Φωτογραφίες:
1. Diplo στο Ελευθέριος Βενιζέλος // 2012 // Shane McCauley
2. Kormoranos 15 Year Anniversary Pre-Party στο Πραξιτέλους // 2017 // Versaweiss
3. Krista Muir live στο Tiki Athens // 2006 // Max Gyselinck
4. The Kids Are Alright Vol.4 με Red Axes στο Ρομάντσο // 2016 // Ιωάννα Χατζηανδρέου
5. Ohmega Watts live στο Guru Jazz Upstairs // 2008 // Max Gyselinck
6. Mykki Blanco live στο Koo Koo // 2013 // Max Gyselinck
15 χρόνια λειτουργίας για τον Κορμοράνο. Πώς έχουν αλλάξει τα πράγματα για εσάς; Πόσο έχουν δυσκολέψει ή διευκολυνθεί δηλαδή οι ενέργειές σας να κλείνετε live, να βρίσκετε χώρους για τα πάρτι και γενικότερα για να συνεχίσετε να κάνετε ό,τι κάνατε πάντα;
Ξεκινήσαμε χωρίς να έχουμε σχεδόν καμία επαγγελματική εμπειρία με τέτοιου είδους διοργανώσεις και γι’ αυτόν τον λόγο οι στόχοι που βάλαμε στην αρχή ήταν πολύ βραχυπρόθεσμοι και περιορισμένοι. Τον πρώτο καιρό κάναμε δυο-τρία live τον χρόνο, με μικρού βεληνεκούς καλλιτέχνες του εξωτερικού που μας άρεσαν πολύ και θέλαμε να δούμε στην Ελλάδα ή να γνωρίσουμε προσωπικά. Έπειτα, αρχίσαμε να κάνουμε ολοένα και περισσότερα πάρτυ, κυρίως σε χώρους και μαγαζιά που ακόμα έψαχναν τρόπους να γεμίζουν το πρόγραμμά τους. Σταδιακά γίναμε πιο γνωστοί, τόσο στα μέρη, όσο και στους ατζέντηδες. Σταματήσαμε να κάνουμε κάποια λάθη κι αρχίσαμε να κάνουμε κάποια άλλα.
Ποια ήταν η ιδέα που γέννησε τον Κορμοράνο πίσω στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας; Ποιες ήταν οι φιλοδοξίες και τα σχέδιά σας τότε; Και κατά πόσο τα έχετε πετύχει;
Ήμασταν μία ευρεία παρέα φίλων, στους οποίους άρεσαν οι τέχνες και η κοινωνικοποίηση μέσω αυτών. Μας άρεσε επίσης να ξεκινάμε πράγματα που ξέραμε ότι δεν είχαμε ούτε τη φιλοδοξία, ούτε και την ικανότητα να τα κάνουμε όπως πρέπει. Ξέραμε επίσης ότι το ενδιαφέρον που βρίσκαμε τότε σε όλα αυτά ενδεχομένως να άλλαζε ή να υποχωρούσε αργότερα, οπότε δεν μας πείραζε αν η δραστηριότητα (ή η ομάδα την οποία είχαμε) μίκραινε ή διαλυόταν. Από το 2007 και μετά η κινητικότητα αυξήθηκε, το σχήμα μίκρυνε δραματικά και οι προτεραιότητες άλλαξαν αρκετά. Αλλά η κεντρική φιλοσοφία παραμένει σχεδόν ίδια, μάλλον επειδή είναι πολύ γενική και τα επιτρέπει όλα.
Ποιο ήταν το σημείο καμπής από το οποίο κι έπειτα η δράση του Κορμοράνου άρχισε να βρίσκει όλο και περισσότερο κοινό;
Το 2008 ήταν κομβική χρονιά! Πάντα είχαμε σε γενικές γραμμές κόσμο σε ό,τι κάναμε, αλλά μέχρι το 2007 ό,τι κάναμε ήταν αρκετά μικρό. Το 2008 αρχίσαμε τις τακτικές μετακλήσεις ξένων DJs (μαζί με τη σύγχρονη τότε νέα έκρηξη της γαλλικής σκηνής, με τους Justice και την Ed Banger Records) σε πιο μαζικούς χώρους, με πιο συμβατικούς τρόπους προώθησης και με περισσότερες οργανωτικές απαιτήσεις. Στον αντίποδα, ήταν επίσης η χρονιά κατά την οποία συμμετείχαμε στην αυτοκινούμενη σειρά των What Street Parties και αρχίσαμε να παρακολουθούμε ή και να συνεργαζόμαστε πιο στενά με πολλούς συνοδοιπόρους –και μετέπειτα φίλους– DJs της εποχής: Vinyl Microstore, Chevy, Espeekay, Muzak7, Bad Spencer, Jimmy Jib, Dynamons, Amateurboyz και πολλούς ακόμα.
Πολύ κομβική χρονιά όμως ήταν και το 2012. Τότε ξεκαθαρίσαμε –υπό τις συνθήκες της περιόδου– λίγο περισσότερο τι είναι εκείνο που μας ενδιαφέρει στον χώρο, οπότε κι αρχίσαμε άλλου τύπου συνδιοργανώσεις· όπως αυτή με την οποία κάνουμε το μεγάλο event της επόμενης Παρασκευής στο Gagarin 205, με τον Γιώργο Καρναβά της Heretic.
Με ποια κριτήρια διαλέγετε τα ονόματα για τις συναυλίες τις οποίες διοργανώνετε; Έχουν μεταβληθεί με την πάροδο των χρόνων;
Kάνουμε μόνο πράγματα που μας αρέσουν. Με τον ίδιο τρόπο όμως που κάποτε ακούγαμε ραδιόφωνο ή πηγαίναμε σε δισκάδικα και συναυλίες άλλων, από ένα σημείο και μετά αρχίσαμε να μαθαίνουμε και να ενημερωνόμαστε για καινούριες τάσεις και δημιουργούς μέσα και από την ίδια τη διαδικασία των δικών μας διοργανώσεων.
Το εκάστοτε έναυσμα μπορεί να είναι μια συγκυρία, ένας χώρος, μια ημερομηνία, μια πρόταση, μια ιδέα, ένας DJ, ένα συγκρότημα ή ένας συνδυασμός. Αλλά πολύ σημαντικό ρόλο παίζει να μας φαίνεται κι ο καλλιτέχνης συμπαθές άτομο.
Πώς επικοινωνούσατε τις δραστηριότητές σας πριν αρχίσει η μαζική χρήση του ίντερνετ στην Ελλάδα; Και πώς συνέβαλε το blog που δημιουργήσατε το 2009 και γενικότερα τα social media σε αυτήν την προσπάθεια;
Δεν θυμάμαι, πραγματικά! Το blog είχε ανέκαθεν πολύ μικρή επισκεψιμότητα. Και η καθημερινή μου προσπάθεια για περισσότερα views, likes και shares στο Facebook βρίσκει συνέχεια τοίχο! Τώρα ασχολούμαι πολύ και με τον καινούριο λογαριασμό του Κορμοράνου στο Ιnstagram, όπου ζητούμενο σε κάποιες περιπτώσεις είναι οι φωτογραφίες που ανεβάζω να έχουν όσο το δυνατόν μικρότερο ενδιαφέρον.
Έχετε διοργανώσει πολλά πάρτι μέσα σε αυτά τα 15 χρόνια. Τι αλλαγές έχετε παρατηρήσει στα θέλω και στις απαιτήσεις του κοινού; Έχει μεταβληθεί η συμπεριφορά και η εμπειρία διασκέδασης;
Σίγουρα έχουν αλλάξει πολλά, αλλά εξίσου έχει αλλάξει και η δική μας οπτική γωνία. Οπότε, όσο προσεκτικές συγκρίσεις κι αν προσπαθώ να κάνω, έχω την εντύπωση ότι θα είναι σχεδόν όλες άστοχες.
Ως ομάδα έχετε δραστηριοποιηθεί έντονα και στον χώρο των graphic novels. Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτήν την πλευρά σας: πώς ξεκίνησε, τι έχετε κυκλοφορήσει μέχρι στιγμής και ποια είναι τα μελλοντικά σχέδια;
Το 2008 (κομβική χρονιά όπως είπα!), δύο καλοί φίλοι και συνεργάτες –ο Ιλάν Μανουάχ και ο Χάρης Λαγκούσης– είχαν την ιδέα να ξεκινήσουμε μια εκδοτική σειρά στην οποία θα επέλεγαν και θα μετέφραζαν οι ίδιοι αγαπημένα τους κόμικς από την αμερικάνικη, κυρίως underground λογοτεχνία των περασμένων δεκαετιών. Το πρώτο μας βιβλίο, το SCHIZO του Ivan Brunetti, παραμένει ό,τι πιο πετυχημένο έχουμε κάνει ποτέ (από την άποψη ότι βρήκε αναπάντεχα μεγάλη ανταπόκριση από τον κόσμο). Φέτος, οι εκδόσεις inkpress κυκλοφόρησαν το 7ο βιβλίο τους, το Τζούλιους Κνιπλ, φωτογράφος ακινήτων: Η Συνοικία των Εμπόρων Αισθητικής του Μπεν Κάτσορ.
Έχετε σκεφτεί ποτέ να δημιουργήσετε κάποιο μουσικό label, ως φυσική επέκταση των δραστηριοτήτων σας;
Το έχω σκεφτεί. Είναι ωραία ιδέα. Πολύ δύσκολη στην πράξη, όμως…
Οι αφίσες για τα πάρτι σας ήταν ανέκαθεν –και συνεχίζουν να είναι– πολύ χαρακτηριστικές, καθώς και χιουμοριστικές. Ποιος βρίσκεται πίσω από τη δημιουργία τους;
Κάποιες τις φτιάχνω εγώ, πολλές φορές προσπαθώντας υποτίθεται (και ενίοτε ασυναίσθητα) να υποτιμήσω τα χαρακτηριστικά εκείνα που θεωρεί κάποιος ενδεικτικά ή συναρπαστικά σε ένα πάρτυ, μια συναυλία ή έναν performing artist.
Πολλές έχουν φτιάξει επίσης αγαπημένοι φίλοι εικαστικοί και συνεργάτες όπως η Μάρια Μπαχά, η Θάλεια Ραυτοπούλου, ο Χάρης Λαγκούσης και ο Στέφανος Ρόκος· ο καθένας με τη δική του προσέγγιση.
Από τη στιγμή που ζείτε τα πράγματα από μέσα, θα είχε ενδιαφέρον να μας πείτε ποια είναι η άποψή σας για την κατάσταση της εγχώριας μουσικής πραγματικότητας. Μπορούμε να μιλήσουμε για κάποια σκηνή και για ένα ενιαίο ηχητικό ρεύμα, που θα εξάγει τα πιο ποιοτικά του δείγματα; Ή είναι κάτι καταδικασμένο να περιοριστεί στον δικό του μικρόκοσμο;
Το περιορίζω στα μουσικά: προσωπικά βρίσκω τα τελευταία χρόνια πολύ πιο ενδιαφέροντα και ολοκληρωμένα πράγματα σε σύγκριση με όταν πρωτοξεκινήσαμε. Καλύτερους DJs, πιο συνειδητοποιημένα συγκροτήματα, μεγάλη ποικιλία και καλύτερα εξοπλισμένους χώρους. Δεν είδα όμως ποτέ χαρακτηριστικά «σκηνής» και μακροπρόθεσμα αυτό μπορεί να είναι και ακόμα καλύτερο –από την άποψη ότι οι «σκηνές» συχνά έχουν απότομη άνοδο και απότομη πτώση.
Για ποια ονόματα από όσα φέρατε στην Ελλάδα νιώθετε περισσότερο υπερήφανοι και δικαιωμένοι από το αποτέλεσμα;
Νιώθουμε περήφανοι για την αίσθηση ότι, σε κάποιες περιπτώσεις, ήμασταν ακριβώς στο σημείο και στη στιγμή που θα θέλαμε να είμαστε. Με τα συγκροτήματα από το Βέλγιο στις αρχές, τον all-time αγαπημένο μας DJ Mehdi στη μέση, τον Mykki Blanco λίγο πιο μετά ή τους Red Axes τώρα.
Μου φάνηκε πολύ συγκινητικό και το περσινό event το οποίο είχαμε κάνει ως φιλοξενούμενοι στο πρώτο Velvet Room που έγινε ποτέ, στην κεντρική αίθουσα του παλιού ξενοδοχείου Μπάγκειον, όπου είχα την ιδέα να φέρω την Eleanor Friedberger (θα ερχόταν να έμενε τότε στην Αθήνα για έναν μήνα) σε επαφή με τον Νώντα των Acid Baby Jesus, ώστε να φτιάξουν ένα εγχώριο συγκρότημα να τη συνοδεύσει πρόχειρα στο live. Κι αυτοί τα πήγαν τόσο καλά, ώστε σχημάτισαν ένα super group σοβαρών αξιώσεων!
Πoλύ χαίρομαι επίσης όταν πολλοί από τους μουσικούς των οποίων είμαι fan πριν τους γνωρίσω ή τους καλέσω, εκτιμούν κι εκείνοι τη δουλειά και την προσπάθειά μου, συχνά ζητώντας μου κι αυτοί από την πλευρά τους κάποια συνεργασία.
Μιλήστε μας λίγο και για τις δραστηριότητές σας με αφορμή την συμπλήρωση των 15 χρόνων του Κορμοράνου. Τι live και events θα ακολουθήσουν; Τι φέρνει το μέλλον για τον Κορμοράνο;
Κάναμε ένα πολύ καλό pre-gathering στο Latraac, ένα πολύ καλό launch-party στο Πραξιτέλους, ένα πολύ καλό main live event στο Ρομάντσο με τους Sun Araw και Jay Glass Dubs, το Σάββατο έχουμε ένα μικρό pre-party με τον Nolo Areola στο Cantina Social, την Κυριακή ένα έκτακτο pop-up event στο Cannibalradio, την Παρασκευή 6 Οκτωβρίου το μεγάλο KORMORANOS 15 YEAR ANNIVERSARY event στο Gagarin 205 με Acid Baby Jesus, Dollkraut, Man Duo και The Voyage Limpid Sound, στις 28 Οκτωβρίου κάτι που δεν είναι ακόμα σίγουρο και την Παρασκευή 3 Νοεμβρίου ένα πολλά υποσχόμενο Kormoranos Special στο Velvet Room στο Μπάγκειον με τους Montero (3 μέρες πριν φύγουν για την περιοδεία τους με τον Mac Demarco). Επίσης, τα Όρη σε επιστροφή μετά από καιρό και τη Mary Ocher για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Είναι όλα σχεδιασμένα με λεπτομέρεια και θα έχουν το ενδιαφέρον τους.
Το μέλλον, δεν ξέρω τι θα φέρει! Σε κάθε τέτοια συγκυρία σκέφτομαι να το διαλύσω και να ξεκινήσω κάτι καινούριο. Αλλά μετά σκέφτομαι ότι μπορεί να μην είναι τώρα η κατάλληλη στιγμή. Να περιμένω λίγο ακόμα…
Τελικά, πόσο δύσκολο είναι να τρέξει κανείς ένα εγχείρημα σαν αυτό του Κορμοράνου στην σημερινή, ελληνική πραγματικότητα;
Είναι πολύ δύσκολο!
{youtube}MwrGpaa7zRU{/youtube}