να τον δω τότε στο νοσοκομείο, νόμισα ότι συνέβη σε μένα κι από την τρομάρα μου το έκοψα.
Το δικό σου soundtrack της ζωής σου ποιο θα ήταν;
Don’t let me down!
Θα πεις και σε μας μια ιστορία από τον Χατζιδάκι;
Πηγαίναμε ένα βράδυ οι δυό μας για φαγητό προς στον Μαγεμένο Αυλό και όπως κατεβαίναμε τη Ρηγίλλης, είχε πολύ σκοτάδι. Εγώ ήμουν 21 ετών, φέρελπις κλασικός κιθαρίστας και του λέω «Μάνο, πώς θα σου φαινόταν να γράψεις κάτι για την κλασική κιθάρα;», μου απαντάει «Όλα αυτά τα θεωρώ ηχητικούς αυνανισμούς» και παρεξηγιέμαι. Του λέω «Δηλαδή μου λες πως ό, τι έχω κάνει έως τώρα είναι μ@λ@κίες». Συνέχισε σα να μη με άκουσε «Εμένα το μόνο πράγμα που με ενδιαφέρει είναι το τραγούδι. Η στιγμή που ο στίχος, η μελωδία ξαπλώνουν ιδανικά στο ίδιο κρεβάτι και γίνονται ένα», αυτό είπε, δεν το κατάλαβα εκείνη τη στιγμή, χρειάστηκα χρόνια για να καταλάβω τι ακριβώς εννοούσε! Το τραγούδι είναι ένα είδος μαγείας, μία ιατρική με ήχους που θεραπεύει... ενώνει τους ανθρώπους. Είναι μια αμετάφραστη σωτήρια διαδικασία. Γι’ αυτό οι πολιτικοί δε συμπαθούν το τραγούδι γιατί εκείνοι για να υπάρξουν διχάζουν. Το «Κάποια Μάνα Αναστενάζει» με τη φωνή του Καζαντζίδη έκανε τον χωροφύλακα της Μακρονήσου και αριστερό κρατούμενο να καταλαβαίνουν ότι είναι αδέρφια και την παράνοια του Εμφυλίου.
Προτιμάς τη μουσική με στίχο ή χωρίς είτε όταν ακούς είτε όταν γράφεις τη δική σου;
Όταν υπάρχει στίχος και πετύχει το χαρμάνι, το πράγμα πάει πολύ πιο ψηλά!
Γιατί αποφάσισες να φτιάξεις δικό σου label;
Γιατί δεν μπορούσα την περιφρονητική αναμονή στους προθαλάμους των δισκογραφικών εταιρειών. Το φτιάξαμε με την πρώην σύζυγό μου Ευανθία Ρεμπούτσικα. Ήμουν και παιδί πάντα της λογικής «φτιάξ’ το μόνος σου».
Τι έχεις πάρει από τα παιδιά σου;
Με μεγάλωσαν και μου έμαθαν πολλά. Ο γιος μου μου έμαθε πως μπορεί να κάνεις skate ως τα 16 αλλά να γίνεσαι doctor στα 30. Η κόρη μου έμαθε ότι το καλό από το κακό απέχει ένα γράμμα. Τι να πρωτοπώ… Έγινα και παππούς πρόσφατα. Ενώ δεν είμαι θρήσκος, μου κάνουν εντύπωση οι άθεοι. Μου φαίνεται απίστευτο ότι σε ένα ωάριο και ένα σπερματοζωάριο, που δεν φαίνονται δια γυμνού οφθαλμού, περιέχεται και μεταδίδεται όλοκληρη γενετική πληροφορία που πάει πίσω γενιές και γενιές. Είναι αδιανόητο ότι εγώ εδώ μπορεί αυτήν τη στιγμή να κάνω χειρονομίες που έκανε κάποιος προπαππούς μου κάποτε στην Αρκαδία που ήταν μεγαλοβοσκός ή ραββίνος στην Θεσσαλονίκη.
Ξεχωρίζεις κάποιους από τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα;
Κάπου κάπου κάτι βγαίνει. Μου αρέσει η Nalyssa Green π.χ. αλλά συνήθως μονάζω. Συνήθως δεν μπορώ να φορτώσω τον σκληρό με πολλά καινούρια και επιστρέφω στα αγαπημένα μου. Έχω όμως πάντα το ενδιαφέρον να ακούσω κάτι καινούριο. Η μουσική όμως π.χ. της Taylor Swift, όσο ενδιαφέρουσα και αν είναι, με κρατάει περισσότερο ως παθητικό ακροατή. Είναι ένα θέμα και όλοι αυτοί οι υπέργηροι που κάνουν ακόμα συναυλίες, όπως οι Rolling Stones, που επαναλαμβάνονται. Από τη μία, καλά κάνουν, αφού μπορούν γιατί όχι.
Τι άλλο ετοιμάζεις;
Τα Φτηνά Τσιγάρα μου έφαγαν 1 χρόνο, μίξεις, μοντάζ, color correction και τώρα καταλαβαίνω ότι έχω πολλά πράγματα στο συρτάρι που έχω αφήσει στη μέση. Επομένως, αυτήν την περίοδο κάνω ένα ξεσκαρτάρισμα καθαρίζω τον στάβλο μου και μαζί και το μυαλό μου .
Θέλεις να προσθέσεις κάτι πριν κλείσουμε;
Ναι. Κάθε φορά που τελειώνω μιά συνέντευξη νοιώθω σαν να κάνω δωρεάν ψυχανάλυση!
Ευχαριστούμε πολύ το It's a Βίλατζ για την φιλοξενία.