Η Αιμιλία Παπαθεοχάρη έχει σπουδάσει κλασσικό πιάνο, τραγούδι και σύνθεση. Το 2015 «γεννιέται» η Emi Path, το προσωπικό της project με το οποίο ξεκινά να δραστηριοποιείται δισκογραφικά και να παίζει live. Η Emi Path κινείται μέσα σε ένα μουσικό πλέγμα που αποτελείται από αιθέρια μελαγχολικά τραγούδια μέχρι αποδομημένες φόρμες και πολυεπίπεδα φωνητικά αναμειγνύοντάς τα με συνθεσάιζερ και ηλεκτρονικά στοιχεία. Με αφορμή τον νέο δίσκο της V O I D και την επικείμενη παρουσίασή του στην Αγγλικανική Εκκλησία του Αγίου Παύλου το Σάββατο 18 Μαρτίου, ο Βαγγέλης Κυριακάκης συζήτησε μαζί της.
Ο νέος σου δίσκος V O I D κυκλοφόρησε στις αρχές του μήνα μέσω της Submersion Records και κινείται σε σκοτεινά μονοπάτια μέσα από τις ambient, drone, abstract ηλεκτρονικές αλλά και αιθέριες διαδρομές του. Πόσο εύκολο ή δύσκολο, συναισθηματικά και μη, ήταν (και είναι) για εσένα να αποτυπώσεις αυτό το άψογα δομημένο κλειστοφοβικό κλίμα;
Η αλήθεια είναι ότι έχοντας πρώτα βιώσει κάποιες όχι εύκολες καταστάσεις, όταν φτάνω στη στιγμή που όλα αυτά μπορώ να τα διοχετεύσω κάπου, εν προκειμένω σε μουσική, είναι ανακουφιστικό. Είναι ανακουφιστικό να δίνουμε τον χώρο στον εαυτό μας να εκφράζει την θάλασσα που έχουμε όλοι μέσα μας. Επίσης είναι σημαντικό να μας δίνουμε χώρο πρώτα να ανακαλύψουμε τη θάλασσά μας και ύστερα να την εκφράσουμε. Και πολλές φορές η πορεία της δημιουργίας του V O I D το είχε αυτό. Έφτιαχνα ambient parts και με άφηνα να ψάχνω ήχους, νότες, την ίδια μου τη φωνή ή απλώς να ακούω και να «χάνομαι». Τα drones για μένα είναι απελευθερωτικά. Αν αφεθείς θα νιώσεις τον ήχο να διαπερνά όλο σου το σώμα. Κι αν αφεθούμε σε αυτή τη βιωματική εμπειρία, θα βρεθούμε πολύ κοντά σε εμάς.
Ποιο κομμάτι της διαδικασίας της δημιουργίας ενός νέου άλμπουμ απολαμβάνεις περισσότερο και ποιο θεωρείς ότι, στην τελική ανάλυση, είναι αυτό που κάνει την διαφορά στο αποτέλεσμα;
Το να είμαι στο στούντιο είναι το αγαπημένο μου πράγμα. Νιώθω σαν να είμαι στην παιδική χαρά και μπορώ να κάνω ό,τι θέλω. Γουστάρω πολύ όταν έρχεται η στιγμή να ηχογραφηθούν και άλλα όργανα και έχω διάδραση με τους μουσικούς. Μου έρχονται καινούριες ιδέες, τους προτρέπω να δοκιμάζουν πράγματα ή ό,τι μου κατέβει στο κεφάλι ή στο δικό τους. Έπειτα παίρνω το υλικό, «κόβω», «ράβω» και το επεξεργάζομαι για να καταλήξω σε αυτό που θέλω να ακούσω. Τέτοια διαδικασία ακολούθησα στο Jelly Void, με τον Κώστα Σιδηροκαστρίτη στις κιθάρες και τον Σπύρο Τζέκο στο κλαρινέτο. Αλλά αυτό που κάνει την διαφορά στο αποτέλεσμα είναι η φάση της «σκηνοθεσίας». Δηλαδή το να τοποθετώ το κάθε στοιχείο του κομματιού στον χώρο του. Δεν με ενδιαφέρει μόνο η ένταση κάθε ήχου, αλλά από πού έρχεται, είναι κοντά μου, είναι μακριά μου, αιωρείται, είναι μέσα στην θάλασσα; Για παράδειγμα ένα τέτοιο κομμάτι είναι το "Underwater" (όπως λέει και το όνομα του). Το ακόμα πιο καθοριστικό είναι όταν καταλαβαίνω ότι έρχεται η αποφασιστική στιγμή να «πετάξω» πράγματα για να λάμψει το αποτέλεσμα που ψάχνω. "Kill your darlings", που λένε και οι συγγραφείς. Και αυτό, ναι, κάνει την διαφορά.
Πέρα από την προσωπική-ατομική σου πορεία είσαι μέλος των Okeano. Αν βγάλουμε στην άκρη το προφανές μέρος που αφορά την καρποφορία μέσα από την συνεργασία ανάμεσα σε διαφορετικούς ανθρώπους/καλλιτέχνες σε ένα γκρουπ σε αντίθεση με την ελευθερία της μοναχικής πορεία σε ένα solo project, τι θεωρείς ως μεγαλύτερο πλεονέκτημα και τι ως μεγαλύτερη δυσκολία για κάθε μια από τις δυο καταστάσεις στις οποίες εμπλέκεσαι;
Όταν δούλευα με τους Okeano και τον Απόστολο Λαγαρία, που αποτελεί τον πυρήνα του project, ήταν πολύ απελευθερωτικό. Μου δόθηκε ένα πρώτο υλικό και εγώ κλήθηκα να χτίσω πάνω σε αυτό. Όταν ακούς το υλικό κάποιου άλλου είναι πολύ διαφορετικός ο τρόπος που το βιώνεις. Και τα κομμάτια του Αποστόλη μου άρεσαν πολύ, μπόρεσα να συντονιστώ με το όραμα του. Μου έδωσε χώρο να βάλω ιδέες δικές μου τόσο στα φωνητικά όσο και στα synths. Το δύσκολο είναι να ισορροπήσεις το όραμα του ανθρώπου που σου δίνει χώρο με την δική σου οπτική στο όλο project. Και να αφουγκράζεσαι τα όρια. Γιατί ο καθένας όταν δημιουργεί κάτι προσωπικό το βιώνει πολύ πιο έντονα από τους υπόλοιπους συμμετέχοντες. Όταν δουλεύεις μόνος σου κάνεις ό,τι σου αρέσει. Τέλειο. Όμως, στην πορεία έρχονται στιγμές που θολώνεις. Θες, ίσως ιδανικά, να ακούσεις κάτι από κάποιον με πιο καθαρό μυαλό από σένα, αλλά που ξέρει και τί θέλεις. Εκεί χρειάζεται παύση, ησυχία, γέμισμα μπαταρίας. Και πάνω από όλα επιμονή. Γιατί αυτή είναι μία δύσκολη και μοναχική φάση.
Η μουσική σου είναι ιδιαίτερα κινηματογραφική. Ποια θα ήταν τα στάνταρ που θα οριοθετούσες ώστε να στήσεις την μουσική υπόκρουση σε μια ταινία ή μια θεατρική παράσταση;
Μία τέτοια συνεργασία θα ήθελα να μην βασίζεται σε μουσικές μανιέρες και πατροναρίσματα. Με ενδιαφέρει ο διάλογος με τον δημιουργό έτσι ώστε η μουσική να προκύψει από την ανάγκη του έργου να την εμπεριέχει ως ένα στοιχείο εξίσου σημαντικό και επιδραστικό όσο και τα υπόλοιπα.
Μιλώντας για soundtrack σε ένα παράλληλο σύμπαν πέρα από τους περιορισμούς που θέτει ο χωροχρόνος, αν θα μπορούσες να ντύσεις με την μουσική σου ένα οποιοδήποτε κινηματογραφικό έργο ποιο θα ήταν αυτό και γιατί;
Θα έγραφα για το The Lighthouse του Robert Eggers. Με εξιτάρει το πώς μας κάνει να χάνουμε την έννοια του χρόνου, και αυτό είναι κάτι που με ενδιαφέρει για το πώς συμβαίνει και μέσω της μουσικής. Επίσης, με ενδιαφέρει το πώς μεταμορφώνεται αυτός ο πολύ συγκεκριμένος χώρος που διαδραματίζεται όλο το έργο καθώς και οι αισθήσεις των πρωταγωνιστών. Η μουσική σε αυτήν την ταινία είναι αναπόσπαστο κομμάτι του τί βιώνουν οι πρωταγωνιστές και έχει και η ίδια πρωταγωνιστικό ρόλο.
Πόσο σημαντικό είναι το αστικό στοιχείο στην έμπνευσή που αντλείς; Ποια είναι η σχέση σου με την πόλη ως μια γενική έννοια και με την Αθήνα ειδικά;
Το αστικό στοιχείο είναι αναπόσπαστο κομμάτι αυτού που κάνω. Το κουβαλάω θέλω δεν θέλω. Πολλές φορές δημιουργώ κάτι με διάθεση να ξεφύγω και να ηρεμήσω από αυτό. Και αυτό από μόνο του παίζει σημαντικό ρόλο. Η πόλη σαν γενική έννοια μου αρέσει, έχεις πρόσβαση σε ποικιλία πραγμάτων. Η Αθήνα συγκεκριμένα όμως με δυσκολεύει. Θεωρώ ότι είναι μια σκληρή πόλη. Πολλές φορές με άσχημες προσλαμβάνουσες. Θα ήθελα περισσότερο πράσινο, περισσότερο χώρο, περισσότερο χρόνο.
Μιλώντας για έμπνευση, θεωρείς ότι ένας καλλιτέχνης μπορεί να την προ(σ)καλέσει ή είναι ένα στοιχείο που εμφανίζεται ξαφνικά, ακάλεστο και απροσδόκητο;
Η έμπνευση πράγματι εμφανίζεται απροσδόκητα, ξαφνικά και αποτελεί μία στιγμή χαράς, για εμένα. Όμως, για να έρθει έτσι στα ξαφνικά προϋποθέτει να είμαστε ενεργοί, να καταπιανόμαστε με πράγματα, να δουλεύουμε πάνω σε αυτά που μας ενδιαφέρουν, να τροφοδοτούμε το μυαλό μας και την φαντασία μας με νέες εμπειρίες, ακούσματα, αναγνώσματα. Οπότε θεωρώ ότι είναι ένας κύκλος του μυαλού και της ψυχής μας που χρειάζεται «τροφή» για να μας δώσει πίσω έμπνευση.
Ποιες είναι οι προσδοκίες σου για το μέλλον που βιώνουμε ως κοινωνία; Τι θα άλλαζες αν υπήρχε ένα μαγικό ραβδί το οποίο θα είχες στην κατοχή σου;
Δεν μου αρέσουν τα μαγικά ραβδιά. Γιατί οτιδήποτε μας δίνεται έτοιμο και χωρίς κόπο, δεν το εκτιμάμε, το θεωρούμε δεδομένο, δεν το προσέχουμε. Αντίθετα πιστεύω στην προσωπική ενασχόληση του καθενός. Αυτό που βλέπω είναι ότι συνεχώς σκληραίνουμε. Όμως, όλα ξεκινάνε πρώτα από εμάς τους ίδιους. Το να δουλεύουμε με τον εαυτό μας είναι απαραίτητο τόσο για εμάς όσο και για την κοινωνία κατ’ επέκταση. Το σύνδρομο του να κοιτάμε και να κριτικάρουμε τι κάνει ή τι δεν κάνει ο διπλανός μας, το θεωρώ ό,τι πιο δειλό. Γιατί δεν έχουμε τα κότσια να δούμε τί κάνουμε εμείς, να δούμε τα στραβά μας, να τα αποδεχτούμε και έτσι να αρχίσουμε να βελτιωνόμαστε. Και ίσως τότε να μπορέσουμε να συνυπάρχουμε ποιοτικότερα με τους γύρω μας, επομένως και σε μία ποιοτικότερη κοινωνία. Και να κάτι που μας λείπει: η αποδοχή.
Ο δίσκος είναι πολύ φρέσκος αλλά δεν μπορώ να μην ρωτήσω για το ποιες είναι οι βλέψεις σου και τα καλλιτεχνικά σου σχέδια για το μέλλον;
Δουλεύω ήδη σε νέο υλικό και σε πράγματα που δεν μπήκαν σε αυτόν τον δίσκο. Επίσης, δουλεύω κάποιες ιδέες για μία performance που θέλω να κάνω, αλλά αυτό βρίσκεται μόνο μέσα στο κεφάλι μου και σε ελάχιστες σημειώσεις αυτή τη στιγμή.
Στις 18 Μαρτίου παρουσιάζεις το «V O I D» σε έναν πολύ ιδιαίτερο χώρο, την Αγγλικανική Εκκλησία του Αγίου Παύλου. Στην εκδήλωση συμμετέχουν και οι Marva Von Theo μάλιστα. Τι μπορεί να περιμένει το κοινό που θα παρευρεθεί στην συναυλία;
Μία λίμνη που ο καθένας θα βουτήξει όσο βαθιά θέλει. Είμαι πολύ χαρούμενη που μπορώ να παρουσιάσω το V O I D σε αυτό το ιδιαίτερο μέρος. Θα παίξω ολόκληρο τον δίσκο. Μαζί μου θα είναι ο Σπύρος Τζέκος στο κλαρινέτο και ο Κώστα Στεργίου στα πλήκτρα, με τον οποίο μαζί δουλέψαμε τις μίξεις και το master του δίσκου. Δεν θέλω να πω πολλά. Με ενδιαφέρει ο καθένας να το βιώσει με τον δικό του τρόπο. Σίγουρα θα είναι εμπειρία.
Ακούστε το V O I D στο Spotify, στο Bandcamp ή στο Youtube.
Η Emi Path και οι Marva Von Theo εμφανίζονται live στην Αγγλικανική Εκκλησία το Σάββατο 18 Μαρτίου 2023. Περισσότερα εδώ.