Πριν πέντε και δέκα χρόνια ο Αντώνης Βαβαγιάννης a.k.a. Κουραφέλκυθρος κατέβαινε πάντα στις εκθέσεις και στα comic festivals, στα ετήσια ραντεβού της Comicdom Con με τους λάτρεις της ένατης τέχνης και υπέγραφε χαλαρά τα comics του με τα Κουραφέλκυθρα και τα Κολυμβηθρόξυλα ανταλλάσσοντας κουβέντες και αστεία με τους fans του ομώνυμου web comic που παραμόνευαν για τα καινούρια στριπάκια στο SoComic κάθε εβδομάδα. Σήμερα ο Κουραφέλκυθρος συνεχίζει να γυρνάει τις εκθέσεις και τα φεστιβάλ ανά την Ελλάδα (συνήθως με τον καλό του φίλο και συνδημιουργό της σειράς «Οι Προτελευταίοι» Θανάση Πετρόπουλο) αλλά τα χρονικά περιθώρια για χαλαρές κουβέντες και υπογραφές έχουν κάνει φτερά. Οι ουρές μπροστά από τον πάγκο του είναι συχνά απροσπέλαστες με τους fans να έχουν πολλαπλασιαστεί εκθετικά, εμπλουτισμένοι με τις αρμάδες όσων γνώρισαν και αγάπησαν τον Κουραφέλκυθρο από τις γελοιογραφίες του news 24/7, οι εκδόσεις των κόμικ του εξαντλούνται αστραπιαία και τα Κουραφέλκυθρα είναι πια το πλέον επιτυχημένο ίσως brand του καιρού του στην εγχώρια ένατη τέχνη.
Πριν πέντε και δέκα χρόνια επίσης το Cinobo δεν υπήρχε καν. Η πρώτη ελληνική streaming πλατφόρμα που τυγχάνει να είναι και αυτή με την καλύτερη και την πλουσιότερη συλλογή κλασσικού, ανεξάρτητου και βραβευμένου κινηματογράφου ξεκίνησε την άνοιξη του 2020 από μια ιδέα της Δάφνης Μπεχτσή, σε συνθήκες καραντίνας, προβλέποντας και καλύπτοντας μια ανάγκη περιεχομένου που πολύ σύντομα θα ανακαλύπταμε ότι θα είχαμε. Μια απ’ τις side ιδέες με τις οποίες πλαισίωσε το Cinobo την αυθεντικά σινεφίλ πρότασή του, όταν ξανάνοιξε η ζωή και μαζί και οι αίθουσες, ήταν και η παροχή των cinobo passes, δωρεάν δηλαδή εισιτηρίων, για ταινίες των οποίων αναλάμβανε τη διανομή, προκειμένου οι συνδρομητές τους να μπορούν να τις απολαύσουν και στην ανεπανάληπτη συνθήκη της μεγάλης οθόνης και της κινηματογραφικής αίθουσας. Σήμερα η συχνότητα με την οποία θα ακούσεις στο γκισέ των συνεργαζόμενων αιθουσών τη φράση «Έχω Cinobo pass» έχει αυξηθεί σημαντικά και αυτό μόνο ένα πράγμα μπορεί να σημαίνει: οι συνδρομητές του Cinobo γίνονται (ευτυχώς) όλο και περισσότεροι.
Οι δύο αυτές δημιουργικές δυνάμεις από την ένατη και την έβδομη τέχνη, που εκκινώντας από τις μικρές eclectic κοινότητες της φάσης τους κατάφεραν να διεισδύσουν σε «μεγαλύτερα» κοινά διαμορφώνοντας πια τάσεις, κουλτούρες και με τη σειρά τους μεγαλύτερες κοινότητες «συναντήθηκαν» πρώτη φορά πριν δυο χρόνια σε μια ανάρτηση – πρωταπριλιάτικη φάρσα Ο Αντώνης «Κουραφέλκυθρος» Βαβαγιάννης ανακοίνωσε τη συνεργασία του με το Cinobo για μια ταινία Κουραφέλκυθρων με dream cast και τη Χρύσα Ρώπα στον ρόλο – έκπληξη του εαυτού της. Δεν ήταν καν λέξη, ήταν Πρωταπριλιά, δεν ήταν καν αλήθεια. Στα σχόλια εκείνης της ανάρτησης πόλεμος, η ημερομηνία ξεχάστηκε, οι περισσότεροι το πίστεψαν και οι εμπνευστές της φάρσας έπρεπε να έρθουν στην αμήχανη θέση να διαλύσουν τον ενθουσιασμό. Τι καλύτερο λοιπόν για να τους αποζημιώσουν από το να δρομολογήσουν τη μετάβαση της φάρσας στην πραγματικότητα. Και εγένετο “Κουραφέλκυθρα The Movie”.
«Είναι η πρώτη φορά που θα μιλήσουμε μαζί τόσο πολύ» μας λέει η Δάφνη καθώς καθόμαστε όλοι γύρω από το τραπέζι του meeting room στα λιτά αλλά ολοζώντανα γραφεία του Cinobo στα Εξάρχεια, «παρακολουθούμε ο ένας τη δουλειά του άλλου, μιλάμε συνέχεια για τον Αντώνη στο γραφείο, αλλά δεν έχουμε βρεθεί face to face όσο συχνά θα θέλαμε».
Να η ευκαιρία, πάμε λοιπόν.
Η πρωταπριλιάτικη φάρσα που έγινε πραγματικότητα
«Η πρώτη, η κανονική φάρσα (και όχι η φάρσα της φάρσας) ήταν δική μου ιδέα» θυμάται ο Αντώνης Βαβαγιάννης. «Ήμουν fan του Cinobo από την αρχή, παρακολουθούσα και σκεφτόμουν τι μπορούμε να κάνουμε, μια συνεργασία, ένα κοινό post, κάτι. Και μου ήρθε αυτή η ιδέα να πούμε ότι θα κάνουμε μια ταινία, να πούμε και τους ηθοποιούς που φανταζόμουν ότι θα παίζουν τον κάθε ρόλο -με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Χρύσα Ρώπα που θα έπαιζε τον εαυτό της. Και αμέσως τα παιδιά από το Cinobo συμφώνησαν να το κάνουμε -που δεν το περίμενα καθόλου, έλεγα μέσα μου ότι θα λένε “τι μας λέει αυτός τώρα”. Αλλά από την αρχή φάνηκε ότι τους άρεσε η ιδέα και ήθελαν να το οργανώσουμε. Και έχει πολύ ενδιαφέρον ότι την πίστεψε πολύς κόσμος την πρώτη φάρσα, πορώθηκε πάρα πολύς κόσμος σε βαθμό που μετά, όταν κατάλαβαν ότι ήταν φάρσα, απογοητεύτηκαν πραγματικά. Το οποίο είναι ο αντίθετος σκοπός από αυτόν μιας πρωταπριλιάτικης φάρσας που θες όταν αποδεικνύεται ότι πρόκειται για φάρσα να ανακουφίζεται ο άλλος και όχι να απογοητεύεται. Είναι σαν να κάνεις φάρσα στο σχολείο και να λες στα παιδάκια “Σήμερα θα πάμε εκδρομή” και μετά να τους παίρνεις πίσω. Ενώ κανονικά θα έπρεπε να κάνεις μια φάρσα του τύπου “Σήμερα θα γράψουμε τεστ”».
Αυτή η σκερτσόζικη ιδέα του Κουραφέλκυθρου ήταν φαίνεται τόσο καλή (αφεντικό) που η ομάδα του Cinobo ξεκίνησε από την αρχή να καλοβλέπει από την αρχή την προοπτική της μετατροπής της φάρσας σε πραγματικότητα. «Όταν κάναμε την ανάρτηση και είδαμε τις αντιδράσεις του κόσμου αρχίσαμε αμέσως να το σκεφτόμαστε σοβαρά. Αν και δεν το είχαμε πολυεπικοινωνήσει το λέγαμε συνέχεια στην ομάδα “Μήπως όντως να το κάνουμε;”» μας λέει η Δάφνη Μπεχτσή. «Και συνεχίσαμε να το συζητάμε όλον τον χρόνο, μεταξύ σοβαρού και αστείου, μέχρι τη στιγμή που ήρθε η επόμενη Πρωταπριλιά. Τότε σκεφτήκαμε ότι θα ήταν τέλειο να το ξαναπούμε στο κοινό και να πιστεύουν όλοι ότι είναι αστείο ενώ θα είναι πραγματικότητα. Φάρσα στη φάρσα. Πήραμε τηλέφωνο τον Αντώνη και τον ρωτήσαμε “Ψήνεσαι;”».
«Εννοείται ότι ψηνόμουν», says Κουραφέλκυθρος.
Κουραφέλκυθρα, The Movie
Κάπως έτσι λοιπόν η φάρσα στη φάρσα έγινε πραγματικότητα με τη Δάφνη να πρέπει για αρκετές ώρες έως ημέρες να αφήσει στην άκρη της δουλειές της για να απαντάει σε φίλους και γνωστούς αν είναι αλήθεια αυτή τη φορά η όχι. Ο Κουραφέλκυθρος ψήθηκε, το Cinobo χάρηκε πολύ, το curation και το casting ήταν αυτό που έπρεπε να είναι και το αποτέλεσμα το απολαμβάνουμε στις οθόνες μας: μια πεντάλεπτη ταινία γεμάτη με μια στρατηγική επιλογή χαρακτήρων από τα στριπάκια και τις ιστορίες του Κουραφέλκυθρου, ένα καλάθι easter eggs για τους πιστούς fans του έργου του και μια καλοσχεδιασμένη προσέγγιση που επιτρέπει ακόμα και στους «αμύητους» να διασκεδάσουν πλήρως με αυτά τα πέντε λεπτά.
«Είχα πλήρη ελευθερία από το Cinobo να κάνω ό, τι θέλω με το project, ήταν ένα έργο αγάπης από όλους μας. Κάναμε το casting -εκεί το συζητήσαμε λίγο με brainstorming, είχα ήδη γράψει και το σενάριο οπότε ξέραμε ποιοι ρόλοι υπάρχουν. Και νομίζω ότι ήταν απόλυτη επιτυχία, ο Μιχάλης Μαθιουδάκης ως Luther νομίζω ότι πλέον έχει ταυτίσει στο μυαλό μου τη φωνή του με αυτόν τον χαρακτήρα. Η Νατάσα Γιάμαλη επίσης στον ρόλο της εκφωνήτριας ήταν πολύ εντυπωσιακό ότι δέχτηκε χωρίς δεύτερη σκέψη να το κάνει – πάλι ήμουν σε σκέψεις έλεγα μέσα μου “Που να της ζητήσω τώρα σε σοβαρή δημοσιογράφο να πει είδηση για του Μανώλη την ταβέρνα. Αλλά ήταν μέσα με χαρά. Όλοι βέβαια δέχτηκαν αμέσως και με μεγάλη χαρά να συμμετέχουν. O Θανάσης (Πετρόπουλος) και η Άννη (Θεοχάρη) επίσης που εντάξει είναι φίλοι μου και από αυτοπροτάθηκαν κατά κάποιον τρόπο να παίξουν – δεν χρειάστηκε καν να τους ρωτήσω».
Από το χαρτί στην οθόνη και στην κίνηση– πόσο εύκολο είναι αυτό το switch; «Είναι πολύ διαφορετική η διαδικασία του κόμικ και του animation. Κάποιος που ξέρει και μπορεί να σχεδιάζει δεν σημαίνει απαραίτητα ότι μπορεί να κάνει και animation. Είχα πειραματιστεί με κάποια πολύ απλά και μικρά animations στο παρελθόν από περιέργεια αλλά δεν θα μπορούσα ποτέ να κάνω κάτι τόσο μεγάλο οπότε σκέφτηκα τη Δάφνη την Ξουράφη, γιατί είχα δει δουλειές της που μου άρεσαν πάρα πολύ, και σκέφτηκα ότι θα ταιριάξει πολύ στο στιλ μου. Και όπως και η Δάφνη του Cinobo μου έδειξε απόλυτη εμπιστοσύνη έτσι κι εγώ εμπιστεύτηκα απόλυτα τη Δάφνη Ξουράφη. Της έδωσα μόνο κάποιες κατευθύνσεις αλλά από εκεί και πέρα ήθελα να βάλει και τη δική της πινελιά, τη δική της ζωή στο κόμικ. Το ότι θέλαμε να έχει να κάνει με το κόμικ η ταινία δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να είναι και ακριβώς το ίδιο. Το μπαρ του Λούθερ ας πούμε δεν το είχα σκεφτεί όπως αποδόθηκε, με μπιλιάρδο κπλ. Το είχα αλλιώς στο μυαλό μου. Αλλά όταν το είδα ήταν μια ωραία έκπληξη. Και κάτι άλλο που έπιασε η Δάφνη τέλεια ήταν οι εκφράσεις των χαρακτήρων – κάτι με το οποίο παίζω πολύ κι εγώ και στο κόμικ. Το έκανε με τον δικό της τρόπο αλλά και πολύ πιστά στη λογική του κόμικ. Ήταν όλο μια άσκηση ισορροπίας με τους χαρακτήρες του κόμικ από τη μία και τη νέα ζωή που τους δίνει το animation».
Με ποιο κριτήριο όμως διάλεξε ο Κουραφέλκυθρος τους χαρακτήρες και τα επεισόδια από όλες αυτές τις σελίδες Κουραφέλκυθρων που έχει φτιάξει όλα αυτά τα χρόνια που θα έπαιρναν το εισιτήριο για την κινούμενη εκδοχή τους; «Επειδή ήξερα ότι θα είναι μικρής διάρκειας η ταινία και ότι θα απευθύνεται τόσο σε κόσμο που παρακολουθεί και αγαπάει το κόμικ όσο και σε κοινό που έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με αυτό ήθελα να αναμίξω σε μία ιστορία όσο το δυνατόν περισσότερα από τα αγαπημένα στριπάκια που πολλοί fans αλλά και εγώ θα θέλαμε να τα δούμε κινούμενα. Διάλεξα το μπαρ του Λούθερ γιατί εξυπηρετούσε αυτήν την ιδέα και θα μπορούσε να φιλοξενήσει πολλά θέματα αλλά και γιατί οι πρώτοι ever χαρακτήρες των Κουραφέλκυθρων είναι από εκεί, από το μπαρ του Λούθερ».
Γιατί μόνο πέντε λεπτά;
Αν δεν το έχετε κάνει ακόμα, όταν πατήσετε το play στο “Κουραφέλκυθρα, The Movie”, θα διαπιστώστε ότι πριν προλάβετε να χαρείτε και να γελάσετε το σφηνάκι στο μπαρ του Λούθερ θα έχει φτάσει στο τέλος του, αφήνοντας σας, όπως συνήθως συμβαίνει με τα σφηνάκια, διψασμένους, για ένα ακόμα. «Ο κοινός παρονομαστής των αντιδράσεων όσων βλέπουν την ταινία είναι αυτός», μας λέει ο Αντώνης Βαβαγιάννης, «Με ρωτάνε όλοι, “Γιατί τόσο λίγο; Γιατί μόνο πέντε λεπτά;” Αλλά είχαμε αυτούς τους περιορισμούς, το animation θέλει πάρα πολλή δουλειά, κι ένα animation μεγαλύτερης διάρκειας δεν ήταν κάτι που μπορούσαμε να υποστηρίξουμε σε αυτή τη φάση. Αλλά το ότι η ταινία αφήνει το κοινό με την αίσθηση ότι θέλει κι άλλο νομίζω μόνο καλό είναι, μόνο καλά πράγματα έχει να πει για την ταινία».
Ίσως γι’ αυτό τα πολύτιμα για όλους μας πια analytics δείχνουν ότι όσοι πατάνε το play στο “Kουραφέλκυθρα, The Movie” επιστρέφουν ξανά και ξανά για να το ξαναπατήσουν, για να δουν αυτά τα πέντε λεπτά ξανά και ξανά.
Μια παραγωγή του Cinobo
Το “Κουραφέλκυθρα, the Movie” εκτός από μια ευτυχία ιστορία (και συγκυρία) ελεύθερης καλλιτεχνικής σύμπραξης σφραγίζει και μια ακόμα σημαντική σελίδα στην ολιγόχρονη αλλά τόσο πλούσια ιστορία και πορεία του Cinobo στην εγχώρια κινηματογραφική αγορά. Έστω και μόνο με πέντε λεπτά ταινίας το Cinobo εγχείρημα περνάει από τη διανομή, το streaming και τις παράλληλες δράσεις στην πίστα της παραγωγής, δοκιμάζει τις δυνάμεις του και βλέπει ότι μπορεί να τα καταφέρει.
«Το Cinobo αγαπάει πολύ το σινεμά και για αυτό πάντα ενδιαφέρεται για την προοπτική της παραγωγής. Είναι φανταστικό να μπορείς να συμμετέχεις από την πρώτη στιγμή σε έργα, να στηρίζεις δημιουργούς που πιστεύεις σε αυτούς, που έχουν να πουν κάτι φρέσκο, κάτι καινούριο» μας λέει η Δάφνη Μπεχτσή. «Είμαστε μακριά ακόμα από το να μπορούμε οικονομικά, ως επιχείρηση, να στηρίξουμε μια μεγάλη παραγωγή αλλά είναι ένας στόχος για το μέλλον να μπορέσουμε να το κάνουμε. Γι’ αυτό και το “Κουραφέλκυθρα, the Movie” ήταν μια πολύ ωραία αφορμή να μπλεχτούμε σε κάτι που αγαπάμε πολύ, μια τέλεια εμπειρία, υπό την έννοια ότι δεν ήταν μια τυπική παραγωγή, με άγχος και πίεση να πιαστούν εμπορικοί στόχοι, να γίνει αποδεκτή από κάποιο κανάλι ή κάτι τέτοιο. Θέλαμε φυσικά να είναι κάτι που θα μπορεί να το δει και το κοινό του Cinobo και να γνωρίσει έτσι και το κόμικ αλλά μέχρι εκεί. Υπήρχε πλήρης ελευθερία και εμπιστοσύνη, μια ιδανική συνθήκη. Και μια ιδανική ευκαιρία για εμάς να δημιουργήσουμε μια μικρή εκδοχή αυτού που θα θέλαμε να κάνουμε σε μεγαλύτερη κλίμακα στο μέλλον».
Ακούγεται σαν ένα ορόσημο σε ένα πολύ σημαντικό story so far για τη σύγχρονη εγχώρια κινηματογραφική βιομηχανία. Πόσο μάλλον αν συνυπολογίσουμε το ότι το Cinobo πριν λίγους μήνες ανέλαβε τη διαχείριση ιστορικών κινηματογραφικών αιθουσών στην Αθήνα, με την επαναλειτουργία του εμβληματικού κινηματογράφου «Όπερα» ως Cinobo Όπερα να έχει δώσει ήδη ένα απαραίτητο φιλί ζωής στην χειμερινή κινηματογραφική ζωή της πόλης και την επαναλειτουργία του αγαπημένου Σινέ Παρί να αποτελεί ένα από τα πιο πολυαναμενόμενα openings της επικείμενης θερινής περιόδου. «Πέρα από το να έχουμε ένα φυσικό χώρο συνάντησης με το κοινό μας ήταν και μέρος της αποστολής μας το να αναλάβουμε αυτές τις αίθουσες, της αποστολής να διατηρήσουμε την κινηματογραφική ζωή στην Αθήνα, που τόσο δοκιμάστηκε από την πανδημία και δοκιμάζεται ακόμα» μας λέει η Δάφνη Μπεχτσή, αποτιμώντας έτσι και τη Cinobo ιστορία μέχρι σήμερα « Ήταν μόνο θετικά αυτά τα τελευταία χρόνια – και όταν σκέφτομαι πόσο λίγοι άνθρωποι πίστεψαν σε αυτό στην αρχή, όταν ξεκινούσαμε», λέει η Δάφνη Μπεχτσή. «Ήταν όλα εναντίον μας σε εκείνη τη φάση, και οι πόρτες που χτυπούσα για συνεργασίες είχαν όλες έναν δισταγμό για το αν θα πετύχει όλο αυτό, ότι θα μπορέσει να πάρει σάρκα και οστά και να πατήσει στα πόδια του. Και είναι φανταστικό και μόνο το γεγονός ότι τους διαψεύσαμε. Ότι είμαστε εδώ σήμερα και ότι υπάρχει τελικά κόσμος που του έλειπε όλο αυτό που του έφερε το Cinobo, μια πλατφόρμα που δημιουργεί ένα community γύρω από την αγάπη για το σινεμά και φέρνει μπροστά σου, προσβάσιμες οπουδήποτε, όλες αυτές τις ταινίες που θέλει να δει κάποιος που αγαπάει το σινεμά και δεν μπορούσε να τις βρει. Βάλαμε γερές βάσεις, έχουμε διαμορφώσει μια κοινότητα που περιμένει να δει τι θα προτείνουμε, που δίνει το εβδομαδιαίο ραντεβού του στις αίθουσες για να δει τις ταινίες μας, έχει γίνει ένα love brand όλο αυτό. Ενώ και σε επιχειρηματικό επίπεδο το ότι μετά από τρία χρόνια μπορούμε και κάνουμε σχέδια για το μέλλον αντί να ανησυχούμε για το πώς θα επιβιώσουμε, μόνο χαρά μας δίνει. Ό, τι κερδίζουμε από το Cinobo το επανεπενδύουμε στην περαιτέρω ανάπτυξή του, στο να φέρουμε κι άλλες ταινίες, να κάνουμε κι άλλες ενέργειες για την κοινότητά μας. Είναι μια διαρκής μάχη να μεγαλώνουμε και να ανταπεξερχόμαστε στον ανταγωνισμό των παγκόσμιων γιγάντων του streaming αλλά αξίζει τον κόπο. Είναι πολύ σημαντικό για εμάς να τρέχουμε μπροστά αλλά με προσεκτικά σχεδιασμένα, ποιοτικά βήματα που αντιπροσωπεύουν αυτό που κάνουμε».
P.S.: Θα δούμε guest selection του Κουραφέλκυθρου στο Cinobo;
Μάλλον κι αυτό είναι δίκαιο και θα γίνει πράξη. Και το μόνο spoiler που μπορούμε να δώσουμε είναι ότι θα έχει Γιώργο Λάνθιμο. Άντε κι ένα δεύτερο, τον «Αστακό».
Τα comic books του Αντώνη "Κουραφέλκυθρου" Βαβαγιάννη κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Jemma Press.