Είναι ένας από τους πιο χαρισματικούς μουσικούς και δημιουργούς της γενιάς του, της γενιάς εκείνης που αναζήτησε στην indie ελληνόφωνη σκηνή των '00s το δικό της κομμάτι από την πίτα της παράδοσης των singer - songwriters με τους οποίους μεγάλωσε και η ίδια και οι πρόγονοί της. Διακριτικά ταλαντούχος, πάντα ουσιαστικός, ανήσυχο και ήσυχο πνεύμα μαζί, ο Ορέστης Ντάντος μετράει αισίως μια έξι προσωπικές δισκογραφικές δουλειές κάθε μια με πολύ έντονο χαρακτήρα και ξεχωριστο χρώμα.
Με τον νέο του δίσκος με τίτλο Τακούνια Για Καρφιά, εξερευνά τη γυναικεία ψυχή με τη συμμετοχή μεγάλων ελληνικών γυναικείων φωνών όπως η Μάρθα Φριτζηλα, η Νατάσα Μποφιλιου, η Ελένη Τσαλιγοπούλου και η Ιουλία Καραπατάκη, οι οποίες και θα τον πλαισιώσουν στη σκηνή του Σταυρού του Νότου την Παρασκευή 6 Μαΐου σε μια μοναδική εμφάνιση. Λίγο πριν την επιστροφή του στα live λοιπόν μιλήσαμε με τον Ορέστη Ντάντο για τη μέχρι τώρα πορεία του, τα όνειρά του, τη μουσική, τη δισκογραφία και την τέχνη κι έχουμε πολλά να κρατήσουμε από τις απαντήσεις του.
Ξεκίνησες στη μουσική το 2009 και βρίσκεσαι αισίως στο έκτο album - έβδομο αν υπολογίσουμε και τη δουλειά του 2003 με τους Ρίξε Το Πέντε. Πώς έγινε εκείνη η αρχή με το «Θα πάω όταν γουστάρω» και πώς ήταν όλη αυτή η πορεία; Με το τραγούδι αυτό συνέβη κάτι το μαγικό για μένα τότε. Άρχισε να παίζει στα ραδιόφωνα, στον Μελωδία και στον Freedom ήδη από το demo. Έπιασε πολύ στους τότε στο κοινό των 18 - 25 -ακόμα το κουβαλούν ως μνήμη οι τότε γενιές και είναι πολύ συγκινητικό αυτό. Τότε δεν μπορούσα να καταλάβω ακριβώς τη σημασία αυτής της μίνι επιτυχίας. Στην πραγματικότητα το «Θα πάω όταν γουστάρω» μου έδωσε τη δυνατότητα να υπάρξω κι εγώ στο χώρο. Η πορεία είχε χαρές και δυσκολίες όπως όλες οι πορείες. Μια συνεχής μάχη είναι μεταξύ της ανάγκης για εξέλιξη της δημιουργικότητας μας και της διαχείρισης της αποδοχής ή μη από τους άλλους. Την χαίρομαι όμως αυτή την πορεία και δε θα την άλλαζα.
Παρά τη σημαντική επιτυχία σε πολλές στιγμές όλης αυτής της πορείας, θα έλεγε κανείς ότι αυτή έγινε σχετικά «αθόρυβα». Έχει να κάνει με το πώς είσαι ως άνθρωπος, με το πώς σου αρέσει να επικοινωνείς με το κοινό σου; Δεν το διάλεξα να είναι έτσι. Πολύ θα ήθελα να έχει κάνει μεγαλύτερο θόρυβο όμως κανείς δεν μπορεί να επιλέξει ποιος θα είναι και σε ποια εποχή ή συνθήκες θα πέσει. Όσο μεγαλώνω τόσο πιστεύω ότι δεν έχουμε τόσες επιλογές όσες νομίζουμε. Ο χαρακτήρας μας, η εικόνα που έχουμε για το ποιοι είμαστε, οι δυνατότητές μας σε όλους τους τομείς δίνουν μια συνισταμένη για το μέχρι που μπορείς να φτάσεις σε συνδυασμό με την τύχη που θα έχεις. Εγώ ήθελα πάντα η επαφή με το κοινό να έχει σχέση με το έργο που παράγω κι όχι τόσο με το πρόσωπό μου. Αλλά αυτός είμαι δε θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Θυμάμαι σε μια ραδιοφωνική συνέντευξη πριν από live είχα πει στον αέρα ότι όποιος δεν ξέρει τα τραγούδια καλύτερα να μην έρθει γιατί δε θα περάσει καλά! Μετά βέβαια είχα φάει κράξιμο από την εταιρεία που συνεργαζόμουν τότε.
Πόσο έχει αλλάξει ο Ορέστης Ντάντος του 2009 σε σχέση με τον σημερινό; Δυστυχώς όχι τόσο όσο θα ήθελα! (γέλια). Προσπαθώ να διατηρώ τα μοτίβα που μου αρέσουν πάνω μου και να αλλάζω αυτά που θέλουν αλλαγή. Δημιουργικά είμαι πιο ελεύθερος και πιο απελευθερωμένος από το ενοχλητικό τέρας που πεινάει για αποδοχή κι επιτυχία.
Βοηθάει το ότι εργάζεσαι και ως καθηγητής μουσικής στο να μένεις ενεργός δισκογραφικά, είναι δηλαδή σαν να συνδυάζονται αυτές οι δύο διαφορετικές εκδοχές της ενασχόλησης με τη μουσική, τροφοδοτεί η μία την άλλη, ή είναι το ίδιο δύσκολο να τα συνδυάσεις σαν να έκανες μια οποιαδήποτε άλλη «πρωινή» δουλειά; Δε θα μπορούσα να κάνω οποιαδήποτε πρωινή δουλειά. Η διδασκαλία μου αρέσει πολύ και μου ανανεώνει το μυαλό. Επίσης μου δίνει το χρόνο που χρειάζομαι για να μπορώ να παραμένω δημιουργικός. Είναι ένα προσωπικό deal που ακόμα ευτυχώς λειτουργεί. Πάντα να έχετε στο νου ότι η δισκογραφία ζητάει μόνο, δε δίνει. Είναι μια υπόθεση σε απόλυτη παρακμή, άρα πρέπει να την τροφοδοτείς με το αίμα σου.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε το πολύ ενδιαφέρον νέο album σου, Τακούνια Για Καρφιά, με τη συμμετοχή πολλών αγαπημένων ελληνικών γυναικείων φωνών, μεταξύ άλλων Ελένη Τσαλιγοπούλου, Μάρθα Φρτιζήλα, και Νατάσσα Μποφίλιου. Θες να μας μιλήσεις λίγο γι’ αυτό το εγχείρημα; Πώς είναι η διαδικασία εξερεύνησης της γυναικείας ψυχής όταν ο εξερευνητής δεν μοιράζεται το ίδιο φύλο ; Είναι ένα χαρακτηριστικό της μουσικής σου άλλωστε η άντληση θεμάτων από την καθημερινότητα και την κοινωνία. Να υποθέσουμε ότι και εδώ η επικαιρότητα έπαιξε έναν ρόλο; Πώς εμπνεύστηκες τις ιδέες για τα τραγούδια; Ήταν μία πρόκληση να μπω στον κόσμο αυτόν, να τραγουδήσουν τα τραγούδια μου τόσο μεγάλες φωνές. Προσπάθησα να μπω σε αυτό τον κόσμο και μουσικά αλλά και ψυχολογικά. Για μένα η γυναίκα είναι το γήινο κομμάτι αυτού του κόσμου που συνήθως – παρά το «της γυναίκας η καρδιά είναι μια άβυσσος» - ζητάει τα πιο ειλικρινή και ανθρώπινα πράγματα σε αυτόν τον κόσμο. Αυτή την περίοδο απαιτεί την αποστερεοτυπικοποίησή της (αν μου επιτρέπεται αυτός ο όρος)και είναι δίκαιο να την κερδίσει. Όμως οι έννοιες τις ελευθερίας, της αυτοδιαχείρισης, της δικαιοσύνης αφορούν όλους τους ανθρώπους για αυτό και ο δίσκος μόνο ως πρόφαση αφορά στις γυναίκες.
Στον δίσκο ακούμε ευδιάκριτα και αναφορές σε παραδοσιακά ιδιώματα. Από την άλλη σε προηγούμενες δουλειές σου συναντάμε επιρροές από διάφορα άλλα «εναλλακτικά» μουσικά είδη, π.χ. από τη ραπ μουσική στο “Μια και Έξω” που είχε και ιδιαίτερη απήχηση – έχεις δηλώσει άλλωστε σε συνεντεύξεις σου και το ότι ακούς πολύ ραπ και hip hop. Είναι αυτός ο τρόπος που «προσδιορίζεσαι» μουσικά; Χωρίς στεγανά και περιορισμούς, να προχωράς σε όποιο μονοπάτι σε τραβάει την εποχή που γράφεις; Όχι σίγουρα δεν είναι η χιπ χοπ το βασικό μου είδος. Ακούω πάρα πολλά πράγματα και δεν έχω κανένα πρόβλημα να αφεθώ στη δημιουργική διαδικασία εντελώς γυμνός από αγκυλώσεις. Όταν ξεκινούσα ήμουν πολύ περισσότερο περιχαρακωμένος σε ένα ροκ πλαίσιο, τώρα δε με νοιάζει το ιδίωμα. Με ενδιαφέρει η αλήθεια του τραγουδιού και η πραγματική συγκινησιακή του υπόσταση.
Πιστεύεις ότι η τέχνη οφείλει να παίρνει θέση γι’ αυτά που συμβαίνουν γύρω της ή είναι κάτι που θα πρέπει να μένει στη διακριτική ευχέρεια του καλλιτέχνη, για το αν και πώς επιθυμεί να εκφραστεί; Η τέχνη κι οι καλλιτέχνες δεν οφείλουν τίποτα. Και είναι και βαρύ το φορτίο που τους φορτώνουν πολλές φορές. Το ότι κάποιος μπορεί να σε συγκινήσει με κάποια τραγούδια ή με κάποιες πλευρές του δε σημαίνει ότι οφείλει να μπορεί να είναι μια προσωπικότητα που να έχει λόγο σοβαρό για τα πάντα, πολιτική θέση, άποψη κ.τ.λ. Αν του βγαίνει και το θέλει καλώς, αν δεν το θέλει ή δεν μπορεί πάλι καλώς. Το κοινό, δόξα τω θεώ, έχει μυριάδες περιπτώσεις για να διαλέξει, από κομματόσκυλα και «στρατευμένους» μέχρι απολιτίκ χαριτωμένους ή ανθρώπους που τοποθετούνται με ειλικρίνεια και μετριοπάθεια στα ζητήματα της κοινωνίας. Κανείς όμως δεν είναι υποχρεωμένος για κάτι.
Όταν ήσουν μικρός, ποιες ήταν οι αναφορές και τα ακούσματά σου και τι μουσική ήθελες να κάνεις όταν μεγαλώσεις ; Ήξερες από πάντα ότι είσαι ο τύπος που θα ακούει «απ’ όλα» και ίσως και να γράφει «απ’ όλα»; Καλά δεν γράφω κι από όλα! Υπάρχει πάντα ο συνδετικός κρίκος τραγουδιών με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στίχου και ύφους ως προς το μέσο της συγκίνησης που επιδιώκω να προκληθεί. Πάντως ξεκίνησα με το ηλεκτρικό τραγούδι να κερδίζει την καρδιά μου και πάντα αυτό έχω πιο ψηλά στις προτιμήσεις μου.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο καλλιτεχνικό σου όνειρο και ποιο απλώς το μεγαλύτερο σου όνειρο; Αν δηλαδή δεν συμπίπτουν αυτά τα δύο. Καλλιτεχνικά θα ήθελα να μπορώ να παίζω συχνότερα με μεγαλύτερη ευκολία - ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό. Το μεγάλο μου όνειρο όμως είναι να συμφιλιωθώ με τα δαιμόνια μου και να ζήσω μια πιο χαρούμενη ζωή με περισσότερη ευγνωμοσύνη και εσωτερική ηρεμία.
Ποια είναι τα σχέδια για το άμεσο μέλλον. Έχετε το live στις 6 Μαΐου με τη συμμετοχή όλων αυτών των αγαπημένων ερμηνευτριών για την παρουσίαση του δίσκου, τι να περιμένουμε εκεί και τι μετά ;
Θα υπάρξει η κυκλοφορία ενός νέου προσωπικού single και η συνέχιση των live εντάσσοντας πιθανώς και το υλικό του τελευταίου δίσκου με κάποιο τρόπο. Είμαι ακόμα στο σχεδιασμό.
Για εισιτήρια και πληροφορίες πατήστε εδώ